Ο Ευεργετισμός αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας. Η ιδεολογία του απαντά ήδη από την αρχαιότητα με τον γνωστό θεσμό των λειτουργιών που είχε θεσπίσει η αθηναϊκή Δημοκρατία. Συνεχίστηκε στους τελευταίους αιώνες και μάλιστα η νεότερη Ελλάδα στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτούς. Τόσο στην ύστερη τουρκοκρατία όσο και στο νεοελληνικό κράτος οι δωρεές τους αφορούν ζωτικούς τομείς της δημόσιας ζωής: εκπαίδευση, υγεία, εκκλησία, κοινωνική πρόνοια, πολιτισμό, έργα υποδομής. Οι ευεργέτες χρηματοδότησαν τις οικονομικές δομές, καθώς και τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς θεσμούς του κράτους, υποκαθιστώντας την αδυναμία κρατικής πρόνοιας και την έλλειψη των αντίστοιχων οικονομικών πόρων.
Η Μαγνησία ανέθρεψε πολλούς ευεργέτες και πολλές ευεργέτιδες και θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι μετά την Ήπειρο είναι από τους τόπους που σεμνύνονται για το θέμα αυτό. Η προσφορά τους απαντά πριν από την απελευθέρωση, από τα τέλη της τουρκοκρατίας, όταν, κυρίως από το 1770 δημιουργούνται οι ελληνικές παροικίες. Από τα τέλη του 18ου αιώνα οι υπόδουλοι Έλληνες, ακολουθώντας το μεταναστευτικό ρεύμα της εποχής, ταξιδεύουν και εγκαθίστανται στο Παρίσι, Άμστερνταμ, Μόναχο, Βιέννη, Βουδαπέστη, Βουκουρέστι, Τεργέστη, Μασσαλία, Λιβόρνο κ.α.
Η ελληνική Διασπορά εξακολούθησε να είναι ανθηρή και πολύ ζωτική ακόμη και μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Οι Έλληνες της Αιγύπτου ήταν το πολυπληθέστερο ξένο στοιχείο και λειτούργησαν ως υποκατάστατο της ανύπαρκτης αιγυπτιακής αστικής τάξης. Πολλοί από αυτούς υπήρξαν ισχυροί παράγοντες εκεί και διαδραμάτισαν έναν ηγεμονικό ρόλο στην αιγυπτιακή κοινωνία.
Η Αίγυπτος αποτέλεσε δημοφιλή προορισμό και για τους Πηλιορείτες από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Εκεί δραστηριοποιήθηκαν κυρίως στους τομείς της γεωργίας, του εμπορίου, της βιομηχανίας και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Παράλληλα είχαν έντονο το αίσθημα της εθνικής ταυτότητας και συνείδησηςκαι με κάθε ευκαιρία καλλιεργούσαν και συντηρούσαν μια δυνατή σύνδεση με την πατρίδα, όχι μόνο τη γενέθλια, και υπήρξαν παρόντες στους εθνικούς αγώνες.Εξίσου δυνατό ήταν το αίσθημα του νόστου. Ο πατριωτισμός, το μέγεθος της εθνικής και κοινωνικής τους συνείδησης, η αγάπη για τη γενέτειρα και η μέριμνα για τους συμπατριώτες τους ενγένει και όχι μόνο τη στενή τους οικογένεια, διαπιστώνεται και μέσα από τα κείμενα των διαθηκών τους, που είναι οι τελευταίες τους σκέψεις.
Ο Ομ. Καθηγητής κ. Δημήτρης Παντελοδήμος στη μνημειώδη μελέτη του για τους Μαγνησιώτες Ευεργέτες τους διακρίνει σε τρεις κατηγορίες:Εθνικούς ευεργέτες, των οποίων η ευεργεσία ξέφευγε από τα τοπικά όρια και αφορούσε ολόκληρο το έθνος, όπως ο Πανταζής Βασσάνης που χρηματοδότησε την ανέγερση της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, ο Αλέξανδρος Πάντος την ίδρυση της Παντείου Σχολής, ο Δημήτριος Σισιλιάνος που δώρισε στο ελληνικό κράτος το κτήριο της ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον.Διακρατικούς ευεργέτες, που ευεργέτησαν εξίσου τη γενέτειρά τους και τις ελληνικές κοινότητες και τα ιδρύματα στις χώρες όπου δραστηριοποιήθηκαν επιχειρηματικά, όπως οι Αχιλλόπουλοι. Τοπικούς ευεργέτες, στους οποίους ανήκει η συντριπτική πλειοψηφία και η δράση τους περιορίζεται στη γενέτειρά τους και στην ευρύτερη περιοχή της.
Οι δωρεές βέβαια δεν είναι όλες ίσες μεταξύ τους γιατί δεν είναι ίδια η οικονομική επιφάνεια όλων των δωρητών.Οι ευεργέτες δεν ήταν όλοι του μεγέθους των Κασσαβέτη, Κυριαζή, Αχιλλόπουλων, Αθανασάκη, Καρτάλη κ.ά. Ωστόσο, κοινό χαρακτηριστικό είναι η διάθεση προσφοράς και η επιθυμία να αφήσουν κάτι στην προσφιλή πατρίδα τους, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. «Η αξία κάθε δωρεάς μετριέται με τη φλόγα που είχαν στην καρδιά τους» και όχι με το μέγεθος, κατά τον κ. Παντελοδήμο.
Κι εδώ μπορεί να υπάρξει ο αντίλογος ότι τα κίνητρα και οι στόχοι των ευεργετών δεν είναι πάντα ανιδιοτελή, καθώς μπορεί να κινούνται από τη διάθεση προβολής και υστεροφημίας. Ίσως είναι η ανάγκη της αστικής τάξης να εποπτεύει και ελέγχει τον κοινωνικό χώρο. Ακόμη κι έτσι, η ευεργεσία αποτελεί «ιδιωτική παρέμβαση στον δημόσιο τομέα» για την αντιμετώπιση των ελλείψεων του κράτους. Η δε παρουσία και δράση των ευεργετών επηρέασε τον τρόπο που αντιλαμβάνεται η κοινωνία τον ρόλο του κράτους, τη σχέση πολιτικής και οικονομίας και φυσικά διαμόρφωσε ποικίλα κοινωνικά πρότυπα.
Στο αφιέρωμα αυτό παρουσιάζουμε ενδεικτικές μόνο περιπτώσεις ευεργετών. Είναι τόσοι πολλοί που θα ήμασταν αφελείς αν πιστεύαμε ότι το θέμα εξαντλείται.
Αννίτα Πρασσά



































