Δεν γλίτωσε την «καμπάνα» 61χρονος επαγγελματίας στον Πλατανιά που κατηγορούνταν ότι επιτέθηκε σε βάρος του προέδρου του Συλλόγου Εφοριακών Μαγνησίας και μιας συναδέλφου του, περιστατικό που συνέβη στις 8 Αυγούστου 2019 κατά τη διάρκεια φορολογικού ελέγχου.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου τον έκρινε ένοχο για βαριά σωματική βλάβη και βία κατά υπαλλήλων και τον καταδίκασε σε φυλάκιση 29 μηνών με αναστολή.
Ο 59χρονος τότε επαγγελματίας, στη διάρκεια ελέγχου, φέρονταν να επιτέθηκε στους δύο δημόσιους υπαλλήλους, χτυπώντας δυο φορές στο χέρι τον 63χρονο εφοριακό, με αποτέλεσμα να υποστεί κάταγμα ωλένης, ενώ κινήθηκε απειλητικά κατά της 60χρονης υπαλλήλου της ΔΟΥ Βόλου προσπαθώντας να τη χτυπήσει με γροθιά στο πρόσωπο, ωστόσο, δεν το κατάφερε, γιατί τον συγκράτησαν συγγενικά του πρόσωπα, αλλά και η γυναίκα οπισθοχώρησε για να τον αποφύγει.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι δύο υπάλληλοι πραγματοποιούσαν φορολογικό έλεγχο σε κατάστημα ιδιοκτησίας της συζύγου του 61χρονου. Τότε ο κατηγορούμενος μπήκε στο μαγαζί με άγριες διαθέσεις φερόμενος να λέει: «Δεν θα τολμήσετε να μας γράψετε, μας έχετε ξεσκίσει, ήρθατε εδώ για να μας γράψετε, δεν υπάρχει περίπτωση», κινούμενος απειλητικά εναντίον τους. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε δύο φορές στο χέρι τον 61χρονο τότε, εφοριακό, ενώ μετά από λίγο οι δύο υπάλληλοι αποχώρησαν από το κατάστημα, χωρίς να ολοκληρώσουν ποτέ τον έλεγχο.
Είχε προβλήματα κινητικότητας
Ο εφοριακός – θύμα της επίθεσης κατάθεσε στο Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος με τα χτυπήματα που κατάφερε στο χέρι, του προκάλεσε κάταγμα και χρειάστηκε να υποβληθεί σε επώδυνη χειρουργική επέμβαση. Του τοποθετήθηκε νάρθηκας ο οποίος του προξένησε πρήξιμο στα δάκτυλα, οδηγώντας τον να μην μπορεί να σηκώσει ούτε έναν φάκελο στην υπηρεσία, αλλά ούτε και να αυτοεξυπηρετηθεί.
«Δεν μπορούσα ούτε τα κορδόνια να δέσω» ανέφερε χαρακτηριστικά. Επιβαρύνθηκα και με έξοδα για την αποκατάσταση του προβλήματός μου, ενώ εδώ και δύο χρόνια εξακολουθεί να μην έχει αποκατασταθεί η υγεία μου, αφού δεν μπορώ να πάρω αγκαλιά τα εγγόνια μου», επισήμανε το θύμα της επίθεσης. Καταλήγοντας είπε πως ο έλεγχος δεν ολοκληρώθηκε.
Η δεύτερη εφοριακός στην κατάθεσή της περιγράφοντας το περιστατικό είπε πως δεν είχαν εκδοθεί αποδείξεις για τρία τραπέζια. Έτσι κάθισαν να γράψουν την παράβαση και τότε από πίσω τους ήρθε ο άνδρας ουρλιάζοντας σε έξαλλη κατάσταση. Όπως ανέφερε πρώτη φορά σε έλεγχο της συνέβη κάτι τέτοιο, με τον κατηγορούμενο να επιτίθεται κατά του συναδέλφου της, χτυπώντας του το χέρι δύο φορές, με αποτέλεσμα να του πέσουν τα γυαλιά του. Τότε στράφηκε εναντίον της επιχειρώντας να την πλήξει στο πρόσωπο με γροθιά, όμως, έκανε πίσω και πρόλαβαν να τον συγκρατήσουν συγγενείς του, που ήταν μπροστά στα γεγονότα. Μάζεψαν τότε τα πράγματά τους και αποχώρησαν από το κατάστημα χωρίς να ολοκληρώσουν τον έλεγχο.
Καταθέτοντας η κόρη του κατηγορούμενου ισχυρίστηκε πως ο πατέρας της δεν ακούμπησε τον 63χρονο και πως ο τραυματισμός του προκλήθηκε όταν γύρισε το θύμα και χτύπησε το χέρι του στον πάγκο που βρισκόταν πίσω του. Παραδέχθηκε ότι εκνευρίστηκε επειδή οι δύο εφοριακοί μίλησαν με άσχημο τρόπο στη μητέρα της και ιδιοκτήτρια του καταστήματος, ενώ αναφέρθηκε στην προσωπικότητα του πατέρα της λέγοντας πως είναι ιδιαίτερα αγαπητός στην τοπική κοινωνία, βοηθώντας αναξιοπαθούντες συμπολίτες του και προσφέροντας εθελοντικό έργο.
Αρνήθηκε ότι τον χτύπησε
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι χτύπησε τον εφοριακό, κατηγορώντας τον, ότι άλλαξε την πρώτη του κατάθεση. Ισχυρίστηκε πως το μόνο που έκανε ήταν να σηκώσει το χέρι του για να του ρίξει σφαλιάρα, όμως, το θύμα οπισθοχώρησε και την απέφυγε. Τότε ο εφοριακός έβγαλε, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, τα γυαλιά του και του είπε πως θα τον καταγγείλει στην Αστυνομία.
Ο κατηγορούμενος κατέθεσε ότι οι υπάλληλοι μίλησαν άσχημα στη σύζυγό του, με αποτέλεσμα να εκνευριστεί, ενώ απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέα της έδρας για το πώς τραυματίστηκε ο υπάλληλος, είπε πως γύρισε και χτύπησε το χέρι του από τον πάγκο που βρισκόταν πίσω του, ενώ διαβεβαίωσε κατηγορηματικά ότι δεν ήρθε σε σωματική επαφή με τον εφοριακό.
Η εισαγγελέας έδρας πρότεινε να κηρυχθεί ένοχος ο 61χρονος και για τη βαριά σωματική βλάβη και για βία κατά υπαλλήλων, ζητώντας να του αναγνωριστεί, ωστόσο, το ελαφρυντικό του σύννομου βίου, κάτι που το Δικαστήριο στην απόφασή του τελικά απέρριψε, αλλά και το αίτημα της υπεράσπισης για μετατροπή της κατηγορίας σε απλή σωματική βλάβη.
Ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης 29 μηνών (20 για τη σωματική βλάβη και 9 για βία κατά υπαλλήλων), με τριετή αναστολή, ενώ άσκησε στη συνέχεια έφεση και αφέθηκε ελεύθερος.