Της Μαρίας Σπανού
Ήταν στα μέσα του 1993, όταν ένα όμορφο κορίτσι με καταγωγή από τη Δυτική Θεσσαλία, άγνωστο τότε για τους περισσότερους, μπήκε δυναμικά στον κόσμο του βιβλίου της πόλης μας. Και καθόλου δεν ήτανε τυχαίο. Λίγο πριν, η Χρυσούλα Πολύζου είχε έρθει σε γάμου κοινωνία με τον Νίκο Μαθιουδάκη, επίσης, βιβλιοπώλη και μάλιστα πολύ γνωστό, ενώνοντας τις ζωές τους αλλά και τα επαγγελματικά τους ενδιαφέροντα. Η παράδοση στον χώρο αυτό για το νέο ζευγάρι συνεχιζόταν, αφού νωρίτερα, κι ο πατέρας του Νίκου, ο Γιώργος Μαθιουδάκης, ένας λεβεντόκορμος και θυμόσοφος Κρητικός, είχε επενδύσει στο βιβλίο αρκετές δεκαετίες της ζωής του. Αυτή ήταν αντικειμενικά η ευνοϊκή αφετηρία για τη νέα βιβλιοπώλισσα Χρυσούλα, γνωστή περισσότερο ως Σούλα, που πολύ γρήγορα άρχισαν να ξεδιπλώνονται και τα δικά της ταλέντα. Γιατί διέθετε, και μάλιστα πολλά. Σχεδόν αμέσως, παρουσίασε στο κοινό της ένα θαυμαστό βιβλιοπωλείο με πλήθος επιλογών σε βιβλία, λευκώματα, ημερολόγια, γραφική ύλη αλλά και συναφή προϊόντα- καλόγουστα δώρα.
Αυτό, όμως, που είναι ενδιαφέρον, είναι ότι το μαγαζί γρήγορα εξελίχτηκε σ’ ένα οικείο πνευματικό και κοινωνικό εντευκτήριο. Παρά το στενόχωρό του εμβαδόν, εκεί στο όρθιο, πάντα φιλοξενούσε τρεις, τέσσερις ακόμη και πέντε πελάτες ταυτόχρονα, που, εάν δεν τους συνέδεε μεταξύ τους φιλία ή έστω κάποια κοινωνική γνωριμία, αυτό επιτυγχανόταν πολύ γρήγορα, χάρη στη Σούλα. Το κλίμα ήταν πρόσφορο. Καθώς εκείνοι αναζητούσαν κάποια έκδοση από τους άπειρους διαθέσιμους τίτλους και αντάλλασσαν στα γρήγορα τις γνώμες τους με τους παριστάμενους, που, θέλοντας και μη, παρακολουθούσαν από κοντά την επιλογή του συγγραφέα και του εκδότη από το διπλανό τους, η Σούλα κινούμενη μέσα από τον πάγκο και παρακολουθώντας τα πάντα – εν είδη συντονίστριας- καθώς τύλιγε, τιμολογούσε και χτυπούσε στη μηχανή, συνήθιζε να προτείνει, να καθησυχάζει, να συστήνει και να διαμεσολαβεί. Απευθυνόταν σε όλους, ακόμη και στους πιο δύσκολους, με διακριτικότητα και ειλικρινές ενδιαφέρον. Πώς πάνε τα παιδιά με την πρόοδό τους στο σχολείο, αν άρεσε το προηγούμενο βιβλίο που δώρισαν σε φίλους, πώς πάει η υγεία τους, τι κάνουν οι παππούδες στο χωριό, αν βρέθηκε δουλειά για τη νέα ή το νέο της οικογένειας που μόλις αποφοίτησε και άλλα πολλά, ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος, και εκείνη, αναλόγως των απαντήσεων τη βλέπαμε να χαίρεται, να συμπάσχει, να διαλέγεται. Είχε βεβαίως προηγηθεί ένα ζεστό καλωσόρισμα, μια ευχή με την αναχώρηση, ευχαριστίες, και, κυρίως, χαμόγελα. Προσηνής και ευπροσήγορη. Επίμονη με ό, τι αναλάμβανε και δουλευτάρα. Εξυπηρετική και αποτελεσματική. Η γλυκιά Σούλα ή Χρυσούλα- όνομα και πράγμα. Με το σπαθί της λοιπόν κέρδισε την κοινωνική και επαγγελματική της καταξίωση. Αξίζει την αγάπη μας και την εκτίμησή μας. Με το παραπάνω, θαρρώ.
Μ’ αυτό το πνεύμα κινήθηκε πάντα η ίδια στο μαγαζί της, υποστηριζόμενη διαρκώς από τον σύντροφο της ζωής της, τον ακριβό μας φίλο Νίκο. Με αντίστοιχο πνεύμα κινήθηκαν απέναντί της και οι πελάτες της, που συχνά, περνούσαν μονάχα για να την καλημερίσουν και ύστερα να συνεχίσουν τις δουλειές τους. Άλλοτε, με την ελπίδα να βρουν μέσα κάποιον γνωστό τους και να πουν δυο κουβέντες. Καμιά φορά, κυρίως κάτι ανοιξιάτικα βράδια, οι φίλοι των Μαθιουδάκηδων δεν χωρούσαν καν να μπουν μέσα από την πόρτα, και τα έλεγαν απέξω, εκεί στο πεζοδρόμιο.
Η Σούλα, στο μεταξύ, είδε την οικογένειά της να μεγαλώνει και τα παιδιά τους, την Αφροδίτη και τον Γιώργο, να ανοίγουν τα δικά τους φτερά.
Τώρα, μετά από τριανταπέντε, σχεδόν, χρόνια ευδόκιμης διαδρομής στο χώρο του βιβλίου, η Σούλα αποφάσισε να ρίξει τίτλους τέλους. Έτσι, το αγαπημένο μας αυτό στέκι, που έζησε ιστορικά γεγονότα και κοινωνικές αλλαγές της ανθρώπινης και εμπορικής δραστηριότητας του Βόλου κλείνει. Της ευχόμαστε της ίδιας- όσο και των οικείων της- να είναι πάντα καλά και να γεύονται τις ευλογίες της ζωής.
Για το φινάλε, η Σούλα γεμάτη συγκίνηση μαζεύει-εν είδη έκθεσης-ότι απόμεινε από σπάνιες και μη εκδόσεις, ταυτισμένες με την πολιτιστική συγγραφική παραγωγή, κυρίως, του σήμερα, προτρέποντας τους φίλους της να επισκεφθούν το βιβλιοπωλείο. Και είναι πολλοί όσοι το επισκέπτονται όλες αυτές τις μέρες, πριν κατέβουν τα ρολά, για ν’ αγγίξουν όλες αυτές τις απτές αναμνήσεις, που συνθέτουν τη μικροϊστορία του θαυμαστού αυτού χώρου. Κυρίως όμως, για να πάρουν μια τελευταία μυρωδιά του χαρτιού, συνυφασμένης με τα πηγαία αισθήματα της ίδιας της οικοδέσποινάς του. Ανασκόπηση του παρελθόντος και αποτίμηση του παρόντος από ανθρώπους που πέρασαν, είδαν και άκουσαν όλα όσα έφερε ο χρόνος, μέσα στην καρδιά της εμπορικής αγοράς του Βόλου: βιβλιοπωλείο «Η Πένα», οδός Σπυρίδη 21.
«Βιβλιοπωλείο «Η Πένα», τέλος εποχής
Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.
Γίνετε μέλος στο κανάλι Magnesianews στο Messenger για όλες τις τελευταίες ειδήσεις.



































