Συνέντευξη στη Σοφία Νικολάου
Η Αγγελική Βαρελά γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1930 και το δηλώνει ευθαρσώς. Μεγάλωσε στην Αθήνα κοντά στη νονά της, μια και έχασε τη μητέρα της πολύ μικρή. Είναι πτυχιούχος του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 1966 ασχολήθηκε με το παιδικό βιβλίο και έκτοτε αφοσιώθηκε στο λογοτεχνικό αυτό είδος.
Για τη διάδοση του βιβλίου στα παιδιά ταξιδεύει σε σχολεία, συνεργάζεται με συλλόγους γονέων, δήμους, βιβλιοθήκες κτλ. όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Έχει βραβευτεί από τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και το Υπουργείο Παιδείας για τα αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου. Μετέφρασε και διασκεύασε στα ελληνικά πολλά ξένα βιβλία και συνεργάστηκε με την ελληνική ραδιοφωνία, την τηλεόραση, καθώς και πολλά περιοδικά, όπως “Το Ρόδι” κ.ά. Έργα της (σκετς και λοιπά θεατρικά) παίζονται στα σχολεία. Είναι πρόεδρος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς και μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, της Λέσχης Μελέτης και Έρευνας της Παιδικής Λογοτεχνίας Διαδρομές (και υπεύθυνη ύλης του ομώνυμου περιοδικού).
Το βιβλίο της «Φιλενάδα, Φουντουκιά μου» κέρδισε έναν από τους τρεις επαίνους του Διεθνούς Βραβείου Παιδικής Λογοτεχνίας Janusz Korczak (1985) στην Πολωνία. Προτάθηκε για το σύνολο του έργου της από τον κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για το Βραβείο Άντερσεν το 1990. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Βιβλίου Γνώσεων (1998) για το έργο της «Κόρινθος». Το μεγαλύτερο βραβείο για κείνη είναι η αγάπη που τρέφουν τα παιδιά στο πρόσωπό της. Στον Βόλο το απόγευμα του Σαββάτου 6 Απριλίου, βραβεύτηκε από το «Εργαστήριο Λόγου και Πολιτισμού: Κατεύθυνση Λογοτεχνίας και Παιδικού Βιβλίου», του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και την Ένωση Συλλόγων Γονέων Δ. Βόλου, για το σύνολο του έργου της από την Τασούλα Τσιλιμένη και την προλόγισε ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Βασίλης Αναγνωστόπουλος και πρόεδρος του ΚεΒΙΜαΣυ. Την συναντώ λοιπόν για πρώτη φορά το απόγευμα του Σαββάτου 6 Απριλίου, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του 4ου Φεστιβάλ Παιδικού και Εφηβικού Βιβλίου, είναι ένας άνθρωπος προσιτός και γλυκύτατος με μεγάλη αγάπη για τα παιδιά. Στάθηκε αδύνατο να μιλήσουμε εκείνη την ώρα έτσι κλείσαμε ραντεβού για το πρωί της Κυριακής στο ξενοδοχείο όπου είχε καταλύσει. Συνάντησα έναν άνθρωπο που αποπνέει αγάπη για τα παιδιά, για το αντικείμενο της, για τα εγγόνια της αλλά πάνω απ’ όλα αγαπά τους ανθρώπους. Είναι πανέξυπνη, με πολύ χιούμορ, ολοζώντανη. Και η συνέντευξη κύλησε χωρίς να το καταλάβουμε χωρίς πολλές ερωτήσεις ανακατεύοντας ιστορίες στα λεγόμενά μας. Και έτσι κάπως ξετυλίγοντας το κουβάρι μιας ιστορίας θα προσπαθήσω να την παρουσιάσω.
Είπατε στην τελετή βράβευσής σας, ότι έχετε στενή σχέση με το Βόλο και τον αγαπάτε πολύ.
Από 19 χρονών έρχομαι στο Βόλο. Για μένα είναι η πόλη των αρωμάτων, την αγαπώ για τις μυρωδιές της, ειδικά της γαρδένιας. Ο Βόλος είναι η πόλη της γαρδένιας. Είχα πρωτοέρθει εδώ σε μια εκδρομή με την Εθνική Τράπεζα όπου δούλευα τότε.
Πώς επιλέγετε το θέμα σας για να ξεκινήσετε να γράφετε ένα βιβλίο; Ποια είναι τα θέματα που σας εμπνέουν;
Όλα τα βιβλία μου περνάνε ένα μήνυμα, κυρίως κοινωνικό. Περιβάλλον, φιλία, αθλητισμός, ευ αγωνίζεσθαι, γιατί τα αρχαία χρόνια υπήρχε μεγάλη αγνότητα, μάλιστα τότε έριχναν τα τείχη στις πόλεις όταν νικούσαν οι αθλητές. Αναφορικά με το περιβάλλον εμπνεύστηκα πολύ συχνά από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Γουλανδρή και ειδικότερα από τη βοτανική ζωγραφική πάνω στα πασίγνωστα μαντήλια του οίκου Hermès που ζωγράφιζε η Νίκη Γουλανδρή και που δεν κατάφερα ποτέ να αποκτήσω γιατί ήταν πανάκριβα. Αλλά ποτέ δεν είναι αργά. (γέλια).
Έχω την αίσθηση ότι στα βιβλία σας εμπεριέχεται μια δημιουργική… αταξία. (Γελάει…)
Δεν είναι ακριβώς αυτό, εμπνέομαι από τα παιδιά. Δεν μου άρεσε ποτέ το μαγείρεμα να φανταστείς ότι όταν ήμουν νέα και νιόπαντρη μου χάρισαν μια χύτρα ταχύτητας στην οποία είχα βάλει στη φωτιά να βράσει μάλιστα θυμάμαι είχα προσθέσει σέλινο στο φαγητό. Επειδή δεν ήξερα να την χειριστώ ακούω ξαφνικά μια έκρηξη και το σέλινο βρέθηκε στο ταβάνι. Ο άντρας μου ήρθε στην κουζίνα να δει τι γίνεται και είπε: «τι ωραία τρώμε υπό το σεληνόφως». Τότε κατάλαβα ότι τη ζωή δεν πρέπει κανείς να την παίρνει πολύ στα σοβαρά. Και τελευταία έμαθα ότι οι αισιόδοξοι άνθρωποι ζουν περισσότερο. Έτσι, λοιπόν, κάπως συμβαίνει, τα παιδιά μου λένε περίεργα ονόματα, ωραίες ιστορίες, από τις οποίες εμπνέομαι και γράφω. Όμως για να απαντήσω, εκείνο που θεωρώ δημιουργική αταξία είναι το θέμα της ανατροπής που είναι αντικείμενο της πλοκής και την οποία μου τη δίδαξε ο Ιούλιος Βερν (Από το βιβλίο του ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες). Μέσα από τα βιβλία μπορεί κανείς να μιλήσει για τα πάντα. Να όπως π.χ. ήθελα να γράψω για τη φιλία, το λέω στην εγγονή μου μου απαντάει «γιατί να μην την κάνουμε κινέζικη τη φιλία»; «Μα εγώ τη μόνη λέξη που ξέρω από κινέζικα είναι «Σαγιονάρα», αστειεύτηκε η κ. Βαρελά. Και η εγγονή της της απάντησε «μην σε νοιάζει γιαγιά θα ρωτάω εγώ, θα μαθαίνω και θα σου λέω». Έτσι γεννήθηκε η ιστορία «Φιλία σε τέσσερις ρόδες» με δυο φίλες που τα κάνουν όλα μαζί και πάνε ένα ταξίδι στην Κίνα, σε κάποια στιγμή, ιδού η ανατροπή, η μία εκ των δύο φεύγει χωρίς να δώσει ραπόρτο στη φίλη της. Το έκανα για να μου στείλουν τα παιδιά γράμματα με τις απόψεις τους, για να συμμετέχουν τα παιδιά στην αφήγηση και πράγματι τους άρεσε πολύ. Μια φίλη μου μου είπε ξέρεις Αγγελική η φιλία ποτίζεται όποτε εγώ βρήκα ένα κόλπο. Αγοράζω μικρά ποτιστηράκια και τα πηγαίνω στα παιδιά και τους λέω η φιλία είναι σαν τα λουλούδια θέλει πότισμα.
«Παιδιά, βιβλία, ταξίδια» είναι το τρίπτυχο σας, μου είπατε στο τηλέφωνο…
Πάντα ήταν και εξακολουθεί να είναι. Το ταξίδι της ζωής έγινε χωρίς να το καταλάβω, και είχα ωραίες εμπειρίες, ο έρωτας για τα βιβλία και τα παιδιά είναι η πυξίδα που με καθοδηγεί. Ξέρεις με βρήκαν τρεις πληγές: έσπασα το πόδι μου, είχα μια μεγάλη απώλεια, έχασα τον άντρα μου, κι έκανα ένα bypass. Όπως καταλαβαίνεις κλείστηκα λίγο στον εαυτό μου. Οπότε μετά από λίγο καιρό πήγα σε ένα σχολείο και εκεί ο Θανασάκης με πήρε από το χέρι και έγινε ο συμπαραστάτης μου, μετά πήρε ένα κόκκινο χαρτί σε σχήμα καρδιάς και έγραψε με άκρα ανορθογραφία αλλά δεν με νοιάζει η ορθογραφία. «Δεν πειράζει που πέθανε ο άντρας σου είμαστε εμείς εδώ τα παιδιά που σ’ αγαπάμε». Τα παιδιά είναι εξαιρετικά δοτικά. Κατάλαβα ότι έπρεπε να συνεχίσω τις επισκέψεις στα σχολεία. Ο εγγονός μου ο Μάριος, μου έδωσε το δικό του ορισμό για το θάνατο: «Να κλείσεις τα μάτια, να κάνεις ότι κοιμάσαι και να μην πας σχολείο». Θεωρεί ότι οι δάσκαλοι βοηθούν πολύ τη φιλαναγνωσία και υπάρχουν καλοί εικονογράφοι που ομορφαίνουν το παιδικό βιβλίο. Δεν δίνει συμβουλές σε νέους γιατί η γραφή δεν πρέπει να έχει καλούπια. Χτίζεις σαν ένα σπίτι πάτωμα- πάτωμα και όλο διορθώνεις, και η φαντασία πρέπει να ρέει μέσα στα βιβλία. Έχει ως σλόγκαν ένα ρητό που είδε σε ένα καθεδρικό ναό στο Τσέστερ στην Αγγλία εν είδη προσευχής: «Κύριε δώσε μου δύναμη, θάρρος, δώσε μου το χάρισμα να βλέπω το αστείο, να παίρνω λίγη ευτυχία από τη ζωή και να την μοιράζομαι με άλλους ανθρώπους». Χαιρετηθήκαμε σαν παλιές καλές φίλες χαρίζοντας μου και μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες.
































