Ε… μωρέ… όλοι ίδιοι είναι (;)

Στις εκλογές απ΄ τον δήμο και την Περιφέρεια, μέχρι τους βουλευτές και τους συλλόγους γονέων…

Και … τελικά, η κάλπη τα τελευταία χρόνια, δεν βγάζει… βουλευτές, δημάρχους ή περιφερειάρχες, αλλά… αποχή! Οπότε η απορία όλων όσων ψηφίζουμε, κάνοντας απ΄την μια το … καθήκον μας και τη συνταγματική υποχρέωση αλλά ασκώντας και το δικαίωμά μας, είναι, γιατί αλήθεια τόσοι και τόσοι ακόμη, έχοντες το ίδιο δικαίωμα, να προτιμούν την εξοχή, την εκδρομή, τον ύπνο και στην ουσία την αποχή!

Συνέντευξη στον Ηλία Κουτσερή

Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και σε αρκετές ακόμη εκλογικές διαδικασίες, απ΄τον σύλλογο γονέων και τον πολιτιστικό φορέα που θεωρητικά μας αγγίζει περισσότερο, μέχρι μια δράση ή ομιλία, που όσο σημαντική και εάν είναι, ίσως να παρευρίσκονται σε αυτήν, μόνον… οι διοργανωτές!

Είναι θέμα branding

Μπορεί ίσως για κάποιους, να φαίνονται ασύνδετα, όμως σε καμία περίπτωση δεν είναι. Γιατί; Γιατί όλα είναι θέμα branding. ΟΛΑ. Όπως σημειώνει η συνομιλήτριά μας, «Επαγγελματικό προφίλ ή αλλιώς personal brand έχουμε όλοι. Όποια δουλειά και αν κάνουμε. Είναι η φήμη μας, εκείνα τα χαρακτηριστικά που συνδέουν οι άλλοι με το άτομό μας. Οι προσδοκίες που έχουν από εμάς και εντέλει η αξία που θεωρούν ότι θα αποκομίσουν αν συνεργαστούν μαζί μας».

 

Είναι η αποχή ψήφου (και) ζήτημα branding;

Στις τελευταίες -πολλές- εκλογικές αναμετρήσεις νικάει σταθερά η αποχή. Σε όλα τα επίπεδα από τις βουλευτικές εκλογές μέχρι τις φοιτητικές, πιθανώς και τις μαθητικές. Φαινομενικά είναι ανορθολογικό, ανεύθυνο, ακόμη και ανέντιμο. Οι πολιτικοί αναλυτές έχουν τοποθετηθεί. Υπάρχει άλλη μια οπτική, αυτή της οικονομικής επιστήμης και δη του μάρκετινγκ.

Η αποχή ψήφου εξηγείται (και) από την απουσία ξεκάθαρων brands.

Όπως ένας καταναλωτής δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει παραπάνω για μη διαφοροποιημένα προϊόντα, έτσι κι ένας ψηφοφόρος δεν είναι διατεθειμένος να αναλάβει το κόστος ευκαιρίας να επιλέξει μεταξύ μη διαφοροποιημένων κομμάτων ή υποψηφίων. Κι αυτή είναι απολύτως ορθολογική συμπεριφορά. Βέβαια η διαφοροποίηση είναι θέμα αντίληψης. Αν δεν γίνεται αντιληπτή από τον αποφασίζοντα (πελάτη, πολίτη, κτλ), τότε δεν υπάρχει. Και διαλέγει το «φθηνότερο» αφού «όλα είναι ίδια». Το «όλα είναι ίδια» δε σημαίνει ότι δεν έχουν καμία αντικειμενική ή και εμφανή διαφορά μεταξύ τους.

Η ασάφεια λοιπόν των προτάσεων πολιτικών κομμάτων ή συνδυασμών στις αυτοδιοικητικές εκλογές, που έχουν θολώσει τα… όρια και μοιάζουν αρκετά στα πολύ κρίσιμα ζητήματα, στην προσπάθεια που γίνεται να φανούν ως προτάσεις… ελκυστικές, χωρίς να ξεχωρίζει ωστόσο κάποια πρόταση που θα αλλάξει σημαντικά πράματα τη ζωή των ανθρώπων, είναι επιλογή τελικά για πολλούς, να μην πάνε να ψηφίσουν, όπως εκτιμά η Μαρίνα Ψιλούτσικου διδάσκουσα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μάρκετινγκ, Στρατηγικής και Ερευνητικής Μεθοδολογίας.

 

 Σχέση οφέλους και κόστους!

Όπως εξήγησε η κα Ψιλούτσικου, μια διάσταση που μπορούμε από την οικονομική επιστήμη να θίξουμε και ίσως να αποτελέσει «τροφή για σκέψη», είναι το αντιλαμβανόμενο όφελος από το να αναλάβει κανείς δράση, σε μια τέτοια συνθήκη, που συνεπάγεται πάντα και ένα κόστος. «Η λήψη αποφάσεων, πάντα ζυγίζει επιλογές και όταν υπάρχει μια συνθήκη στην οποία ζυγίζεται το αντιλαμβανόμενο όφελος – και δεν είναι εγωιστικό απαραίτητα – δεν διαφοροποιείται μεταξύ των επιλογών.Υποθέτω βάσιμα, ότι αν έλεγε κάποιος εάν δεν ψηφίσει το 80% δεν θα έχουμε κυβέρνηση ή αυτοδιοίκηση και εάν η αποχή συνεπάγονταν μια τέτοια ριζική αλλαγή, οι άνθρωποι κατά πάσα πιθανότητα, θα πήγαιναν να ψηφίσουν», επισήμανε η ακαδημαϊκός.

 

«Είναι μια δυνητική εξήγηση, όχι η μοναδική»

Η ίδια είπε, ότι αυτό δεν το θεωρεί κανείς βάσιμο κίνδυνο, άρα φεύγει από την εξίσωση της απόφασης και ο πολίτης αναρωτιέται:

Οι επιλογές που έχω μπροστά μου σε επίπεδο ουσιαστικό, πολιτικής και συνεπειών που αυτή μπορεί να έχει, φαίνεται να διαφοροποιούνται αρκετά ώστε να αξίζει το κόστος που έχει το να πάω να ψηφίσω;»

Όπως εξήγησε, το κόστος που μπορεί να αναλάβει ένας ψηφοφόρος είναι να νιώθει ότι η επιλογή του δεν έχει αντίκρισμα, όταν οι διαφορετικές προτάσεις που έχει μπροστά του, στην αντίληψή του και σ’ αυτό που πρακτικά μπορεί να δει ως αποτέλεσμα στη ζωή του, δεν φαίνονται διαφορετικές, αναλαμβάνει ένα ψυχικό κόστος, το οποίο τον φέρνει σε μια δύσκολη συνθήκη και σ’ αυτό προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί. «Είναι μια δυνητική εξήγηση, όχι η μοναδική», επισήμανε η κα Ψιλούτσικου.

 

«Μια διεύρυνση προς όλους, αλλά μοιάζουν αρκετά οι προτάσεις…»

Η ίδια είπε ότι υπάρχει και ένα θέμα επικοινωνίας, αλλά η επικοινωνία συνήθως είναι δευτερεύουσας σημασίας και το σημαντικότερο είναι «τι έχεις να επικοινωνήσεις». Τα τελευταία χρόνια τα κόμματα έχουν προσπαθήσει να κάνουν μια διεύρυνση προς όλους, να φανούν ελκυστικές οι προτάσεις τους, ότι αφορούν δηλαδή, περισσότερους ανθρώπους, απ’ ότι ενδεχομένως παραδοσιακά. Αυτό επειδή έχει γίνει από πολλούς έχει οδηγήσει στο να «θολώσουν τα όρια» και στο να μοιάζουν αρκετά οι προτάσεις, με διαφοροποιήσεις ενδεχομένως στο καθαυτό κομμάτι της επικοινωνίας. Αλλά επί της ουσίας, δεν υπάρχει στον ορίζοντα αυτή τη στιγμή κάποια πρόταση, η οποία την άλλη μέρα θα δράσει καταλυτικά και θα αλλάξει σημαντικά πράγματα στη ζωή των ανθρώπων.

 

Έχει προκληθεί μια ασάφεια

Αυτό οδηγεί την ασάφεια (branding στη γλώσσα των οικονομολόγων) και ένας από τους λόγους που μπορεί κάποιος να επιλέγει να μην πάει να ψηφίσει, είναι γιατί έχει προκληθεί μια ασάφεια, ανέφερε η καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου.  Σύμφωνα με την κα Ψιλούτσικου, συνήθως όταν περνάμε σε τέτοιες εποχές, που δεν υπάρχει ένα σημαντικό γεγονός που να καθαρίζει τα πράγματα ή δεν υπάρχει κάτι καινούργιο που οι αξίες και η φιλοσοφία ταυτίζονται με ένα πρόσωπο που δεν αμφισβητείται, όπως ήταν τα κόμματα πριν από μερικά χρόνια που είχαν τον φυσικό τους ηγέτη, οι διάδοχοι δεν έχουν ξεκάθαρη τάση.

Επίσης, ακόμη και στο ίδιο κόμμα, υπάρχουν διαφορετικές διαμετρικά απόψεις, οι οποίες θεωρούν ότι εκφράζουν το ίδιο πράγμα, που μεταφράζεται σε έλλειψη συμφωνίας στα βασικά, πως θα υλοποιηθεί κάτι, όπως για παράδειγμα την ευημερία της κοινωνίας.

«Το τι ερμηνεύει κανείς ως ευημερία, οδηγεί σε διαφορετικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς», επισήμανε. Για την προσέλκυση των ψηφοφόρων στην κάλπη, η καθηγήτρια εκτιμά από την δική της πλευρά, ότι θα πρέπει να είναι πολύ ξεκάθαρη, η μια πρόταση σε σχέση με την άλλη και μετά έρχεται το κομμάτι της επικοινωνίας που είναι ασφαλώς θεμιτό, το οποίο όμως, πρέπει να παρουσιάσει αυτή τη στρατηγική με αξιοπιστία και με ειλικρίνεια, να δείξει γιατί αυτή είναι η καλύτερη επιλογή για την πλειονότητα των ανθρώπων. Όσο πιο ξεκάθαρα είναι τα brads και οι συνειρμοί που κάνουμε με κάθε πρόταση, πολιτική ή αυτοδιοικητική, τόσο μεγαλύτερο είναι το κίνητρο να αναλάβουμε δράση και να γίνουμε μέρος της διαδικασίας λήψης αποφάσεων που αυτή συνεπάγεται, ανέφερε.

 

Ποιες αλλαγές οδήγησαν στην αλλοίωση των κομματικών brands

«Τα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί αλλαγές που οδήγησαν στην αλλοίωση των κομματικών brands. Τρεις είναι οι σημαντικότερες:

  • Δε βρίσκονται στην ηγεσία των κομμάτων οι ιδρυτές τους. Οι διάδοχοι δεν ενστερνίζονται απαραίτητα τις θεμελιώδεις αξίες τους κι επομένως συνιστά πρόκληση το να παραμείνουν πιστοί στο αρχικό brand. Υπάρχει πάντα και η ανθρώπινη ανάγκη να «ξεφύγουν από τη σκιά».
  • Τα μέλη των κομμάτων έχουν περισσότερες δυνατότητες προβολής σε εθνική εμβέλεια, όπου προτάσσεται το προσωπικό brand έναντι του κομματικού. Όταν υπάρχουν αποκλίσεις σε επίπεδο αξιών ή οράματος, αλλοιώνεται το δεύτερο.
  • Υπήρξε μια προσπάθεια διεύρυνσης του κοινού στόχου από τα περισσότερα κόμματα σε επίπεδο στελεχών και προτάσεων. Η διεύρυνση έγινε με τρόπο που αλλοίωσε τα θεμελιώδη στοιχεία των brands και περιόρισε την αντιλαμβανόμενη μεταξύ τους διαφοροποίηση».

Τα δομικά στοιχεία του (κομματικού) brand

«Είναι λάθος η διεύρυνση; Είναι λάθος να προβάλει ένα στέλεχος το προσωπικό του brand; Ασφαλώς όχι. Πρέπει ωστόσο, να λαμβάνεται υπόψη μία κρίσιμη παράμετρος. Δεν επιτρέπεται να αμφισβητηθούν τα θεμελιώδη στοιχεία του κομματικού brand.

Ούτε από το ίδιο το κόμμα για να γίνει ελκυστικό σε περισσότερους, ούτε από το εκάστοτε στέλεχος για να διαφοροποιηθεί από τους εσωκομματικούς αντιπάλους. Όλα τα υπόλοιπα, είναι ανοιχτά προς διαφοροποίηση, επικαιροποίηση, ανανέωση, ακόμα και αναθεώρηση. Όχι όμως, τα δομικά στοιχεία που ξεχώρισαν ένα brand. Εκτός κι αν ληφθεί συνειδητή απόφαση για rebranding. Εκεί η πρόκληση είναι μεγαλύτερη και παραμένει ζητούμενο η ύπαρξη διακριτών και αδιαπραγμάτευτων σταθερών.

Ποιοι ψηφίζουν λοιπόν, σε μια συνθήκη όπως η σημερινή; Εκείνοι που συνδέουν τις διαφορετικές επιλογές τους με διαφορετικές προσδοκίες και εκείνοι που θεωρούν ότι αξίζει να αναλάβουν το κόστος ευκαιρίας. Εκ του αποτελέσματος, ο αριθμός τους βαίνει φθίνων. Είναι σημαντικό να διερευνηθεί το προφίλ τους».

 

Η Μαρίνα Ψιλούτσικου

Η Μαρίνα Ψιλούτσικου διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μάρκετινγκ, Στρατηγική και Ερευνητική Μεθοδολογία.

Τα τελευταία 15 χρόνια συνεργάζεται με επιχειρήσεις, οργανισμούς και κορυφαία παραγωγικά υπουργεία κι έχει συμμετάσχει σε επιστημονικές επιτροπές και συμβούλια.

Το ερευνητικό της έργο περιλαμβάνει ανακοινώσεις σε διεθνή ακαδημαϊκά συνέδρια και δημοσιεύσεις σε διεθνή ακαδημαϊκά περιοδικά και συλλογικούς τόμους.

Έχει τιμηθεί με δύο Best Paper Awards. Το 2019 δημιούργησε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών το Πρόγραμμα Personal Branding (https://diaviou.aueb.gr/programs/1836-personal-branding-1000107 ), το οποίο προσφέρεται τρεις φορές τον χρόνο.

 

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.