Γυναίκες ηρωίδες στην πολιορκία και στην έξοδο του Μεσολογγίου

François-Émile de Lansac (1803-1890), «Η έξοδος του Μεσολογγίου» (Μετά το θάνατο του άντρα της, η γυναίκα σκοτώνει το παιδί της και αυτοκτονεί για να μη πέσουν στα χέρια των εχθρών). Μουσείο Ιστορίας και Τέχνης Δήμου Ι.Π. Μεσολογγίου
Της Μαρίας Σπανού

Ο στίχος του Διονυσίου Σολωμού «δεν τους βαραίνει ο πόλεμος αλλ’ έγινε πνοή τους κ’ εμπόδισμα δεν είναι στις κορασιές να τραγουδούν και στα παιδιά να παίζουν» συνοψίζει με μοναδικό τρόπο τη στάση των Μεσολογγιτισσών σε όλη τη διάρκεια της τετράχρονης πολιορκίας του Μεσολογγίου.
Η ζωή τους αδιατάρακτη μέσα και γύρω από την πολεμική βοή και αντάρα. Παρούσες στα ανελέητα σφυροκοπήματα των κανονιών, τα μικρά και μεγάλα ρεσάλτα των εχθρικών φουσάτων• συχνά μέσα σε θρήνους, αίματα και αγγέλους που προοιώνιζαν θάνατο. Και ’κείνες απτόητες να ζουν με τις κάθε λογής λαβωματιές τους, νηστικές και εξαντλημένες. Και, παρά το κακό, εξακολουθούσαν ν’ αγαπιούνται, να παντρεύονται, να ταρταρίζουν τα παιδιά τους, να φροντίζουν το νοικοκυριό, να κάνουν φιλίες, να προσκυνάνε τα ιερά και τα όσια και να μην εξαιρούν τίποτε από την καθημερινότητά τους. Συνάμα, να γιατροπορεύουν και να παρηγορούν τους άρρωστους και τους τραυματίες. Να προστρέχουν για βοήθεια στα καραούλια ή να σχηματίζουν με το σώμα τους ζωντανή αλυσίδα, από την πόλη ως τα τείχη της, για να μεταφέρουν ευκολότερα όχι μόνο τροφή στους αγωνιστές αλλά και ξύλα, πέτρες και όσα εκείνοι χρειάζονταν• και με την τσάπα και το φτυάρι να παίρνουν χώμα από τα λαγούμια που έσκαβαν και χέρι με χέρι να το μεταφέρουν ώστε να χαμηλώνουν τα υψώματα της πολιορκίας.
Μακρύς ο κατάλογος των γυναικών που έπεσαν νεκρές από τις ομοβροντίες των εχθρών, ιδίως στους πρώτους μήνες της πολιορκίας, που για να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους, αντί να στρέφουν το πυρ στα πυροβολεία των προμαχώνων, το έστρεφαν στις συνοικίες της πόλης. Μακρύς και ο κατάλογος των κοπιαστικών υπηρεσιών τους, που αντέταξαν στους κινδύνους, την εξαθλίωση, στα ρημαγμένα σπίτια και τις άφατες ταλαιπωρίες τους. Τσακισμένες αλλά όρθιες, μ’ ένα και μοναδικό σκοπό. Να μη μείνουν αμέτοχες στην υπόθεση της ελευθερίας. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα του ποιήματος «Τα νιάτα της γιαγιάς» που έγραψε ο Κωστής Παλαμάς: «Στις πολεμίστρες ξενυχτούν, άντρες, παιδάκια, όλοι. Κι όσες γυναίκες μένουνε μαζί μας στην πατρίδα, όλα τ’ αφήνουν κι έχουνε μονάκριβη φροντίδα να τρέχουν να μοιράζουνε ρακί, νερό, φουσέκια· και λες πως είναι άγγελοι οπού φορούν γυναίκεια» (Το ποίημα πιστεύεται ότι αποτελεί αφιέρωμα του ποιητή στη συμπατριώτισσά του Μεσολογγίτισσα Τασούλα Γυφτογιάννη).
Επάξια ο Σολωμός στο ποιητικό του σύνθεμα «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» στόλισε την ηρωική στάση των Μεσολογγιτισσών με εκείνο το «Ψυχή μεγάλη και γλυκειά, μετά χαράς στο λέω: Θαυμάζω τις γυναίκες μας και στ’ όνομά τους μνέω». Επίσης, φιλέλληνες πολεμιστές του Μεσολογγίου, απαθανάτισαν ατέλειωτες σκηνές βομβαρδισμών με θύματα γυναίκες. Το ίδιο και ο ήρωας Ελβετός γιατρός Ζαν Ζακ Μάγερ (1796-1826), εκδότης των «Ελληνικών Χρονικών» στο Μεσολόγγι, ο οποίος είχε παντρευτεί τη Μεσολογγίτισσα Αλτάνα Γριλλινού Ιγγλέζου, γυναίκα που πέρασε στην αιωνιότητα ως άγγελος περίθαλψης αρρώστων και τραυματισμένων. Από τις τόσες γυναίκες του Μεσολογγίου, λίγα ονόματα, δυστυχώς, διασώθηκαν στις πηγές για τις ηρωικές τους πράξεις. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται: η αγέρωχη Μάρω αδελφή του Μάρκου Μπότσαρη, η ψύχραιμη Ελένη Σταθή, η Tασούλα Παπαδιά, κόρη του Ιωάννη Κουρκουμέλη, η οποία προτίμησε το θάνατο από την ατίμωση μπήγοντας τη χατζάρα του Ιμπραήμ στο στήθος της, η Διαμάντω, η γυναίκα του Κώστα Διαμάντη Τζαβέλλα και η Αλεφάντω, η οποία αψηφώντας τους κινδύνους, εμψύχωνε τους άνδρες στον αγώνα. Όταν έγινε η έξοδος, πολέμησε ανδρεία. Συνελήφθη μαζί με την κόρη της, οδηγούμενη στην Αλεξάνδρεια και για πολλά χρόνια είχε μαρτυρική ζωή. Το ίδιο και η Σουλιώτισσα παρακόρη των Μάγερ Σάνα, η Πιτούλαινα, η Ευγενία Δ. Καρκαβίτσα, η Χρυσάϊδω Δεληγιώργη, η Βασιλική Κίτσου Τζαβέλλα, η Θεοδώρα Χρυσικοπούλου, η Χρυσάϊδω Καραγγέλη, η Χρυσάνθη Βορίλα και άλλες εξοδίτισσες.
Οι γυναίκες αυτές υπέμειναν τον λιμό της πόλης με πρωτοφανή εγκαρτέρηση• Στην ομόφωνη απόφαση της ηρωικής εξόδου θανάτου και όχι υποταγής (10 Απριλίου 1826), αρκετές γυναίκες αποφάσισαν ψύχραιμα να ακολουθήσουν για να αποφύγουν την αιχμαλωσία και να σωθούν μαχόμενες. Δέχτηκαν τη λύση αυτή σαν να ήταν ο καθαρμός τους. Άνοιξαν τα μπαούλα τους, έβγαλαν τα γιορτινά τους και τα φόρεσαν για τη μεγάλη στιγμή. Έδωσαν και στους άνδρες τους ρούχα καθαρά να φορέσουν για να’ ναι καθαροί και περιποιημένοι την ώρα που θ’ αντιμετωπίσουν το θάνατο! Ως και τα κρεβάτια τους μαζί με τα στρωσίδια τους έβγαλαν έξω στους δρόμους, βάζοντάς τα φωτιά για να μην πέσει τίποτα στα χέρια των Τούρκων. Έβλεπες, γράφει ο αγωνιστής και ιστορικός της Επανάστασης Νικόλαος Κασομούλης, έναν αγώνα προετοιμασίας. Όλοι χαιρότανε που θα έβγαιναν έξω αλλά κανένας δεν έβαζε στο νου του τον θάνατο.
Την ώρα της ετοιμασίας η γυναίκα του γερο-Καψάλη πεθαίνει από συγκίνηση. Ο ίδιος παρηγορούταν ότι έτσι γλίτωσε και δεν θα έβλεπε τις συμφορές που θ’ ακολουθούσαν. Ύστερα ανατίναξε τη μπαρουταποθήκη, αφού πρώτα έβαλε διαλεχτές κοπέλες στα παράθυρα, από εκείνες που είχαν αποφασίσει να μην ακολουθήσουν την έξοδο, για να τις δουν οι Τούρκοι, να τρέξουν προς αυτές και εκεί στο μεγάλο τους συγχρωτισμό, εκείνος έβαλε φωτιά καίγοντας αρκετούς από αυτούς. Η ώρα της εξόδου πλησίασε. Κάποιες γυναίκες ντύθηκαν με ρούχα αντρίκια, και οπλισμένες βγήκαν. Όσες κατάγονταν από το Σούλι ήταν πιο εξοικειωμένες με τ’ άρματα. Στην ερώτηση, γιατί οι Μεσολογγίτισσες επέλεξαν να ενδυθούν με ρούχα αντρικά, απάντησε εύστοχα ο Γάλλος ιστορικός Φάμπρ: «Οι Ελληνίδες ντύθηκαν αντρικά, ώστε αν δεν μπορούσαν να διαφύγουν τον εχθρό, να φονευθούν τουλάχιστον απ’ αυτόν, εκλαμβανόμενες ως άντρες πολεμιστές».
Αυτές που φόρεσαν αντρίκια ρούχα από την υποβολή της περιβολής προχωρούσαν με βήμα στρατιωτικό, κρατώντας στο ένα χέρι το μωρό και σ’ άλλο το σπαθί. Οι άοπλες μπήκαν στη μέση της φάλαγγας μαζί με τα παιδιά τους. Μετά από τον πρώτο τράκο κοντά στις τάπιες και μη βρίσκοντας οι εξοδίτες κάποιο καταφύγιο έτρεξαν προς τη θάλασσα. Στη μεγάλη απόγνωση, άλλες βρήκαν το θάνατο από τους αγωνιστές, που προτίμησαν οι ίδιοι να δώσουν τέλος στη ζωή των συζύγων και των παιδιών τους, παρά να πέσουν στα χέρια του εχθρού. Άλλες τσαλαπατήθηκαν άγρια από τους εχθρούς, άλλες ρίχτηκαν στη φωτιά και άλλες έτρεξαν ολοφυρώμενες, γράφει ο φιλέλληνας Αμερικανός γιατρός Σάμουελ Χάου, στη λιμνοθάλασσα για πρόσκαιρη ασφάλεια με τα παιδιά στην αγκαλιά• «μερικές «σπεύδουν προς τη μεγάλη δεξαμενή, ρίχνουν σ’ αυτήν τα παιδιά τους και πνίγονται. Αλλά ύστερα από λίγο τα πηγάδια γέμισαν και μερικές τρέχουν στα βαθειά μέρη της λίμνης να βρουν άσυλο». Αλλοίμονο όμως. Γρήγορα οι Τούρκοι τις αντιλήφθηκαν και άρχισαν το κυνηγητό μέσα στο νερό. Οι περισσότερες εγκλωβίστηκαν στο αδιέξοδο και «υπέπεσαν εις την πόλιν», όπως εξαιρετικά περιγράφει ο Δημήτριος Αινιάν: «Αι φωναί και οι θρήνοι των αιχμαλωτιζομένων γυναικών και παιδιών, αι κραυγαί και ο θόρυβος των ανδρών, ο ήχος των συγκρουομένων ξιφών και μαχαιρών και ο αδιάκοπος πυροβολισμός εν τω μέσω των οδών εις τας οικίας, εις το προαύλιον, όλα ταύτα κατέσταινον φρικωδεστάτην σκηνήν της οποίας πάσα περιγραφή είναι κατωτέρα της πραγματικότητος». Αυτές οι γυναίκες είχαν την ίδια φρικτή τύχη, όπως και οι άνδρες της εξόδου. Ορισμένες πέθαναν πολεμώντας ή υπέκυψαν στη λιμοκτονία• άλλες αιχμαλωτίστηκαν από τους πολιορκητές, υποφέροντας τα πάνδεινα. Άλλες χάθηκαν για πάντα. Ελάχιστες κατάφεραν να σωθούν, μόνο δεκατρείς, υποστηρίζει ο Κασομούλης, που περιπλανήθηκαν στη συνέχεια στους ερειπωμένους τόπους, μη μπορώντας να σβήσουν από πάνω τους ποτέ τη μνήμη του χαλασμού. Μεταξύ αυτών και η Μεσολογγίτισσα Τασούλα Γυφτογιάννη, φωτεινό παράδειγμα του γυναικείου μεγαλείου στην εποποιία του Μεσολογγίου.
Τέτοιες μέρες, φορτισμένες από την 198η επέτειο από την Έξοδο των Ελεύθερων Πολιορκημένων, θεωρώ ότι πέρασαν δικαιωμένες στη συλλογική μνήμη -και ισάξια με τους άνδρες ήρωες- αυτές οι γυναίκες. Ηρωίδες, που ακολουθώντας τη μοίρα των γυναικών όλων των εποχών, καταδικάστηκαν, πρωτύτερα, να ζουν αόρατες, έστω και εάν έδρασαν μπροστά στα μάτια όλων, επειδή όχι μόνον η Ανατολή αλλά και η Δύση έτρεφε επί πολλά χρόνια μια διακριτική αλλά εξίσου περιφρόνηση για τις γυναίκες, παραβλέποντας τους κοινωνικούς τους αγώνες. Αιωνία τους η μνήμη! (το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο της Μ.Σπανού, Μικρό δοξαστικό σε άγνωστες ηρωίδες της Επανάστασης του 1821: Η Μεσολογγίτισσα Τασούλα Γυφτογιάννη, έκδοση του Λυκείου των Ελληνίδων Βόλου, 2021, ως μικρή συμβολή στον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821).

Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Αινιάν Δημήτριος, Απομνημονεύματα, τόμ. 7ος, σειρά Τσουκαλά, Αθήναι 1956.
Αρχεία Γ.Α.Κ. Αιτωλοακαρνανίας και Δήμου Ι.Π. Μεσολογγίου.
Αuguste Fabre, Histoire du siège de Missolonghi: Suivie de pièces justificatives, (εκδ.) Μοutardier éditeur, Paris (1827), σ. 3-4, στο: https://anemi.lib.uoc.gr.
Κασομούλης Νικόλαος, Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833, εισαγωγή και σημειώσεις υπό Γιάννη Βλαχογιάννη, τόμ.2, Αθήναι 1941.
Κολόμβας Νικόλαος Α., Η Εποποιΐα της Κλείσοβας (25 Μαρτίου 1826), έκδοση Συλλόγου Ιστορικών Μελετών Ιερού Αγώνος εις Στερεάν Ελλάδα, Αθήνα 1994.
Ξηραδάκη Κούλα,Γυναίκες του 21, προσφορές ηρωισμοί και θυσίες, εκδ. Δωδώνη, αθήνα-Γιάννινα, 1995.
Παλαμάς Κωστής, «Τα νιάτα της γιαγιάς», περ. Εστία. Τεύχ. 428/11.3.1884.
Παρρέν Καλλιρρόη, Εφημερίς των Κυριών, τεύχ. 171/24.6.1890.
Σπυρομίλιος, Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826, εκδίδονται υπό Ιω. Βλαχογιάννη, πατριωτική χορηγία Εμ. Α. Μπενάκη, Τυπογραφείον Σ. Κ. Βλαστού, Αθήναι 1926.
Φλεριανού Αικ., «Η έξοδος του Μεσολογγίου-Χρονικό της εξόδου», εφ. Ελευθεροτυπία, περιοδικό Ιστορικά «Η έξοδος του Μεσολογγίου», τεύχ. 180/ 10.4.2003.
Χάου Σάμουελ, Ημερολόγιον από τον αγώνα 1825-1829, επανέκδοση Νότη Καραβία, Αθήνα 1971.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.