«Άννα το όνομά της» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου της Κώστια Κοντολέων, από τις Εκδόσεις «Κλειδάριθμος», μια δραματική πραγματική ιστορία, φερμένη από το νησί της Λήμνου. Η ίδια, μιλώντας στο Ράδιο ΕΝΑ και στην ΜΑΓΝΗΣΙΑ, σημειώνει το ιδιαίτερο δέσιμό της με το συγκεκριμένο περιστατικό, αλλά και την καρμική σημασία του ονόματος Άννα, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην ιδιαίτερη αγάπη της στη Μαγνησία, καθώς μαζί με τον σύζυγό της, διατηρούν εδώ και χρόνια μια εξοχική κατοικία στο Πήλιο…
Συνέντευξη στον Ηλία Κουτσερή
Τα νέο σας μυθιστόρημα πραγματεύεται μια τραγική ιστορία η οποία συνέβη στην πραγματικότητα, σωστά;
Ήταν 9 Σεπτεμβρίου του 1939, ήταν … τα τρία τραγικά εννιάρια. Τότε έγινε μια μεγάλη καταστροφή. Εκείνη την εποχή ο κόσμος δεν ήταν εθισμένος σε τραγικά περιστατικά, ενώ σήμερα είναι, και μάλιστα, σε πολύ μεγαλύτερες και τραγικότερες καταστροφές. Τότε όμως, αυτό που έγινε στο νησί της Λήμνου ήταν ένα γεγονός που συντάραξε. Κάηκαν 58 άνθρωποι, άλλοι τόσοι τραυματίστηκαν και πολλοί υπέκυψαν στην πορεία στα τραύματά τους, ενώ άλλοι, ευτυχώς, επέζησαν. Ήταν ένα γεγονός με το οποίο ασχολήθηκαν όλες οι εφημερίδες της εποχής.
Πώς παρακίνησε το ενδιαφέρον σας η συγκεκριμένη πραγματική ιστορία; Τη γνωρίζατε ήδη ή διαβάσατε τυχαία γι’ αυτήν;
Η οικογένεια του συντρόφου μου έχει άμεση σχέση με την τραγωδία. Ζώντας κοντά της ένιωσα πως ήμουν κι εγώ μέλος της άδικης μοίρας της οικογένειας, αλλά και ολόκληρου του νησιού. Αποφάσισα να γράψω το μυθιστόρημα για το συγκεκριμένο περιστατικό γιατί πριν από 4 χρόνια σε ένα ένθετο περιοδικό ρωτήθηκαν διάσημοι για τις διακοπές τους στη Λήμνο, ένας εκ των οποίων, και, μάλιστα, συγγραφέας, θέλησε να αναφερθεί στο περιστατικό αυτό. Μίλησε, όμως, με τόσο χυδαίο τρόπο που πραγματικά εξοργίστηκα. Θεώρησα ότι ο τρόπος του ήταν ιερόσυλος απέναντι στο περιστατικό. Έτσι, πήρα την απόφαση να γράψω εγώ γι’ αυτό, γιατί ξέρω τι έγινε στην πραγματικότητα. Ξέρετε, έχω στην κατοχή μου κτερίσματα των ανθρώπων που χάθηκαν. Δεν ήμουν παρούσα, δεν είχα δικούς μου συγγενείς, αλλά έζησα ουσιαστικά την τραγωδία μέσω της οικογένειας του συντρόφου μου. Με οδηγούσαν όλα όσα ήξερα στην συγγραφή του μυθιστορήματος.
Η γνώση που έχετε για το περιστατικό και τα συναισθήματα που κουβαλάτε σας δυσκόλεψαν στη συγγραφή;
Η συγγραφή με άγγιξε πάρα πολύ, ακριβώς γιατί είχα γράμματα, επιστολές, και προσωπικά αντικείμενα των ανθρώπων αυτών. Το πραγματικό γεγονός όμως ήταν η πυρκαγιά. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής ξέχασα τους πραγματικούς ανθρώπους και άρχισα να δημιουργώ τους δικούς μου, μέσω της υπόστασης της παντοδυναμίας του συγγραφέα. Οι στιγμές τους και οι σκέψεις τους μέσα στο βιβλίο είναι κατασκεύασμα δικό μου.
Η Άννα που αναφέρεται στον τίτλο του βιβλίου τι σηματοδοτεί και ποια είναι στην πραγματικότητα;
Το όνομα «Άννα» είναι κομβικό και καρμικό στην οικογένεια. Είναι τρία πρόσωπα, είναι τρεις Άννες. Μια γιαγιά, μια κόρη και η καινούργια σύζυγος. Βέβαια, στην οικογένειά μας υπάρχει και μια τέταρτη Άννα, αλλά η συγκεκριμένη δεν έχει καμία σχέση με την ιστορία, καθώς είναι η κόρη μου. Παρ’ όλα αυτά, το όνομα επαναλαμβάνεται συνεχώς στην οικογένεια.
Υπήρχαν δεδομένα που δεν θέλατε να εντάξετε στο βιβλίο; Βρεθήκατε ενδεχομένως μπροστά σε γεγονότα που σκεφτήκατε αν πρέπει να τα αναφέρετε ή όχι;
Όχι δεν αντιμετώπισα τέτοιο δίλημμα. Ήξερα μέχρι που μπορούσα να φτάσω, όπως ήξερα πού μπορούσε να φτάσει επίσης η παντοδυναμία του συγγραφέα. Δεν θα έκανα κάτι που θα μπορούσε να θίξει την προσωπικότητά τους και την πορεία τους στη ζωή. Όμως οι γνώσεις που είχα για τα πρόσωπα και τα αντικείμενά τους με βοήθησαν να μπω στην ψυχοσύνθεσή τους.
Είστε από τους συγγραφείς που όταν γράφετε θέλετε να περνούν συγκεκριμένα μηνύματα στον αναγνώστη; Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα τι επιθυμείτε να μείνει στον αναγνώστη;
Αυτό που χαρακτηρίζει το τελευταίο μου βιβλίο είναι ότι το παρελθόν μπορεί να επεμβαίνει καθοριστικά στο μέλλον. Αυτό μπορεί να συμβεί αν εμείς που ζούμε στο σήμερα, αφήσουμε με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο αυτούς που έχουν «φύγει» από μπροστά μας να στέκονται απέναντί μας. Έτσι, εμείς οι εναπομείναντες που ζούμε με την ανάμνησή τους αντί να τους ζητήσουμε να μας συντροφεύσουν, τους περνάμε στην λήθη γιατί φοβόμαστε. Στο μυθιστόρημά μου οι πεθαμένοι είναι παρόντες. Έχεις την αίσθηση ότι ζουν παράλληλες ζωές με τους μετέπειτα ήρωες. Σε όλο το μυθιστόρημα υπάρχει η παρουσία τους.