Θ. Γέμτος στο Ράδιο ΕΝΑ: «Ανησυχούμε για την λειψυδρία αλλά κανείς δεν μας ακούει»

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ
Ανέφερε ο καθηγητής Γεωπονίας με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας

Ανησυχούμε εδώ και πολλά χρόνια αλλά κανείς δεν μας ακούει. Πλέον έφτασε ο κόμπος στο χτένι, άρχισε με καθυστέρηση να ανησυχεί η Ευρώπη και πλέον όλη η Ελλάδα, τόνισε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας σήμερα, ο Θεοφάνης Γέμτος καθηγητής Γεωργικής Μηχανολογίας του Τμήματος Γεωπονίας του Π.Θ. και μέλος της ομάδας πρωτοβουλίας για το υδατικό πρόβλημα. Επίσης είπε ότι δεν πήραμε στα σοβαρά τις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, ενώ κατηγόρησε τους πολιτικούς ότι δεν ενδιαφέρονται για τον πρωτογενή τομέα και δεν έχουμε αποφασίσει να φτιάξουμε μια πιο παραγωγική γεωργία.

Ο κ. Γέμτος μίλησε στο Ράδιο ΕΝΑ και τον Δημήτρη Καρεκλίδη και τόνισε ότι παλιότερα στα κεντρικά ΜΜΕ δεν γινόταν ποτέ αναφορά στη λειψυδρία, αλλά εδώ και έναν χρόνο έχουν αρχίσει να ανησυχούν, πρώτα για την Αθήνα, όπου έχει μαζευτεί ο μισός πληθυσμός της χώρας, ο κίνδυνος να μείνει χωρίς νερό είναι τραγικός και σωστά η ΕΥΔΑΠ και ο πρωθυπουργός άρχισαν να κάνουν σχέδια για το πώς θα εξασφαλιστεί το νερό στην Αθήνα.
Ο καθηγητής τόνισε ότι η προσπάθεια είναι να πάρουν δύο παραπόταμους του Αχελώου, να τους μεταφέρουν στον Μόρνο για να αυξηθούν τα αποθέματα νερού και να εξασφαλιστεί η υδροδότηση της Αθήνας.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σωστά σκέφτονται, γιατί η Αθήνα καταναλώνει περίπου 200 εκ. m3 τον χρόνο και αν κάνουν αυτή τη μεταφορά θα δημιουργήσουν ένα απόθεμα και θα λυθεί το πρόβλημα για τα επόμενα 15-20 χρόνια», τόνισε ο κ. Γέμτος.

«Δεν παίρναμε σοβαρά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»
Ο καθηγητής είπε ότι το άσχημο της ιστορίας είναι ότι δεν ξέρουμε τι θα προκύψει στο μέλλον. Πριν το 2020 κανείς δεν μπορούσε να προβλέπει ότι τόσο σύντομα θα υπάρχουν τέτοιες εναλλαγές του καιρού με τον Ιανό του 2020, Daniel και Elias το 2023, ξηρασίες, παγετούς που δημιουργούν τεράστια προβλήματα στις καλλιέργειες, που προέβλεπαν τα μοντέλα της κλιματικής αλλαγής αλλά κανείς δεν τα έπαιρνε στα σοβαρά.

Ο κ. Γέμτος εξέφρασε την άποψη ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας συνολικά, αδιαφορεί για τον πρωτογενή τομέα και αυτό είναι το πρόβλημα.
«Τα σχέδια διαχείρισης υδάτων υπάρχουν από το 2014 και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ένα σχέδιο για τα έργα που πρέπει να γίνουν, με προτεραιοποίηση και χρηματοδοτήσεις, παρά ημιτελή και παρατημένα έργα, ενώ λείπει μια πρόταση για μια αγροτική πολιτική που θα μπορούσε να δώσει εισόδημα στους αγρότες και στην ελληνική οικονομία», επισήμανε ο κ. Γέμτος.

Πολύ χαμηλός ο κύκλος παραγωγής
Όπως εξήγησε, ο μέσος κύκλος εργασιών ανά στρέμμα στη χώρα είναι 200 € και έχουμε μια χώρα με νερό, βουνά να γίνουν ταμιευτήρες και κόσμο να δουλέψει. Το Ισραήλ, τόνισε έχει κύκλο εργασιών 1200 €/στρέμμα, χωρίς το μικροκλίμα και τα της Ελλάδας, ενώ η Ολλανδία 1800 €/στρ.
Το λάθος είναι ότι δεν έχουμε αποφασίσει να φτιάξουμε μια παραγωγική γεωργία και μάλιστα όταν μας είπαν οι ολλανδοί να εγκαταλείψουμε το βαμβάκι και να πάμε σε οπωροκηπευτικά που έχουν πολλαπλάσιο εισόδημα μας κακοφάνηκε, ενώ το πρόβλημα στη χώρα μας είναι ότι οι πολιτικοί μας ενδιαφέρονται για κάτι άμεσο.
Όταν σε ένα υπουργείο αλλάζει ο υπουργός ακόμη και από την ίδια κυβέρνηση, καταργεί ότι έκανε ο προηγούμενος και αρχίζει από την αρχή για να παριστάνει ότι κάτι κάνει, ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γέμτος.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, ποτέ δεν έγινε ένα πρόγραμμα για παραγωγικότερη γεωργία, ενώ σε πρόγραμμα που έγινε για τα θερμοκήπια, δεν σκέφτηκαν που θα γίνουν και που θα πάνε τα προϊόντα.

«Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Εξωτερικών δεν έχουν κάνει καμία προσπάθεια να διερευνήσουν τις αγορές τι καταναλώνουν και τι θέλουν σε ποιότητα και με βάση τις αγορές αυτές, θα μπορούσαμε να κάνουμε ένα πρόγραμμα παραγωγής που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες», ανέφερε ο καθηγητής Γεωπονίας.

Αναφορικά με την επιμονή του περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Κουρέτα στην βαμβακοκαλλιέργεια, είπε ότι έχει ένα δίκιο και ένα άδικο. Το άδικο είναι ότι είχαμε κλωστοϋφαντουργία, η οποία κατέρρευσε και το ερώτημα είναι αν υπάρχει περίπτωση να ξαναγίνουν βιομηχανίες, τότε είναι λογικό να κρατήσουμε το βαμβάκι.
«Αν όμως δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, που εγώ προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα γίνει, δεν έχει κανένα νόημα να καλλιεργούμε βαμβάκι, που έχει χαλάσει η ποιότητά του, καθώς είναι μίγμα διαφόρων ποικιλιών που δεν νηματοποιείται εύκολα, ούτε και βάφεται καλά», τόνισε ο καθηγητής.
Ο κ. Γέμτος τόνισε ότι πρέπει να γίνει συζήτηση για το θέμα, καθώς παλιότερα είχαμε τις καλύτερες ποικιλίες και τιμές του κόσμου και πλέον έχουμε τις χειρότερες, καθώς με 0,40 € με μια παραγωγή κοντά στα 350 κ. βγάζει 150 € το στρέμμα και το κόστος παραγωγής είναι πάνω από 200 € και οι οπωρώνες ροδάκινων που γίνονται από τοπικές βιομηχανίες κομπόστα, έχουν τζίρο 1.500 €/στρ. χρήματα πέφτουν στην αγορά και αναζωογονούν τον τόπο, όπως ισχύει για τα αχλάδια και τη βιομηχανική τομάτα, όπως πρότειναν οι ολλανδοί.
Επίσης είπε ότι τα δένδρα μπορούν να παράγουν με 250 και 300 m3 νερό, όταν το βαμβάκι χρειάζεται 500, το καλαμπόκι 750 m3, άρμα μπορεί να γίνει εξοικονόμηση νερού με τα δένδρα.

Απόδοση ραδιοφωνικής συνέντευξης Ντίνος Στεργιόπουλος

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.
Γίνετε μέλος στο κανάλι Magnesianews στο Messenger για όλες τις τελευταίες ειδήσεις.