«Όταν οι γονείς χωρίζουν, η αγάπη σε ποιο σπίτι μένει; Στο σπίτι του μπαμπά ή στο σπίτι της μαμάς;», είναι μια συχνή ερώτηση των παιδιών που βρίσκονται ανάμεσα στο διαζύγιο των γονιών τους, αλλά και ο τίτλος του βιβλίου της Φρόσως Φωτεινάκη, Συμβουλευτική Ψυχολόγος – Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια, από τις εκδόσεις «Διόπτρα». Το παιδικό παραμύθι εστιάζει στο πώς οι γονείς θα συγκεντρωθούν στα συναισθήματα των παιδιών τους και όχι στην εργαλειοποίηση υπέρ τους, ενώ εστιάζει και στην διαχείριση κάθε είδους αποχωρισμού. «Κάθε γονιός πρέπει να είναι αποφασισμένος να δουλέψει με τον εαυτό του», αναφέρει η ίδια η συγγραφέας στο Ράδιο ΕΝΑ και στο πολιτιστικό ένθετο του Ηλία Κουτσερή, και στην εποχή μας μπορεί να το κάνει, καθώς η σημερινή γενιά γονέων είναι εκπαιδευμένη και εξοπλισμένη.
Ποιο ήταν το ερέθισμα που σας οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου σας με τίτλο «Και η αγάπη… σε ποιο σπίτι μένει;»;
Ως ψυχολόγος συναντώ καθημερινά γονείς που βρίσκονται στη διαδικασία διαζυγίου και παιδιά που έρχονται αντιμέτωπα με την απόφαση των γονιών τους. Εδώ θέλω να προσθέσω ότι υπάρχει και το βιωματικό κομμάτι στο βιβλίο, καθώς είμαι κι εγώ παιδί χωρισμένων γονιών. Όλα αυτά μαζί έβαλαν τη βάση για να δημιουργήσω αυτό το παραμύθι με τίτλο «Και η αγάπη… σε ποιο σπίτι μένει;». Είναι ένα βιβλίο που δεν πραγματεύεται μόνο το διαζύγιο, αλλά κάθε ένα μικρό και μεγάλο αποχωρισμό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε οι άνθρωποι ως παιδιά αλλά και ως ενήλικες στην πορεία της ζωής. Γι’ αυτό και δίνει ουσιαστικά τα εργαλεία για το πώς διαχειριζόμαστε συναισθηματικά τους αποχωρισμούς και τους χωρισμούς στη ζωή μας.
Επειδή αναφέρατε το βιωματικό σκέλος του βιβλίου, είναι μια ιστορία που θα ευχόσασταν να είχατε διαβάσει ως παιδί;
Ναι, σημειώνω στο βιβλίο ότι είναι μια ιστορία που θα ήθελα να είχα διαβάσει κι εγώ ως παιδί, επειδή υπήρξα παιδί χωρισμένων γονιών σε μία εποχή που δεν υπήρξε αυτή η ευαισθητοποίηση ως προς το συναισθηματικό κομμάτι, ούτε η εκπαίδευση των γονιών για το πώς διαχειριζόμαστε μια τέτοια συνθήκη στην οικογένεια. Οπότε, ναι, σαφώς εύχομαι να το είχα διαβάσει κι εγώ ως παιδί. Θα μου είχε δώσει πολλές λύσεις.
Πέρα από τα όποια μηνύματα μπορεί να περνάνε βιβλία όπως κι αυτό, ταυτόχρονα δίνει και δείχνει τους δρόμους τους οποίους μπορούν να βαδίσουν τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά;
Αυτό που ουσιαστικά δείχνει το βιβλίο, είναι ότι σε κάθε ψυχική δυσκολία της ζωής, όπως ένα διαζύγιο, ερχόμαστε να ενεργοποιήσουμε τα εργαλεία της αλήθεια μας, της έκφρασης των συναισθημάτων μας. Είναι ένα παιδικό παραμύθι που μαθαίνει στα παιδιά μας να εκφράζονται ανοιχτά γι’ αυτό που νιώθουν, όπως και ο ήρωας του βιβλίου, εκπαιδεύει τους γονείς για τον τρόπο που πρέπει να ακούνε τα παιδιά. Όταν ένα παιδί είναι στεναχωρημένο, ο γονιός του δεν αντέχει να το βλέπει στεναχωρημένο, ανακατευθύνει την συζήτηση ή ωραιοποιεί την κατάσταση ή εκλογικεύει τα δεδομένα, οπότε αυτό το βιβλίο δουλεύει με την αλήθεια, τη σύνδεση και τη συναισθηματική επαφή μέσα στην οικογένεια, ως τα βασικά υλικά για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην όποια ψυχική δυσκολία αντιμετωπίζουμε.
Θεωρείτε ότι μπορούν οι οικογένειες να διαχειριστούν ένα διαζύγιο, κρατώντας τις απαραίτητες ισορροπίες, πιο εύκολα σήμερα σε σχέση με το παρελθόν;
Θεωρώ ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν, είναι και θα είναι τα συναισθήματα των ενηλίκων τα οποία στέκονται εμπόδιο στο να μπορέσουμε να δώσουμε έμφαση στο παιδί. Δυστυχώς, ο θυμός, η θλίψη, ο πόνος, η ματαίωση, γίνονται τροχοπέδη στο να μπορέσουμε να εστιάσουμε στις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών μας και γι’ αυτό συχνά τα παιδιά εργαλειοποιούνται μέσα στις διαζευγμένες οικογένειες. Γίνονται «εργαλεία τιμωρίας» από τον έναν γονιό προς τον άλλον. Θα έλεγα ότι σίγουρα η σημερινή γενιά γονιών είναι περισσότερο εκπαιδευμένη και εξοπλισμένη. Κάθε γονιός, όμως, πρέπει να είναι αποφασισμένος να δουλέψει με τον εαυτό του, να βοηθήσει πρώτα απ’ όλα τον ίδιο του τον εαυτό για να μπορέσει μετά να βοηθήσει και το παιδί του.
Μπορούμε τελικά να εξασφαλίσουμε μια ηρεμία και σταθερότητα στην ψυχή μας παρά τα όσα μπορούν να συμβαίνουν δίπλα μας, γύρω μας, ακόμα και στην οικογένειά μας;
Δεν είναι εύκολη υπόθεση η ηρεμία. Μην ξεχνάμε ότι έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια παγκόσμιες κρίσεις, οικονομικές και υγειονομικές, και είναι πολλαπλά τα χτυπήματα. Αν μπορώ να δώσω κάποια εργαλεία στους ανθρώπους για το πώς να διεκδικήσουν την ηρεμία τους θα έλεγα ότι πρέπει να βάζουμε όρια σε ό, τι μας κάνει κακό, και αυτό μας το λέει το ίδιο μας το σώμα. Επίσης, φροντίζουμε τον εαυτό μας, κάνουμε πράγματα που αγαπάμε και «ελευθερώνουμε» την αλήθεια μας, αυτό δηλαδή που πραγματεύεται το βιβλίο. Όταν «ελευθερώνω» την αλήθεια μου μένουν κοντά μου και αυτοί που θέλουν και αξίζει να είναι κοντά μου.