Κώστας Μαυρίκης στο Ράδιο ΕΝΑ: «Ο Βασίλης Καρράς ήταν ένας Ρομπέν των Δασών»!

Ο αγαπημένος τραγουδιστής συνέδραμε στο Μουσείο Αλοννήσου χωρίς να επιζητά δημοσιότητα

Δεκάδες είναι οι ιστορίες, οι πράξεις αγάπης, αλληλεγγύης, στήριξης ανθρώπων και φορέων από τον Βασίλη Καρρά, που γίνονται γνωστές μετά τον θάνατό του. Ο ίδιος δεν επιζητούσε ποτέ τη δημοσιότητα σε ότι αφορά στο φιλανθρωπικό του έργο και στο γεγονός ότι ήταν πάντα αθόρυβα «παρών» σε όποιος χρειάζονταν βοήθεια. Ο αείμνηστος τραγουδιστής συνδέεται και με την Αλόννησο, όπου επισκέπτονταν στο παρελθόν αλλά και πρόσφατα τα καλοκαίρια. Έκανε φιλίες και γίνονταν ένα με τον κόσμο. Εκτός από τις διακοπές του όμως, ο Βασίλης Καρράς αποφάσισε να βοηθήσει το Μουσείο Αλοννήσου, συμμετέχοντας στην προσπάθεια που έκανε ο Κώστας Μαυρίκης για την αγορά τριών όπλων για το τμήμα πειρατείας.

Ο Κώστας Μαυρίκης μίλησε στο Ράδιο ΕΝΑ και στον Δημήτρη Καρεκλίδη για την ιστορία που έκρυβε καλά τα τελευταία χρόνια, μιας και ο Βασίλης Καρράς δεν ήθελε καμία δημοσιοποίηση της πράξης του.

Ο κ. Μαυρίκης διαθέτει στη Στενή Βάλα μία καφετέρια, όπου και εργάζεται προκειμένου να βγάζει τα προς το ζην.  Σε αυτή την καφετέρια συνήθιζε να πηγαίνει ο Βασίλης Καρράς, όταν επισκέπτονταν το νησί με την παρέα του, που αποτελούνταν από παιδικούς του φίλους.

Ο κ. Κώστας Μαυρίκης

«Ήταν ένας πολύ καταπληκτικός άνθρωπος και περάσαμε αρκετά βράδια συζητώντας για διάφορα. Εμείς με τον Βασίλη Καρρά επικεντρωθήκαμε στα μουσειακά μας γιατί και ο Βασίλης έχει ένα λαογραφικό μουσείο στο κτήμα του, που το είχε για τους φίλους του που τον επισκέπτονταν και μιλούσαμε για το πόσο δύσκολο είναι να μαζέψεις αντικείμενα κτλ. Ο Βασίλης με είχε ρωτήσει εάν θέλω κάποια βοήθεια για το Μουσείο. Την ίδια στιγμή με τους φίλους του Μουσείου προσπαθούσαμε να μαζέψουμε χρήματα για να πάρουμε από έναν συλλέκτη της Σκιάθου, τρία όπλα, τύπου καρυοφύλλι, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί στις Β. Σποράδες κατά την Τουρκοκρατία και την Επανάσταση. Μας υπολείπονταν ένα ποσό της τάξης των 1800 ευρώ. Με ρώτησε πως μπορεί να βοηθήσει και του απάντησα ότι εάν ήθελε μπορούσε να συνεισφέρει. Τελικά εκείνος μας έδωσε όλο το ποσό, που χρειαζόμασταν. Όταν του είπα να το δημοσιεύσω, μου απάντησε ούτε κατά διάνοια. Το έκανε για τη Στενή Βάλα για το Μουσείο, για το έργο που κάναμε. Με συγκίνησε πολύ. Όταν έφυγε από τη ζωή θεώρησα χρέος να κάνω μία αναφορά στη μνήμη του γιατί ήταν κάτι που το έκανε με κέφι», είπε ο κ. Μαυρίκης χαρακτηρίζοντας μάλιστα τον Βασίλη Καρρά ως ένα Ρομπέν των Δασών!

«Ο Βασίλης ήταν ένας Ρομπέν των Δασών. Ήταν άνθρωπος της νύχτας και οικογενειάρχης. Αυτό ήταν πάρα πολύ δύσκολο να το συνδυάσεις. Κι όμως ο Βασίλης το κατάφερε.  Ήταν ένας άνθρωπος της παρέας, απλός, με καλό χιούμορ, ποτέ δεν σνόμπαρε τους άλλους, ήταν ένα απλό παιδί.

Τα όπλα που αγοράστηκαν και εκτίθενται στο Μουσείο Αλοννήσου

Ερχόταν από παλιά και είχαμε γνωριστεί, έκανε ένα κενό αλλά ερχόταν τα τελευταία τρία χρόνια με φίλους του παιδικούς. Παρόλο που ήταν ο καλύτερος λαϊκός τραγουδιστής η παρέα του ήταν η παιδική και την κράτησε αυθόρμητα  και χωρίς να τη χαλάσει», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μαυρίκης, σημειώνοντας πως τελικά τα όπλα αγοράστηκαν και βρίσκονται στο Μουσείο εδώ και δύο χρόνια, στο τμήμα Πειρατείας.

«Δώσαμε αγώνα για το Μουσείο»

Με αφορμή τη δωρεά αυτή του Βασίλη Καρρά στο Μουσείο Αλοννήσου, ο κ. Μαυρίκης αναφέρθηκε και στο δύσκολο έργο της υλοποίησης αυτού του εγχειρήματος.

«Ήταν πολύ δύσκολο να το ξεκινήσω, ήταν όλοι καχύποπτοι, γιατί στα μικρά μέρη όταν κάνεις κάτι πρωτότυπο το βλέπουν με μισό μάτι. Βέβαια δέκα χρόνια μετά βλέποντας ότι γίνεται έργο, ότι είναι το μεγαλύτερο Μουσείο στο Αιγαίο κι ένα από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά μουσεία στην Ελλάδα,  άρχισε κόσμος να κάνει πολλές δωρεές», επεσήμανε ο ίδιος, τονίζοντας ότι στο Μουσείο λειτουργεί και πινακοθήκη, καθώς ο γνωστός διεθνώς ζωγράφος Larry Rink δώρισε στο Μουσείο 55 έργα του, τα οποία διεκδικούσαν πολλά διάσημα μουσεία της Αμερικής.

Το σημείωμα του Βασίλη Καρρά μετά από τη δική του συνεισφορά στο Μουσείο Αλοννήσου

«Για 38 χρόνια πολεμούσαμε μόνοι μας»

Ο κ. Μαυρίκης με τον πατέρα του ήταν οι άνθρωποι που ανακάλυψαν το ναυάγιο της Αλοννήσου και επί 38 χρόνια, όπως είπε ο ίδιος, έδωσαν αγώνα, πολεμούσαν μόνοι τους για να μπορέσουν να κινήσουν τον κρατικό μηχανισμό και να το αναδείξουν.

«Το 1982 ανακαλύψαμε το ναυάγιο μαζί με τον πατέρα μου κι έκτοτε έχει γίνει ο Παρθενώνας των Ναυαγίων. Έγινε αγώνας 38 χρόνια να το δηλώσουμε και να κινήσουμε τον αδιάφορο κρατικό μηχανισμό του τότε. Από τότε που έγινε γνωστό άρχισαν όλοι να παίρνουν τις δάφνες, όμως για 38 χρόνια πολεμούσαμε μόνοι μας. Εμάς μας πήρε 38 χρόνια αγώνα να καταφέρουμε να δηλώσουμε το ναυάγιο κι αν δεν χρηματοδοτούνταν από την ΕΕ ακόμη έτσι θα ήταν», είπε ο ίδιος με την ευχή και την προτροπή να γίνει γρήγορα ένα θαλάσσιο υποβρύχιο Μουσείο με πολλά ναυάγια, ώστε να μπορούν οι δύτες να έρχονται για τουλάχιστον μία εβδομάδα και να τα επισκέπτονται.

Βέβαια, ο κ. Μαυρίκης δεν μπόρεσε να κρύψει τον προβληματισμό και ίσως την πικρία του για το γεγονός ότι χώρες όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ έχουν μουσεία ενάλιων αρχαιοτήτων και η Ελλάδα όχι.

«Όλα αυτά στην Ελλάδα είναι σε νηπιακή μορφή. Είναι δυνατόν στην Ελλάδα να μην υπάρχει μουσείο ενάλιων αρχαιοτήτων όταν υπάρχει στην Τουρκία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ; Μπορεί να υπάρχει Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων, αλλά για πολλά χρόνια το έργο της ήταν γραφειοκρατικό  και λειψό για έναν τόσο μεγάλο τομέα. Τώρα άρχισε να δραστηριοποιείται και να παράγει κάποιο έργο», τόνισε.

Τα σχέδια για το μέλλον

Και μπορεί το Μουσείο Αλοννήσου να είναι από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά Μουσεία της Ελλάδας και τελικά να καταξιώθηκε παρά τις δυσκολίες που συνάντησε στην πορεία του, όμως τα σχέδιά του δεν έχουν σταματήσει.

«Τώρα θέλουμε να φτιάξουμε άλλα τρία μουσεία στην Αλόννησο και το ένα ενδιαφέρει πάρα πολύ και τον Βόλο, γιατί έχουμε τη μεγαλύτερη συλλογή στο μουσείο μας με μηχανές σκαφών τύπου Ροδίτη, Αξελού, Κανάκη, όλων των εργοστασίων του Βόλου.  Είναι μηχανές που έμπαιναν σε σκάφη, πετρελαιοκινητήρες σκαφών και κάποιες ήταν και πολύ μεγάλες και φτιάχνονταν στα εργοστάσια του Βόλου. Πρότυπες μηχανές που ακόμη δουλεύουν. Αυτές έγιναν στα εργοστάσια του Βόλου, στη βαριά βιομηχανία της πόλης, η οποία ωστόσο ο κρατικός μηχανισμός δεν στήριξε τις δεκαετίες του 50 και του 60 κι έτσι χάσαμε το στοίχημα της βαριάς βιομηχανίας στην Ελλάδα», εξήγησε ο κ. Μαυρίκης, συμπληρώνοντας πως έχει στην κατοχή του 30 τέτοιες μηχανές και βρίσκεται στη διαδικασία ανεύρεσης χώρου, ώστε τα σχέδιά του να πάρουν σάρκα και οστά.

Απόδοση ραδιοφωνικής συνέντευξης: Δήμητρα Παλαιοδημοπούλου

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.