13η σύνταξη: Η κατάργησή της χρηματοδοτεί τις αυξήσεις – Mειώνεται η μέση ετήσια σύνταξη

Με 440 εκατ. ευρώ (0,22% του ΑΕΠ) που προέρχονται από την κατάργηση της «13ης σύνταξης» και την αντικατάστασή της από μια «συμπληρωματική χρηματοδότηση του Κοινωνικού Προυπολογισμού» χρηματοδοτούνται για το 2020 (όπως και για κάθε επόμενο έτος) οι αυξήσεις κύριων (για 30,1 έως 44 έτη ασφάλισης) και επικουρικών συντάξεων όπως αποκαλύπτει η αναλογιστική μελέτη του νέου ασφαλιστικού. Λόγω μάλιστα της κατάργησης της «13ης σύνταξης» μειώνεται το 2020 η μέση ετήσια σύνταξη, δηλαδή το μέσο ετήσιο εισόδημα των συνταξιούχων και παραμένει σταθερά μειωμένο σε σύγκριση με το σημερινό καθεστώς μέχρι και το 2035. Αντίθετη πορεία ακολουθεί για τα ίδια έτη η μέση μηνιαία σύνταξη.

Από το κονδύλι που αντικαθιστά την καταργημένη «13η σύνταξη» απομένουν 550 εκατ. ευρώ για να διανεμηθούν φέτος σε δαπάνες πρόνοιας, κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας. Πρόκειται για δαπάνες η φύση των οποίων δεν είναι από το νόμο προσδιορισμένη (ο νόμος παραπέμπει σε ΚΥΑ), ενώ σύμφωνα και με την αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο, τα κονδύλια για τις δαπάνες αυτές «στερεύουν» πλήρως από το 2040 και μετά, όταν η δαπάνη για τις αυξήσεις σε κύριες και επικουρικές διογκώνεται σταδιακά και σημαντικά. Πάντως μέχρι και το 2030 η δαπάνη για τις παρεμβάσεις σε κύριες (με 30,1 έως 44 έτη) και επικουρικές δεν ξεπερνά τα 550 εκατ. ευρώ ετησίως, με αποτέλεσμα το «περίσσευμα» που πρέπει να κατευθύνεται σε δαπάνες κοινωνικής πολιτικής να κυμαίνεται κοντά στο μισό δισεκατομμύριο κατ’ έτος.

Όσον αφορά στο που θα κατευθυνθούν τα επιπλέον κονδύλια, ο νόμος δεν διευκρινίζει ειδικά αλλά παραπέμπει σε ΚΥΑ των υπουργών Εργασίας, Υγείας και Οικονομικών. Ειδικοί μάλιστα επισημαίνουν πως το επίμαχο άρθρο 47 του ασφαλιστικού νομοσχεδίου άλλαξε για δεύτερη φορά, μετά την δημόσια διαβούλευση και πριν την κατάθεσή του στη Βουλή. Πρόκειται για το άρθρο που καταργεί την λεγόμενη 13η σύνταξη και εισάγει στην θέση της την «συμπληρωματική χρηματοδότηση του κοινωνικού προϋπολογισμού» σε ύψος 0,5% του ΑΕΠ.

Υπενθυμίζεται πως από αυτό το κονδύλι χρηματοδοτούνται οι αυξήσεις σε κύριες (ποσοστά αναπλήρωσης από 30,1 έτη ασφάλισης και άνω) και επικουρικές που απορρέουν από τις αποφάσεις του ΣτΕ και κατά δεύτερον δαπάνες κοινωνικής πολιτικής που θα πρέπει να προσδιοριστούν σε δεύτερο χρόνο με ΚΥΑ. Το κείμενο της δημόσιας διαβούλευσης αναφερόταν σε «δαπάνη πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας», ενώ στο τελικό κείμενο αφαιρέθηκε ο όρος «κοινωνικής ασφάλισης» και πλέον γίνεται αναφορά μόνο σε «δαπάνη πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας». Μένει να αποδειχθεί, σχολιάζουν ειδικοί, αν αυτή η αλλαγή θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στην κατεύθυνση των εν λόγω δαπανών. Υπενθυμίζεται πως στο προσχέδιο που δεν έφτασε σε διαβούλευση γινόταν λόγος για μια εφάπαξ παροχή η οποία θα δινόταν κάθε Χριστούγεννα στους συνταξιούχους.Σε κάθε περίπτωση οι πίνακες της αναλογιστικής μελέτης είναι ενδεικτικοί των επιπτώσεων που έχει η νέα μεταρρύθμιση στο σύστημα. Ενώ η μέση μηνιαία κύρια σύνταξη αυξάνεται, η μέση ετήσια σύνταξη μειώνεται κυρίως λόγω της κατάργησης της 13ης σύνταξης και της αντικατάστασής της από τον μηχανισμό δαπανών κοινωνικής πολιτικής. Ενδεικτικά αναφέρεται πως η μέση μηνιαία σύνταξη είναι 774€ το 2019 και θα έφτανε 783€ φέτος, 794€ το 2021, 837€ το 2025, τα 962€ το 2030 κ.ο.κ. Με το νέο σύστημα θα φτάσει τα 807€ φέτος, τα 820€ το 2021, τα 862€ το 2025, τα 1.003€ το 2030 κ.ο.κ.

Την ίδια στιγμή όμως μειώνεται η ετήσια μέση σύνταξη, καθώς καταργείται η 13η σύνταξη. Όπως σημειώνει η εθνική αναλογιστική αρχή «στο ισχύον σύστημα η ετήσια σύνταξη προκύπτει λαμβανομένης υπόψη της διάταξης του άρθρου 120 του ν. 4611/2019» (σ.σ. πρόκειται για το περίφημο άρθρο που θεσμοθέτησε την λεγόμενη 13η σύνταξη και τώρα αντικαθίσταται από την συμπληρωματική χρηματοδότηση του κοινωνικού προϋπολογισμού ώστε να χρηματοδοτηθούν οι αυξήσεις των κύριων και επικουρικών συντάξεων όπως και οι έξτρα δαπάνες κοινωνικής πολιτικής). Σύμφωνα με τους πίνακες της ΕΕΑ η μέση ετήσια σύνταξη με το ισχύον σύστημα το 2021 είναι 9.942€ ενώ με τη μεταρρύθμιση πέφτει στα 9.842€. Αντίστοιχα το 2025 είναι 10.504€ και με την μεταρρύθμιση πέφτει στα 10.345€ σε τρέχουσες τιμές, ενώ το 2030 είναι με το ισχύον σύστημα στα 12.041€ και με την μεταρρύθμιση φτάνει στα 12.031€.Η σχέση αυτή ανατρέπεται από το 2040 και μετά, όταν η μέση ετήσια σύνταξη του νέου συστήματος υπερβαίνει πλέον την μέση ετήσια σύνταξη του σημερινού ισχύοντος συστήματος. Προφανώς αυτό συμβαίνει διότι οι νέοι συνταξιούχοι με περισσότερα από 30,1 και έως 44 έτη ασφάλισης θα είναι πλέον πολλοί περισσότεροι. Το έτος 2040 είναι κομβικό καθώς από τότε και μετά σύμφωνα με την αναλογιστική αρχή οι αυξήσεις των συντάξεων «τρώνε» όλο το ποσό του 0,5% του ΑΕΠ με αποτέλεσμα να μην περισσεύει τίποτα για τις δαπάνες κοινωνικής πολιτικής.

Όπως αναφέρει στα συμπεράσματα η Εθνική Αναλογιστική Αρχή «η μέση μηνιαία κύρια σύνταξη, στη μεταρρύθμιση (reform scenario), αυξάνεται σταδιακά, εξαιτίας της αύξησης των ετησίων συντελεστών αναπλήρωσης από τα 30 έτη ασφάλισης και άνω, καθώς και τη σταδιακή αύξηση των ετών ασφάλισης. Η μέση ετήσια κύρια σύνταξη επηρεάζεται από την αντικατάσταση του άρθρου 120 του Ν.4611/2019 (σ.σ. το άρθρο που καθιέρωσε την 13η σύνταξη) και την εισαγωγή του μηχανισμού 0,5% του ΑΕΠ, μέσω του οποίου χρηματοδοτούνται κοινωνικές παροχές».

Κατά τα λοιπά η μελέτη καταλήγει στα εξής βασικά συμπεράσματα :

Μεσομακροπρόθεσμα εκτιμάται ότι το ανταποδοτικό/αναλογικό τμήμα των παροχών σχεδόν καλύπτεται από τα έσοδα από εισφορές και με τις παρούσες δημογραφικές και μακροοικονομικές παραδοχές το σύστημα ισορροπεί.
Η συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ μεσομακροπρόθεσμα, κινείται εντός των ορίων του μέσου όρου της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ των χωρών της ευρωζώνης.
Ειδικά συμπεράσματα
Στο status quo scenario, όπως και στο reform scenario, ο λόγος συνταξιούχων προς εισφέροντες προβλέπεται ότι βαίνει αυξανόμενος και από 0,54 το 2018 καταλήγει στο 0,62 το 2070. Αυτό σημαίνει ότι 10 ασφαλισμένοι εισφέρουν στο σύστημα για να καλυφθούν οι παροχές 6 συνταξιούχων.
Η συνταξιοδοτική δαπάνη υπό τις προϋποθέσεις του ισχύοντος συστήματος (status quo scenario) εκτιμάται ότι θα διαμορφωνόταν από 15,6% του ΑΕΠ το 2018, σε 11,6% κατά το έτος 2070
Σύμφωνα με τη μεταρρύθμιση (reform scenario), η δαπάνη για παροχές από 15,6% του ΑΕΠ το 2018 εκτιμάται σε 11,9% του ΑΕΠ για το 2070.
Η μέση μηνιαία κύρια σύνταξη, στη μεταρρύθμιση (reform scenario), αυξάνεται σταδιακά, εξαιτίας της αύξησης των ετησίων συντελεστών αναπλήρωσης από τα 30 έτη ασφάλισης και άνω, καθώς και τη σταδιακή αύξηση των ετών ασφάλισης. Η μέση ετήσια κύρια σύνταξη επηρεάζεται από την αντικατάσταση του άρθρου 120 του Ν.4611/2019 και την εισαγωγή του μηχανισμού 0,5% του ΑΕΠ, μέσω του οποίου χρηματοδοτούνται κοινωνικές παροχές.
Η συνταξιοδοτική δαπάνη της κύριας ασφάλισης αυξάνεται λόγω της μεταρρύθμισης (reform scenario) έναντι του ισχύοντος συστήματος (status quo scenario) από το 2050 και μετά. Η αύξηση αυτή οφείλεται σύμφωνα με την Εθνική ΑΝαλογιστική Αρχή στην”αύξηση των ετησίων συντελεστών αναπλήρωσης από τα 30 έτη ασφάλισης και άνω, καθώς και στην αλλαγή των εισφορών των αυτοαπασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών”. Μέχρι και το 2045 ωστόσο η συνταξιοδοτική δαπάνη των κύριων συντάξεων (ΕΦΚΑ) με την μεταρρύθμιση υπολείπεται της δαπάνης που προβλέπει το ισχύον σύστημα από το 2020 και μετά, προφανώς λόγω και της κατάργησης της 13ης σύνταξης.
Η διαφορά της συνταξιοδοτικής δαπάνης της επικουρικής ασφάλισης μεταξύ της μεταρρύθμισης (reform scenario) και του ισχύοντος συστήματος (status quo scenario) βραχυπρόθεσμα, οφείλεται στην κατάργηση της περικοπής των επικουρικών συντάξεων. Η αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης στην επικουρική είναι εμφανής από το 2020 και μετά.Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σενάρια για την επιλογή ασφαλιστικής κλάσης των μη μισθωτών. Σύμφωνα με τη μελέτη, έγινε η παραδοχή ότι περίπου το 80% των ασφαλισμένων αυτοαπασχολουμένων, ελεύθερων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ θα επιλέξει την 1η και ελάχιστη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών. Αν το ποσοστό που επιλέγει η χαμηλή υποχρεωτική κατηγορία αυξηθεί στο 90%, το σύστημα δεν παρουσιάζει σημαντική διαφοροποίηση.

Δυσοίωνες οι δημογραφικές προβλέψεις
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της EUROSTAT ο πληθυσμός της Ελλάδας από 10,729 εκατομμύρια το 2018 μειώνεται σε 8,453 εκατομμύρια το 2070. Επιπλέον, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων αυξάνεται από 34,4 το 2018, σε 63,4 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται σε 58,4 το 2070.
Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, για τους άνδρες, αναμένεται να αυξηθεί από 79,0 το 2018 σε 86,3 το 2070 και για τις γυναίκες από 84,1 το 2018 σε 90,1 το 2070. Το προσδόκιμο ζωής της ηλικίας 65 ετών των ανδρών αναμένεται να αυξηθεί από 18,7 το έτος βάσης σε 23,7 στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ για τις γυναίκες από 21,5, σε 26,4. Το προσδόκιμο ζωής των 65 ετών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις αναλογιστικές προβολές, καθώς η νομοθετημένη ηλικία συνταξιοδότησης συνδέεται αυτόματα με αυτόν τον παράγοντα.
Με βάση τις μακροοικονομικές παραδοχές, προβλέπεται ότι η συμμετοχή του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό αναμένεται να αυξηθεί για τους εργαζόμενους της ηλικιακής ομάδας 20-64 από 73,9% το 2018, σε 80,6% το 2070 (πίνακας 3). Επίσης το ποσοστό απασχόλησης των εργαζομένων της ηλικιακής ομάδας 20-64 αναμένεται να αυξηθεί από 59,8 το 2018 σε 74,3 το 2070.

Πηγή: ethnos.gr

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.