«Αντί να εκφράσω κι εγώ τη ναυτία μου για όσα είπε πρόσφατα ο Δήμαρχος Βόλου θα σταθώ λίγο στη διάχυτη απορία για το πως ειδικά σε αυτόν τον τόσο ευνοημένο τόπο έφτασε να διοικεί ένας τέτοιος άνθρωπος. Σκέφτομαι λοιπόν (ίσως τελείως αβάσιμα) ότι είναι ακριβώς τα προνομιακά χαρακτηριστικά αυτής της πόλης που βοήθησαν να γεννηθεί το τέρας. Σκέφτομαι ότι, κατά κάποιον τρόπο, η παραδείσια γενναιοδωρία της φύσης, ο ρόλος της θάλασσας και του βουνού σαν υπερπροστατευτικοί κηδεμόνες της νεαρής πόλης, η υπερβολική θετικότητα τέλος πάντων της περιοχής συμπίεζαν ένα υπαρκτό απόθεμα αρνητικότητας και δεν το άφηναν να εκτονωθεί. Το τοξικό υπόστρωμα που διαθέτει σε αφθονία η ελληνική κοινωνία εδώ στην πόλη μας έμοιαζε να το ξορκίζει η ευλογία της γεωγραφίας.
Κι ας ήταν ενισχυμένο από τοπικές ιδιοτυπίες όπως ένας είδος εσωστρέφειας, μια αίσθηση ανωτερότητας ή μια ασυμφιλίωτη πληθυσμιακή ετερογένεια. Αυτό λοιπόν το υπόστρωμα δούλευε υπόγεια αλλά ο Βόλος παραδομένος στην αγκαλιά του Παγασητικού και στην ευδαιμονία των τσιπουράδικων δεν μπορούσε να το νιώσει και ν’ αναπτύξει αντισώματα. Η αιθρία του δεν άφηνε χώρο στα φαντάσματα και αυτό αντί να τον δυναμώσει τον έκανε τελικά πιο τρωτό. Όταν η συγκεντρωμένη λανθάνουσα αρνητικότητα παροξύνθηκε από τις συγκυρίες και βρέθηκε ο κατάλληλος αγωγός για να την υποδεχτεί και να την κρυσταλλώσει η πόλη βρέθηκε προ εκπλήξεως.
Τα πιο χαμηλά ένστικτα, οι επιθετικά άξεστοι τρόποι, η ξεδιάντροπη ιδιοτέλεια κι εκδικητικότητα καθιερώθηκαν ως η νέα αυτοδιοικητική τάξη πραγμάτων. Όπως μια απορρύθμιση του οργανισμού που όταν δεν βρίσκει τρόπο εκτόνωσης στην επιφάνεια γίνεται δυσπλασία στα σωθικά, έτσι εξελίχτηκε η νόσος του Βόλου» διαπιστώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Κώστας Μανωλίδης.



































