Η πολιτική λύνει μια παλιά εξίσωση

Του Δημήτρη Μποσνάκη

Σε μια εποχή που ο κόσμος έχει ήδη αλλάξει και η Δύση, Αμερική και Ευρώπη, αναγκάζεται να επιταχύνει τις ριζοσπαστικές πολιτικές, επιβάλλοντας πιο αυστηρά δημοσιονομικά μοντέλα, παροτρύνοντας την επιχειρηματική δράση και τη σκληρή δουλειά, για να αντιμετωπίσει τον ξέφρενο καπιταλισμό των ανερχόμενων Ασιατικών χωρών, η χώρα μας ζει στο δικό της ονειρικό κόσμο. Οι εξαγγελόμενες πολιτικές μεταρρυθμίσεις κρύβουν ψηφοθηρικές παροχές, το κομματικό κράτος διευρύνεται, η εξάρτηση του πολίτη από τις κρατικές παροχές έχει αντικαταστήσει την εμπιστοσύνη στην αγορά. Ο κρατισμός προσπαθεί να βολευτεί στο στενό κοστούμι της ελεύθερης αγοράς, τα Μ.Μ.Ε αποκοιμίζουν τον κόσμο προβάλλοντας τριτοκοσμικούς παραδείσους, είτε με την ψευδαίσθηση των ριάλιτυς που καταργούν δια μαγείας τις κοινωνικές διαφορές, είτε με το φακό του ντοκυμαντερίστα που αναδεικνύει την πρωτόγονη ζωή ως αντίδοτο στην κακή πρόοδο. Η εκπαίδευση είναι ένα ράβε-ξήλωνε για κάποιον που δεν έμαθε να φορά το κοστούμι της πειθαρχίας, της αξιοκρατίας και της ατομικής επιδίωξης. Η ανάπτυξη ακούγεται σαν ένα κακό ξύπνημα μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε λήθαργο των θεσμών.

Ζούμε τα τραγικά αδιέξοδα μιας παρατεταμένης πολιτικής φαντασίωσης, που στήθηκε πάνω στη δημαγωγία, στον άκριτο μιμητισμό, στην κατανάλωση των πολιτικών συμβόλων, στη φενάκη του νεοπλουτισμού, στο εμπόριο της ιδεολογίας και τελικά σε μια κίβδηλη εθνική υπερηφάνεια με υψηλές κορώνες θριάμβου και αχυρένια πόδια. Ποιος θα τολμούσε στα χρόνια που πέρασαν να υψώσει την αξία της γνώσης πάνω από το εύκολο και γρήγορο κέρδος; Ποιος θα τολμούσε να συνετίσει τη φρενήρη “επένδυση” σε ακίνητες αξίες, σε τραπεζικά και χρηματιστηριακά προϊόντα μιας χώρας ήδη καταχρεωμένης; Ποιος θα τολμούσε να συνετίσει τους μανδαρίνους του συνδικαλισμού και τα “χρυσά παιδιά” των ΔΕΚΟ; Ποιος θα τολμούσε να πει ότι ελληνικό είναι ό,τι είναι αληθινό;

Σήμερα αγκωμαχούμε να προλάβουμε το τελευταίο βαγόνι της ανάπτυξης, που λέγεται γνώση, κοινωνία της πληροφορίας, εφευρετικότητα. Στην κοινωνία της πληροφορίας επικρατεί αυτός που έχει αποθησαύρισμα πληροφοριών, παρά αποθησαύρισμα χρήματος και ιδιοκτησίας. Η ένταση γνώσης υποκαθιστά σταδιακά την ένταση εργασίας, ενίοτε αντιμάχεται και την ένταση κεφαλαίου. Οι μόνοι που έχουν πρόσβαση στην κοινωνία της γνώσης είναι οι νέοι. Όμως αυτοί βρίσκονται στο περιθώριο της εργασίας, σε ατελέσφορες υπηρεσίες ή έτοιμοι για μετανάστευση. Και το χειρότερο, βρίσκονται μακριά από την πολιτική και τη λήψη αποφάσεων.
Το κύριο πρόβλημα βρίσκεται στη σχέση πολίτη – κράτους. Ό,τι οι Ευρωπαίοι εταίροι έκαναν με κοινή συναίνεση, εμείς πρέπει να το κάνουμε με “μνημόνιο” αξιοπιστίας. Το έλλειμμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης διαρκώς μεγαλώνει. Αυτό εκδηλώνεται στην παραοικονομία, στη φοροδιαφυγή, στην έλλειψη εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος. Όσο εξοντωτικές ποινές κι αν εφευρεθούν για τη φοροδιαφυγή, ο πολίτης θα φοροδιαφεύγει, όσο το κράτος δεν πείθει για την ανταποδοτικότητα των φόρων που εισπράττει. Ο φορολογούμενος απαιτεί σταθερή οικονομική πολιτική, υψηλό επίπεδο γνώσης στο δημόσιο φορέα, ταχύτητα διεκπεραίωσης των υποθέσεων, διαρκή αξιολόγηση των υπηρεσιών, κίνητρα αποδοτικότητας και ποινές αδιαφορίας.

Οι πολίτες έχουν πάψει να διεκδικούν, γιατί έχουν πάψει να εμπιστεύονται το δημόσιο, το συλλογικό, το καθιερωμένο. Επιζητούν το συγκρίσιμο, το δυναμικό, το ανταγωνιστικό. Τα πολιτικά κόμματα βρίσκονται ανάμεσα στο καθιερωμένο και στο ανατρεπτικό. Τα τείχη που ύψωσαν, όχι για να μη διαρρεύσουν οι ιδέες, αλλά για να είναι μετρήσιμες οι θέσεις που θα καταλάβουν στον κρατικό μηχανισμό, έχουν εγκλωβίσει τις προοπτικές για μια πολιτική επίλυση των προβλημάτων.

Όλα αυτά όμως αποτελούν μια παλιά πολιτική εξίσωση. Σήμερα υπάρχει μια νέα ταξική διαστρωμάτωση, όχι ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, σ’ αυτούς που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και σ’ αυτούς που τα δουλεύουν, αλλά σ’ αυτούς που ακολουθούν το στυλ, το τί φοράς, το πού συχνάζεις, το πώς μιλάς, με ποιους “φωτογραφίζεσαι”. Η πολιτική προσπαθεί να λύσει μια παλιά κοινωνική εξίσωση, ενώ της διαφεύγουν οι νέοι συμβολισμοί και η σημειολογία των καιρών.

Ο ελεύθερος χρόνος σήμερα δεν διατίθεται για διαδηλώσεις, αλλά για πρόσληψη πληροφοριών που μπορούν να γίνουν καινοτομία και επάγγελμα. Οι ηλεκτρονικές λεωφόροι, οι διαδραστικές επικοινωνίες, το εμπόριο της εικονικής πραγματικότητας, είναι η σύγχρονη οικονομία και πολιτική. Πόσοι από τους πολιτικούς μας, ακόμη περισσότερο πόσοι από τους συνδικαλιστές είναι γνώστες και διαχειριστές αυτής της νέας οικονομίας; Στη χώρα μας οι μοντέρνοι δρόμοι της οικονομίας έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Το μέλλον έχει αφεθεί στα χέρια ανεξέλεγκτων δυνάμεων. Το κράτος καταδιώκει τους συνεπείς πολίτες. Οι ασυνεπείς διαφεύγουν και αποθησαυρίζουν τον πλούτο. Οι συνέπειες αυτής της αντίφασης φαίνονται στην ατομική συμπεριφορά, στην έξαρση της ατομικότητας, σε μια νέα τάξη ανθρώπων, που αναδεικνύεται μέσα από το χάος της κρίσης των παλαιών αξιών. Ο νέος κόσμος έχει προ πολλού ξεκινήσει με νέους όρους και νέες πολιτικές ισορροπίες. Το πολιτικό σύστημα πρέπει να προλάβει τις εξελίξεις. Να τις εντάξει μέσα στις πολιτικές διαδικασίες. Γκρεμίζοντας τα τείχη, ενσωματώνοντας το καινούργιο. Με πίστη στις ανώτερες αξίες, αξιοκρατία προσώπων, σύγχρονο λόγο, όραμα και διαρκή ανανέωση των πολιτικών στελεχών.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.