Λένα Μαντά: Η προηγούμενη αλλά και αυτή η χρονιά που διανύουμε, από αυτές που θέλουμε να ξεχάσουμε

Η γνωστή και αγαπημένη συγγραφέας μιλά για τη δύσκολη καραντίνα, την υπόθεση, αλλά και το ξεχωριστό μήνυμα του βιβλίου «Πράσινο Φόρεμα»

Πολυγραφότατη και πολυδιαβασμένη συγγραφέας της γενιάς της, έχει ταξιδέψει ουκ ολίγες φορές τους αναγνώστες με τα μυθιστορήματά της. Για ένα ακόμα τέτοιο ταξίδι βρέθηκε καλεσμένη η Λένα Μαντά στο Ράδιο ΕΝΑ και στο πολιτιστικό ένθετο του ραδιοφωνικού δελτίου ειδήσεων με τον Ηλία Κουτσερή. «Το Πράσινο Φόρεμα» από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» παραπέμπει στην αγάπη που διαρκεί, αντέχει και υπομένει, όπως αναφέρει η ίδια.

«Ξέχασαν οι παλιοί να διδάξουνε σε εμάς κάτι πιο βασικό… “Κοίταξε να είσαι ευτυχισμένος στη ζωή σου”»

Θέλω να μιλήσουμε αρχικά για την περίοδο της καραντίνας. Άλλοι πέρασαν δύσκολα, άλλοι εύκολα, για άλλους ήταν περίοδος ξεκούρασης, για άλλους περίοδος συγγραφής. Πώς ήταν η προσωπική σας καραντίνα;

Δεν μου διευκρινίζεται και ποια απ’ όλες τις καραντίνες γιατί δεν ήταν και μία, ως γνωστόν, και δεν ξέρω και τι μας περιμένει στο μέλλον. Η καθεμιά καραντίνα είχε τα χαρακτηριστικά της. Η πρώτη ήταν σαν «χαστούκι», γιατί ήταν κάτι που δεν το είχαμε ξαναζήσει. Εκείνη την περίοδο όντως, μετά το πρώτο σοκ, το είδανε σαν ευκαιρία, τακτοποιώντας ντουλάπες και ντουλάπια, κάνοντας ό, τι μπορούσαν να κάνουν εκμεταλλευόμενοι το κενό.
Από εκεί και μετά όμως τράβηξε αρκετά, και αρχίσαμε να νιώθουμε την έλλειψη των αγαπημένων προσώπων. Είναι τελείως διαφορετικό το να μην θέλεις να βγεις από το σπίτι και τελείως διαφορετικό να σου απαγορεύεται να βγεις. Είχαμε μπροστά μας ένα πολύ δύσκολο Πάσχα, και νομίζω ότι η πρώτη καραντίνα ήταν ένα πολύ σκληρό μάθημα για όλους μας. Από εκεί και έπειτα άρχισε να αυξάνεται η κόπωση από τις επαναλαμβανόμενες καραντίνες και ο καθένας προσπαθούσε να το διαχειριστεί όσο καλύτερα μπορούσε ή… και δεν μπορούσε. Σε γενικές γραμμές πιστεύω ότι η προηγούμενη χρονιά αλλά και αυτή που βιώνουμε, είναι από αυτές που θέλουμε να ξεχάσουμε.

Μπορεί να αποτελέσει όλη αυτή η κατάσταση πηγή έμπνευσης, αν όχι για τους εν ενεργεία συγγραφείς, ίσως για τους μελλοντικούς;

Μπορεί! Είναι κάτι το οποίο φαντάζομαι θα καταγραφεί στα ιστορικά χρονικά. Για μένα όμως προσωπικά δεν θέλω να το σκέφτομαι καν. Είμαι από τους ανθρώπους που όταν κάτι με έχει πονέσει πολύ, κλείνω τον κύκλο, το ολοκληρώνω και το πετάω. Το μόνο που κρατάω είναι η εμπειρία και η αίσθηση. Θυμάμαι τι έχω περάσει, αλλά δεν θέλω να το καταγράψω επαγγελματικά. Το ζήσαμε, μας πόνεσε, μας πονάει και δεν ξέρουμε και τι μας περιμένει. Επαναλαμβάνω και τονίζω ότι δεν πρέπει να νομίζουμε ότι όλο αυτό έμεινε πίσω μας.

Δεν μου αρέσει «να κουνάω το δάχτυλο», γιατί δεν μου αρέσουν οι διδαχές. Θέλω ο αναγνώστης να παίρνει από τα βιβλία αυτά τα οποία τον αγγίζουν

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το «Πράσινο Φόρεμα» και που διαδραματίζεται;

Η υπόθεση του βιβλίου διαδραματίζεται σε δύο χρόνους. Γυρίζουμε στο 1960, αλλά και στο σήμερα. Το βιβλίο αυτό ξεκίνησε να γράφεται το 2019, επομένως ο κορωνοιός δεν υπήρχε ούτε σαν λέξη. Όταν τα πράγματα δυσκόλεψαν με την εμφάνιση της πανδημίας, δεν ήθελα να φέρω το βιβλίο σε «αυτό το σήμερα» με την πανδημία. Έτσι γύρισα το βιβλίο ένα χρόνο πίσω, μέχρι το 2018, για να έχω και μια απόσταση ασφαλείας.
Παράλληλα, μέσα στο βιβλίο, ένας από τους αγαπημένους μου ήρωες είναι Μουσουλμάνος. Επομένως, θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να αφήσω απ’ έξω τα γεγονότα του καλοκαιριού του 2020, με τις προκλήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο και την Αγιά Σοφιά. Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους, δεν ήθελα να αναφερθώ σε όλα αυτά και έτσι γύρισα το βιβλίο πίσω. Το 1960 διαδραματίζεται η ιστορία της γιαγιάς Μάγδας, και στο 2018 η ιστορία της εγγονής της, της Κοραλίας. Η γιαγιά Μάγδα επινοεί ένα κόλπο για να μπορέσει να πει την ιστορία της με τέτοιο τρόπο, ώστε να την νιώσει, και όχι μόνο να την ακούσει. «Το Πράσινο Φόρεμα», όπως λέει η γιαγιά Μάγδα, δεν είναι τίποτα άλλο από το ρούχο της ευτυχισμένης μας ψυχής. Είναι το ένδυμα του επίσημου, του παράφορου , του μεγάλου έρωτα. Αυτό θέλει η εγγονή της να φορέσει κάποια στιγμή στη ζωή της. Η γιαγιά Μάγδα, στην ουσία της λέει την ιστορία προκειμένου να διαλύσει η εγγονή τον αρραβώνα της με έναν άντρα που δεν εγκρίνει. Μπαίνουν πολλά πρόσωπα μέσα, καθώς την Κοραλία θα την διεκδικήσουν άλλοι δύο άντρες, αλλά εκείνη θα πρέπει να τρέξει να σώσει τη ζωή της γιατί κινδυνεύει.
Ως προς την επιλογή του τίτλου αλλά και του χρώματος, υπάρχει κάποιος συμβολισμός;

Το φόρεμα ως ιδέα υπήρχε, αλλά αναζητούσα το χρώμα. Το λευκό παραπέμπει σε κάτι αγνό, σε γάμο και σε νυφικό, οπότε δεν το ήθελα. Το κόκκινο παραπέμπει στο χρώμα του πάθους, αλλά δεν μιλάμε για πάθος, μα για διαχρονικότητα. Δυστυχώς, επίσημο χρώμα για την αγάπη, αυτή που διαρκεί, αντέχει και υπομένει, δεν υπήρχε. Γι’ αυτό επέλεξα το πράσινο που είναι τουλάχιστον το χρώμα της ελπίδας.

Συνήθως στα βιβλία σας εμφανίζονται πολλά πρόσωπα, πέρα από τους πρωταγωνιστές. Είναι κάτι που γίνεται και σε αυτό το βιβλίο;

Ναι, βεβαίως. Δεν κάνω τίποτα άλλο από το να παίρνω στοιχεία από την ίδια τη ζωή. Κάθε άνθρωπος περιστοιχίζεται από άλλους ανθρώπους, κάποιοι είναι πιο κοντά του, κάποιοι πιο μακριά του. Επομένως, δεν έχεις έναν ήρωα από το πουθενά.

Είστε από τους συγγραφείς που θέλετε να μένει κάτι συγκεκριμένο στους αναγνώστες όταν διαβάζουν τα βιβλία σας ή σε αυτό το βιβλίο συγκεκριμένα;

Δεν μου αρέσει «να κουνάω το δάχτυλο», γιατί δεν μου αρέσουν οι διδαχές. Θέλω ο αναγνώστης να παίρνει από τα βιβλία αυτά τα οποία τον αγγίζουν και κάτι του λένε μέσα του. Εδώ στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μία τυπική ελληνική οικογένεια, από τα σόγια που όλοι έχουμε, λίγο ή πολύ. Η «Κοραλία μου» είναι γύρω στα 30 ηλικιακά και ανύπαντρη, που σημαίνει ότι έχει να αντιμετωπίσει όλα αυτά που αντιμετωπίζει μια κοπέλα ακόμα και στις μέρες μας. Βλέπουμε σε αυτό το βιβλίο, πώς η ελληνική οικογένεια παρεμβαίνει στον ιδιωτικό χώρο ενός νέου ανθρώπου και πώς οι επιλογές κάποιες φορές δεν είναι ακριβώς δικιές του.
Είναι αυτές που τεχνηέντως εμφυτεύονται από την ημέρα που γεννιέται. Αυτό το κάνουμε όλοι οι γονείς και είναι το μεγαλύτερο λάθος. Ειδικά οι άνθρωποι της γενιάς μου μεγάλωσαν με αυτό το μότο, «άντε να παντρευτείς και εσύ, να κάνεις οικογένεια». Ξέχασαν βέβαια οι παλιοί να διδάξουνε σε εμάς κάτι πιο βασικό: «Κοίταξε να είσαι ευτυχισμένος στη ζωή σου». Αυτό το διδάχτηκα με πολύ σκληρό τρόπο, γιατί έχω δύο παιδιά, ο γιος μου 35 χρονών και η κόρη μου 30. Τα παιδιά μας πρέπει να είναι ευτυχισμένα, είτε είναι παντρεμένα, είτε είναι ελεύθερα, είτε έχουν επιλέξει να έχουν ομόφυλη σχέση. Το ζωτικό είναι να είναι ευτυχισμένα. Από την άλλη πλευρά υπάρχει κι άλλη παράμετρος. Ναι, η οικογένεια είναι καταπιεστική και πολλές φορές παρεμβατική, αλλά είναι πάντα εκεί. Είναι το λιμάνι μας. Κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.