Ο πολύχρονος εγκλεισμός των ανθρώπων στα σπίτια τους, λόγω Covid, είχε παραπέρα επιπτώσεις στην υγεία όλων, με συμπτώματα κατάθλιψης, βίας και συχνών ενδοοικογενειακών επεισοδίων που κορυφώθηκαν με τις γυναικοκτονίες.
Στο προσκήνιο ωστόσο ήρθαν και οι συμπλοκές μεταξύ μαθητών και η έξαρση του μπούλινγκ. Ο προβληματισμός συνεχής το τελευταίο διάστημα, από τη στιγμή που σ’ όλα αυτά τα περιστατικά βίας, γίναμε θιασώτες μέσω των social media και της έκτασης που έλαβε η προβολή αυτών μέσω ιστοσελίδων, τηλεόρασης, με ανάρτηση των βίντεο που δείχνουν ακραίες πράξεις βίας.
Τι φταίει λοιπόν για την έξαρση της βίας; Είναι κάτι που την ευθύνη την φέρνει ο κορωνοϊός και ο εγκλεισμός των νέων στα σπίτια τους;
Έτσι ξαφνικά μάθαμε ή μας ήρθε ή πληροφορία τα τελευταία χρόνια του 21ου αιώνα ή διαχρονικά φθάσαμε τα τελευταία 60 χρόνια;
Ρεπορτάζ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΕΚΛΙΔΗΣ
Τι ρόλο έπαιξε η αύξηση της θέασης αυτών των όντως αυξημένων περιστατικών από τα ΜΜΕ, από την εξάπλωση και της ευκολίας που μπορούμε να διαπομπεύσουμε ή να κάνουμε γνωστές πράξεις που έως τώρα δίνονταν στην δημοσιότητα μεταξύ μικρών ομάδων ή ολίγων ανθρώπων και όχι με την ευρύτητα και την ευκολία που μας δίνεται σήμερα μέσα από το Facebook, το Instagram, το διαδίκτυο, με μια απλή κίνηση ελαχίστων δευτερολέπτων;
Είχαμε τις δυνατότητες πριν την εξάπλωση των ΜΜΕ να δημοσιοποιήσουμε γεγονότα; Κάθετα, όχι. Στις προηγούμενες δεκαετίες του 1960 έως και το 2000, δεν ήταν πρόσφορο από τον Τύπο και το ελεγχόμενο ραδιόφωνο ή το ελεύθερο από το 1989 να περάσουν ιδέες, απόψεις ή απλώς σχόλια για την καθώς πρέπει κοινωνία, τη δραστηριότητα των ανθρωπίνων σχέσεων, οικογενειών, κοινωνικών κοινοτήτων.
Αν παρακολουθήσουμε διαχρονικά την πορεία για το πώς αντιδρούσε η νεολαία, τα χρόνια μετά από το 1960 και από ποια αναγνώσματα και δραστηριότητες οδηγούνταν στην βία και στις αταξίες στο χώρο της γειτονιάς τους ή των σχολείων, συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ρόλο στη διαμόρφωση χαρακτήρων και ιδεών έπαιξαν τα αναγνώσματα της εποχής, η τάση του μιμητισμού της μόδας, η μουσική. Όχι ότι όλα αυτά που διαχέονταν στην κοινωνία απ’ αυτά τα ρεύματα ήταν αρνητικά, αντιθέτως πολλά εξ αυτών άνοιξαν τα μυαλά των νέων και προς πράξεις βίας.
Ο Νόμος 4000 (Σεπτέμβριος 1958), στην εποχή του Καραμανλισμού, ήταν η αιτία να διαπομπεύσουν τους νέους, κυρίως στις γειτονιές τους, κάτι που έκανε η Ελληνική αστυνομία. Κούρεμα γουλί, μια ταμπέλα κρεμασμένη από το στήθος τους που ανέγραφε «είμαι γάιδαρος» ήταν ο τρόπος για να τιμωρηθούν οι μαθητές που επιτίθονταν στους δασκάλους, κυρίως ρίχνοντάς τους γιαούρτια ή άλλες πράξεις εξύβρισης, όπως για παράδειγμα η μη έκδοση εισιτηρίου, που πλέον ήταν αξιόποινες.
ΗΤΑΝ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΠΟΥΛΙΝΓΚ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΑΡΩΝ
Ήταν 10 Σεπτεμβρίου 1958, όταν άρχισε να εφαρμόζεται ο Νόμος 4000. Η αστυνομία συλλάμβανε όσους νεαρούς θεωρούσε ότι διέπρατταν εξύβριση και τους οδηγούσε στο κρατητήριο. Εκεί, χωρίς δίκη, τους κούρευαν γουλί, τους έσκιζαν τα ρεβέρ των παντελονιών τους και στην συνέχεια τους περιφέρανε στους δρόμους, εξευτελίζοντάς τους. Τα αστυνομικά όργανα είχαν μεγάλη ευχέρεια να ορίσουν το τι συνιστούσε εξύβριση και αυτό τους οδηγούσε σε κακοποίηση και διαπόμπευση πολλών νεαρών Βολιωτών στα κρατητήρια της Ασφάλειας, όπου δέχονταν τις κάθε είδους…περιποιήσεις από τους κάθε είδους…Μπουραντάνηδες (ξακουστός της γενιάς 1960-1974), ιδίως επί Χούντας.
Ο Νόμος 4000 επί της εποχής Λαδά ήταν στον απόηχο της δόξας του. Τελικά, ο Νόμος καταργήθηκε το 1983 από τον Ανδρέα Παπανδρέου και έτσι πολλοί από εμάς γλίτωσαν το κούρεμα και τον εξευτελισμό.
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ…ΤΕΝΤΙΜΠΟΗΔΕΣ
Ο πρώτος Έλληνας που διαπομπεύτηκε με το Νόμο 4000., ήταν ο Αντώνης Μαλανδρής, στις 31 Αυγούστου 1958. Όπως έγραψαν τότε οι εφημερίδες, στον κινηματογράφο «Αελλω», στην Αθήνα, μαζί με ένα φίλο του, έριξαν γιαούρτι εναντίον μιας γυναίκας, αφού πρώτα είχαν παρενοχλήσει την κόρη της. Ο Τύπος τότε τους ονόμαζε Θρασείς και ήταν 15-16 ετών. Μετά από 55 χρόνια, στα γεράματά τους, γίνεται γνωστό ότι το επεισόδιο δεν έγινε στον κινηματογράφο, αλλά κοντά στο σπίτι των νεαρών, στην Κυψέλη, όταν ο ένας εκ των δυο νεαρών, είχε προσβάλλει την τριχοφυΐα της μαμάς, με αποτέλεσμα η τελευταία να χαστουκίσει τον νεαρό. Ως αποτέλεσμα, οι δυο νεαροί θα ακολουθήσουν την γυναίκα και θα την…κεράσουν ένα κεσέ με γιαούρτι.
Οι δυο νεαροί είχαν λευκό ποινικό μητρώο, οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα της Κυψέλης και κουρεύτηκαν σύριζα από τον ίδιο τον διοικητή, ενώ στη συνέχεια διαπομπεύτηκαν, με βία συμπεριφορά των αστυνομικών, στις γειτονιές.
ΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ…ΚΑΚΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Την εποχή του 1960, κυκλοφορούσαν πολλά περιοδικά για τις νεαρές ηλικίες κι εμείς ως πιτσιρικάδες τ’ αγοράζαμε με το μικρότερο αντίτιμο από τον «γεράκο» της γειτονιάς, απέναντι από το δημοτικό σχολείο, στη Μαιάνδρου.
Μερικά απ’ αυτά, σε ανατυπώσεις, τα έχω στην βιβλιοθήκη μου. Ο Μικρός Ήρως, ο Μικρός καουμπόι, ο Μικρός Σερίφης, Μπλεκ, ο Πιτσιρίκος, το ποδοσφαιρικό «Ελ Γκρέκο», η «Ζούγκλα». Έτσι, δημιουργήσαμε μέσα από τα διαβάσματα αυτών και τους ήρωές μας. Αρχικά, δημιουργήθηκαν στις γειτονιές μας διάφορες ομάδες, οι οποίες, ανάλογα τα βράδια, συγκεντρώνονταν και μαζί αποφάσιζαν τι θα κάνουν, πως θα ντυθούν ανάλογα με τα περιοδικά που διάβαζαν, τα όπλα που θα κατασκεύαζαν, πανοπλίες, ασπίδες κ.α.
Η μια γειτονιά έκλεινε ραντεβού με την άλλη και δίνονταν το σημείο της συνάντησης όπου θα δίνονταν οι «μάχες».
Θυμάμαι πολλά καλά εκείνα τα βράδια, όταν ντυμένοι αρχαίοι Έλληνες, κανονικά με ρούχα, πλήρη εξάρτηση, τόξο, περικεφαλαία, δόρυ, ασπίδα, ξίφος από ξύλο, δίναμε την μάχη ποιος θα κέρδιζε. Ομηρικές «μάχες» και των Ινδιάνων, με βάψιμο στο πρόσωπο τους και αλαλαγμούς γίνονταν οι επιθέσεις με συλλήψεις και ξιφομαχίες.
Ακόμη θυμάμαι τους πατριωτικούς αγώνες εναντίον των Γερμανών, στο Γερμανικό νεκροταφείο, κάτω από το Ελληνικό, με Ελληνόπουλα, τον Στέλιο, τον Σπίθα, τον Ρήγα.
Απ’ όλες αυτές τις «μάχες», ποτέ κανείς δεν τραυματίστηκε, παρά μόνο όταν μετά την ξιφομαχία, πέφταμε «νεκροί» και αργότερα «αναστηνόμασταν».
Το τι σκαρφιζόμασταν όλα αυτά τα χρόνια δεν λέγεται. Και θέατρο παίξαμε, αντιγράφοντας ταινίες από τον κινηματογράφο. Ένα από τα ωραιότερα παιχνίδια μας ήταν όταν το ραντεβού
κλείνονταν για να παίξουμε ποδόσφαιρο, να μιμηθούμε τους ήρωες του «Ελ Γκρέκο».
Με το…(;) Ελληνόπουλο που κέρδιζε όλες τις ποδοσφαιρικές μάχες, μαζί με τον Θεόρατο Ινδιάνο του Σιου, τον …(;) τερματοφύλακα που δεν τον θυμάμαι πως τον έλεγαν και έπιανε τα άπιαστα και πάντα στο τέλος πανηγύριζαν στα τεράστια στάδια της Βραζιλίας που αργότερα τα είδαμε στην τηλεόραση, κάναμε όνειρα να παίξουμε κι εμείς και καταλήξαμε στον Ηρακλή, τον Πηλέα, την ΑΕ Κηφισιάς, που ήταν η ομάδα της δική μας συνοικίας. Από την άλλη, υπήρξε ο δάσκαλος, που με έβαλε τιμωρία μετά την…μαρτυρία μιας συμμαθήτριας μου και τον εξαναγκασμό μου «Αύριο θα έρθεις και θα έχεις γράψει στο τετράδιο σου «Δεν θα ξαναπαίξω ποδόσφαιρο» και δέκα χαρακιές στα δυο μου χέρια».
Ήμουν τότε 11 ετών και στο διάλειμμα άρχισα να κυνηγώ τη…μαρτυριάρα στο προαύλιο του σχολείου. Ήταν το πρώτο παιδικό μπούλινγκ. Εκείνη φοβήθηκε και πήγε να κρυφτεί πίσω από την κ. Καίτη, τη δασκάλα της τρίτης δημοτικού. Εκείνο το χέρι της κυρίας Καίτης, που με χτύπησε στο αριστερό μάγουλο, ακόμη το θυμάμαι, 60 χρόνια από τότε. Τους έχω συγχωρέσει όλους. Όταν δεν είχαμε τι να κάνουμε, εκτός από κρυφτό, είχαμε και τις παρέες 3-4 παιδιών, αγοριών πάντα, που πηγαίναμε και χτυπούσαμε τα κουδούνια σπιτιών στη γειτονιά μας και φυσικό στη συνέχεια γινόμασταν…καπνός.
Το μεσημέρι, μόλις τελειώναμε το σχολείο, είχαμε άλλη δραστηριότητα, το κλωτσοσκούφι των σκουπιδοτενεκέδων της γειτονιάς μας και τις απειλές να ακούγονται «Αχ, Γιωργάκη θα έρθω να τα πω στο δάσκαλο σου». Έτσι μεγαλώσαμε στη γειτονιά μας με τις μοναδικές παρέες μας, με τα κορίτσια στα παιχνίδια. Ήταν η πιο όμορφη εποχή.
Όλες οι ηλικίες σήμερα έχουμε τις όμορφες εποχές μας του ’70, του ’80, του 1990, του 2000 και μετά η σημερινή πραγματικότητα του 21ου αιώνα.