Ο γνωστός συγγραφέας των επιτυχημένων μυθιστορημάτων και πρώην πολιτικός, Γιάννης Γιαννέλης-Θεοδοσιάδης, επέστρεψε με το νέο του ιστορικό μυθιστόρημα με τίτλο «Σχολή Νυφών», εμπνευσμένο από την Γερμανική Κατοχή στην Ελλάδα και τα τραγικά γεγονότα που βίωσαν οι άνθρωποι. Ο ίδιος ο κ. Γιαννέλης-Θεοδοσιάδης, μιλώντας στο Ράδιο ΕΝΑ και στη ΜΑΓΝΗΣΙΑ, τονίζει τη σημασία της γνώσης των γεγονότων της εποχής. «Για να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νεότεροι», όπως δηλώνει ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Συνέντευξη στον Ηλία Κουτσερή
Τι είναι η «Σχολή Νυφών» και τι πραγματεύεται το τελευταίο σας μυθιστόρημα;
Το μυθιστόρημά μου είναι ουσιαστικά ιστορικό μυθιστόρημα, είναι ο μύθος που δημιουργώ μέσα στα πραγματικά ιστορικά γεγονότα της εποχής, και συγκεκριμένα της Κατοχής. «Η Σχολή Νυφών» ήταν μια σχολή που είχε δημιουργήσει ο Χίτλερ στο Βερολίνο. Από εκεί περνούσαν όλες οι κοπέλες που ήταν αρραβωνιασμένες με αξιωματικούς των SS, προκειμένου να μάθουν τις δουλειές του νοικοκυριού ενός σπιτιού και της περιποίησης του συζύγου. Απώτερος σκοπός της Σχολής ήταν να περάσουν τα μηνύματα που ήθελαν στις ίδιες και στη συνέχεια στα παιδιά που θα γεννηθούν. Η ηρωίδα του βιβλίου είναι αρραβωνιασμένη με Γερμανό αξιωματικό, πρότινος, όμως, ήταν αρραβωνιασμένη με Έλληνα Αξιωματικό του Ναυτικού, ο οποίος έφυγε μαζί με την Ελληνική Κυβέρνηση στο Κάιρο. Στο διάστημα αυτό, την είδε και την ερωτεύτηκε ο Γερμανός Αξιωματικός, ο οποίος την ανάγκασε με απειλές να τον ακολουθήσει, διαφορετικά θα την κατέδιδε. Η ηρωίδα, ύστερα από συνεννόηση με τον Έλληνα αρραβωνιαστικό δέχεται την πρόταση του Γερμανού Αξιωματικού, με σκοπό, όμως, την κατασκοπεία απέναντι στους Γερμανούς και υπέρ των Ελλήνων. Είναι μια συγκλονιστική ιστορία της κατοχικής περιόδου με τρομερές εξελίξεις και ανατροπές. Ο αναγνώστης που διαβάζει το μυθιστόρημα εισάγεται στην εποχή της Κατοχής στην χώρα, μαθαίνοντας πράγματα που δεν είναι ευρέως γνωστά, και τα οποία δεν γνώριζα ούτε εγώ πριν κάνω την έρευνά μου. Είναι μια ιστορία που πρέπει σε βάθος να τη μάθουν οι νέοι και να τη θυμηθούν οι παλαιότεροι.
Παρ’ όλο που το μυθιστόρημα αναφέρεται στα πρόσφατα σχετικά γεγονότα της ιστορίας μας, όπως είπατε και εσείς, πολλά στοιχεία δεν τα γνωρίζουμε. Πιστεύετε πως υπάρχουν πολλά «σκοτεινά» σημεία ακόμα;
Πάρα πολλά! Πάρα πολλά τα οποία υποπτευόμαστε ή ακροθιγώς έχουμε διαβάσει σχετικά με το τι πέρασε ο ελληνικός λαός, ιδίως των μεγάλων πόλεων, όπως της Αθήνας. Όταν έπεσε το μέτωπο, διαλύθηκε ο ελληνικός στρατός και κατέβαιναν όλοι στην Αθήνα προκειμένου να μεταβούν στα νησιά. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι δεν έβρισκαν μέσο και παρέμεναν στην Αθήνα, όπου υπήρχε λιμός και πείνα. Στη συνέχεια πέθαιναν στα πεζοδρόμια και έρχονταν τα κάρα του Δήμου να τους περιμαζέψουν στοιβαγμένους. Ήταν τραγική η εικόνα και η κατάσταση, την οποία μέσα στο βιβλίο περιγράφω και την οποία καλό είναι να γνωρίζουν όλοι.
Επειδή σήμερα οι νέοι δεν διαβάζουν εύκολα, θεωρείται ότι για να μάθουν όλες αυτές τις ιστορικές πληροφορίες μπορεί το βιβλίο να μεταφερθεί και στον κινηματογράφο, ακόμα και στην τηλεόραση, όπως «Η Ρόζα της Σμύρνης»;
Το βιβλίο θα έλεγα ότι είναι κινηματογραφικό. Ήδη μου έχουν προτείνει να το μεταφέρω στον κινηματογράφο, απλώς πραγματεύεται μια άλλη εποχή και αυτό μεταφράζεται σε ένα ισχυρό μπάτζετ. Έτσι, δεν μπορεί να συνεχίσει η προετοιμασία μέχρι νεοτέρας.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας σχετικά με το βιβλίο και τις παρουσιάσεις;
Σκεφτόμουν πολύ σοβαρά το βιβλίο να το παρουσιάσω και στον Βόλο, όπως τη «Ρόζα της Σμύρνης», που με είχε καλέσει ένας Μικρασιατικός Σύλλογος. Έτσι, και το συγκεκριμένο βιβλίο θα άξιζε τον κόπο να παρουσιαστεί … Κύριος σκοπός της παρουσίασης είναι να μάθει ο κόσμος για τα γεγονότα της εποχής.
Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε με τη «Σχολή Νυφών»;
Όταν με ρωτάνε γιατί έγραψα το βιβλίο απαντάω πως το έγραψα για να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νεότεροι την ιστορία του ελληνικού λαού. Να μάθουν για τους γκεσταμπίτες της εποχής, που δεν ξέρω αν κάποιος μπορεί να τους πει Έλληνες, που έδειχναν με το δάχτυλό τους ανθρώπους που θα θανατωθούν, παίρνοντας την ευθύνη. Επίσης, πρέπει να μάθουν για τους μαυραγορίτες οι οποίοι «αυγάτιζαν τα κεμέρια τους» και πλούτιζαν στις πλάτες των Ελλήνων. Είναι μια όμορφη ιστορία, αλλά με γεγονότα της εποχής εκείνης που οι περισσότεροι δεν τα ξέρουν.
Πολλοί σας γνωρίζουν με την συγγραφική ιδιότητά σας, αλλά κάποιοι άλλοι σας γνωρίζουν με την πολιτική ιδιότητα, οπότε δεν γίνεται να μην σας ρωτήσω σχετικά. Όσον αφορά τον κλάδο της πολιτικής ποια είναι τα σχέδιά σας;
Όπως γνωρίζετε, έχω εκλεγεί τέσσερις φορές Βουλευτής και άλλες τρεις φορές έπαθα αυτό που ονομάζω «ρεζιλίκι», να εκλέγομαι πρώτος βουλευτής του Νομού μου επί 11 χρόνια, από το 1993 μέχρι το 2004, αλλά να μην μπορώ να μπω στη Βουλή, λόγω του τότε ισχύοντος νόμου, για να εκλεγώ στη συνέχεια ξανά μέχρι το 2009. Έκτοτε δεν ασχολήθηκα ξανά με την πολιτική. Στράφηκα στη συγγραφή, μέχρι τώρα 11 βιβλίων, τα οποία πραγματεύονται ιστορικά γεγονότα. Ταυτόχρονα, έχω κάνει ιστορικά λευκώματα με την ιστορία της ελληνικής λιθογραφίας. Μάλιστα, έχω κάνει και δωρεά στον Δήμο Μυτιλήνης 162 έργα τέχνης, τα οποία κοσμούν το Δημαρχείο της πόλης. Ό, τι έλαβα από τη Βουλή και από τον κόσμο τόσα χρόνια ενασχόλησης με την πολιτική, οφείλω να τα επιστρέψω, και φυσικά δεν εννοώ χρηματικά. Ξέρετε, είναι δύσκολο 11 χρόνια να είσαι έξω από τη Βουλή και ταυτόχρονα να μην ασκώ το δικηγορικό μου λειτούργημα, καθώς είναι δύσκολο ένας Βουλευτής να γυρίσει μετά από χρόνια στο επάγγελμά του. Ήταν τιμή μου ο κόσμος να με ψηφίζει τόσα χρόνια και ένιωθα πως κάπως έπρεπε να επιστρέψω την αγάπη.