Η δεύτερη συνάντηση της «Συντονιστικής Ομάδας Διαλόγου Ορθοδόξων – Καθολικών της Επιτροπής του Ιδρύματος Pro Oriente» στη Βιέννη, η οποία ολοκληρώθηκε στις 10 Νοεμβρίου, αποδείχθηκε ιδιαίτερα παραγωγική. Σ’ αυτή συμμετείχε και ο Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.
Στη δεύτερη συνάντηση συμφωνήθηκε ότι θα ήταν καλό τα αποτελέσματα του νέου αυτού ανεπίσημου διαλόγου να συμπεριληφθούν στις εορταστικές εκδηλώσεις για την 1700η επέτειο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε το 325 στη Νίκαια (το σημερινό Ιζνίκ της Τουρκίας) από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Μέγα.
Η συνάντηση στη Βιέννη ξεκίνησε με την παρουσίαση της Έκθεσης της επίσημης διεθνούς μεικτής ομάδας Διαλόγου Ορθοδόξων – Καθολικών. Στην έκθεση αυτή, έγινε σαφές ότι σε περιόδους τεταμένων διορθοδόξων σχέσεων, οι ανεπίσημες πρωτοβουλίες για τον διάλογο Ορθοδόξων-Καθολικών, όπως αυτή του «Pro Oriente», καθίστανται σημαντικές όσο ποτέ για τη συνέχιση και την εμβάθυνση του διαλόγου.
«Οικουμενικός διάλογος και φονταμενταλιστές»
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλους τους συμμετέχοντες είχε η παρέμβαση του Δρ. Παντελή Καλαϊτζίδη, Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, με θέμα «Πώς θα πρέπει αντιμετωπιστούν οι φονταμενταλιστές στο πλαίσιο του οικουμενικού διαλόγου».
Το κεντρικό ερώτημα, σύμφωνα με τον Δρ. Καλαϊτζίδη, είναι: «Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ο διάλογος με ανθρώπους που αρνούνται τον διάλογο;» και «ποια απάντηση θα πρέπει να δοθεί στον ισχυρισμό ορισμένων φονταμενταλιστών ότι ο διάλογος δεν είναι πραγματικός διάλογος εάν δεν λαμβάνουν μέρος και οι ίδιοι, και αν οι συμμετέχοντες δεν τολμούν να συζητήσουν τις επικρίσεις τους ή ακόμη και την αντίθεσή τους στον οικουμενισμό». Όπως σημείωσε ο Δρ. Καλαϊτζίδης, οι φονταμενταλιστές και οι θρησκευτικοί εξτρεμιστές βασίζονται στον πλουραλισμό και τη διαφορετικότητα για να πολεμήσουν τον πλουραλισμό και τη διαφορετικότητα· «όπως στην πολιτική σφαίρα, όπου οι εχθροί της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χρησιμοποιούν τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας για την καταπολέμηση της νεωτερικότητας». Η νεωτερικότητα –με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ανεκτικότητα, την αποδοχή της διαφορετικότητας– μπορεί να θεωρηθεί ως ένα από τα στοιχεία του οικουμενισμού, που απορρίπτεται από τους φονταμενταλιστές όλων των πλευρών.
Ο διευθυντής της Ακαδημίας του Βόλου τόνισε την προσωπική του πεποίθηση ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει διάλογος χωρίς κανόνες και προϋποθέσεις. Ένας θεμελιώδης κανόνας του οικουμενικού διαλόγου είναι ο σεβασμός της αξιοπρέπειας και της χριστιανικής ταυτότητας του «άλλου», ενώ προϋπόθεση είναι και η αποδοχή της εκκλησιακότητας των άλλων εκκλησιών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναρωτηθεί κανείς αν οι φονταμενταλιστές είναι πρόθυμοι να δεχτούν τους άλλους χριστιανούς ως χριστιανούς ή αν τους θεωρούν «αιρετικούς, προδότες ή αποστάτες».
Ο Παντελής Καλαϊτζίδης ανέπτυξε ένα πρόγραμμα για τον διάλογο και την αντιμετώπιση των φονταμενταλιστών, μερικά σημεία του οποίου είναι τα εξής:
Να καταδειχθεί η ριζικά αντιχριστιανική νοοτροπία των αντιπάλων του οικουμενισμού με αναφορά στην πίστη του Χριστιανισμού στο διαλογικό ήθος.
Να καταδειχθεί η παρεξήγηση και παρερμηνεία της θεολογικής, πνευματικής και κανονικής παράδοσης και η εργαλειοποίηση των ιστορικών τραυμάτων από την πλευρά των φονταμενταλιστών. Μία αποδόμηση του φονταμενταλιστικού «αφηγήματος», βασισμένη στις βιβλικές, πατερικές, λειτουργικές, πνευματικές και κανονικές παραδόσεις του οικουμενισμού είναι απαραίτητη για τον σκοπό αυτό.
Να γίνουν περισσότερο εμφανή τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει στους οικουμενικούς διαλόγους.
Να γίνει εντατικοποίηση των επαφών και των ανταλλαγών μεταξύ Ανατολικών και Δυτικών Θεολογικών σχολών, σεμιναρίων, επισκοπών, μοναστηριών και ομάδων πιστών.
Να αποφευχθεί η πρακτική της διγλωσσίας, η οποία οδήγησε στη χρήση μιας οικουμενικής «προς τα έξω» και σε μία αντι-οικουμενική ή τουλάχιστον μη οικουμενική «προς τα έσω» γλώσσα. Σχετικά με αυτό, θα πρέπει να ξεπεραστούν όλα τα μοντέλα σκέψης που αρνούνται στις «ετερόδοξες» εκκλησιαστικές κοινότητες και τον ελάχιστο βαθμό εκκλησιακότητας, είτε πρόκειται για την αναγνώριση του βαπτίσματος είτε για τους γάμους προσώπων που προέρχονται από διαφορετικές ομολογίες.
Τέλος, ο Δρ. Καλαϊτζίδης μίλησε για την ανάγκη να υπάρξει μία διαδικασία «θεραπείας των αναμνήσεων» και υπέρβασης του «βάρους της ιστορίας και της ψυχολογίας» μέσω της θεολογίας και ενός «αληθινά οικουμενικού πνεύματος». Όπως σημείωσε ο Δρ. Καλαϊτζίδης, θα πρέπει να δει κανείς τον ρόλο της ιστορίας ως διαχωριστικού παράγοντα και ταυτόχρονα τις δυνατότητες μιας κοινής οικουμενικής αντίληψης του ιστορικού παρελθόντος ως «ενοποιητικού παράγοντα», ενώ η μετάνοια και η αυτοκριτική θα πρέπει να θεωρηθούν ως κεντρικοί παράγοντες στον δρόμο προς τη χριστιανική ενότητα και τη συμφιλίωση.
Τα μέλη της Επιτροπής του “Pro Oriente” είναι (με αλφαβητική σειρά):
Δρ. Katerina K. Bauer (Πράγα), Γεώργιος Βλαντής (Μόναχο), π. Hyacinthe Destivelle OP (Ρώμη), Δρ. Regina Elsner (Βερολίνο), Christian Föller (Μύνστερ), Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης (Βόλος), Καθηγητής Assaad E. Kattan (Μύνστερ), Πρωθιερέας Vladimir Khulap (Αγ. Πετρούπολη), Αναπλ. Καθηγητής π. Ioan Moga (Βιέννη), Δρ. Johannes Oeldemann (Πάντερμπορν), Αικατερίνη Πεκρίδου (Βρυξέλλες), Καθηγητής Rudolf Prokschi (Βιέννη), Καθηγήτρια Myriam Wijlens (Έρφουρτ), π. Milan Zust (Ρώμη).































