Λιούπης και Μεϊκόπουλος για τις αλλαγές στο χώρο της υγείας

Αλλάζουν όλα στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και στον ΕΟΠΥΥ

 

Η ΜΑΓΝΗΣΙΑ  Σαββατοκύριακο ανοίγει τον φάκελο της υγείας. Τα τελευταία δύο χρόνια, κατά κύριο λόγο, όλα τα φώτα ήταν στραμμένα στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού. Ωστόσο,  με την ύφεση της έξαρσής της, έρχονται νέα δεδομένα και αποφάσεις που διαμορφώνουν ένα διαφορετικό χάρτη:

  • Απογευματινά χειρουργεία στα δημόσια Νοσοκομεία
  • Παθολόγοι, γενικοί γιατροί και παιδίατροι μπαίνουν με θεσμικό ρόλο ως θεράποντες (οικογενειακοί) γιατροί στο σύστημα υγείας
  • Αλλαγές στον ΕΟΠΥΥ για τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, τις ιδιωτικές κλινικές και τα Κέντρα Αποκατάστασης

Μια σειρά από αλλαγές δρομολογούνται από το Υπουργείο Υγείας και φαίνεται πως θα αλλάξουν τον χάρτη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στη χώρα και εν γένει το χώρο της δημόσιας υγείας.

Η στρατηγική αυτή του Υπουργείου Υγείας και της Κυβέρνησης  θα φέρει θετικά αποτελέσματα στην ζωή των πολιτών; Οι αλλαγές είναι απαραίτητες; Υπό ποιες προϋποθέσεις; Ποια είναι τα βασικά σημεία που θα πρέπει να προσεχθούν ώστε να προχωρήσει η δημόσια υγεία σε ποιοτικότερες παροχές προς τον πολίτη και ταυτόχρονα να μην επιβαρύνεται δυσβάσταχτα το κράτος;

 

Στα ερωτήματα απαντούν ο Βουλευτής της ΝΔ κ. Αθανάσιος Λιούπης και ο Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος,  αναλύοντας  το επικείμενο νομοσχέδιο του Υπ. Υγείας, που θα φέρει αλλαγές στην ζωή όλων.

 

Αθανάσιος Λιούπης: Οικογενειακός γιατρός για όλους και ποιοτικές υπηρεσίες από τον ΕΟΠΥΥ

 

“Τον Ιούλιο του 2019 οι Ελληνίδες και οι Έλληνες με την ψήφο τους “δέσμευσαν” τη Νέα Δημοκρατία σε ένα μεγάλο, με προοπτικές, εθνικό “συμβόλαιο”. Από την πρώτη ημέρα ανάληψης της εξουσίας,  ο Πρωθυπουργός κατέστησε σαφές το μήνυμα προς όλους. Εργαζόμαστε όλοι μαζί προκειμένου η χώρα να αλλάξει σελίδα. Η πανδημία, αυτό το παγκόσμιο και πρωτόγνωρο υγειονομικό γεγονός, ανέτρεψε τα δεδομένα, όχι όμως και τις προτεραιότητες. Η Κυβέρνηση κατόρθωσε εν τω μέσω αυτής της υγειονομικής θύελλας να πράξει όλα όσα είχαν μείνει στο περιθώριο για πολλά χρόνια.

Το υποστελεχωμένο επί χρόνια ΕΣΥ ενισχύθηκε, μέσα στην πανδημία, τόσο με ιατρικό όσο και με νοσηλευτικό προσωπικό, με κλίνες ΜΕΘ, με ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. Η Κυβέρνηση συνεχίζει με ολιστική ματιά την ουσιαστική ενίσχυση της δημόσιας υγείας, παρά τα όσα της καταλογίζει, χωρίς επιχειρήματα, η αντιπολίτευση.

Η κρίση ανέδειξε τις μεγάλες δυνάμεις, αλλά και τις παθογένειες του Εθνικού Συστήματος Υγείας και όπως δήλωσε πρόσφατα ο Πρωθυπουργός  δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να διστάσουμε μπροστά στο ενδεχόμενο πολιτικό κόστος για να μην κάνουμε σημαντικές παρεμβάσεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, έτσι ώστε να βελτιώσουμε την απόδοσή του κι άλλο.

Για το λόγο αυτό το 2022 προκηρύσσονται 4000 μόνιμες θέσεις νοσηλευτών, 900 μόνιμες θέσεις για λοιπό προσωπικό και 700 μόνιμες θέσεις ιατρικού προσωπικού με ενδεχόμενο αυτές να αυξηθούν, ενώ  θα υπάρξει αυξημένη μοριοδότηση, συμβατή με το Σύνταγμα, για όσους βρίσκονται ήδη στο σύστημα υγείας και θα εκτιμηθεί ότι έβαλαν “πλάτη” τις δύσκολες στιγμές.

Θωρακίζοντας το δημόσιο σύστημα υγείας, το Υπουργείο Υγείας προχωρά και στην αναβάθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας αλλά και του ΕΟΠΥΥ, με νομοσχέδιο που έρχεται προς ψήφιση το επόμενο χρονικό διάστημα.

Το νομοσχέδιο αφορά το σχέδιο μεταμόρφωσης της ΠΦΥ και του ΕΟΠΥΥ με στόχο την καθιέρωση του θεράποντος οικογενειακού γιατρού για τον καθένα πολίτη και την αναβάθμιση των παροχών του ΕΟΠΥΥ με ποιοτικές υπηρεσίες υγείας.

Ποια είναι η σημερινή κατάσταση:  Στην Ελλάδα αντιστοιχούν 42 οικογενειακοί γιατροί ανά 100.000 πληθυσμού όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 100 ανά 100.000 πληθυσμού. Έχει αποτύχει το μοντέλο του οικογενειακού γιατρού, διότι παρά τις συνεχείς προσπάθειες από το 2014 έχουν εγγραφεί μόλις 1,5 εκ. πολίτες και ουσιαστικά δεν λειτουργεί. Ο ΕΟΠΥΥ πληρώνει 10 ευρώ την επίσκεψη μέχρι 200 επισκέψεις και γίνεται μόνο απλή συνταγογράφηση. Είναι συμβεβλημένοι 850 οικογενειακοί και 3000 λοιπών ειδικοτήτων με κόστος στον προϋπολογισμό 76 εκ. ευρώ. Ο ΕΟΠΥΥ είναι συμβεβλημένος με ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών, χωρίς αξιολόγηση, με κόστος 1 δις. ευρώ.

Συμπερασματικά ο πολίτης έχει υψηλές ιδιωτικές δαπάνες, χωρίς καθοδήγηση στην πρόληψη, στην αγωγή υγείας, τη διάγνωση, τη θεραπεία, την αποθεραπεία και έχει έλλειψη συνέχειας της φροντίδας.

Η στρατηγική με το νομοσχέδιο είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση στην παροχή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η ενίσχυση της πρόληψης και προαγωγής της υγείας και η διαχείριση των χρόνιων παθήσεων. Το σχέδιο δράσης είναι αναδιάρθρωση του δικτύου της ΠΦΥ, επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό, υλικοτεχνική ανακαίνιση των Κ.Υ. και ΤΟΜΥ, αναβάθμιση ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, χρηματοδότηση βάση εκβάσεων.

Όλοι οι πολίτες θα αποκτήσουν οικογενειακό γιατρό. Προβλέπεται αλλαγή στον τρόπο αποζημίωσης των ιατρών (capitation) θα αποζημιώνονται κατά πολίτη που θα εγγράψουν με αποζημίωση που θα συζητήσει το Υπουργείο με τους ιατρικούς συλλόγους (κίνητρο για εγγραφή περισσότερων). Δημιουργία κινήτρων- αντικινήτρων (gatekeeping) για εγγραφή αρρώστων στον οικογενειακό ιατρό (πχ. Πρόσβαση στο Νοσοκομείο πλην Επειγόντων μέσω οικογενειακού γιατρού). Υποχρέωση των ιδιωτών γιατρών που κάνουν συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ για εφημερίες στο Νοσοκομείο, εάν χρειαστεί. Οι οικογενειακοί γιατροί παραπέμπουν για άλλες ειδικότητες, εργαστηριακές εξετάσεις ή στο Νοσοκομείο. Προβλέπεται λειτουργική και διοικητική ενοποίηση των δημόσιων δομών ΠΦΥ (ΚΥ και ΤΟΜΥ).

Ο ΕΟΠΥΥ για την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών αγοράζει υπηρεσίες από ιδιωτικά εργαστήρια με ποιοτικά κριτήρια πχ παλαιότητα του εξοπλισμού, καλύπτει τη δαπάνη σε real time όπως και επιβάλλει ποιοτικό rebate όταν δεν πληρούνται οι ποιοτικές προϋποθέσεις.

Τα απογευματινά χειρουργεία στα δημόσια Νοσοκομεία αποζημιώνονται με τον ΚΕΝ για το Νοσοκομείο και από τον ασθενή οι συμμετέχοντες στο χειρουργείο και στοχεύουν στη μείωση της λίστας αναμονής.

Πιστεύω ότι οι αλλαγές είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ιδίως ο θεράπων οικογενειακός γιατρός για όλους, με πολλές αρμοδιότητες (εξέταση, παραπομπή, διάγνωση, παρακολούθηση αλλά και συμμετοχή στα προγράμματα πρόληψης), όπως και η άμεση αποζημίωση των ποιοτικών εργαστηριακών εξετάσεων χωρίς clawback και μόνο με ποιοτικό rebate.

Η ΠΦΥ θα έχει εμβληματικό ρόλο στα προγράμματα πρόληψης “Σπύρος Δοξιάδης” και “Φώφη Γεννηματά” για την πρόληψη των καρκίνων του μαστού, του τραχήλου της μήτρας, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου, αλλά και της παχυσαρκίας, με δωρεάν προληπτικές εξετάσεις και ειδοποίηση- ενημερώσεις μέσω sms των πολιτών για τις εξετάσεις.

Η ΠΦΥ χρειάζεται στήριξη για την καλύτερη εξυπηρέτηση και φροντίδα των πολιτών και σε αυτό προσπαθούμε να ανταποκριθούμε”.

 

 

Α. Μεϊκόπουλος:  Το επικείμενο νομοσχέδιο κινείται  στη μείωση του κόστους παρά στην αναβάθμιση της ΠΦΥ

“Η πανδημία έδειξε με τον πιο σκληρό τρόπο πόσο έλειψε η πρωτοβάθμια φροντίδα κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης και υπογράμμισε τη σημασία της ως βασικού πυλώνα θωράκισης της κοινωνίας απέναντι σε υγειονομικές απειλές.

Σύμφωνα με μελέτες, σε κοινότητες όπου υπήρχε ισχυρή πρωτοβάθμια περίθαλψη, οι πολίτες είχαν 42% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν από Covid-19. Η τραγική πραγματικότητα που διαμορφώθηκε με τη χώρα να παρουσιάζει ποσοστό θνητότητας λόγω κορωνοϊού διπλάσιο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά και η άλλη «παράλληλη πανδημία» θανάτων που δεν οφειλόταν στον ιό, αλλά στην εγκατάλειψη των λοιπών ασθενειών, ήταν αδιαμφισβήτητα συνέπεια της κυβερνητικής επιλογής να μην ενισχύσει την Πρωτοβάθμια Φροντίδα αφήνοντας την παροπλισμένη.

Συμπέρασμα, λοιπόν, και κατεύθυνση στην μεταπανδημική εποχή πρέπει να είναι η ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, όπως διαπιστώνεται και σε πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ.

Το επικείμενο νομοσχέδιο, δυστυχώς, εκκινεί από λάθος βάση και στην πραγματικότητα κινείται περισσότερο προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους, παρά στην ουσιαστική αναβάθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε για ποιο λόγο ο Υπουργός Υγείας δεν έκανε κανένα διάλογο με τους θεσμικούς φορείς και δεν άκουσε τις προτάσεις τους. Με το νομοσχέδιο τερματίζεται η εκεχειρία που έκανε η Κυβέρνηση της ΝΔ με το δημόσιο σύστημα υγείας, λόγω πανδημίας, και αναβιώνει η στόχευσή της να ανοίξει το σύστημα υγείας στους ιδιώτες με κόστος που θα πληρώνεται τελικά από την τσέπη των πολιτών. Με άλλα λόγια, η Κυβέρνηση χρησιμοποιεί ως πρόσχημα την επιταγή για ενδυνάμωση της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Φροντίδας, τον εξορθολογισμό των δαπανών και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας προκειμένου να προωθήσει την ατζέντα της για εμπορευματοποίηση της υγείας.

Με το νέο μοντέλο λειτουργίας των χειρουργείων στα δημόσια νοσοκομεία ως λύση για τις πολύμηνες λίστες αναμονής, ο πολίτης θα πληρώνει το 30% του συνόλου της δαπάνης του χειρουργείου και εξ’ολοκλήρου την αμοιβή του γιατρού που θα καθορίζεται με βάση τις τιμές των ασφαλιστικών εταιρειών. Με το αζημίωτο, δηλαδή, ο ασθενής, που έτσι κι αλλιώς πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές υγείας και περίθαλψης στο κράτος, θα καλείται να πληρώνει για να χειρουργηθεί. Είναι φανερό ότι το Υπουργείο διαχωρίζει τους ασθενείς σε εκείνους που έχουν λεφτά και μπορούν να χειρουργηθούν από έναν ιδιώτη γιατρό σε δημόσιο νοσοκομείο το απόγευμα και εκείνους που δεν έχουν και πρέπει να μπουν σε λίστα αναμονής εισάγοντας όρους ιδιωτικών κλινικών μέσα στα δημόσια νοσοκομεία.

Όσον αφορά τον οικογενειακό γιατρό που θα είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος για να παραπέμψει τον ασθενή σε άλλες ειδικότητες και στα δευτεροβάθμια νοσοκομεία, ενώ η κατεύθυνση της ρύθμισης δεν είναι καταρχάς λανθασμένη, στην πράξη όμως μπαίνει ένας φραγμός στην εξέταση του ασθενούς από ειδικό γιατρό. Η Ελλάδα διαθέτει πολλούς και εξαιρετικούς ειδικευμένους γιατρούς που δυστυχώς εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα για καλύτερες συνθήκες εργασίες και απολαβές. Αντί, λοιπόν, το Υπουργείο να συγκρατήσει και να απορροφήσει τους έτοιμους και έμπειρους αυτούς επιστήμονες που είναι επένδυση για τη χώρα δημιουργεί ένα επιπλέον πρόβλημα για τους ειδικευμένους γιατρούς.

Τέλος, με τις δρομολογούμενες αλλαγές στον ΕΟΠΥΥ για τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, τις ιδιωτικές κλινικές και τα Κέντρα Αποκατάστασης με το πρόσχημα της εισαγωγής προδιαγραφών και ποιοτικών κριτηρίων, οι προθέσεις της Κυβέρνησης δεν είναι ακριβώς «αγαθές» αφού στην πραγματικότητα επιχειρεί το «κοσκίνισμα» των μικρών δίνοντας σαφή προτεραιότητα στα μεγάλα διαγνωστικά κέντρα και τις μεγάλες κλινικές.

Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με τη χαμηλότερη κρατική επιχορήγηση επί του ΑΕΠ για την υγεία, ενώ ταυτόχρονα είναι από τις χώρες με τις υψηλότερες ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία. Το νομοσχέδιο της Κυβέρνησης όχι μόνο δεν έχει την πρόθεση να αλλάξει αυτά τα δεδομένα, αλλά είναι πολύ πιθανό να τα επιδεινώσει σε βάρος πάντα των ασθενών, στο δρόμο για ένα ΕΣΥ λιγότερο δημόσιο και λιγότερο ανοιχτό στην κοινωνία”.

 

 

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.