Ελληνικό χρέος: Ρυθμίζοντας αυτό που δεν ρυθμίζεται

Γράφει ο κ. Νικήτας Παπαντωνίου*

Από τον επίσημο λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ στο twitter στις 21 Αυγούστου του 2018 μεταξύ άλλων πανηγυρισμών αναγράφηκε ότι: «Ρύθμιση χρέους ως το 2032. Η Ελλάδα γλυτώνει 50 δισ. ευρώ συνολικά». Σκοπός της παρούσας ανάλυσης μου είναι να υπολογίσω πόσα δισεκατομμύρια ευρώ μας κόστισε ή πόσα κερδίσαμε από τη συμφωνία που έγινε στις 21 Ιουνίου 2018 μεταξύ του Eurogroup και της Ελλάδος. Δεσμευόμαι ότι θα χρησιμοποιήσω όσο πιο απλή γλώσσα μπορώ, ώστε ο καθένας και η καθεμία που θα μας διαβάσει να κατανοήσει τη μελέτη μου.

Για να πάρουμε την ιστορία από την αρχή, η Ελλάδα από το 2010 έως σήμερα έχει λάβει από τους Ευρωπαίους εταίρους οικονομική βοήθεια αξίας 245.7 δισεκατομμύρια ευρώ κυρίως για αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους της. Το ποσό αυτό μας δόθηκε τμηματικά μέσω ειδικών προγραμμάτων βοήθειας, τα γνωστά μας μνημόνια. Από την βοήθεια αυτή, τα 194.7 δις ευρώ δόθηκαν στα πλαίσια των Μνημονίων Ι και ΙΙ, ενώ τα 65.2 δις ευρώ, αν ληφθούν υπόψιν οι πρόωρες αποπληρωμές δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ), δόθηκαν στα πλαίσια του Μνημονίου ΙΙΙ.

Επιπλέον από το Δ.Ν.Τ εξαιτίας των δύο πρώτων μνημονίων έχουμε πάρει 32.1 δισεκατομμύρια ευρώ, με την τελευταία εκταμίευση να γίνεται αρχές του 2014, ενώ στο Μνημόνιο ΙΙΙ το Δ.Ν.Τ δεν εκταμίευσε ούτε ένα ευρώ. Συνολικά η Ελλάδα μέχρι τη λήξη του Μνημονίου ΙΙΙ έχει πάρει από Ευρώπη και Δ.Ν.Τ το ποσό των 273.7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Να σημειωθεί ότι το συνολικό δημόσιο χρέος της χώρας μας είναι σήμερα στα 359.7 δισεκατομμύρια ευρώ.

Για να φθάσω σε συμπεράσματα θα απαντήσω σε δύο υπό – προβλήματα. Το πρώτο αναφέρεται στον υπολογισμό του συνολικού κόστους εξυπηρέτησης πριν τη συμφωνία της 21ης Ιούνη του 2018 ενώ το δεύτερο αναφέρεται στον υπολογισμό του συνολικού κόστους εξυπηρέτησης μετά τη συμφωνία της 21ης Ιούνη του 2018. Η διαφορά σε ευρώ που θα προκύψει από τη λύση των δύο υπό-προβλημάτων θα μας δώσει ακριβώς πόσα επιπλέον θα πληρώσουμε σε δισεκατομμύρια ευρώ, όπως ήδη γνωρίζετε γιατί σας το ανέφερα παραπάνω.

Ξεκινώντας την επίλυση του πρώτου υπό-προβλήματος και σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ) το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους μας σε ταμειακή βάση (Ε.Κ.Ε.ΔΗ.Χ) πριν τη συμφωνία βρισκόταν στα 1.7%, ενώ η διάρκεια μέσης ωρίμανσης του συνολικού χρέους της χώρας ήταν στα 18.1 έτη. Το συνολικό χρέος της Ελλάδος πριν τη συμφωνία ήταν 344.7 δισεκατομμύρια ευρώ. Οπότε το κόστος εξυπηρέτησης του συνολικού χρέους της Ελλάδος πριν τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου 2018 διαμορφωνόταν στα 110.7 δισεκατομμύρια ευρώ. (Δείτε συμπληρωματικά και τα στοιχεία του ΠΙΝΑΚΑ 1)

Προχωρώντας στην επίλυση του δεύτερου υπό-προβλήματος υπολόγισα το νέο ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους σε ταμειακή βάση (Ε.Κ.Ε.ΔΗ.Χ) που πέφτει στο 1.68% από το 1,7% που ήταν πριν τη συμφωνία, ταυτόχρονα κάνω τις υποθέσεις ότι η κυβέρνηση θα εξοφλήσει μέσα στο 2018 ποσό 3.3 δις ευρώ προς το Δ.Ν.Τ. και ότι θα εισπράξει 4.5 δισεκατομμύρια ευρώ σε ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις από την Ε.Κ.Τ εφόσον τηρεί τις δεσμεύσεις της. Να σημειώσω ότι το συνολικό χρέος της Ελλάδος μετά τη συμφωνία και στη λήξη του Μνημονίου ΙΙΙ διαμορφώνεται στα 359.7 δισεκατομμύρια ευρώ. Με επεξεργασία των παραπάνω δεδομένων προκύπτει ότι το κόστος εξυπηρέτησης του συνολικού χρέους της Ελλάδος μετά τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου διαμορφώνεται στα 123.7 δισεκατομμύρια ευρώ. (Δείτε συμπληρωματικά και τα στοιχεία του ΠΙΝΑΚΑ 2)

Από τα αποτελέσματα που υπολόγισα, προκύπτει ότι η Ελλάδα με την υπογραφή της συμφωνίας στο Eurogroup στις 21 Ιουνίου 2018 επιβαρύνθηκε με επιπλέον 13 δισεκατομμύρια ευρώ (4 Βεβαιωμένους ΕΝΦΙΑ). Η επιβάρυνση των 13 δισεκατομμυρίων ευρώ προέκυψε παίρνοντας όλες τις ευνοϊκές συνθήκες για τη χώρα μας στους υπολογισμούς μας. Για παράδειγμα θεώρησα ότι το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους σε ταμειακή βάση (Ε.Κ.Ε.ΔΗ.Χ) θα παραμείνει σταθερό στο 1.68% κάτι που είναι αδύνατο, αφού ο δανεισμός μας από τις αγορές – όποτε γίνει- θα το αυξήσει από σημαντικά έως πάρα πολύ. Επίσης έχει ληφθεί υπόψιν για εκείνη την περίοδο υπολογισμού το ταμειακό όφελος της αναβαλλόμενης πληρωμής τόκων (μετά την περίοδο χάριτος όλα αυτά θα γίνουν μεγαλύτερα).

Είναι απορίας άξιο πως η κυβέρνηση και οι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι έλυσαν ή έστω βελτίωσαν τη θέση μας έστω και σε μεσοπρόθεσμη βάση, όταν ένα μη βιώσιμο χρέος, λόγω του ότι δεν ήταν εξυπηρετήσιμο πριν τη συμφωνία της 21ης του Ιουνίου του 2018 αναδιαρθρώθηκε επιβαρύνοντας το στην ιδανική περίπτωση με άλλα 13 δισεκατομμύρια ευρώ.

Δυστυχώς η μεγάλη μας τραγωδία δεν είναι το χρέος. Είναι το πολιτικό μας σύστημα και εμείς ως πολίτες, που με την ψήφο μας και τα κριτήρια με την οποία πάμε στη κάλπη, το αναπαλαιώνουμε αντί να το ανανεώσουμε. Το αποτέλεσμα είναι αντί κυβέρνηση και αντιπολίτευση να ψάχνουν να βρουν εφαρμόσιμη λύση για να σταματήσει η χώρα να είναι αποικία χρέους και λιτότητας, ο ένας κατηγορεί τον άλλο, και όλοι μαζί εμάς τους πολίτες λες και δεν έφταιγε και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και η πολιτική που εφάρμοζαν για να οδηγηθούμε στη δημοσιονομική χρεωκοπία, η οποία με τη σειρά της έφερε τα Μνημόνια Ι και ΙΙ και φυσικά και το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση όσο και στην αντιπολίτευση ειδικά την περίοδο 2012-2015.

Να θυμίσω ότι το 2011 η ύφεση είχε κτυπήσει κόκκινο με την πτώση του Α.Ε.Π να φτάνει έως το 9,1%. Επίσης να θυμίσω ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν εφαρμόζει μόνο το Μνημόνιο ΙΙΙ αλλά και όλα τα μέτρα των Μνημονίων Ι και ΙΙ ενώ όλα τα περιοριστικά μέτρα των πρώτων δύο μνημονίων όπως και του τρίτου φυσικά είχαν μόνο δημοσιονομική απόδοση. Μια δημοσιονομική απόδοση που στηρίχθηκε κυρίως σε φόρους που με τη σειρά τους οδήγησαν στην κατάρρευση του εισοδήματος των πολιτών.

Σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α) το διάστημα από το πρώτο τρίμηνο του 2007 έως πρώτο τρίμηνο του 2015 το διαθέσιμο κατά κεφαλή εισόδημα, που εκφράζει την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών μειώθηκε στην Ελλάδα σχεδόν κατά 28%. Το ίδιο διάστημα στις υπόλοιπες χώρες του Ο.Ο.Σ.Α είχαμε αύξηση κατά 8.1%. Η όποια ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας κερδήθηκε από το Μνημόνιο Ι και ΙΙ προήλθε καθαρά από τη συμπίεση του εργατικού κόστους και όχι από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Φυσικά να μη ξεχνάμε και τους περίπου 400.000 Έλληνες που έφυγαν από τη χώρα μας μέχρι το 2015 για να αναζητήσουν μέλλον στο εξωτερικό.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πιάστηκε για άλλη μια φορά ψευδόμενος ενώ και η αντιπολίτευση αποφεύγει να πει όλη την αλήθεια στον λαό. Ας την αναφέρω λοιπόν εγώ με όποιο κόστος: Τα νούμερα φωνάζουν ότι έχουμε μετατραπεί σε μία τέλεια αποικία χρέους και λιτότητας, όπου η οικονομική μας ελευθερία θα εξαρτάται από πολιτικούς διαλόγους και διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας, ικετεύοντας πάντα για μία νέα ρύθμιση.

Απευθυνόμενος στους συμπολίτες μας και προσπαθώντας να απαντήσω στο ερώτημα που συνεχώς μου θέτουν: «Μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση;» Απαντάω: «Σίγουρα ναι!» Όμως αυτό προϋποθέτει ότι θα αλλάξουμε, θα εξαφανίσουμε το υπάρχον πολιτικό σύστημα και την πολιτική νοοτροπία που το εκτρέφει ακόμα. Είναι δύσκολο; Όχι, με την προϋπόθεση ότι θα αλλάξουμε πρώτα εμείς. Αν δεν αλλάξουμε τα κίνητρα με τα οποία ψηφίζουμε, δεν θα αλλάξει τίποτα στη χώρα. Εσύ που μόλις μας διάβασες πιστεύεις ότι σου είναι δύσκολο να αλλάξεις;

* Ο κ. Νικήτας Παπαντωνίου είναι πρώην CFO της Nobacco και αναλυτής της Eurobank και νυν σύμβουλος στο ΕΒΕΑ και καθηγητής-επιχειρηματίας στην εταιρεία Διακρότημα. Ο κ. Νικήτας Παπαντωνίου είναι πτυχιούχος φυσικός με μεταπτυχιακές σπουδές στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, τα χρηματοοικονομικά-διοίκηση καθώς και στο marketing management ενώ μεταξύ άλλων έχει πιστοποίηση σε IFRS λογιστικά πρότυπα.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.