Για την Παναγία την Καναλιώτισσα

Μικρό οδοιπορικό του 1878 στα Μετέωρα, από τον Κ. Μαυρομμάτη

Η Παναγία η Καναλιώτισσα του νομού Καρδίτσας, έχει παλιά ιστορία που χάνεται στα βάθη των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Μερικά στοιχεία της ανέφερε ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής, Μεγάλου Μετεώρου, αρχιμανδρίτης Νήφων Καψάλης, ο οποίος την έφερε στον Ναό του Αγίου Δημητρίου Βόλου την περασμένη Κυριακή, για να πλαισιώσει τις εορταστικές εκδηλώσεις, που οργανώνονται με την ευκαιρία της πανήγυρης.

Το έθιμο της μεταφοράς της εικόνας κάθε χρόνο το 15αύγουστο στο χωριό Κανάλια Καρδίτσας, είναι επίσης πολύ παλαιό. Μέχρι και σήμερα ακόμη, μια ομάδα Καναλιώτών μεταβαίνει στα Μετέωρα και τη μεταφέρει στο χωριό, όπου γίνεται πάνδημη η υποδοχή της, κάπου μισό χιλιόμετρο έξω από τον οικισμό.

Μια τέτοια μεταφορά έγινε και το 1878, που την περιγράφει ο τότε δάσκαλος των Καναλίων της 5ετίας 1876 – 1881 Γεώργιος Σωτήρης σε ένα σύντομο οδοιπορικό, που διάσωσε ο εγγονός του γυμνασιάρχης Μάνθος Οικονόμου στα «Απομνημονεύματά» του (σελ. 35 – 38) σημειώνοντας τα εξής:

Τη 27η Ιουλίου 1878, ημέρα Πέμπτη, εκκινήσαντες εκ Καναλίων μετέβημεν εις τα Μετέωρα Μοναστήρια, όπου εις το Μοναστήριον Μετέωρον της θείας Μεταμορφώσεως φυλάττεται μικρά επάργυρος εικών της Παναγίας Θεοτόκου επονομαζομένη Καναλιώτισσα.

Οι μεταβάντες εις Μετέωρα είμεθα εν όλω εξ άνδρες: Ο γράφων τα παρόντα Γεώργιος Β. Σωτήρης, Νάσιος Μαυράκης, Γεώργιος Κρίκος, Λαμπράκης Μακρής, Γεώργιος Δημητρακάκης, Βασίλειος Παπαθεοδοσίου. Εις την όνον (γαϊδούραν) είχομεν περί τας 40 οκάδας φορτίον εν όλω, έλαιον, κηρόν, θυμίαμα και έναν ασκόν τυρού, ως 20 οκάδας. Φθάσαντες εις Μετεώρα ο Βασίλειος εξεφόρτωσε την όνον, διότι δική του ήτο και απέθηκε το φορτίον πλησίον της κλίμακος. Μετά την εκφόρτωσιν ήρχισε να φωνάζη: «Άγιε ηγούμενε, κυρ Πολύκαρπε». Συν τη φωνή εφάνη επί του πύργου ο ιερομόναχος Βενιαμίν. Εις τούτον είπεν ο Βασίλειος: «Απόλυσον τα σχοινία δεσίμων, ότι έχομεν φέρει διά το μοναστήριον». Αμέσως ο Βενιαμίν απέλυσεν εν χονδρόν σχοινίον, φέρον σιδηράν αρπάγην εις το άκρον. Εις την αρπάγην ο Βασίλειος προσέδεσε είκοσι οκάδας βάρος και έμεινε ο πλήρης τυρού ασκός. «Ξέρετε τι θα κάμω, να», είπεν ο Βασίλειος. «Θα δέσω το τυρί, τον ασκόν δηλαδή, χαλαρά ώστε όταν φθάση επάνω, μόλις ο Βενιαμίν απλώση το χέρι του, να πέσει το ασκί, να γελάσωμεν».

Κα αμ έπος αμ έργον. Εμείς τότε απεμακρύνθημεν από της θέσεως όπου ελογίζαμεν να πέση ο ασκός. Ο ασκός, όμως, κατέπεσεν επί της κεφαλής του Βασιλείου και διαρραγείς εις το μέσον κατεφόρτωσεν αυτόν. Όλοι τότε εμείς γελώντες και καγχάζοντες εφωνάξαμεν: «Συγχαρητήρια, Βασίλειε, εβγήκες ασπροπρόσωπος. Το επανοφώριόν του, το κόκκινον φέσι του η φουστανέλλα του και τα τραρούχια του είχον γεμίσει τυρί.

Ο Βενιαμίν, τότε απέλυσε το σχοινίον και άλλον ασκόν, εις ον ετέθη ο τυρός. Τότε ο Λαμπράκης Μακρής είπε: «Έλα Βασίλη δέσε και τούτο σαν το πρώτο και κάτσε κάτω να πέσει πάνω σου να γελάσωμεν πάλι». Ο Βασίλειος απεκρίθη: «Φθάνει, πολύ εγελάσατε». Τότε, μολον ότι έδεσε στρερεώτατα τον ασκόν, απεμακρύνθη, αλλά ο ασκός ανελκύσθη ασφαλώς. Έπειτα αρχίσαμεν την ανάβασιν. Υπάρχουσι δύο κλίμακες, η πρώτη, περιέχουσα είκοσι βαθμίδας, είναι στερεά η δε δευτέρα, άνωθι της στερεάς, είναι μετέωρος. Ταύτην οι εν τω μοναστηρίω ανασύρωσιν την νύκτα. Εγώ πρώτος αναβάς την στερεάν, επεχείρησα να αναβώ διά της μετεώρου, αλλ’ ιδών αυτήν κλονιζομένην εφοβήθην να ανέλθω δι’ αυτής και καταβάς ανελκύσθην διά του δικτύου.

Ανελθόντες άπαντες εμείναμεν μέχρι της 2ας Αυγούστου άτομα εν όλω δέκα ήτοι 6 εμείς, οι δύο ιερομόναχοι, Παρθένιος και Βενιαμίν, εις ιερομόναχος Αμφιλόχιος εξόριστος εκ Κωνσταντινουπόλεως, καλλίφωνος, άριστος ψάλτης και εις τρελός εκ Φαρσάλων, όστις είχεν οπωσδήποτε ιαθή. Ο ηγούμενος κυρ Πολύκαρπος, απουσίαζεν εις το κτήμα του μοναστηριού, το αγροτικόν χωρίον «Λόγκα». Ο ιεροδιάκονος Αμφιλόχιος έβαλεν αμέσως και έπλυνε τα ρυπωθέντα ενδύματα του Βασίλη, βοηθούμενος υπ’ αυτού…

Την 2αν Αυγούστου 1878 λίαν πρωί μετά την Θείαν Λειτουργίαν, λήξασαν μόλις υπέφωσκεν, εκκινήσαντες εκ Μετεώρων άπαντες ημείς μετά του ιερομονάχου Παρθενίου φέροντος την Αγίαν Εικόνα της Θεομήτορος, εφθάσαμεν εις Κανάλια μετά δεκάωρον πορείαν της 5ης μ.μ. Οι κάτοικοι τούτων, εξελθόντες εις την Βρωμόβρυσην, μας υπεδέχθησαν μετά φανών και λαμπάδων.Εισήλθομεν εις την εκκλησίαν, όπου μετά κατανύξεως εψάλη η Μεγάλη Παράκλησις και με’ αυτήν απήλθομεν έκαστος εις τα ίδια. Ο ιερομόναχος Παρθένιος με την Αγίαν Εικόνα της Θεομήτορος διενυκτέρευσαν εις την οικίαν του τότε πρωτοσυγγέλου Παρθενίου, από δε της επιούσης 3ης Αυγούστου ήρχισαν εις τα οικίας όλων των Καναλιωτών ο αγιασμός και οι παρακλήσεις κ.λπ. Την δε 4ην Σεπτεμβρίου, ημέραν Δευτέραν, λίαν πρωί μετά την εν εκκλησία ψαλείσαν παράκλησιν αναχώρησεν ο ιερομόναχος Παρθένιος μετά της Αγίας Εικόνος της θεομήτορος, επιστρέφων εις τα μετέωρα, μετ’ αρκετών δώρων και χιλίων πεντακοσίων γροσίων. Συμπρούπεμτον δε αυτήν μέχρι τα Βρωμοβρύσεως άπαντες σχεδόν οι κάτοικοι των Καναλίων.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.