Ένας διάλογος που αφορά και τη δική μας γενιά.
Το βράδυ στο Παλλάς δεν παρουσιάστηκε απλώς ένα βιβλίο.
Παρουσιάστηκε ένας πρώην πρωθυπουργός που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή και άνοιξε ξανά, με τον δικό του τρόπο, τη συζήτηση για το πού πάει η χώρα από εδώ και πέρα.
Πήγα εκεί ως νέος από τον Βόλο, όχι για να «θαυμάσω από κοντά» έναν πολιτικό, αλλά γιατί πιστεύω ότι όταν ξανανοίγει μια τόσο μεγάλη συζήτηση, η δική μου γενιά πρέπει να είναι παρούσα.
Όχι στην άκρη, αλλά μέσα.
Ο Αλέξης Τσίπρας, με την «Ιθάκη», δεν κάνει ένα ακόμα πολιτικό σχόλιο.
Υπερασπίζεται ανοιχτά την περίοδο 2015–2019: την έξοδο από τα μνημόνια, τις προσπάθειες στήριξης των πιο αδύναμων, τις δύσκολες αποφάσεις εκείνων των χρόνων. Δεν διαλέγει τη σιωπή, διαλέγει να πάρει θέση, να εξηγήσει, να απαντήσει.
Αυτό, για μένα, έχει αξία.
Η πολιτική χρειάζεται ανθρώπους που δεν κρύβονται όταν τα πράγματα γίνονται δύσκολα.
Για τη δική μου γενιά εκείνη η περίοδος δεν είναι απλώς κεφάλαιο σε βιβλίο ιστορίας.
Είναι χρόνια που τα ζήσαμε ολόκληρα: με μεγάλες προσδοκίες, δύσκολες στροφές, αποφάσεις που άνοιξαν δρόμους αλλά άφησαν και ανοιχτούς λογαριασμούς.
Υπάρχουν στιγμές που αξίζει να θυμόμαστε με περηφάνια και άλλες που μόνο αν τις παραδεχτούμε, δεν θα τις ξαναζήσουμε.
Γι’ αυτό και συμφωνώ με την ιδέα ότι δεν μπορείς να αφήσεις σε άλλους να γράψουν μόνοι τους αυτή την ιστορία. Γιατί μαζί με αυτή, θα ξαναγράψουν και τη δική μας.
Στην ομιλία του, ο Αλέξης Τσίπρας περιέγραψε την Ελλάδα του σήμερα ως μια χώρα που έχει βαλτώσει στην ακρίβεια, στην ανασφάλεια και στις κοινωνικές ανισότητες.
Για εμάς στον Βόλο, αυτά δεν είναι θεωρία:
– είναι ο μισθός που τελειώνει πριν τελειώσει ο μήνας,
– τα ενοίκια που δυσκολεύουν τους νέους να μείνουν μόνοι τους,
– η αίσθηση ότι η δουλειά δεν εγγυάται αξιοπρέπεια,
– ένας τόπος που δοκιμάστηκε πολλές φορές – και οικονομικά και περιβαλλοντικά.
Όταν λοιπόν μιλάμε για «νέα αρχή», για σχέδιο για τη χώρα, το ερώτημα για εμάς εδώ είναι απλό και σκληρό:
τι αλλάζει στην πράξη στον Βόλο και στη Μαγνησία;
Για μένα αυτό σημαίνει πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
– Να μπορεί ένας νέος άνθρωπος να βρει δουλειά με προοπτική εδώ, στην βιομηχανία, στον τουρισμό, στις υπηρεσίες, στην καινοτομία – χωρίς να είναι μόνιμα «φθηνό εργατικό χέρι» που ανά πάσα στιγμή αλλάζει βάρδια, σύμβαση ή πόλη.
– Να μπορεί να νοικιάσει ή να αγοράσει σπίτι σε λογική τιμή, χωρίς να ανταγωνίζεται τα Airbnb και χωρίς να πρέπει να φύγει από τη γειτονιά του για να τα βγάλει πέρα.
– Να νιώθει ότι ο τόπος του είναι πραγματικά προστατευμένος: ότι ο Παγασητικός, το Πήλιο, οι γειτονιές του Βόλου δεν θα πληρώνουν κάθε κρίση – από πλημμύρες μέχρι ρύπανση – με καθυστέρηση και αδιαφορία.
– Να βρίσκει ένα δημόσιο σύστημα υγείας και υπηρεσιών που σέβεται τον πολίτη, από το νοσοκομείο μέχρι την καθημερινή επαφή με τον Δήμο και το Κράτος.
Για τη δική μου γενιά στον Βόλο, πολιτική που δεν αγγίζει αυτά τα τέσσερα πράγματα, δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί πραγματικό σχέδιο.
Αν ένα πολιτικό σχέδιο δεν απαντά σε αυτά, τότε για εμάς εδώ μένει κενό, όσο ωραία κι αν ακούγεται στην τηλεόραση.
Κρατάω ως θετικό ότι ο Τσίπρας δεν μένει μόνο στην κριτική προς την κυβέρνηση.
Μιλά για ανάγκη σχεδίου, για ανάγκη να ξανασταθεί όρθια η δημοκρατική και προοδευτική παράταξη της χώρας, για την υποχρέωση να βρεθεί ξανά ένας δρόμος που να πείθει ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν.
Σε αυτό τον διάλογο, η φωνή του Αλέξη Τσίπρα έχει βάρος – όχι μόνο γιατί υπήρξε πρωθυπουργός, αλλά γιατί βάζει ξανά στο τραπέζι την ιδέα ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν.
Αυτή η συζήτηση, αν γίνει με ειλικρίνεια, μπορεί να μας ξαναβάλει όλους και ιδιαίτερα τους νέους στο κέντρο.
Εδώ είναι που μπαίνει η ευθύνη της δικής μου γενιάς.
Δεν μας αρκεί να σχολιάζουμε από απόσταση, να ειρωνευόμαστε στα social media ή να παρακολουθούμε σαν να μη μας αφορά.
Ζούμε σε μια πόλη που έχει τεράστιες δυνατότητες, αλλά και μεγάλες πληγές.
Ξέρουμε καλά:
– τι σημαίνει να δουλεύεις σκληρά χωρίς προοπτική,
– τι σημαίνει να βλέπεις τον τόπο σου να δοκιμάζεται και να νιώθεις ότι η πολιτεία άργησε ή δεν στάθηκε όπως έπρεπε,
– τι σημαίνει να σκέφτεσαι αν θα μπορέσεις να μείνεις εδώ ή αν θα αναγκαστείς να φύγεις.
Για μένα, ως νέου από τον Βόλο, αυτό σημαίνει να μη μείνω θεατής.
Να είμαι παρών στις συζητήσεις, να φέρνω γύρω μου ανθρώπους που μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες,
να ξεκινάμε μικρές πρωτοβουλίες ώστε αυτή η μεγάλη κουβέντα να μη μένει στην Αθήνα,
αλλά να φτάνει μέχρι τις γειτονιές και τους χώρους δουλειάς της πόλης μου.
Αν «Ιθάκη» σημαίνει μια χώρα που σέβεται τον εαυτό της,
για εμάς σημαίνει πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
– Βόλος που δεν πνίγεται από την ακρίβεια και την ανασφάλεια,
– Μαγνησία με δουλειές που δίνουν προοπτική και όχι μόνο επιβίωση,
– πολιτικές που προστατεύουν πραγματικά τον τόπο μας,
– μια γενιά που μπορεί να ζήσει, να δημιουργήσει και να μείνει εδώ.
Φεύγοντας από το Παλλάς, δεν κράτησα μόνο μια «ωραία βραδιά».
Κράτησα την αίσθηση ότι ξανανοίγει μια μεγάλη πολιτική συζήτηση και ότι σε αυτή τη συζήτηση οφείλουμε να είμαστε παρόντες όσοι μεγαλώσαμε μέσα στις κρίσεις.
Γι’ αυτό γράφω αυτό το κείμενο από τον Βόλο.
Όχι για να βγάλω «ετυμηγορία» για το βιβλίο ή για τον Αλέξη Τσίπρα,
αλλά για να πω ότι αυτός ο διάλογος μάς αφορά
και ότι η δική μας γενιά έχει και άποψη και ευθύνη.
Το στοίχημα δεν είναι μόνο αν θα επιστρέψει ένας πολιτικός.
Το στοίχημα είναι αν θα επιστρέψει η ελπίδα ότι η πολιτική μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας προς το καλύτερο.
Κι αυτό δεν θα γίνει χωρίς εμάς.
Ο Αλέξης Τσίπρας, με την «Ιθάκη», ξαναμιλά σε μια γενιά που έζησε τα πάνω και τα κάτω μιας δύσκολης πορείας.
Το ερώτημα, όμως, δεν είναι μόνο τι έκανε εκείνος · είναι τι θα κάνουμε εμείς.
Γιατί, όπως έχει δείξει πολλές φορές αυτός ο τόπος, τίποτα δεν χαρίστηκε ποτέ στις νεότερες γενιές – όλα κερδήθηκαν όταν αποφάσισαν να μπουν μπροστά.



































