Την ανηφόρα παίρνουν οι τιμές στο γάλα, τη φέτα και τα άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, λόγω της ευλογιάς και της θανάτωσης, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, περίπου 400.000 αιγοπροβάτων, με αποτέλεσμα το γάλα που παρήγαγαν, να λείπει από την αγορά.
Οι κτηνοτρόφοι που έχασαν τα κοπάδια τους θα πάρουν ξανά παραγωγή σε γάλα και κρέας σε έναν χρόνο, διότι θα πρέπει να περάσουν έξι μήνες για να ξαναμπεί στις ίδιες εγκαταστάσεις ένα άλλο νέο κοπάδι, το οποίο για να είναι παραγωγικό, θα πρέπει να περάσουν οκτώ μήνες…
Ο Απόστολος Ραυτόπουλος πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδος, μίλησε στο Ράδιο ΕΝΑ 102,5 και τον Ηλία Κουτσερή και είπε ότι προκειμένου να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες τους οι καταναλωτές, θα αγοράζουν πλέον τη φέτα σε δυσθεώρητες τιμές σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα.
Μάλιστα τόνισε, ότι ενώ το πρόβλημα με την ευλογιά αφορά τα αιγοπρόβατα, βλέπουμε αυξήσεις και στο αγελαδινό γάλα, τη στιγμή που δεν υπάρχει πρόβλημα με τις αγελάδες!
«Αυτό το οποίο συμβαίνει είναι ότι δεν σταματάει εδώ. Συνεχίζεται και καθημερινά στην περιοδεία που κάνουμε σε όλη την Ελλάδα, βλέπουμε κτηνοτρόφους αγανακτισμένους, γιατί μετά την ευλογιά, θα πρέπει να περάσουν έξι μήνες για να ξαναμπεί στις ίδιες εγκαταστάσεις ένα άλλο νέο κοπάδι, το οποίο για να μπορέσει να παράξει γάλα και κρέας θα πρέπει να περάσουν οκτώ μήνες», τόνισε ο πρόεδρος της ΕΕΚΕ.
Ξέφυγαν φέτα και γάλα
Ο πρόεδρος της Ένωσης, τόνισε ότι η φέτα έχει φτάσει από 14 ως 17 € το κιλό, ενώ το παστεριωμένο αγελαδινό γάλα, παρόλο που δεν υπάρχει πρόβλημα με τις αγελάδες είναι ότι από 1,59 €/λίτρο που πωλούνταν τον προηγούμενο μήνα, τον Νοέμβριο ανέβηκε στα 1,70 €, συγκεκριμένα μια εταιρίας που προέρχεται από τη Θεσσαλία.
Η αγορά είναι ελεύθερη και ασύδοτη
Όμως βλέπουμε και άλλες γαλακτοβιομηχανίες να αυξάνουν την τιμή η μια μετά την άλλη, επισήμανε ο κ. Ραυτόπουλος, ο οποίος είπε ότι η αγορά είναι ελεύθερη και ασύδοτη, χωρίς να υπάρχει ελεγκτικός μηχανισμός και εποπτεία σε αυτό που συμβαίνει στην αγορά, ο καθένας κάνει ότι θέλει και την πληρώνουν τα δύο άκρα. Ο παραγωγός, ο οποίος πουλάει το γάλα του στη γαλακτοβιομηχανία 0,52 ως 0,56 €/κιλό και ο καταναλωτής που αγοράζει 1,70 € το λίτρο, τις επώνυμες ετικέτες.
Ο πρόεδρος της ΕΕΚΕ τόνισε ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην καθημερινότητά του με το γάλα το οποίο είναι ακριβό, κοιτάει να βρει εναλλακτικές λύσεις σε φθηνότερο γάλα, είτε είναι ιδιωτικής ετικέτας, είτε είναι no name, είτε έχει χαμηλότερη απ’ ότι έπιναν τα παιδιά του μέχρι πρότινος.
Το σιτάρι έχει μειωμένη τιμή, όμως
η τιμή των ζυμαρικών … αυξάνεται
Επίσης ο κ. Ραυτόπουλος έφερε ως παράδειγμα τα ζυμαρικά που γίνονται από σκληρό σιτάρι, που ο παραγωγός πέρυσι πουλούσε στα 0,28 €/κιλό και φέτος, εκεί που περίμενε να πουλήσει στα 0,29 € πουλάει στα 0,19 €/κιλό, δηλαδή με μειωμένη τιμή 32%. Οι καταναλωτές όμως δεν είδαν καμία μείωση στην τιμή των ζυμαρικών.
Ο πρόεδρος του ΕΕΚΕ είπε ότι το ίδιο συμβαίνει και με τη σοκολάτα. Η τιμή του τόνου τον Δεκέμβριο του 2024 στο Χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης ήταν 12.246 € και σήμερα η τιμή έπεσε κάτω από 6.000 € και αντί να μειωθεί η τιμή της σοκολάτας υπάρχουν συνεχείς αυξήσεις, με τη δικαιολογία ότι επειδή είναι χρηματιστηριακό προϊόν τα εργοστάσια αγοράζουν μια φορά τον χρόνο, οπότε πουλάνε απ ΄το απόθεμα.
«Και ο καταναλωτής, εάν συνεχιστεί η πτωτική πορεία της τιμής του κακάο, θα τη δει τον Οκτώβριο του 2026 και αν αυξηθεί η τιμή στις 10.000 € θα λένε ότι παραμένει αυξημένη, γιατί … αυξήθηκε η τιμή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ραυτόπουλος.
Έχουμε υπερβεί τα όριά μας
Ο πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδος, ανέφερε ότι δυστυχώς έχουμε υπερβεί τα όριά μας και αυτό φαίνεται από την καθημερινότητά μας, όπου ο μισθός δεν φτάνει πλέον για τις πρώτες 15 μέρες.
Προχθές βγήκαν τα στοιχεία της Eurostat που μας δείχνουν πρωταθλητές μαζί με τη Βουλγαρία στον μέσο μισθό. Η Ελλάδα έχει μέσο ετήσιο μισθό 17.000 €, όταν το Λουξεμβούργο έχει 82.000 €, ενώ Πολωνία, Ρουμανία, Ουγγαρία, έχουν μεγαλύτερο μέσο μισθό από τον Έλληνα.
«Και εδώ μας λένε για υπογραφή του κατώτατου μισθού με μια υπουργική απόφαση, ενώ το 10% των εργαζομένων διέπονται από επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, ενώ στην Ευρώπη είναι 80% και μας έχει εγκαλέσει η ΕΕ για να προχωρήσουμε σε διαπραγμάτευση και υπογραφή συλλογικών συμβάσεων και η κυβέρνηση το αρνείται», τόνισε ο κ. Ραυτόπουλος.
Ο ίδιος είπε ότι αν σ’ αυτή την εξίσωση βάλουμε τα ενοίκια σε ετήσια βάση 9%, την τιμή της κιλοβατώρας στην ενέργεια που τον Νοέμβριο αυξήθηκε μεσοσταθμικά 14%, τις διάφορες υπηρεσίες που όλες έχουν αυξηθεί από 2-6%, είναι δυσβάστακτο το κόστος και η καθημερινότητα των καταναλωτών, είτε αμείβεται με τον μέσο μισθό και κάτι παραπάνω, είτε παραπάνω για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες ή αυτούς που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ενσυναίσθηση, να καταλάβουν το τι συμβαίνει και τι περνάει ο Έλληνας πολίτης και καταναλωτής, τα πράγματα θα δυσκολέψουν μέρα με τη μέρα ακόμη περισσότερο, κατέληξε ο πρόεδρος της καταναλωτικής οργάνωσης.
Απόδοση ραδιοφωνικής συνέντευξης Ντίνος Στεργιόπουλος






























