Η είδηση μιας ακόμη γυναικοκτονίας στον Βόλο, συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και άνοιξε ξανά τη συζήτηση γύρω από τις αιτίες, αλλά και την αδράνεια της πολιτείας. Την οπτική της κατέθεσε η Μαριάνθη Κυπρίδου, μέλος της τοπικής συλλογικότητας «Μαχητικές και Ελεύθερες Βόλου», σε συνέντευξή της στον Ηλία Κουτσερήκαι στο Ράδιο Ένα 102,5, επιχειρώντας να αναδείξει τις πραγματικές ρίζες του προβλήματος και την ανάγκη για ουσιαστικές αλλαγές.
Η πατριαρχία ως μηχανισμός βίας
Σύμφωνα με την Κυπρίδου, τα εγκλήματα αυτά δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα «παθολογικής ζήλειας» ή «εγκλημάτων πάθους». Αυτή η αφήγηση, όπως τονίζει, συσκοτίζει την ουσία: πρόκειται για εκδηλώσεις της πατριαρχικής αντίληψης, που θέλει τη γυναίκα κατώτερη, υποτελή και ιδιοκτησία του άνδρα. Η δολοφονία, σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι ένα μεμονωμένο ξέσπασμα αλλά η κορύφωση μιας κουλτούρας ελέγχου και καταπίεσης.
Η τοποθέτηση αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν ακόμη και θεσμικοί εκπρόσωποι, όπως συνδικαλιστές της αστυνομίας, αποδίδουν ανοιχτά τέτοιες δολοφονίες σε «παθολογική ζήλεια». Για την Μ. Κυπρίδου, τέτοιες δηλώσεις όχι μόνο δεν εξηγούν, αλλά ουσιαστικά δικαιολογούν το φαινόμενο, ενισχύοντας την ιδέα ότι πρόκειται για «ακραίες» περιπτώσεις και όχι για ένα κοινωνικά δομημένο πρόβλημα.
Επιφανειακές απαντήσεις της πολιτείας
Η συλλογικότητα «Μαχητικές και Ελεύθερες» δραστηριοποιείται εδώ και πέντε χρόνια στον Βόλο, με στόχο την ευαισθητοποίηση και την υποστήριξη των γυναικών που βιώνουν βία. Παρ’ όλα αυτά, η εικόνα που περιγράφει η καΚυπρίδου είναι απογοητευτική: τα μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία παραμένουν αποσπασματικά και ανεπαρκή.
Η δημιουργία τμημάτων ενδοοικογενειακής βίας στα αστυνομικά τμήματα και η εφαρμογή του panic button παρουσιάστηκαν ως μεγάλες επιτυχίες. Ωστόσο, η πραγματικότητα, όπως αναφέρει, απέχει: τα τμήματα αυτά συχνά υπολειτουργούν, ενώ ένα τεχνολογικό εργαλείο όπως το panic button δεν μπορεί να αποτρέψει μια δολοφονία όταν το υπόβαθρο βίας παραμένει άθικτο.
Απόδειξη της απροθυμίας για βαθύτερες αλλαγές αποτελεί και η στάση του πρωθυπουργού, ο οποίος στη ΔΕΘ δήλωσε ότι δεν θεωρεί αναγκαία τη θεσμοθέτηση του όρου «γυναικοκτονία» στον Ποινικό Κώδικα. Για την Μαριάνθη Κυπρίδου, η άρνηση αυτή αγνοεί ότι πρόκειται για ιδιώνυμο έγκλημα, με σαφές έμφυλο υπόβαθρο. Χωρίς νομική αναγνώριση, δεν μπορεί να υπάρξει συστηματική καταγραφή, μελέτη και, κυρίως, ουσιαστική πρόληψη.
Δομές που απουσιάζουν
Ακόμη πιο σοβαρό είναι το κενό σε δομές υποστήριξης. Στον Βόλο δεν υπάρχει συμβουλευτικό κέντρο για θύματα έμφυλης βίας. Αυτό σημαίνει ότι μια γυναίκα που θέλει να καταγγείλει ή να μιλήσει, πρέπει να μετακινηθεί ως τη Λάρισα. Για πολλές, αυτό είναι αδύνατο: είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας, είτε επειδή έχουν μικρά παιδιά, είτε επειδή βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση από τον κακοποιητή.
Το αποτέλεσμα είναι η σιωπή. Οι γυναίκες εγκλωβίζονται σε κακοποιητικά περιβάλλοντα, χωρίς διέξοδο και χωρίς την αίσθηση ότι υπάρχει ένας ασφαλής μηχανισμός στήριξης. Η επιστροφή των θυμάτων στον κακοποιητή –κατά μέσο όρο επτά φορές, σύμφωνα με μελέτες– δεν είναι αδυναμία, αλλά ένδειξη της έλλειψης συστημάτων προστασίας και ενδυνάμωσης.
Εκπαίδευση και πρόληψη
Η Μαριάνθη Κυπρίδου στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη της εκπαίδευσης. Η απουσία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία αφήνει τα παιδιά απροστάτευτα απέναντι σε πρότυπα βίας, ενώ το bullying μεταξύ μαθητών και μαθητριών είναι μια ένδειξη του πώς η έλλειψη ουσιαστικής παιδαγωγικής για τον σεβασμό και τα όρια τροφοδοτεί την κανονικοποίηση της βίας.
Η αλλαγή, τόνισε, δεν μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από κατασταλτικά μέτρα αλλά από μια ευρύτερη πολιτισμική στροφή. Αυτό απαιτεί καταρτισμένους εκπαιδευτικούς, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, καθώς και την πολιτική βούληση να χρηματοδοτηθούν τέτοια προγράμματα.
Η σιωπή στις κλειστές κοινωνίες
Ιδιαίτερα σε πιο κλειστές περιοχές, όπως χωριά του Πηλίου, επικρατεί ακόμη η λογική ότι η βία είναι «οικογενειακή υπόθεση» και δεν πρέπει να συζητείται δημόσια. Αυτή η «ένοχη σιωπή» επιτρέπει στη βία να συνεχίζεται και καθιστά ακόμη πιο δύσκολη τη διαφυγή των γυναικών. Η ίδια, κάλεσε την κοινωνία να μιλήσει και να σπάσει τα στεγανά που κρύβουν το πρόβλημα.
Στήριξη στα παιδιά του θύματος
Η τραγωδία στον Βόλο αφήνει πίσω τέσσερα παιδιά. Η φεμινιστική συλλογικότητα δηλώνει έμπρακτη συμπαράσταση, ιδιαίτερα προς την 18χρονη κόρη που καλείται να αναλάβει ευθύνες δυσανάλογες για την ηλικία της. «Η πολιτεία οφείλει να μεριμνήσει ώστε αυτά τα παιδιά να έχουν στήριξη, μέλλον και προοπτική», υπογράμμισε η κα Κυπρίδου.
Από το σοκ στη δράση
Η παρέμβασή της κατέληξε με μια σαφή προειδοποίηση: δεν αρκεί να δηλώνουμε σοκαρισμένοι κάθε φορά που μια γυναίκα δολοφονείται. Αν οι δομές δεν αλλάξουν, αν δεν υπάρξουν πολιτικές πρόληψης και στήριξης, αν δεν σπάσει η σιωπή, τότε η επόμενη γυναικοκτονία θα είναι απλώς θέμα χρόνου. «Αύριο μπορεί να κινδυνεύει μια πιο κοντινή μας γυναίκα, ή ακόμη κι εμείς οι ίδιες», τόνισε.Η φωνή της Μαριάνθης Κυπρίδου και της συλλογικότητας «Μαχητικές και Ελεύθερες Βόλου» δεν είναι μόνο μια κραυγή διαμαρτυρίας, αλλά και μια πρόσκληση για δράση. Για μια κοινωνία που δεν θα αποδέχεται τη βία ως μοιραία και που θα θωρακίζει πραγματικά τις γυναίκες απέναντι στην πατριαρχική καταπίεση.
Απόδοση ραδιοφωνικής συνέντευξης : Αλίκη Γεωργοπούλου































