Mη αδειοδότηση κατασκευής μονάδας επεξεργασίας SRF και απαγόρευση καύσης RDF από την ΑΓΕΤ

Ζητά απ΄τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κ. Αγοραστό, ο βουλευτής Μαγνησίας Αλ. Μεϊκόπουλος

Επείγουσα επιστολή απέστειλε ο Βουλευτής Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος προς τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας και την Αντιπεριφερειάρχη Μαγνησίας ενόψει του αυριανού Περιφερειακού Συμβουλίου, με θέμα τη μη αδειοδότηση του έργου για την κατασκευή και λειτουργία μονάδας επεξεργασίας SRF στον ΧΥΤΑ του Δήμου Βόλου και την απαγόρευση καύσης RDF από την Τσιμεντοβιομηχανία του Βόλου για την προστασία της δημόσιας υγείας των πολιτών της Μαγνησίας.
Όπως τονίζει, «η πόλη του Βόλου παρά το πανέμορφο φυσικό τοπίο που την περιβάλλει, είναι μία από τις ελληνικές πόλεις που υποφέρουν από το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Τις τελευταίες δεκαετίες η αστικοποίηση, η αυξημένη εκβιομηχάνιση και η εκτεταμένη χρήση ΙΧ, είχαν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα στην περιοχή. Οι μετεωρολογικοί παράγοντες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ενώ η σύνθετη τοπογραφία του Βόλου οξύνει επεισόδια ατμοσφαιρικής ρύπανσης καθώς, δεν είναι όμως μόνο οι χαμηλής έντασης άνεμοι που εγκλωβίζουν ουσιαστικά τη ρύπανση πάνω από την πόλη. Ακόμη και όταν φυσούν ισχυροί νότιοι άνεμοι, η ρύπανση παραμένει, καθώς το όρος Πήλιο, στους πρόποδες του οποίου είναι χτισμένη η πόλη, λειτουργεί σαν «φυσικό τείχος».

Η ανάπτυξη μεγάλων και ρυπογόνων βιομηχανιών στις παρυφές της πόλης, της ΑΓΕΤ Ηρακλής νοτιοανατολικά και της Χαλυβουργίας και της λοιπής ΒΙΠΕ βορειοδυτικά, συμβάλει στον εγκλωβισμό των ρύπων πάνω από την πόλη σε κάθε κατεύθυνση ανέμου. Στην κατάσταση αυτή θα πρέπει να προστεθεί ότι από το 2012 και μετά, οι εκτεταμένες καύσεις υλικών από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, αποτελούν σημαντική αιτία για τη ρύπανση στον Βόλο, ενώ σημαντικό ρόλο έχει και το σκραπ ιδίως για την περιοχή των Παλαιών.
Το 2013, η Τσιμεντοβιομηχανία της ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ (της γαλλο-ελβετικής πολυεθνικής Lafarge Holcim), που λειτουργεί εντός του αστικού ιστού της πόλης του Βόλου, ζήτησε άδεια για να καίει εναλλακτικά καύσιμα (RDF, SRF δηλαδή απορρίμματα, υλικά στα οποία περιλαμβάνονται χαρτί, γυαλί και πλαστικό) προκειμένου να παράγει τσιμέντο, καταθέτοντας την απαραίτητη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Τα RDF (Refuse Derived Fuel) και SRF (Solid Recovered Fuel) είναι απορριμματογενή καύσιμα που παράγονται σε Μονάδες Επεξεργασίας σύμμεικτων Απορριμμάτων (ΜΕΑ), ως διαχωρισμένα και ομογενοποιημένα κλάσματα υψηλής θερμογόνου δύναμης, τα οποία αποτελούνται από χαρτί, πλαστικά και άλλα καύσιμα υλικά. Είναι παρόμοιας σύστασης και διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τις τεχνικές προδιαγραφές του τελικού προϊόντος. Τα RDF και SRF χρησιμοποιούνται ως καύσιμα είτε σε αυτόνομες μονάδες καύσης είτε στην τσιμεντοβιομηχανία για υποκατάσταση μέρους του συμβατικού καυσίμου που συνήθως είναι πετ κοκ. Ωστόσο, η καύση των RDF/SRF έχει συνδεθεί διεθνώς με την πιθανή έκλυση διοξινών στο περιβάλλον και λόγω της μεγάλης τοξικότητας αυτών των ουσιών εκφράζονται αρκετές επιφυλάξεις και ανησυχίες για τη χρήση τους
Ακολούθησε θετική γνωμοδότηση του Περιφερειακού Συμβουλίου Θεσσαλίας επί της μελέτης, αλλά κομβικό σημείο, υπήρξε η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) από το υπουργείο Περιβάλλοντος το 2014 κατά τη διάρκεια της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και επί υπουργίας κ. Μανιάτη, που έδινε το δικαίωμα στην ΑΓΕΤ για καύση 100.000 τόνων RDF/SRF και 100.000 τόνων άλλων εναλλακτικών υλικών, σε μερική αντικατάσταση των χρησιμοποιούμενων συμβατικών στερεών καυσίμων (μίγμα άνθρακα πετ κοκ και αγροτική βιομάζα). Στις 24/02/2017 εκδόθηκε Απόφαση τροποποίησης της έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), όπου δόθηκε η δυνατότητα στην εταιρεία να καίει 200.000 τόνους εναλλακτικά καύσιμα, από τα οποία οι 100.000 θα είναι RDF, εκτός από τις 150.000 τόνους πετ κοκ που είχε ήδη άδεια να καίει.

Οι εξελίξεις αυτές πυροδότησαν τα τελευταία τρία χρόνια έντονες αντιδράσεις στην τοπική κοινωνία του Βόλου, οι οποίες εκφράστηκαν και με πρωτοφανείς για τα δεδομένα της πόλης κινητοποιήσεις με τη συμμετοχή αρκετών χιλιάδων πολιτών. Κύρια ανησυχία τόσο των πολιτών, όσο και των επιστημονικών φορέων της πόλης (Ιατρικός Σύλλογος Μαγνησίας (ΙΣΜ), Αχιλλοπούλειο Νοσοκομείο Βόλου, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ΤΕΕ Μαγνησίας) αποτελεί το γεγονός ότι η καύση απορριμμάτων στα οποία περιλαμβάνονται χαρτί, γυαλί και πλαστικό ως εναλλακτικό καύσιμο αποβαίνει επιβαρυντική για την ποιότητα του αέριου περιβάλλοντος της περιοχής και κατ’ επέκταση για την υγεία των κατοίκων. Το ζήτημα της καύσης των εναλλακτικών καυσίμων RDF/SRF από την Τσιμεντοβιομηχανία της πόλης του Βόλου και της ακόλουθης επιβάρυνσης του αστικού περιβάλλοντος λόγω αυτού, αποτελεί από το 2017 μέχρι και σήμερα ένα φλέγον για την περιοχή ζήτημα που δεν έχει βρει μέχρι στιγμής ικανοποιητική λύση. Μόλις το περασμένο Σάββατο, 13/06/2020 οι Βολιώτισσες & οι Βολιώτες ανεξαρτήτως πολιτικών προτιμήσεων σε μια ειρηνική πορεία φώναξαν και εξέφρασαν για ακόμη μια φορά την αντίθεση τους στη καύση “εναλλακτικών καυσίμων” από την ΑΓΕΤ, αλλά και στη δημιουργία εργοστασίου SRF από το Δήμο Βόλου.
Μέσα σε αυτό το «τοξικό» κλίμα και συγκεκριμένα στις 11/05/2020, αποφασίστηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Βόλου η περιβαλλοντική αδειοδότηση της μονάδας παραγωγής SRF στον Δήμο Βόλου, έργο που φέρει τον τίτλο: «Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Αποβλήτων (ΟΕΔΑ) Βόλου στη θέση «Κάκκαβος». Φορέας του έργου είναι ο Σύνδεσμος Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΣΥ.ΔΙ.Σ.Α.) και ουσιαστικά το έργο αφορά την κατασκευή και λειτουργία μονάδας επεξεργασίας αστικών αποβλήτων και παραγωγής εναλλακτικού καυσίμου SRF, στον ΧΥΤΑ του Δήμου, το οποίο θα χρησιμεύει για να τροφοδοτεί με καύσιμο την Τσιμεντοβιομηχανία της περιοχής.
Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για την αδειοδότηση του έργου για την κατασκευή και λειτουργία μονάδας επεξεργασίας SRF, στον ΧΥΤΑ του Δήμου Βόλου είχε υποβληθεί προς έγκριση στην αρμόδια Υπηρεσία και στο πρόσφατο παρελθόν (14/03/2019), ωστόσο τότε, η Γενική Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, είχε προβεί σε μια σειρά από επισημάνσεις μπλοκάροντας στην αδειοδότηση του έργου. Σύμφωνα με την τότε άποψη της αρμόδιας υπηρεσίας, ο στόχος της παραγωγής δευτερογενούς στερεού καυσίμου για χρήση σε τσιμεντοβιομηχανίες, που προβάλλεται μέσα από την ΜΠΕ, δεν συνάδει με τον Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Απορριμμάτων. Παράλληλα, το Υπουργείο είχε τότε επισημαίνει πως η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία προκρίνει ως προτεραιότητα για την κατασκευή μονάδων επεξεργασίας αστικών αποβλήτων τη μηχανική βιολογική επεξεργασία με τη μέθοδο της κομποστοποίησης και τη μέθοδο της αναερόβιας χώνευσης αποβλήτων και όχι αυτή με τη μέθοδο της βιοξήρανσης που οδηγεί στην παραγωγή εναλλακτικών καυσίμων (SRF).
Αντίθετοι με τη δημιουργία μονάδας παραγωγής SRF στο Δήμο Βόλου είναι για ακόμα μία φορά οι επιστημονικοί φορείς της πόλης, οι οποίοι εκφράζουν έντονα την ανησυχία τους για την εξέλιξη αυτή. Συγκεκριμένα, το ΤΕΕ Μαγνησίας έχει επισημάνει ότι η πρόταση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του Έργου «Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Αποβλήτων (Ο.Ε.Δ.Α) Βόλου» η οποία προάγει τη λύση της βιοξήρανσης με παραγωγή SRF «δεν στηρίζεται σε αντικειμενικά, βάσει της Ευρωπαϊκής και Εθνικής Νομοθεσίας, δεδομένα». Η Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΕ, τονίζει ότι η μελέτη «δεν λαμβάνει υπόψη τις πάγιες αποφάσεις των φορέων (Περιφέρεια Θεσσαλίας κ.λπ) για την καύση του SRF. Προτείνει την παραγωγή SRF που ενέχει υψηλότερους κινδύνους ως προϊόν, σε σχέση με το σενάριο της αναερόβιας χώνεψης και παραγωγής βιοαερίου ή το σενάριο της Μηχανικής βιολογικής επεξεργασίας με τη μέθοδο της κομποστοποίησης».
Ο Ιατρικός Σύλλογος Μαγνησίας (ΙΣΜ), έχει επανειλημμένα επισημάνει ότι υπάρχει πληθώρα μελετών και δημοσιεύσεων αναφορικά με τις επιδράσεις στην υγεία από την καύση των εναλλακτικών καυσίμων (όπως SRF) από τσιμεντοβιομηχανίες, τόσο των εργαζομένων σε αυτή, όσο και αυτών που ζουν στη γειτονική περιοχή. Παράλληλα, η διεθνής επιστημονική κοινότητα, έχει εντάξει την έκθεση σε αέρια ρύπανση στους βλαπτικούς παράγοντες (μαζί με κάπνισμα, εκτεταμένη χρήση αλκοόλ κλπ) της ανθρώπινης υγείας. Επιδημιολογικές μελέτες της τελευταίας δεκαετίας, στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α., έχουν τεκμηριώσει την ύπαρξη βραχυχρόνιων συνεπειών στην υγεία όπως είναι η αναπνευστική και καρδιαγγειακή νοσηρότητα κατά την έκθεση σε αυξημένα επίπεδα συγκέντρωσης αιωρούμενων σωματιδίων που παράγονται από την καύση εναλλακτικών καυσίμων, όπως SRF/RDF.
Πρόσφατα παραδείγματα δύο άλλων ελληνικών πόλεων, δείχνουν πως η δημιουργία μονάδας παραγωγής SRF για τη διαχείριση αστικών απορριμμάτων δεν αποτελεί ούτε την πρώτη, ούτε τη βέλτιστη επιλογή. Συγκεκριμένα, στις 21/05/2020 Δημοπρατήθηκαν δύο σύγχρονες Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ), μία στην Κέρκυρα και μία στα Τρίκαλα. Οι δύο αυτές μονάδες ολοκληρωμένης διαχείρισης, περιλαμβάνουν σύγχρονες εγκαταστάσεις επεξεργασίας, ανακύκλωσης και ενεργειακής αξιοποίησης, θα διαθέτουν μονάδες υποδοχής, μηχανικής διαλογής σύμμεικτων αστικών στερεών αποβλήτων και ανάκτησης από αυτά ανακυκλώσιμων υλικών, μέσω της μηχανικής βιολογικής επεξεργασίας με τη μέθοδο της κομποστοποίησης και όχι με τη μέθοδο της βιοξήρανσης που οδηγεί στην παραγωγή SRF.
Η έννοια της δημόσιας υγείας δεν είναι κάτι θεωρητικό, αλλά αφορά την ουσιαστική προστασία του πληθυσμού από βλαπτικούς παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα υγείας σε ανεξέλεγκτο εύρος. Οι επιστημονικές μελέτες για τα αυξημένα ποσοστά εμφάνισης αναπνευστικών προβλημάτων και άλλων σοβαρών προβλημάτων υγείας στον πληθυσμό της περιοχής κάθε άλλο παρά καθησυχαστικές είναι.
Ο Βόλος είναι μία πόλη περιβαλλοντικά επιβαρυμένη. Το πρόβλημα της ατμοσφαιρική ρύπανσης στο Βόλο είναι και οξύ και πολυπαραγοντικό, ωστόσο, είναι υπαρκτό και η προστασία της δημόσιας υγείας θα πρέπει να είναι το πρώτο και κυρίαρχο μέλημα όλων. Η ανησυχία των πολιτών και των επιστημονικών φορέων για επιπτώσεις στην υγεία τους από τη λειτουργία τέτοιων μονάδων είναι δικαιολογημένη.
Η Περιφέρεια, ο Δήμος και η Πολιτεία θα πρέπει επιτέλους να λάβουν υπόψη τους τη μεγάλη κοινωνική αντίδραση που υπάρχει τα τελευταία χρόνια. Να γίνει διάλογος για ένα οικολογικό τοπίο, με χρήση από τις βιομηχανίες καυσίμων φιλικών προς το περιβάλλον, όπως το φυσικό αέριο, αλλά και να γίνεται ανακύκλωση στη πηγή, καθοριστική στη διαχείριση σκουπιδιών και αποβλήτων.
Οι αρμόδιοι φορείς οφείλουν να λάβουν υπόψη τη σοβαρότητα και αυστηρότητα που επιτάσσουν οι λόγοι της δημόσιας υγείας και της εκτεταμένης τοπικής ανησυχίας. Αφενός να μην αδειοδοτήσουν το έργο κατασκευής και λειτουργίας της μονάδας παραγωγής SRF στον Δήμο Βόλου και αφετέρου να άρουν άμεσα την αδειοδότηση της Τσιμεντοβιομηχανίας του Βόλου να καίει RDF ως εναλλακτικό καύσιμο.
Παρακαλείσθε κύριε Περιφερειάρχη, κυρία Αντιπεριφερειάρχη, κύριοι/ες του Περιφερειακού Συμβουλίου, να επιληφθείτε άμεσα του θέματος.

Με εκτίμηση
Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος
Βουλευτής Μαγνησίας ΣΥΡΙΖΑ

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.