Την Κυριακή 1 Ιουνίου 2014 , η Νέα Ιωνία, ο Βόλος, η Μαγνησία, έζησαν μεγάλες στιγμές. Ακόμη ηχούν στα αυτιά μου οι καμπάνες της Ευαγγελίστριας να χτυπούν , όπως και οι ιαχές των χιλιάδων φιλάθλων που για άλλη μια φορά βρέθηκαν δίπλα στην ομάδα της καρδιάς τους, τη Νίκη Βόλου, που κάθισε στο θρόνο της, μετά από σχεδόν 50 χρόνια. Ακόμη υπάρχουν μέσα στο μυαλό μου οι εικόνες με τα δακρυσμένα μάτια ηλικιωμένων ανθρώπων, αλλά και πιο νέων, που είδαν το όνειρο τους να γίνεται πραγματικότητα. Αλλά και τα χαμόγελα και τα γέλια, οι αγκαλιές, τα φιλιά, όλων εκείνων που για χρόνια ζούσαν με την προσμονή η βασίλισσα τους να βρει τη θέση που της ανήκει. Την κορυφή.
Και επίσης, ακόμη δεν μπορώ να μην σκέφτομαι, ότι οι στάλες βροχής που έπεφταν κατά διαστήματα από τον ουρανό εκείνη την ημέρα, δεν ήταν παρά τα δάκρυα όλων εκείνων που βρίσκονται κάπου εκεί ψηλά, που είμαι σίγουρη ότι είχαν στήσει την δική τους εξέδρα και βούρκωναν που η Νίκη τους, κατάφερε να γίνει πρωταθλήτρια. Ο λαός της Νίκης, που προφανώς δεν είναι 200 μεμέτια, όπως εξακολουθούν να αποκαλούν τους φιλάθλους της ομάδας κάποιοι, ξέσπασε. Βγήκε στους δρόμους, γλέντησε, φώναξε, έκλαψε. Πενήντα χρόνια θα μου πεις είναι πολλά. Αλλά το ξέσπασμα αυτό δεν ήταν μόνο αγωνιστικό.
Ναι, η ομάδα κέρδισε, ναι η ομάδα βγήκε πρωταθλήτρια, ναι η ομάδα μας έδωσε μεγάλη χαρά, αλλά ο λαός της Νέας Ιωνίας, που έχει περάσει τόσα και τόσα, που έχει ακούσει να τον βρίζουν και να τον υποτιμούν, που έχει δεχθεί απίστευτο πόλεμο από ορισμένους που υποτίθεται διαθέτουν υψηλό επίπεδο και δεν καταδέχονται να συμβιώνουν με κατώτερης κατηγορίας ανθρώπους, όπως θεωρούν τους κατοίκους της Νέας Ιωνίας, είχε δώσει την απάντηση του.
Ακόμη θυμάμαι τις κουβέντες που έκανα μετά το τέλος του αγώνα με αρκετούς συμπολίτες μου. Είχα την τύχη να γνωρίσω και να σφίξω το χέρι του Μίμη Κοκκινάκη, παλαίμαχου ποδοσφαιριστή μας, αγκαλιάστηκα με ανθρώπους που μοιραζόμασταν την ίδια χαρά, τα ίδια συναισθήματα και τα πάντα συνέκλιναν στο ότι αυτή η νίκη ήταν μια προσωπική δικαίωση για τον καθέναν από εμάς.
Κυριακή 1 Ιουνίου 2014, πλημμυρισμένοι όλοι από ανάμεικτα συναισθήματα, αλλά είμαι σίγουρη ότι σκεφτόμασταν το ίδιο πράγμα. Πως η Νίκη άξιζε κάθε δάκρυ, κάθε πόνο, κάθε χαρά, καθετί που πέρασαν όλες αυτές οι γενιές, από τη γέννηση της ομάδας μέχρι την άνοδο της και πάλι στα μεγάλα σαλόνια. Πάντα με αξιοπρέπεια.
Η ζωή, χρωστάει πολλές χαρές ακόμη στη Νίκη και τη Νέα Ιωνία, και είμαι σίγουρη ότι σύντομα, όλοι οι φίλαθλοί της θα είναι ευτυχισμένοι που θα την βλέπουν να προοδεύει. Μέχρι τότε, ας αρκεστούν να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα: ας στηριχτούν στο όνειρο, ας μη το βάζουν κάτω και ας αποδεικνύουν με τις πράξεις τους ότι ως ανώτεροι άνθρωποι αντέχουν στις προσβολές και τις “τρικλοποδιές” των κατωτέρων.
Άλλωστε, το να μην αρέσεις στους μικρόψυχους, αποτελεί τίτλο τιμής.
Κατερίνα Καρεκλίδου


















