Στο θέμα της δίκης με κατηγορούμενους τρία μέλη της Επιτροπής Πολιτών κατά της καύσης σκουπιδιών στη διάρκεια κινητοποίησης τον Ιούλιο του 2019 στο λιμάνι της ΑΓΕΤ, αναφέρθηκε ο ένας εν των νομικών συμβούλων Νίκος Μόσχος. Ο συνήγορος με αφορμή όσα ακούστηκαν στο Δικαστήριο διερωτάται αν γίνονται σωστοί περιβαλλοντικοί έλεγχοι η απλά πι αυτοψίες έχουν σκοπό να εφησυχάσουν την κοινωνία για να μην υπάρχουν διαμαρτυρίες.
Ο δικηγόρος και νεοεκλεγείς δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό του Νίκου Παπαπέτου μίλησε στο Ράδιο ΕΝΑ και τόνισε ότι οι κατηγορούμενοι δεν άσκησαν παράνομη βία, όπως αποδείχτηκε στη δίκη και με βάση τις καταθέσεις των δύο διευθυντών προανακριτικά στο Λιμεναρχείο.
Όπως είπε, δεν μπορούμε να μιλάμε για παράνομη βία ότι στον χώρο μπήκαν ένας 67χρονος, μια κριτικός τέχνης και ένας ακόμη συμπολίτης σε έναν χώρο που βρισκόταν 40-50 κυρίως εργαζόμενοι της ΑΓΕΤ.
«Το όλο θέμα επικεντρώθηκε στη διατάραξη κοινής ειρήνης που δεν αμφισβητήθηκε, καθώς οι κατηγορούμενοι μπήκαν στον χώρο του εργοστασίου και ατό που προσπαθούσαμε να δώσουμε ήταν το πλαίσιο κάτω από το οποίο έγινε αυτή η συμβολική διαμαρτυρία», τόνισε ο δικηγόρος.
Επίσης είπε ότι μέσα από τη διαδικασία αναδείχτηκαν ορισμένα πράγματα που δεν πρέπει να τα θεωρούμε αυτονόητα, όπως οι περιβαλλοντικοί έλεγχοι που διενεργούνται ή δεν διενεργούνται σ’ αυτού του είδους τα εργοστάσια.
Ο κ. Μόσχος εξήγησε ότι η συγκεκριμένα ανάρτηση του πανό έγινε και αυτό δέχτηκε το Δικαστήριο, αφού οι τρεις συμπολίτες είχαν εξαντλήσει κάθε άλλο μέσο, είχαν κάνει μηνυτήριες αναφορές, αίτηση ασφαλιστικών και εκκρεμούσε η συζήτηση εκείνη την περίοδο, αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ, που επίσης εκκρεμούσε, καταγγελίες στη Περιφέρεια, αιτήματα για αυτοψίες, συναντήσεις με πανεπιστημιακούς και στα υπουργεία, είχαν διοργανώσει εκδηλώσεις και συλλαλητήρια.
Επίσης είπε ότι το ενδιαφέρον της υπόθεσης για το συγκεκριμένο πλοίο είναι ότι οι πολίτες είχαν γνώση για τις ανησυχίες του Ιατρικού Συλλόγου, ενώ πολλοί φορείς είχαν ενδώσει ανακοινώσεις που επισήμαναν τους κινδύνους και τις ανησυχίες από την καύση αυτού του υλικού, ενώ μια μέρα (24 Ιουλίου) πριν έγινε αυτοψία στο λιμάνι της ΑΓΕΤ μετά από αναφορά των κατοίκων, από τον περιφερειάρχη, την αντιπεριφερειάρχη, συνοδευόμενοι από υπηρεσιακά στελέχη της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος.
Όταν βγήκαν από το χώρο τη αυτοψίας, ανακοίνωσαν ότι δόθηκε εντολή διακοπής εκφόρτωσης, γιατί βρέθηκαν κάποιες παραβιάσεις, κάτι που κλόνισε τον κόσμο και εκεί που πίστευε ότι η διοίκηση κάνει αυτό που πρέπει και λίγο μετά τα μεσάνυχτα, συνεχίζεται η εκφόρτωση του πλοίου, χωρίς κανείς να ανακοινώσει τι έγινε και πως δόθηκε η εντολή και πως ξεκίνησε εκφόρτωση εκείνη την ώρα.
«Το ύστατο μέσο αντίδρασης των πολιτών αυτών ήταν να πάνε έξω από το εργοστάσιο και συμβολικά να αναρτήσουν αυτό το πανό», τόνισε ο κ. Μόσχος, ο οποίος τόνισε ότι αυτά ήταν τα πραγματικά περιστατικά που εξετάστηκαν από το Δικαστήριο και προτάθηκαν από τους συνηγόρους υπεράσπισης.
Οι παραβιάσεις που εντοπίστηκαν στην αυτοψία του περιφερειάρχη κ. Αγοραστού και της αντιπεριφερειάχη κ. Κολυνδρίνη ήταν αυτά που ήταν το αντικείμενο της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων. Σύμφωνα με τον δικηγόρο, η ΜΠΕ και η ΑΕΠΟ προέβλεπαν ότι τα φορτία που έρχονται από καράβια πρέπει να ξεφορτώνονται με ειδικό τρόπο, για να μην σκίζονται οι συσκευασίες και να μην υπάρχει διάχυση του υλικού στην ατμόσφαιρα, δηλαδή να κλαρκ να έχουν ειδικές δαγκάνες, τα δέματα πρέπει να μεταφέρονται σε κλειστούς χώρους – αποθήκες σε κλειστούς ταινιόδρομους, ενώ αυτό που εντοπίστηκε ήταν ότι ο ταινιόδρομος ήταν ανοιχτός.
«Ίσως να μην ήταν σημαντική αυτή η παράβαση, αλλά ήταν παράβαση και αποδείχτηκε ότι δεν κινήθηκε η διαδικασία όπως έπρεπε να κινηθεί και από την άλλη πλευρά οι κάτοικοι είχαν κάνει τα πάντα και αυτό που γνώριζαν εκείνη τη χρονική στιγμή που πήγαν να διαμαρτυρηθούν ήταν ότι υπήρχε εντολή διακοπής της εκφόρτωσης», τόνισε ο Ν. Μόσχος.
Ακόμη είπε ότι αυτό που αναδείχτηκε από το Δικαστήριο είναι η προχειρότητα με την οποία γίνονται αυτά τα πράγματα. Δηλαδή, υπήρξε προφορική εντολή του περιφερειάρχη να σταματήσει η εκφόρτωση (η απόφαση εκδόθηκε 5-6 μέρες μετά) και η εταιρία εκμεταλλεύτηκε αυτό το διάστημα.
Όπως είπε από τη στιγμή που διαπιστώνεται παράβαση, βγαίνει το πρακτικό των υπηρεσιακών παραγόντων, επιδίδεται στο εργοστάσιο και σε κάθε ενδιαφερόμενο για τις νόμιμες ενέργειες, κάνει αυτά που πρέπει να κάνει, γίνεται ξανά αυτοψία για να διαπιστωθεί εάν θεραπεύτηκαν οι παρατηρήσεις που είχαν γίνει και δίνεται εγγράφως η έγκριση για συνέχιση της εκφόρτωσης.
«Όλα γίνονται για τα μάτια του κόσμου»
«Εδώ δεν έγινε τίποτα απ’ όλα αυτά και το πιο συγκλονιστικό είναι η μαρτυρία του διευθυντή παραγωγής ότι ¨όλα αυτά γίνονται για τα μάτια του κόσμου¨ (εννοώντας την αυτοψία), οπότε είναι δικαιολογημένη κάθε τέτοια αντίδραση και με αυτό το σκεπτικό κινήθηκε και το Δικαστήριο και οδηγήθηκε στο να κάνει δεκτό το ισχυρισμό μας περί κατάστασης ανάγκης», ανέφερε ο συνήγορος υπεράσπισης.
Ο ίδιος ερμήνευσε τη μαρτυρία ότι όλα αυτά έγιναν για τα μάτια του κόσμου, να εφησυχάσουν, να ηρεμήσουν και να μη διαμαρτύρονται.
Ο κ. Μόσχος τόνισε ότι το να διαμαρτύρεται κάποιος για το περιβάλλον και τον αέρα που αναπνέουμε είναι όχι απλά δικαίωμα αλλά υποχρέωσή μας και ήταν κατηγορηματικός ότι δεν υπάρχουν σκέψεις ότι, μετά τη δικαστική απόφαση σε συνδυασμό με την απόφαση του ΣτΕ, που απαγορεύει τη μεταφορά δια θαλάσσης καυσίμων από απορρίμματα, ανοίγει ο δρόμος για διαμαρτυρίες πολιτών σε επιχειρήσεις που επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Όπως ανέφερε, η απόφαση του Δικαστηρίου αφορούσε συγκεκριμένη μέρα και συγκεκριμένο επίδικο περιστατικό, ήταν ανακούφιση για τους τρεις συμπολίτες που θεωρούσαν ότι δεν έκαναν κάτι κακό, αλλά προσπάθησαν να διαφυλάξουν έννομα αγαθά, που αφορούν το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Ζήτημα αν γίνονται σωστοί έλεγχοι
Το πιο σημαντικό που πρέπει να βγει από τη δίκη είναι το αν υπάρχει δυνατότητα περιβαλλοντικών ελέγχων, το πώς γίνονται αυτοί και το πως εμείς θα διαφυλαχθούμε, τόνισε ο συνήγορος.
Όπως είπε, τα τελευταία έξι χρόνια που έχει ξεκινήσει η δραστηριότητα της καύσης του RDF, από τη μια ακούγαμε ότι είναι μια μόνιμη διαδικασία, με περιβαλλοντικές μελέτες και αδειοδοτήσεις, άρα κακώς ο κόσμος ανησυχεί και έξι χρόνια μετά έρχεται μια απόφαση του ΣτΕ να ακυρώσει έστω εν μέρει αυτές τις περιβαλλοντικές άδειες και λέει ότι κακώς γίνεται η διακίνηση αυτού του υλικού με πλοία στο κλειστό θαλάσσιο οικοσύστημα του Παγασητικού, άρα είναι αναιτιολόγητη η περιβαλλοντική άδεια και δεν έγινε σωστός έλεγχος και αναθέτει την υπόθεση στη διοίκηση για να εξετάσει το θέμα ξανά.
«Αυτό εμένα ως πολίτη μου κλονίζει την εμπιστοσύνη απέναντι στη διοίκηση, διότι αυτά που έλεγαν έξι χρόνια δεν έχουν ελεγχθεί όπως έπρεπε όπως λέει το ΣτΕ και το δεύτερο που ακούστηκε στο Δικαστήριο, είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι περιβαλλοντικοί έλεγχοι», ανέφερε χαρακτηριστικά.





























