Οι Βολιώτικες διακρίσεις στους Βαλκανικούς Αγώνες -Από τους Προβαλκανικούς του 1929 στο Πανθεσσαλικό το 2025

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ

Μπορεί παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον, όπως και οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ωστόσο ο «Βασιλιάς Στίβος» έχει πολλούς… πρίγκηπες και πριγκίπισσες και οι Βαλκανικοί Αγώνες είναι ένας από αυτούς εδώ και δεκαετίες, και πλέον είναι η σειρά του Βόλου να τους φιλοξενήσει, το διήμερο 26-27 Ιουλίου. Ωστόσο ο Βόλος και η Μαγνησία γνωρίζουν πολύ καλά από συμμετοχές στις… Βαλκανιάδες, με τους αθλητές και τις αθλήτριές του να είναι από πολύ νωρίς παρόντες και παρούσες.

Οι Βαλκανικοί Αγώνες Στίβου ξεκίνησαν το 1929 και όποτε δεν υπήρχε αποτρεπτικό λόγω συγκυριών σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο διεξάγεται μέχρι σήμερα. Την ευθύνη της διοργάνωσης έχει η Βαλκανική Ένωση Στίβου, η οποία απαριθμεί πλέον 22 μέλη. Από το 1954 συμπεριελήφθησαν στους αγώνες και αγωνίσματα Γυναικών.

Πρωτεργάτης των αγώνων υπήρξε ο πρόεδρος του Πανιωνίου Δημητρός Δάλλας, ο οποίος από το 1922 που ήρθε πρόσφυγας από τη Σμύρνη, έχοντας κάνει τις πρώτες διερευνητικές επαφές ήδη κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού (1924), με αθλητικούς παράγοντες βαλκανικών κρατών. Το 1925 προσκάλεσε αθλητές από τη Ρουμανία στους Πανιώνιους Αγώνες διατηρώντας έτσι τις επαφές. Το 1928, εκπροσωπώντας τον ΣΕΓΑΣ στο διεθνές αθλητικό συνέδριο του Άμστερνταμ, οργάνωσε σύσκεψη των εκπροσώπων των άλλων βαλκανικών κρατών και πρότεινε τη διοργάνωση ενός βαλκανικού πρωταθλήματος στίβου. Για να μη μείνει η συμφωνία μόνο στα λόγια πρότεινε το επόμενο έτος να πραγματοποιήσει ο ΣΕΓΑΣ μια δοκιμαστική διοργάνωση στην Αθήνα, στο Παναθηναϊκό Στάδιο, αναλαμβάνοντας τα έξοδα φιλοξενίας των αθλητικών αποστολών. Έτσι από 22 ως 29 Σεπτεμβρίου του 1929 πραγματοποιήθηκαν οι Παμβαλκανικοί Αγώνες όπως αποκλήθηκαν τότε, ή Προβαλκανικοί, όπως επικράτησε να αποκαλούνται μεταγενέστερα, με τη συμμετοχή 4 χωρών, της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουμανίας. Οι Αγώνες σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και αποτέλεσαν την αφορμή να καθιερωθεί από το 1930 σε ετήσια βάση η τέλεση των Βαλκανικών Αγώνων Στίβου, με τη συμμετοχή και της Τουρκίας.

Η έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τα καθεστώτα που κυριάρχησαν στις βαλκανικές χώρες μετά τη λήξη του, δεν επέτρεπαν την διεξαγωγή των Βαλκανικών Αγώνων σε κανονική βάση, με την κατάσταση να ομαλοποιείται κάπως στις αρχές της δεκαετίας του ‘50, και το 1953 ξεκίνησε ξανά η διοργάνωση, με τη συμμετοχή αρχικά μόνο τριών χωρών, της Ελλάδας, της Γιουγκοσλαβίας και της Τουρκίας. Η πρώτη μεταπολεμική διοργάνωση έγινε στην Αθήνα. Με συμμετοχή των τριών κρατών έγιναν άλλες δύο διοργανώσεις: το 1954 στο Βελιγράδι και το 1955 στην Κωνσταντινούπολη. Από το 1954 μετείχαν για πρώτη φορά και γυναίκες, αλλά χωρίς βαθμολογία.
Το 1956 επανήλθαν η Ρουμανία με τη Βουλγαρία, ενώ η Αλβανία πήρε μέρος ξανά από τη δεκαετία του ’60 αλλά σε ελάχιστες διοργανώσεις. Η διοργάνωση συνεχίστηκε σταθερά για πολλές δεκαετίες και ως το 1990 θεωρείτο η σπουδαιότερη αθλητική διοργάνωση των Βαλκανίων. Παράλληλα, αποτέλεσε πρόκριμα για την καθιέρωση βαλκανικών αγώνων σταδιακά σχεδόν για όλα τα σπορ.
Από τη δεκαετία του ’80 πολλές χώρες άρχισαν να βλέπουν τους Βαλκανικούς Αγώνες ως μία ευκαιρία για νέους αθλητές και αθλήτριες να πάρουν περισσότερες διεθνείς εμπειρίες. Το 1986 σε μια προσπάθεια να αναβαθμιστούν οι αγώνες αποφασίστηκε να διεξάγονται ανά διετία και να παραμείνουν ως ετήσιοι μόνο οι βαλκανικοί αγώνες εφήβων-νεανίδων. Αυτό το καθεστώς συνεχίστηκε μέχρι και το 1996, με τη συμμετοχή σταδιακά και των νέων βαλκανικών κρατών που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας: Σερβία-Μαυροβούνιο, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Σκόπια πήραν μέρος, όπως και η Μολδαβία, από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Το 1996 αποφασίστηκε οι αγώνες να επανέλθουν σε ετήσια βάση. Από το 2012 ξεκίνησε σταδιακή διεύρυνση της ΑΒΑF καθώς εντάχθηκαν διαδοχικά Κροατία, Σλοβενία, Αρμενία, Κύπρος, Γεωργία και Ισραήλ οπότε τα μέλη της έφτασαν πλέον τα 22.
Ο Βόλος όμως και η Μαγνησία, όπως προαναφέραμε έδωσαν από πολύ νωρίς το «παρών» και μάλιστα με ιδιαίτερη επιτυχία.

Αθανάσιος Ραγάζος (Αλμυρός 1913-1991)
Με μεγάλες διακρίσεις σε πανελλήνιο επίπεδο, και παρουσία σε Ολυμπιακούς και Πανευρωπαϊκούς Αγώνες, ο γνωστός Αλμυριώτης δρομέας μεγάλων αποστάσεων σημείωσε σημαντικές διακρίσεις και σε βαλκανικό επίπεδο, στις πρώτες διοργανώσεις που πραγματοποιήθηκαν.
Στην Αθήνα το 1936 κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στον Μαραθώνιο, και στο ίδιο αγώνισμα το 1937 το ασημένιο στο Βουκουρέστι. Διπλή ήταν η επιτυχία το 1938 στο Βελιγράδι, με ασημένιο μετάλλιο στα 10 χλμ αλλά χρυσό στον Μαραθώνιο, όπως και το 1939 και πάλι στην Αθήνα, με χρυσό στα 10 χλμ και ασημένιο στον Μαραθώνιο!


Θανάσης Καλογιάννης (Βόλος, 1965-Αθήνα, 2017)
Ο εκ Βόλου καταγώμενος Θανάσης Καλογιάννης είχε να επιδείξει από μικρός πολλές επιτυχίες και στους Βαλκανικούς Αγώνες μεταξύ άλλων, έχοντας υπάρξει πρωταθλητής στα 400μ με εμπόδια και όχι μόνο.
Η πρώτη του διάκριση στους Βαλκανικούς ήταν το 1982 στο Βουκουρέστι, κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο στα 4×400 μ. Αν και εμποδιστής, το πρώτο χρυσό το πήρε το 1984 στην Αθήνα στα 400 μ., ενώ το 1986 στη Λιουμπλιάνα πήρε το ασημένιο μετάλλιο τόσο στα 400 μ. όσο και στα 400 μ. με εμπόδια. Από εκεί και πέρα, αφοσιωμένος πλήρως στα 400 μ. με εμπόδια, θα κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο το 1988 στην Άγκυρα (μαζί με το χάλκινο στα 4×400 μ.), το 1989 στις Σέρρες (όπου πήρε και πάλι και το χάλκινο στα 4×400 μ.), και το 1992 στη Σόφια. Είχε μεσολαβήσει η κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου το 1990 στην Κωνσταντινούπολη στα 400 μ. με εμπόδια.

Απόστολος Καθηνιώτης (Βόλος-1952)
Έχοντας κάνει σημαντική πορεία στον χώρο του Στίβου με τον ΓΣ Βόλου, ο Απόστολος Καθηνιώτης έχει να περηφανεύεται ότι μεταξύ άλλων έχει κατακτήσει πέντε συνολικά μετάλλια σε Βαλκανικούς Αγώνες.
Αν και αθλητής του τριπλούν, το ένα από αυτά τα μετάλλια ήταν στο άλμα εις μήκος, και συγκεκριμένα το χάλκινο το 1972 στη Σμύρνη, όπου όμως κατέκτησε και το χάλκινο στο τριπλούν.
Από εκεί και πέρα ακολούθησαν δύο χρυσά στο τριπλούν, ένα το 1973 στον Πειραιά, και ένα το 1974 στη Σόφια. Ένα ακόμη μετάλλιο προστέθηκε στη συλλογή του το 1976 στο Τσέλιε της Σλοβενίας, το χάλκινο και πάλι στο τριπλούν.

Ιωάννα Καφετζή (Ν. Ιωνία, 1976)
Το 2001 η Καφετζή κατέκτησε στα Τρίκαλα to χρυσό στα 100 μ. όπως και το χρυσό στα 4×100 μαζί με τις Γωγώ Κοκλώνη, Χαρούλα Μπούντα και Αθηνά Κοψιά. Από την άλλη, το 2002 κατέκτησε το ασημένιο στα 4×100 μ, στο Βουκουρέστι, μαζί με τις Πανταλέων, Νεσούδη και Διακάτου. Δεν ήταν όμως τα μοναδικά μετάλλια σε βαλκανικό πρωτάθλημα για την Καφετζή, αφού συνέχισε τη δράση της και το 2007 στη Σόφια θα επιστρέψει για να κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στο άλμα εις μήκος.

Δήμητρα Τσουκαλά (1999)
Τα πιο πρόσφατα μετάλλια που αφορούν τη Μαγνησία σε Βαλκανικούς Αγώνες είναι τα δύο χρυσά που έχει κατακτήσει η Βολιώτισσα σπρίντερ Δήμητρα Τσουκαλά.
Ήταν το 2022 το πρώτο χρυσό που κατέκτησε με την ομάδα 4×100 μ. στην Κραϊόβα της Ρουμανίας, μαζί με τις Αλάνα Μπερν, Ελισάβετ Πεσιρίδου και Ραφαηλία Σπανουδάκη.
Στη Σμύρνη από εκεί και πέρα το 2024 ήρθε και το δεύτερο χρυσό μετάλλιο, και πάλι στα 4×100 μ. μαζί με τις Άρτεμις Αναστασίου, Ελισάβετ Πεσιρίδου και Ραφαηλία Σπανουδάκη ξανά.
Aθλητές και αθλήτριες που ξεχώρισαν
Δεν ήταν φυσικά μόνο αθλητικές προσωπικότητες από τον Βόλο και τη Μαγνησία που ξεχώρισαν στους Βαλκανικούς Αγώνες στο διάβα των ετών, αφού δεκάδες ήταν αυτοί και αυτές από περιοχές απ’ όλη την Ελλάδα που πέτυχαν διακρίσεις.

Κάνοντας μία σταχυολόγηση, κάποιοι-ες που ξεχώρισαν είναι οι εξής:
Xρήστος Μάντικας (Χίος, 1902 – Αθήνα, 1960)
Ο Χρήστος Μάντικας ήταν Έλληνας αθλητής του στίβου, εμποδιστής, από τους μεγαλύτερους προπολεμικά. Υπήρξε πολλές φορές πανελληνιονίκης και βαλκανιονίκης, μέλος της εθνικής ομάδας στίβου. Έγινε 36 φορές χρυσός βαλκανιονίκης, 7 αργυρός και μία φορά τρίτος, πήρε ένα χάλκινο μετάλλιο σε πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα, έκανε 21 πανελλήνια ρεκόρ ενώ ισοφάρισε άλλα 16, και 9 φορές ήταν χρυσός πανελληνιονίκης.

Νίκος Σύλλας (Καλλιμασιά Χίου, 1914 – Χίος, 1986)
Ο Νίκος Σύλλας υπήρξε ο σπουδαιότερος Έλληνας δισκοβόλος κατά την προπολεμική και την πρώτη μεταπολεμική περίοδο. Ήταν Πανελληνιονίκης, Βαλκανιονίκης, Μεσογειονίκης και Ολυμπιονίκης. Κατέρριψε δέκα φορές το πανελλήνιο ρεκόρ στη δισκοβολία, με κορυφαία επίδοση τα 51 μ. το 1939, που παρέμεινε ακατάρριπτη επί 18 χρόνια. Υπήρξε αθλητής του Παγχιακού Γ.Σ. αρχικά και στη συνέχεια του Πανιωνίου.

Γιώργος Ρουμπάνης (Τρίπολη, 1929 – Αθήνα, 2025)
Ο Γεώργιος Ρουμπάνης ήταν Έλληνας ολυμπιονίκης, με διακρίσεις και στους Βαλκανικούς Αγώνες, έχοντας κατακτήσει στη διοργάνωση τέσσερα χρυσά μετάλλια, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο, στο άλμα επί κοντώ.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956 στη Μελβούρνη, κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στο άλμα επί κοντώ, με άλμα 4.50, μετά από επίπονο αγώνα διάρκειας 8 ωρών. Αγωνίστηκε επίσης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 1960 Μαζί με τον Δημήτρη Θανόπουλο ίδρυσαν τον Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών, το 1985.

Χρήστος Παπανικολάου (Τρίκαλα, 1941)
Ο Χρήστος Παπανικολάου είναι Έλληνας πρώην αθλητής του άλματος επί κοντώ, 4ος Ολυμπιονίκης στους Αγώνες του Μεξικού το 1968. Ξεκίνησε από τον ΓΣ Τρικάλων, ενώ αργότερα εντάχθηκε στον Παναθηναϊκό. Κυριάρχησε στο άθλημά του για πολλά χρόνια, όχι μόνο στην Ελλάδα όπου ήταν 13 φορές Πανελληνιονίκης (από το 1961 έως το 1977 με κάποια διαλείμματα), αλλά και στο εξωτερικό, με οκτώ Βαλκανικούς τίτλους, δύο χρυσά σε Μεσογειακούς Αγώνες το 1967 και το 1971 και ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου το 1966.

Σοφία Σακοράφα (Τρίκαλα, 1957)
Η Σοφία Σακοράφα ήταν μία από τις καλύτερες Ελληνίδες ακοντίστριες εντός και εκτός συνόρων, η οποία είχε σημειώσει παγκόσμιο ρεκόρ στην κατηγορία των γυναικών, με βολή στα 74,20 μ. το 1982. Η μεγαλύτερη αθλητική διάκριση της Σακοράφα, πέραν του παγκοσμίου ρεκόρ, ήταν η κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβο το 1982 στην Αθήνα, με βολή στα 67,04 μ. Τρία χρυσά και τρία χάλκινα είναι ο απολογισμός της στους Βαλκανικούς Αγώνες.
Από τον Απρίλιο του 2021, είναι η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ.

Άννα Βερούλη (Καβάλα, 1956)
Η Άννα Βερούλη υπήρξε μία από τις κορυφαίες παγκοσμίως αθλήτριες στο αγώνισμα του ακοντισμού κατά το ξεκίνημα της δεκαετίας του 1980, ενώ αποτέλεσε παράλληλα το πρώτο μεταπολεμικό δείγμα ανάκαμψης του ελληνικού Αθλητισμού Γυναικών σε υψηλό επίπεδο διακρίσεων.
Σημαντικότερη στιγμή στη σταδιοδρομία της υπήρξε η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Πανευρωπαϊκούς αγώνες στίβου το 1982 στην Αθήνα με επίδοση 70,02 μέτρα (πρώτο χρυσό μετάλλιο για Ελληνίδα στη διοργάνωση), ενώ ακολούθησε ένα χρόνο μετά στο Ελσίνκι το χάλκινο μετάλλιο στο Α΄ Παγκόσμιο πρωτάθλημα στίβου με 65,72 μέτρα. Ήταν παρούσα στους Ολυμπιακούς Αγώνες των Λος Άντζελες, Σεούλ και Βαρκελώνης. Στους Βαλκανικούς Αγώνες έχει κατακτήσει 3 χρυσά, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο μετάλλιο.

Βασίλης Παπαγεωργόπουλος (Θεσσαλονίκη, 1947)
Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος, πέρα από δήμαρχος Θεσσαλονίκης, υπήρξε σημαντικός δρομέας ταχύτητας στην Ελλάδα, φέροντας και το προσωνύμιο «φτερωτός γιατρός». Αναδείχθηκε αρκετές φορές πρωταθλητής Ελλάδος και βαλκανιονίκης στα 100 μέτρα και κατέκτησε τρία ευρωπαϊκά μετάλλια. Το πρώτο στο Ελσίνκι το 1971, το δεύτερο το 1972 στη Γκρενόμπλ της Γαλλίας και το τρίτο το 1976 στο Μόναχο. Πρωταγωνίστησε επί πολλά χρόνια στους διεθνείς στίβους, ισοφάρισε το πανευρωπαϊκό ρεκόρ στα 100 μέτρα, και ήταν κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 100 μέτρα επί 21 συνεχή χρόνια. Πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972 και του Μόντρεαλ το 1976.

Γρηγόρης Γεωργακόπουλος (Αθήνα, 1910 – Αθήνα, 1956)
Ο Γρηγόρης Γεωργακόπουλος ήταν Έλληνας πρωταθλητής του στίβου σε αγωνίσματα ημιαντοχής κυρίως στα 800 και 1500 μέτρα. Πανελληνιονίκης εφήβων – αντρών και βαλκανιονίκης από τις μεγάλες μορφές του Ελληνικού στίβου προπολεμικά.
Στους Βαλκανικούς αγώνες είχε κατακτήσει 17 χρυσά μετάλλια και 10 αργυρά. Αξέχαστος έμεινε ο αγώνας των 1500 μ. στους Β’ Βαλκανικούς του 1930 και η πάλη του για το χρυσό μετάλλιο με τον Βούλγαρο Πεντάν. Στα τελευταία 200 μέτρα οι δύο αθλητές πήγαιναν δίπλα ο ένας στον άλλον, και τερμάτισαν κόβοντας μαζί το νήμα με επίδοση 4.18. Με προσωπική παρέμβαση του Ελευθέριου Βενιζέλου το χρυσό δόθηκε στον Πεντάν παρότι είπε ότι πίστευε ότι ο Γεωργακόπουλος ήταν πρώτος, για λόγους φιλοξενίας.

Ευάγγελος Δεπάστας (Αθήνα, 1932 – Αθήνα, 2009)
Ο Ευάγγελος Δεπάστας ήταν Έλληνας αθλητής του στίβου. Υπήρξε διακεκριμένος αθλητής του Πανιωνίου τη δεκαετία του 1950, με πανελλήνια ρεκόρ και νίκες σε βαλκανικούς, μεσογειακούς και άλλους διεθνείς αγώνες.
Κατέρριψε οκτώ φορές το πανελλήνιο ρεκόρ των 800 μ. (ο πρώτος Έλληνας αθλητής που κατέβηκε κάτω από το 1.50.0) και δύο φορές το αντίστοιχο βαλκανικό ρεκόρ. Επίσης, δύο φορές το πανελλήνιο ρεκόρ των 1500 μ. (ο πρώτος Έλληνας που κατέβηκε κάτω από 4 λεπτά).

Δημήτρης Κουτσούκης (Πειραιάς, 1962)
Ο Δημήτρης Κουτσούκης θεωρείται ως ο κορυφαίος Έλληνας σφαιροβόλος όλων των εποχών και κάτοχος 17 πανελληνίων ρεκόρ σφαιροβολίας. Στους Βαλκανικούς Αγώνες ωστόσο κατάφερε να κερδίσει μόλις ένα ασημένιο και ένα χάλκινο μετάλλιο. Επίσης υπήρξε επί σειρά ετών προπονητής του ΣΕΓΑΣ, ΑΣΑΕΔ και ΑμεΑ που μετείχαν στους Παραολυμπιακούς αγώνες, με πολλές επιτυχίες των αθλητών του σε Παραολυμπιακούς Αγώνες αλλά και σε παγκόσμια και πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα.

Πηγή: magnesiasports, Ειδική έκδοση Ομίλου Καρεκλίδη

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.
Γίνετε μέλος στο κανάλι Magnesianews στο Messenger για όλες τις τελευταίες ειδήσεις.