“Αλιευτικό καταφύγιο Πλατανιά: ένα έργο που καταστρέφει ανάπτυξη και περιβάλλον”

Ο κεντρικός δρόμος του Πλατανιά τον περασμένο χειμώνα
Γράφουν ο Κώστας Μπασδάνης και ο Ευάγγελος Ντόντης

Με αφορμή τις καταστροφικές πλημμύρες που σημειώθηκαν τις περασμένες ημέρες στα Τρίκαλα και με δεδομένη την κλιματική αστάθεια των τελευταίων ετών, ο νους του καθενός αναπόφευκτα κινείται γύρω από ένα ερώτημα που αφορά το πόσο μακριά βρίσκεται ο ίδιος από έναν τέτοιο κίνδυνο, μια καταστροφή που οφείλεται σε ένα ακραίο και απρόβλεπτο φυσικό φαινόμενο, και από ένα δεύτερο ερώτημα, που αφορά το πόσο προστατευμένος μπορεί να νιώθει από τον σχεδιασμό των υπαρχουσών δομών της περιοχής του και από τις ενέργειες της πολιτείας. Με δυσκολία φεύγουν από το μυαλό οι εικόνες από την ολοσχερώς κατεστραμμένη Μάνδρα καθώς και ο προβληματισμός για το τι από αυτά θα μπορούσε ίσως να αποφευχθεί μέσω ενός προσεκτικού σχεδιασμού. Παρόμοιες σκέψεις απασχολούν τους κατοίκους και τους επιχειρηματίες του Πλατανιά Νοτίου Πηλίου τα τελευταία τρία χρόνια, από όταν ανακοινώθηκε η έγκριση για την κατασκευή αλιευτικού καταφυγίου.
Ο Πλατανιάς είναι ένα από τα χωριά που αντιμετωπίζουν πρόβλημα κατά τους χειμερινούς μήνες με την υπερχείλιση του ρέματος που διατρέχει το χωριό, μεταφέρει κάθε χρόνο μεγάλες ποσότητες φερτών υλικών – κυρίως άμμου και εκβάλλει στη θάλασσα. Υπάρχει ανησυχία, λοιπόν, σε σχέση με τρία θέματα. Πρώτον, το ρέμα αυτή τη στιγμή ανανεώνει με φυσικό τρόπο τις ήδη υπάρχουσες αμμουδιές, όμως με την εφαρμογή του έργου υπάρχει ο φόβος ότι και οι αμμουδιές που θα απομείνουν δεν θα ανανεώνονται και ενδέχεται να επηρεάσουν και την τοπική παραλία. Δεύτερον, το αλιευτικό καταφύγιο θα χρειαστεί εκβάθυνση καθώς και την τακτική συντήρηση της, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για το κόστος στα δημοτικά ταμεία. Τρίτον, το ρέμα θα χρειάζεται τακτικό καθαρισμό από εξειδικευμένο συνεργείο ώστε να αποφευχθεί φράξιμο και πιθανή πλημμύρα του χωριού. Η απόφραξη του ρέματος προς το παρόν γίνεται με ελάχιστο κόστος και μη εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό λόγω της εύκολης από ξηράς πρόσβασης στην κοίτη του ρέματος. Αυτό θα αλλάξει δραματικά σε περίπτωση πραγμάτωσης του έργου, καθώς δεν υπάρχει καμία εγγύηση ή δέσμευση για το αν και κατά πόσο είναι στις δυνάμεις του Δήμου το να αναλάβει το κόστος τέτοιου είδους συντήρησης, ενώ ένα σοβαρό ζήτημα σε περίπτωση ακραίων καιρικών φαινομένων είναι και το πόσο έγκαιρα μπορούν να συντονιστούν τέτοιες ενέργειες.
Εκτός από φυσικές καταστροφές, στο επικείμενο έργο δεν φαίνεται να έχει γίνει επαρκής αποτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων στην τοπική οικονομία.

Παρά τα όσα έχουν γραφτεί κατά καιρούς στον τοπικό Τύπο, οι αντιδράσεις δεν προέρχονται από εγκάθετους σε οποιαδήποτε αναπτυξιακή ενέργεια, αντιθέτως προέρχονται από κατοίκους που ανησυχούν για το μέλλον του χωριού αλλά και από ανθρώπους που επιζητούν την ανάπτυξη και που επενδύουν σε αυτή – αρκεί να είναι μία ανάπτυξη εναρμονισμένη με τις τρέχουσες επιχειρηματικές κινήσεις. Η πλειονότητα των επαγγελματιών ανησυχεί για τον βαθμό στον οποίο το έργο πρόκειται να πλήξει την οικονομική ανάπτυξη του χωριού, η οποία ως επί το πλείστον στηρίζεται στη λειτουργία καταλυμάτων, ξενώνων, ξενοδοχείων, ενοικιαζόμενων δωματίων, εστιατορίων, καφέ και οργανωμένης παραλίας κατά τους θερινούς μήνες. Αυτή η τουριστική δραστηριότητα είναι που αποφέρει έσοδα, τόσο για τους ντόπιους κατοίκους όσο και για τον Δήμο Νοτίου Πηλίου, και αυτή βασίζεται στην άμεση επαφή του επισκέπτη με τη θάλασσα και με το φυσικό στοιχείο – στην εύκολη, ασφαλή και ποικίλη πρόσβαση στις αμμουδιές του χωριού, στη θέα, στη γραφικότητα, στο γεγονός ότι αποτελεί προορισμό για ήσυχες οικογενειακές διακοπές. Πάνω σε αυτό το προϊόν έχουν επενδύσει και συνεχίζουν να επενδύουν οι σημερινοί επαγγελματίες. Παράλληλα, υπάρχει μεν επαγγελματική αλιευτική δραστηριότητα σκαφών μέσης και παράκτιας αλιείας (γρι-γρι, τράτες) η οποία εξυπηρετείται επαρκώς από τον υπάρχοντα φυσικό λιμένα, σε καμία περίπτωση όμως η δραστηριότητα αυτή δεν έχει κάποια οικονομική συνεισφορά στις τοπικές επιχειρήσεις και στα έσοδα του Δήμου. Μία ορθολογική αναπτυξιακή κίνηση θα έπρεπε να λειτουργεί δίνοντας προτεραιότητα σε ό,τι αποτελεί οικονομικό πόρο για τον τόπο• το εν λόγω έργο πράττει το ακριβώς αντίθετο.

Ο τουρισμός, όμως, πλήττεται και βραχυπρόθεσμα. Σύμφωνα με τη μελέτη του έργου στην περιοχή «Παλιά» δεν υπάρχει ‘τίποτα’ –και με αυτό το πρόσχημα έχει αποφασιστεί να αξιοποιηθεί η εν λόγω περιοχή ως εργοτάξιο κατά την κατασκευή του έργου–, πράγμα που φυσικά δεν ισχύει, αφού τυγχάνει σε αυτή την περιοχή να βρίσκεται η πλειονότητα των καταστημάτων εστίασης του χωριού, κατοικημένα σπίτια καθώς και κάποια ξενοδοχεία. Καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι οι συγκεκριμένοι επαγγελματίες θα είναι πολύ δύσκολο να βιοποριστούν κατά τη διάρκεια της περάτωσης του έργου, επαγγελματίες των οποίων οι πληττόμενες επιχειρήσεις είναι το κυριότερο ή ακόμα και το μοναδικό τους εισόδημα. Επιπροσθέτως, εγείρονται ερωτήματα για την αξιοπιστία της εν λόγω μελέτης, που αγνοεί τον βαθμό ζωτικότητας της περιοχής «Παλιά», κάτι το οποίο είναι εύκολο να διαπιστωθεί με μία απλή επίσκεψη στο χωριό.
Το τουριστικό προϊόν πλήττεται μακροπρόθεσμα με τρόπο που είναι αδύνατο να επιδιορθωθεί στο μέλλον. Χάνεται η τωρινή άμεση επαφή του επισκέπτη με τη θάλασσα, αφού ο προς κατασκευή λιμενοβραχίονας εμποδίζει τη θέα στο ανοιχτό πέλαγος, οι ογκόλιθοι που προβλέπεται να τοποθετηθούν στο δυτικό τμήμα της παραλίας (125 μέτρα μήκος και 7 μέτρα πλάτος!) εξαφανίζουν μια εξαιρετική, εύκολα προσβάσιμη και ιδανική για τις μικρότερες ηλικίες αμμώδη πλαζ μήκους 70 μέτρων που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία 20 χρόνια και συνεχίζει να επεκτείνεται (βλ. σελ. 202 της μελέτης), ενώ το κύμα που αυτή τη στιγμή «σκάει» στα πόδια των επισκεπτών την ώρα που απολαμβάνουν τον καφέ ή το φαγητό τους απομακρύνεται ανεπιστρεπτί. Επίσης, επειδή πρόκειται περί αλιευτικού καταφυγίου, σε αυτό προβλέπεται να απαγορεύεται η ακτοπλοϊκή σύνδεση με άλλες περιοχές –σύνδεση που αυτή τη στιγμή είναι εφικτή–, ενώ ταυτόχρονα χάνουν τη δυνατότητα να αγκυροβολούν τα περίπου 60 σκάφη, εκ των οποίων περίπου 10 είναι ιστιοπλοϊκά, τα οποία αγκυροβολούν στον παρόντα φυσικό λιμένα, εφόσον, αν και πρόκειται για ένα τεράστιο σε όγκο έργο –δυσανάλογο με την έκταση του χωριού–, το αλιευτικό καταφύγιο έχει μικρή χωρητικότητα και, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη, θα μπορεί να φιλοξενεί μόλις 15 μεγάλα και 30 μικρά αλιευτικά σκάφη μην αφήνοντας χώρο για τα τουριστικά.

Ο Δήμος Νοτίου Πηλίου θα υποστεί σοβαρή οικονομική επιβάρυνση κατά τη διάρκεια και κατόπιν της αποπεράτωσης του έργου. Ο Δήμος είναι σύμφωνα με τη μελέτη ο φορέας διαχείρισης του έργου, πράγμα που σημαίνει ότι αυτός θα επιβαρύνεται με όλες τις έκτακτες και τακτικές δαπάνες που αφορούν σε εκβαθύνσεις, εγκατάσταση, συντήρηση και καθαρισμό χημικών τουαλετών, μισθούς υπαλλήλων που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία του λιμανιού, το οποίο δεν θα του επιστρέφει βέβαια κανένα έσοδο, παρά μόνο επιπλέον ζημία.
Ο εντονότερος από τους προβληματισμούς αφορά την παντελή απουσία ενημερωτικών ενεργειών από την πλευρά της Περιφέρειας. O ίδιος ο πρώην Δήμαρχος αγνοούσε βασικές παραμέτρους του σχεδιασμού του έργου, όπως η έκταση του έργου και η προβλεπόμενη άρση της ακτοπλοϊκής πρόσβασης, κάτι που συμβάλλει εξίσου στη δημιουργία εύλογων αποριών για μία σειρά από ζητήματα: Από πού προέρχονται οι πόροι για την πραγμάτωση του έργου και κατά πόσο είναι εξασφαλισμένοι; Πόσο καιρό θα διαρκέσει η κατασκευή; Ποιο είναι το πλάνο για τον ισοσκελισμό εσόδων-εξόδων; Ποια ακριβώς είναι τα εγγυημένα αναπτυξιακά αποτελέσματα που θα αποφέρει το συγκεκριμένο έργο στην ανάπτυξη του Πλατανιά και πώς αυτά θα συνδράμουν τους επαγγελματίες που για πολλά έτη στηρίζουν την οικονομία του χωριού και του Δήμου; Η Περιφέρεια Θεσσαλίας όχι μόνο δεν έχει απαντήσει στα αγωνιώδη αυτά ερωτήματα των άμεσα ενδιαφερόμενων και πληττόμενων, αλλά έχει αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο επαφής και ενημέρωσης για το θέμα, αρνούμενη να συναντήσει την επιτροπή επαγγελματιών και τα μέλη του Περιβαλλοντικού Συλλόγου του χωριού, αγνοώντας επιδεικτικά επιστολές ή απαντώντας τυπικά ότι η ενημέρωση έχει γίνει.

Λαμβάνοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, το υψηλό κόστος συντήρησης, τη ζημιά στην τοπική οικονομία και τη μη συμβατότητα του έργου με αυτή, είναι απολύτως λογικό οι κάτοικοι και οι επαγγελματίες να αντιδρούν. Οι κάτοικοι, ο Σύλλογος και οι επαγγελματίες είναι ανοιχτοί σε οποιαδήποτε γόνιμη συζήτηση σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του χωριού και την οικονομική ανάπτυξη του τόπου, ακόμα και αν αυτό σημαίνει και συνδιαμόρφωση του υπάρχοντος σχεδίου. Σε καμία περίπτωση δεν θα μείνουν άπραγοι στην επερχόμενη καταστροφή του τόπου και των περιουσιών τους και μάλιστα χωρίς να τους έχει δοθεί ποτέ ο λόγος προκειμένου να μπορέσουν να εκφράσουν τις δίκαιες ανησυχίες τους.

Ο κεντρικός δρόμος του Πλατανιά τον περασμένο χειμώνα

Εγκεκριμένο σχέδιο του νέου αλιευτικού καταφυγίου

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.