Νέες καταδίκες περίμεναν χθες στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου τέσσερις κατηγορούμενους για την υπόθεση της εξαφανισμένης Μαριάννας-Εριέττας Κοντούλη, που τα τελευταία χρόνια ζούσε στην Αμαλιάπολη Αλμυρού και η σορός της δεν βρέθηκε ποτέ, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τις κατηγορίες της ψευδής κατάθεσης και ηθική αυτουργία σε ψευδή κατάθεση κατά συρροή.
Στο εδώλιο κάθισαν τέσσερις κατηγορούμενοι, οι τρεις από τους οποίους κατηγορούνταν για ψευδή κατάθεση, μια γυναίκα 62 χρόνων και δύο άνδρες 71 και 63 χρόνων, ενώ ο τέταρτος κατηγορούμενος, επιχειρηματίας στην περιοχή, ηλικίας 67 ετών, κατηγορούνταν για ηθική αυτουργία σε ψευδή κατάθεση κατά συρροή.
Η γυναίκα και οι δύο πρώτοι άνδρες, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση τριών ετών ο καθένας και ο τέταρτος σε συνολική ποινή φυλάκισης έξι ετών. Για την πρώτη και τον τρίτο κατηγορούμενο, οι ποινές ήταν με αναστολή, ο 71χρονος και ο 67χρονος καταδικάστηκαν χωρίς αναστολή, ο δεύτερος χωρίς μετατροπή της ποινής και με δικαίωμα η έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη για όλους και υπό όρους για τον δεύτερο και τον τέταρτο κατηγορούμενο (εμφάνιση μια φορά τον μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα κατοικίας τους).
Στη δίκη ο 71χρονος εκπροσωπήθηκε δια πληρεξούσιου δικηγόρου, ενώ οι άλλοι τρεις κατηγορούμενοι ήταν παρόντες.
Οι κατηγορούμενοι υποστήριξαν ότι είχαν δει την εξαφανισθείσα γυναίκα, σε διαφορετικές περιόδους και αρνήθηκαν τις κατηγορίες της ψευδούς κατάθεσης. Όπως ισχυρίστηκαν δεν γνώριζαν ότι η Ιωάννα Μαρία Εριέττα Κοντούλη είχε εξαφανιστεί και ο συνήγορος υπεράσπισης του 71χρονου προσκόμισε μισθωτήριο συμβόλαιο ακινήτου από τη Μ. Βρετανία ότι φίλος της Κοντούλη την φιλοξενούσε, καθώς και πιστοποιητικό νοσηλείας δημόσιου νοσοκομείου, για να αποδείξει ότι ήταν εν ζωή. Ο 63χρονος κατηγορούμενος, που είναι γιος του γιατρού που κούραρε την Κοντούλη, κατέθεσε επίσης ότι δεν γνώριζε ότι η γυναίκα είχε εξαφανιστεί.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, στην Αθήνα, στον Βόλο και στον Αλμυρό, στις 10 και 24 Φεβρουαρίου και στις 20 Δεκεμβρίου 2017, οι τρεις πρώτοι κατηγορούμενοι, ενώ εξετάζονταν ως μάρτυρες, ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί εξέταση για την κρινόμενη υπόθεση, εν γνώση τους κατέθεσαν ψευδή στοιχεία σχετικά με την υπόθεση αυτή.
Συγκεκριμένα στο πλαίσιο εκδίκασης της έφεσης άρσης αφάνειας τριτανακοπής του τέταρτου κατηγορούμενου της περιοχής στο Ειρηνοδικείο Αλμυρού (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), κατά απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου με την οποία είχε κηρυχθεί σε αφάνεια η Ιωάννα Μαρία Εριέττα Κοντούλη, με χρόνο έναρξης αφάνειας το φθινόπωρο του 2002, άπαντες οι ανωτέρω εξετάστηκαν ως μάρτυρες και υποστήριξαν ότι η Κοντούλη ζούσε την είχαν δει και είχαν έρθει σε δια ζώσης επαφή μαζί τους.
Στο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι τα λεγόμενα στις αρχικές τους καταθέσεις ήταν ψευδή και άπαντες οι κατηγορούμενοι το γνώριζαν, αλλά τα κατέθεσαν προκειμένου να συνεπικουρήσουν στον τέταρτο κατηγορούμενο και στην δικαστική του προσπάθεια να αποδείξει ότι η Ιωάννα Μαρία Εριέττα Κοντούλη βρίσκεται ακόμη εν ζωή ή τουλάχιστον βρισκόταν εν ζωή μέχρι το θέρος του 2013. Ο τέταρτος κατηγορούμενος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλους την απόφαση να τελέσουν την άδικη πράξη που διέπραξαν, έχοντας απώτερο σκοπό να αποδείξει δικαστικά ότι η Κοντούλη βρίσκεται ακόμη εν ζωή, με πειθώ, προτροπές και παραινέσεις προκάλεσε στους τρεις κατηγορούμενους, την απόφαση άπαντες να τελέσουν την άδικη πράξη της ψευδούς καταθέσεως.
Σημειώνεται ότι οι κατηγορούμενοι έχουν ήδη καταδικαστεί τον Ιούλιο του 2020 από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας σε πολυετείς καθείρξεις και φυλακίσεις για το αδίκημα της πλαστογραφίας, ενώ κατηγορούνταν και για απάτη, αδίκημα το οποίο παραγράφηκε. Η υπόθεση αφορούσε την μεταβίβαση έξι ακινήτων, συνολικής έκτασης 100 στρεμμάτων, την χρονική περίοδο 2004-2007 στην περιοχή του Αλμυρού.





























