Ο Νεομάρτυς Άγιος Απόστολος ο Νέος 

OLYMPUS DIGITAL CAMERA
ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ
Γράφει ο Δρ Θεολογίας Απόστολος Ν. Ζαχαρός 

Ο Άγιος Απόστολος ο Νέος καταγόταν από μια κωμόπολη του Πηλίου, τον άγιο Λαυρέντιο, όπως πληροφορούμαστε πρώτα απ’ όλα από τις δύο παλαιότερες σωζόμενες τοιχογραφίες του αγίου . Γεννήθηκε το 1667, όταν βασίλευε ο Σουλτάνος Μεχμέτ το Δ ́ (1642-1693), περίοδος κατά την οποία η περιοχή του Βόλου βρισκόταν υπό τον τουρκικό ζυγό.

Προερχόταν από μια φτωχή και τίμια οικογένεια. Ο πατέρας του ονομαζόταν Κωνσταντίνος Σταματίου και η μητέρα του Μέλλω, άνθρωποι ιδιαίτερα ευσεβείς. Ο άγιος έχασε σχετικά νωρίς τους γονείς του, καθώς αποβίωσαν και οι δύο όταν εκείνος είχε φτάσει στο 15ο έτος της ηλικίας του. Προκειμένου να καταφέρει να επιβιώσει, ο άγιος Απόστολος κατέφυγε το 1682 στην Κωνσταντινούπολη, όπου και ξεκίνησε να εργάζεται ως υπάλληλος σε μια ταβέρνα επί τέσσερα περίπου έτη.

Κατά το διάστημα που ο άγιος εργαζόταν στην Πόλη, στο χωριό του, τον άγιο Λαυρέντιο, όπως και σε όλο το Πήλιο, που βρισκόταν υπό τουρκική κατοχή, οι κάτοικοι υπέφεραν λόγω της υψηλής φορολογίας που τους επιβαλλόταν από τους Τούρκους διοικητές, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς να καταφτάσουν στην Πόλη και να διαμαρτυρηθούν, πράξη μάλλον μάταιη. Όταν επέστρεψαν στον άγιο Λαυρέντιο συνελήφθησαν από τον Βοεβόδα της περιοχής, στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και φυλακίστηκαν ως προδότες, ενώ κάποιοι άλλοι ομοιοπαθείς συμπατριώτες τους έσπευσαν στην Πόλη να τους βοηθήσουν.

Τι σχέση όμως μπορεί έχουν τα παραπάνω γεγονότα με τον άγιο Απόστολο. Ο άγιος, παρόλο που βρισκόταν σε ένα κοσμικό περιβάλλον, δεν είχε απομακρυνθεί καθόλου από τον Χριστό. Εκκλησιαζόταν συχνά, αγαπούσε τον Χριστό, απείχε από κάθε πειρασμό και αμαρτωλή κατάσταση και ήταν πρόθυμος να συνδράμει τον συνάνθρωπό του. Σε εκείνον, λοιπόν, κατέφυγαν οι συμπατριώτες του, προκειμένου να βοηθήσουν με κάποιον τρόπο εκείνους που είχαν άδικα φυλακιστεί. Ο άγιος Απόστολος, ευθύς αμέσως και με μεγάλη προθυμία επισκέφτηκε τον Γιουσούφ Αγά και υποστήριξε σθεναρά το δίκαιο των συμπατριωτών του, καταγγέλλοντας την άδικη φυλάκισή τους. Ο Γιουσούφ όμως, επηρεασμένος από τον Βοεβόδα, θύμωσε με τον άγιο που υπερασπιζόταν τους προδότες και αφού συνέλαβε και τον ίδιο, διέταξε να τον παραδώσουν στον Βοεβόδα με σκοπό να τον τιμωρήσει.

Τα πράγματα εξελίχθηκαν ακριβώς όπως θα ανέμενε κανείς, εντός του πλαισίου μιας τόσο σκληρής για τη χριστιανοσύνη και τον ελληνισμό εποχής. Ο άγιος Απόστολος φυλακίστηκε από τον Βοεβόδα, ο οποίος, μάλιστα, λόγω της μανίας του, απαίτησε από εκείνον να του αποδώσει φόρους για τα τέσσερα χρόνια που απουσίαζε από τον άγιο Λαυρέντιο. Όπως προαναφέρθηκε, ο άγιος προερχόταν από φτωχή οικογένεια και είχε καταφύγει στην Πόλη προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην, οπότε δεν είχε χρήματα, αλλά μόνο το πατρικό του σπίτι που του είχε απομείνει στον άγιο Λαυρέντιο. Το πατρικό του προσέφερε στον Βοεβόδα αντί χρημάτων και εκείνος, ως φιλοχρήματος, ευχαριστήθηκε τόσο που αποφάσισε να ελευθερώσει τον άγιο.

Φαίνεται, όμως, ότι ο άγιος έμελλε να στεφθεί με το μαρτυρικό στέφανο και να γευτεί τη χάρη του Θεού κατά νεαρό της ηλικίας του. Ένας γέρος συντοπίτης του, φρόντισε να μεταβάλλει την απόφαση του Βοεβόδα, λέγοντάς του ότι ο άγιος υπήρξε ο πραγματικός υποκινητής της όλης υπόθεσης και σε περίπτωση που θα τον άφηνε ελεύθερο, εκείνος θα τον κατήγγειλε στη Βασιλομήτορα.

Κατόπιν τούτων, ο Βοεβόδας διέταξε, όχι μόνο να μην απελευθερώσουν τον άγιο Απόστολο, αλλά να τον βασανίσουν άγρια,όπως και έγινε για αρκετές ημέρες. Όταν κάποτε κατάφερε να λύσει τις αλυσίδες από το ένα του πόδι και επιχείρησε να αποδράσει, έγινε, δυστυχώς, αντιληπτός. Βασανίστηκε, τότε, από τον ίδιο το Βοεβόδα, ο οποίος τον χτυπούσε με ένα τσεκούρι. Τέτοιος χριστιανός ήταν, όμως, ο νέος, που παρόλα τα βασανιστήρια που δεχόταν, δεν σταματούσε στιγμή να προσεύχεται στο Θεό και λαμβάνοντας θάρρος και χάρη από την πίστη του, απευθύνθηκε στον Βοεβόδα, ρωτώντας τον γιατί τον βασανίζει, αφού γνωρίζει ότι ο άγιος είναι πολύ τιμιότερος από υπηρέτες του, αλλά και από τον ίδιο.

Αφού άκουσε αυτά ο Βοεβόδας, έπειτα από μια έντονη στιχομυθία με τον άγιο, διέταξε να του κάνουν περιτομή, ώστε να γίνει μωαμεθανός. Εκείνος αντιστάθηκε σθεναρά, φωνάζοντας ότι είναι χριστιανός και δεν θα αλλάξει ποτέ την πίστη του, ενώ αυτοί προσπαθούν να τον αντικρούσουν παραποιώντας τα λόγια του, με σκοπό να καταλήξουν στο γεγονός ότι απαρνήθηκε τη χριστιανική πίστη και ασπάστηκε τον μωαμεθανισμό. Ο άγιος, ωστόσο, προτιμά 1 χίλιες φορές να χάσει τη ζωή του, παρά να αρνηθεί τον Χριστό. Η επιμονή και η αντίσταση του αγίου ήταν τέτοιες που ακόμη και εκείνοι απορούσαν. Τον βασάνισαν φρικτά, τον χτύπησαν, τον μαστίγωσαν και τον ξαναπέταξαν στη φυλακή.

Δεν έμεινε, όμως, για πολύ στη φυλακή. Ακολούθησε περιφορά του αγίου στους διάφορους άρχοντες, διαδικασία κατά την οποία φρόντιζαν να τον χλευάζουν, κατηγορώντας τον ότι αποκήρυξε τον μωαμεθανισμό. Οι άρχοντες προσπάθησαν με τη σειρά τους να δελεάσουν το νεαρό άγιο. Του έταξαν αξιώματα, τιμές και πλούτη, συνήθης τακτική των μωαμεθανών, όπως αναφέρθηκε και σε άλλο σημείο. Ο άγιος Απόστολος πράττει ξανά όλα εκείνα που έπραξε όταν τον βασάνιζαν. Ομολογεί την πίστη του στο Χριστό χωρίς φόβο, χλευάζει και περιφρονεί τους άπιστους.

Παρόμοια επιμονή με τον άγιο επιδεικνύουν και οι μωαμεθανοί. Τον οδηγούν στη συνέχεια τον μεγάλο βεζύρη, τον Καρά Μουσταφά Πασά, ο οποίος επίσης προσπαθεί να τον πείσει να αλλαξοπιστήσει, αρχικά με κολακευτικά λόγια και έπειτα με υποσχέσεις για πλούσια δώρα.

Η αμετακίνητη πίστη του αγίου στο Χριστό, που πηγάζει από τα ξεκάθαρα και θαρραλέα λόγια του, είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακή. Απευθυνόμενος στον βεζύρη και σε όλους τους παρευρισκόμενους, τους προτρέπει να πράξουν γρήγορα όσα σκοπεύουν. Δηλώνει πρόθυμος να δεχθεί για τον Χριστό οποιοδήποτε είδος θανάτου, συμβάλλοντας μάλιστα και ο ίδιος έμπρακτα προς περάτωσή του. Αν θέλουν να τον κάψουν, ο ίδιος θα μαζέψει τα ξύλα και θα ανάψει τη φωτιά, ο ίδιος θα ετοιμάσει τη θηλιά του απαγχονισμού του, ο ίδιος θα ακονίσει το ξίφος που θα τον αποκεφαλίσει.

Η ακατανόητη, για τον βεζύρη, στάση του αγίου, τον εξόργισε ιδιαίτερα. Μαστιγώνεται άγρια, ρίχνεται ξανά στη φυλακή, όπου βασανίζεται καθ’ όλη τη νύχτα. Αντέχει όμως τα φρικτά βασανιστήρια, τα υπομένει με προσευχή και με πίστη στους λόγους του Σωτήρα Χριστού.

Βλέποντας την αξιοθαύμαστη στάση του αγίου Αποστόλου από τη μία πλευρά, και από την άλλη κάθε ελπίδα τους να χάνεται, ο βεζύρης αποφασίζει να θανατώσει τον άγιο, θάνατος ο οποίος θα επέλθει με αποκεφαλισμό. Το επόμενο πρωί, Δευτέρα 16 Αυγούστου 1686, ο άγιος οδηγείται στον τόπο εκτελέσεώς του από έναν ανώτερο αξιωματικό, λίγους στρατιώτες και εκείνον που πρόκειται να τον εκτελέσει. Παρόλο που όλη τη νύχτα βασανιζόταν, παρόλο που κατά την πορεία προς το μαρτυρικό του τέλος χλευάζεται και βασανίζεται ακόμη, ο άγιος δείχνει ευτυχής. Γνωρίζει ότι η πορεία του έχει κατεύθυνση τον Χριστό.

Τόπος εκτελέσεως του αγίου ήταν η πύλη του σημερινού Γενί-Τζαμί. Φθάνοντας εκεί, ο άγιος γονάτισε και έσκυψε το κεφάλι του περιμένοντας το τέλος. Οι στρατιώτες προσπάθησαν και πάλι ανεπιτυχώς να τον κάνουν να αλλάξει γνώμη, ακόμη και την ύστατη στιγμή. Ο εκτελεστής χτυπά τρεις φορές με το ξίφος του, τρία χτυπήματα στο λαιμό του αγίου, τα οποία σκόπιμα παρατείνουν τον βασανισμό και το μαρτύριό του και έπειτα, κρατώντας τα μαλλιά του, τον αποκεφαλίζει. Με αυτόν τον τρόπο, ο άγιος Απόστολος, δέχθηκε το μαρτυρικό τέλος και στεφανώθηκε με τη χάρη του Κυρίου.

Πιστοί χριστιανοί παρακολουθούσαν από παράμερα το μαρτυρικό τέλος του αγίου. Τότε συνέβη γεγονός αξιοθαύμαστο. Ένα απόκοσμο φως σε σταυρικό σχήμα κατήλθε από τον ουρανό και σταμάτησε πάνω από το λείψανο του αγίου Αποστόλου, γεγονός που κατέστησε φανερή την ευαρέσκεια του Θεού για τον μάρτυρά του και την αποδοχή του μαρτυρίου του. Το θαυμαστό σημείο εθεάθη από πιστούς χριστιανούς, απίστους, αλλά και τον δήμιο και τους στρατιώτες. Όταν οι στρατιώτες προσπάθησαν να εμποδίσουν το πλήθος που είχε μαζευτεί γύρω από το λείψανο του αγίου, δεν είδαν κανέναν, αξιοθαύμαστο και πάλι γεγονός. Φοβούμενοι μήπως οι χριστιανοί κλέψουν το λείψανο για να το θάψουν και να το τιμούν, το πέταξαν στον Κεράτιο κόλπο, διατηρώντας μόνο την κεφαλή του, την οποία μετέφεραν στο παλάτι ως πειστήριο εκτελέσεως των διαταγών των ανωτέρων.

Οικουμενικός Πατριάρχης εκείνο το διάστημα ήταν ο Διονύσιος ο Δ ́- ο οποίος όταν πληροφορήθηκε τα γεγονότα, ζήτησε να αποδοθεί η κεφαλή του αγίου στο Πατριαρχείο, ώστε να πράξουν τα νενομισμένα από τη θρησκεία. Η Αγία κάρα τελικά παραδόθηκε στο Πατριαρχείο, και εν συνεχεία από το Πατριαρχείο στους χριστιανούς εκείνους που είχαν παρακολουθήσει το μαρτύριο του αγίου, αλλά και τα θαυμαστά γεγονότα που είχαν ακολουθήσει μετά το θάνατό του. Το λείψανο τοποθετήθηκε σε ασημένια λειψανοθήκη και κατετέθη στον Ιερό Ναό αγίου Δημητρίου Ταταούλων, όπου και βρισκόταν μέχρι και το 1795.

Το 1795, ο Μητροπολίτης Σελευκείας Δοσίθεος, ο οποίος ήταν και συντοπίτης του αγίου Αποστόλου του Νέου, έστειλε το λείψανό του στον τόπο καταγωγής του στο Πήλιο, εκεί όπου βρισκόταν και η πατρική του οικία, στον άγιο Λαυρέντιο. Στο σημείο ακριβώς της πατρικής του οικίας επιθυμούσε ο Δοσίθεος να αναγερθεί ναός προς τιμήν του αγίου Αποστόλου. Τη μεταφορά, αλλά και την παράδοση του λειψάνου στους συμπατριώτες του αγίου ανέλαβε ο Σταμούλης Κέκιας, άνθρωπος του συγγενικού περιβάλλοντος του Δοσιθέου. Οι συμπατριώτες του αγίου τοποθέτησαν το λείψανό του στον Ιερό Ναό του αγίου Αθανασίου, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1800, οπότε και οικοδομήθηκε ο ναός προς τιμήν του αγίου, έπειτα από πολλές δυσκολίες που συνάντησαν, όσοι ασχολήθηκαν με το εγχείρημα

Σημείωση: Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο: Απόστολος  Ν.. Ζαχαρός, «Ο Άγιος Νεομάρτυς Απόστολος ο Νέος»,  Εκδόσεις ΕΠΕΚΤΑΣΗ  Κατερίνη 2004.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.
Γίνετε μέλος στο κανάλι Magnesianews στο Messenger για όλες τις τελευταίες ειδήσεις.