Σε αναζήτηση προπονητή βρίσκεται η Νίκη Βόλου μετά το «διαζύγιο» με τον Ισαάκ Χοβέ, με φαβορί να είναι ο Στάικος Βεργέτης. Ποιος είναι ο προπονητής όμως που θέλουν για τον πάγκο τους οι «κυανόλευκοι»;
Ο Στάικος Βεργέτης γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1976 στην Τρίπολη. Είναι παντρεμένος από το 2009 και έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Ως ποδοσφαιριστής, αγωνίστηκε σε ομάδες των τοπικών κατηγοριών. Το 2000 αποφοίτησε από το ΤΕΦΑΑ Αθηνών, με ειδικότητα στο ποδόσφαιρο και είναι κάτοχος του προπονητικού πτυχίου UEFA Pro. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του το 2001 από τον Παγγορτυνιακό Τρίπολης, με τον οποίο πήρε την άνοδο το 2004 και τη συμμετοχή στην τότε Δ’ Εθνική.
Το καλοκαίρι του 2006 προσλήφθηκε ως γυμναστής στις ποδοσφαιρικές ακαδημίες του Αστέρα Τρίπολης και τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς, ο καινούριος προπονητής Πάουλο Κάμπος τον προήγαγε σε μέλος του τεχνικού επιτελείου της πρώτης ομάδας. Διετέλεσε γυμναστής, κυνηγός ταλέντων, μεταφραστής (γνωρίζει ισπανικά και άπταιστα αγγλικά), βοηθός προπονητή και αναλυτής αθλητικής στατιστικής, ενώ το Νοέμβριο του 2011 ήταν υπηρεσιακός προπονητής κατά την εντός έδρας νίκη με 1-0 επί του ΠΑΟΚ.
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 ανέλαβε χρέη προπονητή της πρώτης ομάδας του Αστέρα, αντικαθιστώντας τον Σάκη Τσιώλη. Στις 28 Αυγούστου 2014 οδήγησε το σύλλογο για πρώτη φορά στην ιστορία του σε ομίλους στο Europa League. Με τον Αστέρα έχει 125 αγώνες, τους 18 στο Europa League.
Η φιλοσοφία του είναι πως όταν εργάζεσαι σκληρά, όλα είναι δυνατά»!
Ο Στάικος Βεργέτης μιλάει εκτός από ισπανικά και άπταιστα αγγλικά, γεγονός που του δίνει τη δυνατότητα να επικοινωνεί απευθείας με όλους τους ποδοσφαιριστές του και να τους κερδίζει με την αμεσότητά του.
Bασική του φιλοσοφία είναι να υπάρχει διαρκής βελτίωση. Τόσο για τον εαυτό του, όσο και για την ομάδα του. «Σε όλη μου τη ζωή έμαθα να είμαι ένας φιλόδοξος εργάτης. Θέλω να διαβάζω, να εξελίσσομαι και αν καταφέρω η ομάδα να εξελιχθεί μαζί με εμένα, τόσο το καλύτερο. Θα προσπαθήσω να δώσω όλα όσα έχω μέσα μου. Από εκεί και πέρα δοκάρι και μέσα, δοκάρι και έξω»!
Το Μάιο του 2011, μάλιστα, ήταν εισηγητής σε συνέδριο προπονητών με θέμα τη σημαντικότητα της στατιστικής ανάλυσης του τρόπου παιχνιδιού του αντιπάλου. «Θεωρώ ότι έχει αποτέλεσμα, γιατί και οι ίδιοι οι παίκτες μου το λένε. Μου αναφέρουν ότι ξέρουν τι έχουν να αντιμετωπίσουν μέσα στο γήπεδο. Αυτό που πρέπει να γίνεται στην ανάλυση είναι η καταγραφή των επαναλαμβανόμενων καταστάσεων και στοιχείων ενός αντιπάλου, εκείνων που δείχνουν την ταυτότητά του», είχε σχολιάσει σχετικά με το θέμα της «κατασκοπίας» των αντιπάλων, μεταλαμπαδεύοντας τη γνώση πως δε γίνεται ποτέ το βίντεο να φτάνει τη μία ώρα.
Οι γνώσεις του, η κατάρτισή του και η εμπιστοσύνη που του έχουν όσοι έχουν δουλέψει μαζί του, τον έχουν κάνει γνωστό στην Ευρώπη πριν καν τον μάθουμε στην Ελλάδα. Το 2012 η ιστοσελίδα Football Coach World Ranking τον κατάτασσε ως τον τρίτο καλύτερο Έλληνα προπονητή πίσω από τον Γιώργο Δώνη και τον Νίκο Κωστένογλου. Στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας βρισκόταν τη στιγμή που τον αντικατέστησε ο Σάκης Τσιώλης, ενώ σήμερα είναι τέταρτος καλύτερος Έλληνας πίσω από τους Δώνη, Αναστασίου και Παράσχο.
«Όλα θα έρθουν με δουλειά»
Σε παλαιότερη συνέντευξη του έχει δηλώσει «Δεν μπορώ να πω ότι έχω στόχο να βρεθώ σε μια μεγάλη ομάδα. Αυτό που έχω σαν στόχο είναι να αναπτύξω τις σωστές βάσεις ενός επαγγελματία προπονητή. Θεωρώ αυτόν σαν πρωταρχικό στόχο. Όλα τα άλλα θα έρθουν με τη δουλειά. Όνειρο κάθε επαγγελματία είναι ένας σύλλογος ευρωπαϊκός, αλλά εμένα ο στόχος μου είναι να δημιουργήσω σωστές βάσεις».
Έχει αδυναμία στον Μουρίνιο
Αν θες να γίνεις καλύτερος, άλλωστε, οφείλεις να παρακολουθείς τους κορυφαίους. Το ίδιο κάνει και ο Στάικος Βεργέτης που αποθεώνει τον Ζοσέ Μουρίνιο, αλλά έχει αδυναμία στον Αρσέ Βενγκέρ. «Ο Μουρίνιο την έψαχνε τη δουλειά. Εγώ σε αυτό θέλω να του μοιάσω. Προσπαθώ να την ψάξω τη δουλειά, να την ανανεώσω, να την εξελίξω. Εγώ έχω προπονητικό πρότυπο τον Βενγκέρ καθώς ό,τι πιάνει το κάνει χρυσό. Παίρνει το 100% από κάθε παίκτη». Ο ίδιος στα νιάτα του ήταν παίκτης του προπονητή, αλλά και προπονητής του εαυτό του. Αντικρουόμενες έννοιες, όμως προφανώς αληθινές. «Είδα το ποδόσφαιρο προπονητικά από πολύ μικρός, από όταν έπαιζα ποδόσφαιρο ακόμα. Άκουγα τον προπονητή μου και αξιολογούσα τις οδηγίες. Ήμουν ένας προπονητής μέσα στο γήπεδο όταν έπαιζα. Το ότι θα ερχόταν μια μέρα που θα ήμουν προπονητής στη Super League δεν το περίμενα μέχρι που ανέβηκε στην μεγάλη κατηγορία ο Αστέρας».

















