Την ευαισθητοποίηση όλων προκειμένου να μην κάνουν δύσκολη τη ζωή των συνανθρώπων με προβλήματα όρασης ζητεί ο καθηγητής του Τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βασίλης Αργυρόπουλος.
Ο καθηγητής μιλώντας κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Πνευματικό Κέντρο της Μητρόπολης Δημητριάδος, με αφορμή τη 15η Οκτωβρίου που θεωρείται ημέρα «λευκού μπαστουνιού» τόνισε ότι καθημερινά οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης τόσο στον Βόλο, όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα έρχονται αντιμέτωποι με πάμπολλες δυσκολίες στην κίνησή τους στην πόλη, λόγω των πολλών εμποδίων που καλούνται να ξεπεράσουν.
Μοναδική λύση η ευαισθητοποίηση των ανθρώπων που βλέπουν οι οποίοι μπορούν να τους διευκολύνουν πολύ τη ζωή. Όσο αφορά στην Πολιτεία υπογραμμίζει ότι όσα μέτρα και αν λάβει και όσες παρεμβάσεις και αν κάνει δεν πρόκειται να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα χωρίς την ευαισθητοποίηση των πολλών. Μιλώντας για την εκδήλωση όπου στο ακροατήριο βρισκόταν αρκετοί μαθητές δημοτικών, επισήμανε πως σκοπός τους ήταν να εξηγήσουν πώς ξεκίνησε ουσιαστικά η ιστορία του λευκού μπαστουνιού, προσπάθεια που έγινε μέσα από ένα παραμύθι. «Έτσι θα ξεκινήσουμε μιλώντας για ένα μικρό κοριτσάκι και μετά θα πούμε απλά πολύ λίγα λόγια το πώς ξεκίνησε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, το λευκό μπαστούνι.
Αυτό έγινε επειδή πολλοί βετεράνοι είχαν τυφλωθεί και έτσι κάποιοι άνθρωποι σκέφτηκαν τρόπους για να μπορούν να είναι ανεξάρτητοι.
Θα δώσουμε 4 με 5 χαρακτηριστικές ημερομηνίες επειδή έχουμε να κάνουμε με μικρά παιδιά, όπως τον Πρώτο Παγκόσμιο, όπως το 1930 όταν το λευκό μπαστούνι αναπτύχθηκε μέχρι και σήμερα και θα δούμε και δύο βίντεο, όπως και για έναν σύγχρονο τυφλό το πώς κυκλοφορεί στην Αθήνα, παίρνοντας το μετρό κ.α. δήλωσε ο κ. Αργυρόπουλος. Απαντώντας σχετικά με τις δυσκολίες που συναντούν οι τυφλοί στην πόλη ζήτησε αλλαγή νοοτροπίας ως τη μοναδική λύση απέναντι σε αυτό.
«Θέλουνε περισσότερη ευαισθητοποίηση οι άνθρωποι που βλέπουν.
Από την πολιτεία όσες παρεμβάσεις και να γίνουνε αν δεν έχουμε ευαισθητοποιηθεί εμείς οι ίδιοι, δεν πρόκειται να έχουμε αποτέλεσμα» κατέληξε.
Γιώργος Στεργίου


































