Η πιο κάτω επίκαιρη ιστορία δύο ανθρώπων, ο ένας Βολιώτης και η δεύτερη Κερκυραία, είναι ενδεικτική της αυτοθυσίας χιλιάδων Ελλήνων αγωνιστών για την ανεξαρτησία. Άνθρωποι ανιδιοτελείς, υποκινούμενοι από ευγενείς προθέσεις και αγνό πατριωτισμό, κόσμησαν με τη στάση τους κορυφαίες στιγμές της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας.
Η Ελένη Θεοτόκη-Παρασκευοπούλου (1883-1941), γόνος της ονομαστής οικογένειας Θεοτόκη, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Γονείς της ήταν ο κόμης Μάρκος Θεοτόκης, ασυμβίβαστος άρχοντας της εποχής του με πνευματικά ενδιαφέροντα και η Αγγελική Πολυλά, εξαδέλφη του Ιάκωβου Πολυλά. Το ζευγάρι απέκτησε οκτώ παιδιά, μεταξύ τους και ο σπουδαίος λογοτέχνης Κωνσταντίνος (Ντίνος) Θεοτόκης (1872-1923), ο σημαντικότερος έως τις μέρες μας Κερκυραίος λογοτέχνης με πανελλήνια και διεθνή ακτινοβολία. Η καταγωγή της οικογένειας των Θεοτόκηδων, ανάγεται στην εποχή του Βυζαντίου και ανήκει στον κλάδο Καλοκαρδάρη ή της Σπηλιάς, που εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα στα μέσα του 15ου αιώνα, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Η Ε. Θεοτόκη, από τις πρώτες αδελφές νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού, παντρεύτηκε τον Ολυμπιονίκη Παναγιώτη Παρασκευόπουλο (1875-1956) και γιατρό επιδημιολόγο με μεγάλη επιστημονική καριέρα στο Παρίσι, στη διάρκεια του μετώπου του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου και οι δύο εθελοντικά είχαν καταταχθεί. Με το τέλος του Πολέμου εγκαθίστανται στο Βόλο, όπου διέμενε ο μεγαλύτερος αδελφός του Παναγιώτη, Κωνσταντίνος Παρασκευόπουλος. Ο Κ. Παρασκευόπουλος από την ορεινή Γορτυνία, απόγονος του οπλαρχηγού του 1821 Πλαπούτα, όπως είναι γνωστό είναι ο ιδρυτής της εφημερίδας «Η Θεσσαλία» και πατέρας του Γιώργου Παρασκευόπουλου. Έτσι, συνδέεται το όνομα του μεγάλου Ολυμπιονίκη, Παναγιώτη Παρασκευόπουλου με το Βόλο (είχε λάβει το αρ¬γυρό μετάλλιο στη δισκοβολία στους Ολυμπιακούς της Αθήνας (1896) ενθουσιάζοντας τους θεατές με το συμμετρικό και άψογο παλμό του . Στο Βόλο ήρθε σε επαφή με τους αθλητικούς παράγοντες της περιοχής αναπτύσσοντας μεγάλη δράση και ιδιαίτερα με τον Γυμναστικό Σύλλογο Βόλου, στον οποίο διετέλεσε και πρόεδρος, στο διάστημα 1923-1928, σε μια δύσκολη εποχή για τον αθλητισμό. Ο γιατρός Π. Παρασκευόπουλος εγκατέστησε το ιατρείο του μαζί με το σπίτι του στην οδό Αλεξάνδρας, μεταξύ Ορμινίου και Πηλέως (εκεί που ήταν το κομμωτήριο Παπάζογλου). Παράλληλα, ορίστηκε υπεύθυνος του μικροβιολογικού εργαστηρίου του Νοσοκομείου και διευθυντής υγιειονομικής υπηρεσίας του Δήμου Παγασών (1919-1923) . Η Ε. Θεοτόκη έχοντας βαθιά παιδεία και φιλανθρωπικό ζήλο, δια μέσου του Λυκείου των Ελληνίδων Βόλου (εκλέχτηκε στις πρώτες αρχαιρεσίες του 1923 στη διοίκησή του) και αργότερα μέσω του Βρεφικού Σταθμού Βόλου, πρόσφερε σπουδαίο κοινωνικό έργο στην πόλη μας. Το σπίτι τους το είχε μετατρέψει με δικές της δαπάνες σε μια μόνιμη εστία συσσιτίου και ανθρωπιστικής βοήθειας για τα παιδιά των προσφύγων και οποιασδήποτε κατατρεγμένης οικογένειας που έβρισκε εκεί θαλπωρή και ένα πιάτο ζεστό φαγητό. Το ίδιο σημαντική ήταν η κοινωνική προσφορά του Π. Παρασκευόπουλου στον τομέα της ιατρικής, όπου πρόσφερε τις πολύτιμες υπηρεσίες του, συχνά χωρίς οικονομική ανταμοιβή, σε μια εποχή, όπου ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού νοσούσε από μολυσματικές ασθένειες.
Η αφιλοχρηματία του όμως αυτή φαίνεται ότι ενόχλησε αρκετούς από το περιβάλλον των γιατρών. Έτσι, το ζεύγος Παρασκευοπούλου, λίγο πριν το 1930, αναγκάστηκε να μεταστεγαστεί στην Αθήνα. Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο η παλαίμαχος αδελφή νοσοκόμα Ε. Θεοτόκη, που στο μεταξύ είχε λάβει το παράσημο του Ερυθρού Σταυρού, και ο Π. Παρασκευόπουλος, παρά την προχωρημένη ηλικία τους, έσπευσαν και πάλι να καταταγούν στο μέτωπο για να βοηθήσουν. Η μοίρα το έφερε να συναντηθούν για τελευταία φορά, μόνο για λίγα λεπτά, ανήμερα του Πάσχα του 1941, στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Την ώρα που η Ελένη ως επικεφαλής των εθελοντριών νοσοκόμων έδινε οδηγίες, περιθάλποντας και η ίδια τραυματίες, την επισκέφθηκε ο Παναγιώτης. Της ζήτησε μόνο να πεταχτεί για μια στιγμή, κάπου έξω από το νοσοκομείο, για να προμηθευτεί τσιγάρα. Την ίδια στιγμή έγινε ο σφοδρός βομβαρδισμός των Ιωαννίνων από γερμανικά αεροπλάνα λίγο πριν την υπογραφή της συνθηκολόγησης στο Βοτονόσι. Ήταν 20 Απριλίου του 1941, η τελευταία μέρα του πολέμου. Το στρατιωτικό νοσοκομείο στην παλαιά Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία βομβαρδίστηκε μολονότι έφερε τεράστιο ευδιάκριτο σήμα του Ερυθρού Σταυρού . Η βόμβα έσκασε ακριβώς στο κατώφλι της πόρτας του ενός από τα δύο χειρουργεία, αφού τρύπησε στέγη, ταβάνια και πατώματα. Εκείνη τη στιγμή γινόταν εγχείρηση. Σκοτώθηκαν γιατροί, νοσοκόμοι και όσοι βρίσκονταν στο χειρουργικό θάλαμο, εκτός από τον εγχειριζόμενο. Το μεγάλο χολ ανάμεσα στα δύο χειρουργεία ήταν γεμάτο νοσοκόμους, αρρώστους και τραυματίες. Όλες οι αδελφές του Νοσοκομείου εν δράσει. Η βόμβα τις κομμάτιασε. Ανάμεσά τους και η Ελένη Θεοτόκη. Ο Παναγιώτης επιστρέφει τρέχοντας στο Νοσοκομείο για να συναντήσει τη φρίκη. Συντετριμμένος από τον τραγικό θάνατο της γυναίκας του κατάφερε να ανασύρει μόνο τη μια γάμπα του ποδιού της, που έθαψε στην ιδιαίτερη πατρίδα της, την Κέρκυρα. Ο ίδιος αποσύρθηκε στο χωριό των Καρουσάδων, στον παλιό πύργο της οικογένειάς της και πέθανε 15 χρόνια μετά. Αυτός ήταν ο τραγικός επίλογος της ιστορίας δυο σημαντικών ανθρώπων, που έζησαν ένα διάστημα στο Βόλο, προσφέροντας έργο αλησμόνητο στην πατρίδα αλλά και στην τοπική κοινωνία.
Η Ε. Θεοτόκη εκτός από την κοινωνική και πατριωτική δράση της διακρίθηκε και στα γράμματα, όπως όλα τα μέλη της οικογένειας Θεοτόκη. Στη διάρκεια της ταραγμένης εποχής του Μεσοπολέμου, το όνομά της φιγουράρει μεταξύ εκλεκτών Κερκυραίων λογοτεχνών, όπως ο Σπύρος Νικάβουρας, ο Σπύρος και Νίκος Λευθεριώτης, ο Ηλίας Σταύρου, ο Αντώνης Μουσούρης, που κράτησαν ζωντανή τη φλόγα της ντόπιας παράδοσης και αποτέλεσαν το συνδετικό κρίκο μεταξύ της μεγάλης Επτανησιακής Σχολής και των μεταπολεμικών λογοτεχνών. Διηγήματά της δημοσιεύονται σε διάφορα περιοδικά, όπως στα «Πλανέματα Αγέλαστα» (1922) με θέματα από τους πολέμους που έζησε ως αδελφή του Ερυθρού Σταυρού στη Θεσσαλονίκη, Στρυμώνα, Σέρρες, Αϊδίνη. Στο Βόλο, ιστορικά διηγήματά της δημοσιεύτηκαν στο περίφημο περιοδικό «Φιλότεχνος» (1926-1927). Μάλιστα στο τεύχος Δ΄ έχει η ίδια την επιμέλειά του, λόγω του ότι είναι αφιερωμένο στην προσωπικότητα και το συγγραφικό έργο του αδελφού της Ντίνου Θεοτόκη, που φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από το θάνατό του .
1 Για τη μεγάλη διάκρισή του βλ. Εφημ. «Πανθεσσαλική», Βόλος 28.3.1896. Επίσης, Νίτσα Κολιού, «Σελίδες από την τοπική ιστορία, Ο Γυμναστικός Σύλλογος», εφημ. «Θεσσαλία», Βόλος 25.4.1976.
2 Το Μικροβιολογικό Εργαστήριο στο Αχιλλοπούλειο Δημοτικό Νοσοκομείο Βόλου με διευθυντή τον Παρασκευόπουλο ιδρύθηκε το 1919 (βλ. αρ. 140/1919 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών (εισηγητής Σπ. Σπυρίδης) τόμος: 14, σελ. 292 – 293.
3 Το 1920 ο Παρασκευόπουλος υπέβαλε στο Δήμο Παγασών πλήρη μελέτη περί της λήψης εξυγιαντικών μέτρων σε διάφορες συνοικίες του Βόλου, μαζί με προτάσεις σχετικά με τα λύματα των εργοστασίων. Στη συνέχεια, λειτούργησε μικροβιολογικό εργαστήριο, το οποίο εξοπλίστηκε με κλιβάνους, απομονωτήριο και άλλα μέσα με δαπάνη του Δήμου (αρ. απόφ. 43/1920). τόμος: 15, σελ. 143 και τόμος: 15, σελ. 199.
4 Προφορικές μαρτυρίες του Γιώργου Παρασκευόπουλου. Επίσης βλ. Βραχνή, Ε., «Το καταματωμένο Πάσχα του 1941 στα Ιωάννινα», περιοδικό «Η Δράσις μας», Σύλλογος Τυφλών Ελλάδος, τχ. Απριλίου 2008.
5 Για τη λογοτεχνική κλίση της Θεοτόκη, βλ. Μίλτος Φραγκόπουλος «Τρεις επιστολές της Αγγελικής
Θεοτόκη», περ. Νέα Εστία, τόμ. 174, τχ.1860 (2013), σ. 817-836.



































