Ήθη και έθιμα του Πάσχα στη Θεσσαλία

Της Παναγιώτας Κόττα, φιλολόγου

Η άνοιξη έχει μπει για τα καλά και τα λουλούδια επιδεικνύουν την πολύχρωμη φορεσιά τους. Σιγά-σιγά η πλάση ετοιμάζεται και για τον εορτασμό της Ανάστασης του Θεανθρώπου. Η μεγάλη αυτή γιορτή της Χριστιανοσύνης γιορτάζεται ποικιλοτρόπως σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Ακολουθεί αναφορά στον θεσσαλικό τρόπο εορτασμού του Πάσχα μέσα από έθιμα και παραδόσεις.

Ξεκινώντας από το Σάββατο του Λαζάρου, ένα γνωστό έθιμο στην ευρύτερη περιοχή είναι οι «Λαζαρίνες». Το έθιμο αυτό συνδέεται τόσο με την άνοιξη και την αναγέννηση της φύσης όσο και με την ανάσταση του Λαζάρου. Την παραμονή της γιορτής, γυναίκες με παραδοσιακές φορεσιές ξεχύνονταν στα περίχωρα για να συλλέξουν μυρωδάτα άνθη. Με αυτά στόλιζαν μικρά πανέρια και κοφίνια που συμπλήρωναν την αμφίεση τους. Έπειτα με αφετηρία την πλατεία κατευθύνονταν στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας του εκάστοτε χωριού κι έπαιρναν την Βάια. Όλες μαζί πιασμένες χόρευαν τραγουδώντας παραδοσιακά άσματα με θρησκευτικές αναφορές. Γυρνώντας στα σπίτια του χωριού έψελναν τα κάλαντα του Λαζάρου και οι νοικοκυραίοι τις φίλευαν με ό,τι είχαν ευχαρίστηση, συνήθως φρούτα και γλυκίσματα.

Την Κυριακή των Βαΐων, άρχιζαν οι αγρυπνίες, τις οποίες οι Καραγκούνηδες, οι ντόπιοι του κάμπου, παρακολουθούσαν με μεγάλη κατάνυξη ενώ όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα πενθούσαν με ευσέβεια.

Το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, οι γυναίκες με τα παιδιά στόλιζαν τον Επιτάφιο φορώντας πένθιμα ρούχα, κυρίως μωβ ποδιές. Έμεναν όλο το βράδυ στην εκκλησία συντροφεύοντας τον Υιό του Θεού και ψάλλοντας λυπητερά άσματα.

Η Μεγάλη Παρασκευή αποτελούσε αγκάθι στη ψυχή του ευσεβούς πιστού. Κανένας δεν εργαζόταν εκείνη την μέρα: ούτε οι άνδρες στα κτήματα ή στα ζώα αλλά ούτε και οι γυναίκες στο νοικοκυριό. Μονάχα πενθούσαν. Αργότερα, κρατώντας πολύχρωμα λουλούδια στα χέρια τους, επισκέπτονταν τον Επιτάφιο και ασπάζονταν τον Εσταυρωμένο με βαθιά συγκίνηση. Τα μικρά παιδιά περνούσαν τρεις φορές κάτω από τον Επιτάφιο για να έχουν την ευλογία του Ιησού Χριστού.

Με αδημονία περίμεναν το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής οπότε και ψάλλονταν τα «Εγκώμια». Στην εκκλησία, οι Καραγκούνηδες κρατούσαν χειροποίητες κηροκουλούρες και όταν τελείωνε η ακολουθία τέσσερις νέοι έπαιρναν στους ώμους τους το κουβούκλιο με τον Επιτάφιο για την περιφορά του, υπό τον πένθιμο ήχο της καμπάνας. Στο τέλος της περιφοράς, στη νότια πύλη του ναού, όλοι περνούσαν κάτω από τον Επιτάφιο για να έχουν τη χάρη του Εσταυρωμένου.

Το Μεγάλο Σάββατο, νωρίς το πρωί, οι πρεσβύτεροι και τα μικρά παιδιά πήγαιναν στην εκκλησία για να μεταλάβουν, ενώ οι γυναίκες κουβαλούσαν φρέσκο νερό από τις βρύσες για ευτυχία, μακριά από τα κακά πνεύματα. Συνήθιζαν ακόμα να πηγαίνουν δώρα στους κουμπάρους με αφορμή τον εορτασμό της Λαμπρής. Αξίζει να σημειωθεί πως η εκκλησία και οι εύπορες οικογένειες έδειχναν την αλληλεγγύη εμπράκτως εκείνες τις ημέρες και πρόσφεραν στους άπορους κρέας, αυγά και γαλακτοκομικά.

Η Λαμπρή για τους απλούς ανθρώπους της Θεσσαλίας είχε πολλές εκφάνσεις. Ήταν η χαρά της ζωής και η σηματοδότηση της επικράτησης του καλού έναντι του κακού και ήταν μέρα διασκέδασης και χαράς. Τα σπίτια είχαν ήδη ασβεστωθεί, οι επίσημες φορεσιές είχαν ήδη πλυθεί και όλη η οικογένεια αδημονούσε για το λαμπριάτικο χτύπο της καμπάνας γύρω στις τρεις το ξημέρωμα. Όλες οι οικογένειες παρευρίσκονταν στη Θεία Λειτουργία ανελλιπώς. Οι άνδρες στο άκουσμα του «Δεύτε λάβετε φως» έσπευδαν για το ποιος θα πάρει πρώτος το Άγιο Φως διότι θεωρούσαν ότι θα έφερνε καλό στην υπόλοιπη οικογένεια. Με αυτή τη φλόγα έκαιγαν και την ουρά των ζώων για να μην τα πιάσει ο οίστρος. Η κίνηση αυτή δείχνει ξεκάθαρα την σημασία που είχε για την επιβίωση τους η υγεία των ζώων και την αγωνία του απλού ανθρώπου να εξασφαλίσει εξαγνισμό της όποιας αντίθετης κατάστασης. Ακολούθως έψηναν τον οβελία τους και έριχναν τουφεκιές στον αέρα. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας παρακολουθούσαν την ακολουθία της «Αγάπης» όλοι μαζί και έπειτα διασκέδαζαν με άφθονο χορό και τραγούδι, μακριά από έγνοιες και βάσανα.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό έθιμο είναι τα λεγόμενα «Πασχαλόγιορτα». Την Τρίτη ημέρα του Πάσχα, άνδρες και γυναίκες πιασμένοι σε δύο σειρές χόρευαν και τραγουδούσαν χωρίς μουσική και με χορωδιακό τρόπο: Κάθε στίχος τραγουδιέται από τις γυναίκες και ακολούθως επαναλαμβάνεται από τους άνδρες. Στους επισκέπτες προσφέρονταν πασχαλινά ντόπια εδέσματα, όπως κόκκινα αυγά, τσουρέκι και κουλουράκια. Ακολουθούσε τρικούβερτο γλέντι με συνοδεία ζωντανής μουσικής.

Τέλος, σημαντικός σταθμός μετά το Πάσχα είναι η γιορτή του Αη Γιώργη. Στις περιοχές όπου υπήρχε εκκλησία αφιερωμένη στη μνήμη του Αγίου, τελούνταν το έθιμο του «Αη Γιώργη του Μαντηλά». Νέοι του τόπου, ζωσμένοι στη μέση με μαντήλια, που αποτελούσαν τάματα των πιστών, σκαρφάλωναν σε κάποιον βράχο εκεί κοντά με τριχιές, με σκοπό να κρεμάσουν τα καινούργια και να πάρουν τα περσινά, τα οποία κατεβαίνοντας τα μοίραζαν ως φυλαχτό στους προσκυνητές. Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση αυτού το εθίμου, με την επικρατέστερη να θεωρεί ότι έχει τις ρίζες του στη Τουρκοκρατία.

Τα παραπάνω αποτελούν τα βασικότερα ήθη κι έθιμα που συναντούσε κανείς στον Θεσσαλικό κάμπο κατά τον εορτασμό του Πάσχα. Σε ορισμένες περιοχές κάθε χρόνο τελείται αναβίωση τους για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να κρατιέται ζωντανή η σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν. Υπάρχει μια σημαντική διαφορά: Οι τότε πληθυσμοί βίωναν όλα αυτά τα έθιμα ως το μεδούλι τους, σαν ένα αναπόσπαστο τμήμα της ζωής τους και δεν νοούνταν να παραληφθεί η τέλεση κανενός από αυτά· σήμερα τα έθιμα έχουν την χροιά της τυπικής αναπαράστασης κι όχι της πραγματικής βίωσης. Κλείνω με τα λόγια του Αμερικανού συγγραφέα Henry James:

«Χρειάζεται μια τεράστια ποσότητα Ιστορίας για να δημιουργηθεί έστω και μια μικρή ποσότητα Παράδοσης.»

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.