Το Λύκειον των Ελληνίδων Βόλου συμμετέχει στην ομαδική εικαστική έκθεση με τίτλο «κούφια μήλα & καγκιόλια, σκαντζόχεροι & ψάρες: Μια συνομιλία με το σκιαθίτικο κιλίμι», που εγκαινιάστηκε στη Σκιάθο τον περασμένο Ιούλιο, στην Ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας. Η ομαδική έκθεση οργανώνεται από τον Δήμο Σκιάθου με την επιμέλεια της αρχαιολόγου και διακεκριμένης ιστορικού τέχνης, Ίριδος Κρητικού.
Πολύχρωμα στρωμένα κατώφλια ενός πρωθύστερου βίου του νησιού, πλουμισμένα με περίτεχνα ξόμπλια και υφασμένα με ζωηρά χρώματα, τα σκιαθίτικα κιλίμια συνιστούν μια σπουδαία στιγμή της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και χειροτεχνίας. «Υφασμένα με εντατικά κόκκινα και πράσινα φυτικά χρώματα, με λαμπερό σπανιότερο μαύρο, τις ενθέσεις του κίτρινου και με τα γνώριμα σε όλους τους ντόπιους με τις επιμέρους ονομασίες τους σχηματοποιημένα μοτίβα ή «ξόμπλια», όπως που αντλούν τις ονομασίες τους από τη χλωρίδα και την πανίδα του οικείου φυσικού σύμπαντος, δίνοντας επιπλέον τον τίτλο της στην παρούσα έκθεση, τα «σκιαθίτκα», όπως τρυφερά η ντοπιολαλιά τα αγκαλιάζει, απαντούν σε πολλά από τα διηγήματα των δύο Αλέξανδρων, του Παπαδιαμάντη και του Μωραΐτίδη. Σε μια πυκνή διαδοχή από τέτοια κιλίμια, απλωμένα καταμεσής στο λαμπρό δάπεδο, θα έγιναν οι τελευταίες λειτουργίες στον Χριστό, στο Κάστρο, προτού αυτό εγκαταλειφθεί οριστικά λίγο μετά τις απαρχές της Ελληνικής Επανάστασης. Σε ένα τέτοιο απλωμένο στο φτενό στρώμα κιλίμι, άφησε, λέγεται, ο Άγιος των Ελληνικών Γραμμάτων, στις 2 Ιανουαρίου του 1911, την τελευταία του πνοή», σημειώνει στο εισαγωγικό της κείμενο η Ι. Κρητικού του έξοχου καταλόγου που επιμελήθηκε η ίδια, με από κοινού σχεδιασμό με τον κ. Ν. Λεοντόπουλο, και εξέδωσε ο Δήμος Σκιάθου.
Για τα σκιαθίτικα θαυμαστά κιλίμια, τα πολύχρωμα «στρουσίδια», που κοσμούσαν κάποτε τα πατώματα και τους τοίχους του σπιτιού -ιδίως τον χειμώνα- αλλά και τα μαρμάρινα δάπεδα στις εκκλησίες του τόπου, εξακολουθώντας να στρώνονται ως σήμερα στις μεγάλες γιορτές και στις κοινωνικές χαρές, εξακολουθώντας επίσης να θεωρούνται απαραίτητα για την προίκα της κόρης, παρόλο που η παραγωγή τους έχει σχεδόν σταματήσει, εκτός από τις γλαφυρές περιγραφές που βρίσκει κανείς στους μεγάλους διηγηματογράφους της Σκιάθου, η αρθρογραφία περιορίζεται στην εκτενή σχετική αναφορά στο πολύτιμο τετράτομο πόνημα του Σκιαθίτη λαογράφου Γεωργίου Α. Ρήγα «Σκιάθου Λαϊκός Πολιτισμός, τεύχος Δ’ Υλικός Βίος- Κοινωνικός Βίος – Λατρεία – Δεισιδαιμονίαι – Λαϊκή Ιατρική», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1970.
Τα σκιαθίτικα κιλίμια, αναπόσπαστο τεκμήριο της πολιτισμικής εντοπιότητας, ένας αληθινός θησαυρός του τοπικού υλικού λαϊκού πολιτισμού, υφασμένα στον αργαλειό του σπιτιού από τις γυναίκες του νησιού με μαλλί βαμμένο με φυτικό χρώμα που προέρχεται από τη τοπική χλωρίδα και προορισμένα για αυστηρά οικιακή χρήση, έχουν συνήθως κόκκινο κάμπο και σπανιότερα πράσινο, μαύρο ή μπλε.
«Ήταν και-λιγότερο-είναι, υποχρέωση της κάθε μητέρας να έχει φροντίσει να συμπεριλάβει στην κόρη της τα «Σκιαθίτκα», που παραμένουν αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης πολιτιστικής κληρονομιάς μας και περηφάνειας μας» σημειώνει με καμάρι ο Δήμαρχος Θοδωρής Τζούμας στον πρόλογο του εν λόγω καταλόγου.

Και τεχνοτροπικά, μεταξύ άλλων, η επιμελήτρια της έκθεσης επεξηγεί: «Τα μοτίβα αυτά των κιλιμιών, που οι Σκιαθίτες αποκαλούν «ξόμπλια», γεωμετρικά και με έντονα καθαρά χρώματα -κόκκινο, πράσινο ή κίτρινο συνήθως-, δουλεύονται στις στενόμακρες αμπάρες που μετά ενώνονται. Τα μοτίβα αυτά, που οι Σκιαθίτισσες ακόμη ξεχωρίζουν και κατονομάζουν με τα «χαϊδευτικά» τους ονόματα, δημοσιεύονται επίσης με περισσή επιμέλεια και ευκρινή σχέδια από τον παπα-Γιώργη Ρήγα στον τέταρτο τόμο του έργου του για τον λαϊκό πολιτισμό της Σκιάθου: ψάρες και ψαρίτσες που είναι και το κοινότερο μοτίβο, κούφια μήλα και σταυροί, κυπαρισσάκια και αγκινάρες, κανονάκια και καγκιόλια, σκαντζόχεροι και ξουραφάκια, γιώτες και διπλές γιώτες, συνυπάρχοντας σε αμπάρες και κάνοντας εξαντλητική εναλλασσόμενη χρήση των λιγοστών δόκιμων για το είδος χρωμάτων, συνθέτουν συναρπαστικούς κάμπους απαράμιλλης έμπνευσης, δεξιότητας, σύνθεσης κάθε φορά διαφορετικής και αναβλύζουσας φαντασίας».
Στο πνεύμα αυτό, το Λύκειον των Ελληνίδων Βόλου συμμετέχει με τρία έργα, εκ των οποίων τα δύο είναι υφαντά από την πολύτιμη αρχειακή του συλλογή. Το πρώτο, είναι κιλίμι ολοκέντητο, όπου στις περίτεχνες κεντητικές του ζώνες οι «καθρέφτες» και τα τρίγωνα εναλλάσσονται με σχηματοποιημένα μοτίβα (δικέφαλοι αετοί με σταυρό, πουλιά, ψάρια και ανθρώπινες φιγούρες) και το δεύτερο, μια «πορτιέρα» (αντί πόρτας) με ένθετους κεντητούς κλώνους που τη διατρέχουν σε σχήμα Π. Το τρίτο έργο είναι σύγχρονο έργο, μια φίνα πασμίνα του αργαλειού, με μεταξωτή κλωστή και χρυσοκλωστή, υφασμένη από την Ελένη Τόπα στα Εργαστήρια των Παραδοσιακών Τεχνών του ΛΕΒ, δείγμα της ζητούμενης διαχρονίας στην χειροτεχνία σήμερα.
Στην έκθεση της Σκιάθου, η οποία θα παραμείνει ανοικτή έως τον προσεχή Νοέμβριο, συμμετέχουν πάνω από σαράντα εικαστικοί απ’ όλη την Ελλάδα, βεβαίως μαζί με την πολύτιμη συμβολή του Συλλόγου Γυναικών Σκιάθου που δημιούργησαν το δικό τους αφήγημα αγάπης και μνήμης για την υφαντική. Εκτός από τη συμμετοχή του Λυκείου των Ελληνίδων Βόλου στην ομαδική αυτή εγκατάσταση συμμετέχουν με πολύ ενδιαφέροντα έργα και οι βολιώτες εικαστικοί: Ευριδίκη Αρκουδογιάννη, Νεκταρία Γιακμογλίδου, Ελπινίκη Καμόσου, Κατερίνα Κασσαβέτη και Ιωάννα Τερλίδου.



































