«Πανδημική κόπωση»: Μήπως την έχεις και εσύ;

Από τη Χριστίνα Παν. Ρούμπου*

Εάν κοιτάξουμε γύρω μας, μπορούμε με ευκολία να αντιληφθούμε ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν σημεία ψυχολογικής κόπωσης από την πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα που φέρει μαζί της.

Εάν κοιτάξουμε γύρω μας, μπορούμε με ευκολία να διαπιστώσουμε ότι, πλέον, είναι πολλοί εκείνοι που έχουν κουραστεί, από τον φόβο και το άγχος, τον θυμό και τον εκνευρισμό, από την απομόνωση και τη μοναξιά, που συνοδεύουν την πανδημική συνθήκη. Μία συνθήκη, η οποία θυμίζει την περίπτωση των χρονίων πασχόντων ή των θυμάτων φυσικών καταστροφών, καταστάσεις όπου δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα και ημερομηνία λήξης στον ορίζοντα, με αποτέλεσμα το άτομο να τείνει να αποκτά την αίσθηση ότι δεν έχει κανέναν έλεγχο πάνω στην κατάσταση και οτιδήποτε κάνει δεν έχει σκοπό, νιώθοντας, ενδεχομένως, εν τέλει, απελπισία.

Σήμερα, στην επιστημονική κοινότητα γίνεται, πλέον, λόγος για «πανδημική κόπωση», η οποία μπορεί να εκδηλώνεται είτε ως προβλήματα στη διάθεση (άγχος, ψυχική εξάντληση κ.ά.) είτε ως αντίδραση ή ως αδιαφορία. Η πανδημική κόπωση, όπως την έχει ονομάσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), αποτελεί πραγματικότητα, και τα αποτελέσματά της είναι ορατά. Ενδεικτικό είναι ότι η ανάγκη και ζήτηση για ψυχοθεραπεία αυξήθηκε κατά 40% τον τελευταίο χρόνο, σύμφωνα με διεθνείς έρευνες. Η «πανδημική κόπωση» αναφέρεται σε μία κατάσταση εξάντλησης, κούρασης, θλίψης και ανίας από την επιβολή συνεχών περιορισμών και μέτρων σχετικών με την πανδημία. Πρόκειται για κατάσταση, η οποία φαίνεται να οδηγεί και στη μη τήρηση των ατομικών μέτρων προστασίας. Μια τέτοια εξέλιξη, βέβαια, ήταν, ίσως, αναμενόμενη. Η διατάραξη της ρουτίνας όλων μας επί μακρόν και ποικιλοτρόπως, και η ανάγκη για επιστροφή σε συνθήκες πριν την πανδημία που προκύπτει από αυτήν, φαίνεται να αντιμάχεται τον φόβο μόλυνσης και μετάδοσης του ιού, προκαλώντας, εν τέλει, μειωμένη τήρηση των μέτρων.

Τι μπορούμε να κάνουμε, όμως, για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας από την πανδημική κόπωση;

– Ας αναγνωρίζουμε και ας αποδεχόμαστε τις ανάγκες μας: Κατά τη διαδικασία αυτή, ας θυμόμαστε ότι η ψυχική μας υγεία αποτελεί αποτέλεσμα μία συνεχούς αλληλεπίδρασης μεταξύ του ατόμου, των σχέσεων που διατηρεί και του περιβάλλοντος στο οποίο ζει και αναπτύσσεται/εξελίσσεται. Για τον λόγο αυτόν, είναι σημαντικό να ακούμε τις ανάγκες μας σε κάθε πλαίσιο και νέα συνθήκη, χωρίς να προβαίνουμε σε συγκρίσεις του εαυτού με αδέρφια, ξαδέρφια και… λοιπούς συγγενείς (οι ανάγκες διαφέρουν για το κάθε άτομο), να δίνουμε χρόνο στον εαυτό μας και να επιτρέπουμε στις ψυχικές και συναισθηματικές δυσκολίες, που ενδεχομένως εμφανίζονται, να κάνουν τον κύκλο τους.

– Ας αναγνωρίζουμε και ας αποδεχόμαστε τα συναισθήματά μας. Συνηθίζεται να αξιολογούμε τα συναισθήματα ως θετικά ή αρνητικά. Ας θυμόμαστε, όμως, ότι όλα τα συναισθήματα είναι μέρος της ταυτότητάς μας και της ανθρώπινης εμπειρίας. Για τον λόγο αυτόν, είναι σημαντικό να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε αυτά τα συναισθήματα και να τα αποδεχτούμε ως τέτοια, ως ανθρώπινες, δηλαδή, αντιδράσεις στην κρίση που βιώνουμε.

– Ας φροντίζουμε τη σωματική μας υγεία. Η φροντίδα της σωματικής μας υγείας μπορεί να επηρεάσει άμεσα και την ψυχική μας υγεία. Ας θυμόμαστε ότι οποιαδήποτε σωματική δραστηριότητα που μας ευχαριστεί, μπορεί να αποτελέσει ένα θαυμάσιο τρόπο εκτόνωσης των «αρνητικών» συναισθημάτων, που βιώνουμε λόγω της υγειονομικής κρίσης. Παράλληλα, δίνουμε χρόνο στον εαυτό μας να χαλαρώσει και να ξεκουραστεί, δρώντας προληπτικά για ενδεχόμενες διαταραχές και δυσκολίες στον ύπνο, περιορίζοντας τους παράγοντες που μπορεί να τις επιτείνουν (κακή διατροφή, αδράνεια κ.λπ.).

– Ας επικοινωνούμε και ας παραμένουμε συνδεδεμένοι με τους ανθρώπους γύρω μας.
Η πανδημική συνθήκη φαίνεται να ενίσχυσε την όποια κοινωνική αποστασιοποίηση προϋπήρχε, μέσω της στέρησης -της πολύτιμης για την ψυχική υγεία- διά ζώσης επαφής. Ας θυμόμαστε ότι η εμπειρία της πανδημίας και της καραντίνας υπήρξε μια πρωτόγνωρη εμπειρία για όλους και μας επηρέασε, μάλλον όλους σε κάποιο βαθμό, άλλους σε μεγαλύτερο και άλλους σε μικρότερο βαθμό. Με αυτόν τον τρόπο, μας αποκαλύφθηκε ότι θα μπορούσαμε όλοι να είμαστε ευάλωτοι ψυχικά, ιδιαίτερα σε καταστάσεις κρίσης, διευκολύνοντας, ενδεχομένως, την εξωτερίκευση των διαφόρων συναισθημάτων και των ψυχικών δυσκολιών που μπορεί να βιώνουμε, ιδιαίτερα με τους σημαντικούς για εμάς ανθρώπους. Στην περίπτωση που δεν μας είναι εύκολο να μιλήσουμε σε κάποιο οικείο μας πρόσωπο, ας θυμόμαστε ότι μπορούμε, πάντα, να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.

Όπως, πλέον, διαφαίνεται, η πανδημία κάποια στιγμή θα ολοκληρώσει τον κύκλο της και θα αποτελέσει κομμάτι της συλλογικής μνήμης.
Από τα όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, γιατί αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη αρετή της επιστήμης, ότι μπορεί να αυτοαναιρείται και να εξελίσσεται μέσα από την έρευνα, το τέλος μιας πανδημίας έρχεται σε δύο διαφορετικά επίπεδα, σε ιατρικό και σε κοινωνικό. Το τέλος υπό όρους της ιατρικής έρχεται όταν ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού έχει περάσει τη λοίμωξη ή/και έχει αποκτήσει ανοσία διά του εμβολιασμού. Το κοινωνικό τέλος φαίνεται να έρχεται όταν ο φόβος για την ασθένεια μειώνεται, η προσοχή ατονεί, άλλα θέματα της καθημερινότητας αποσπούν την προσοχή, οι άνθρωποι δεν αποδέχονται πλέον τους περιορισμούς και προσαρμόζονται στη συμβίωση με την ασθένεια.

Σήμερα, με το (όποιο) τέλος να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα, θα μπορούσαμε, πλέον, να αρχίσουμε να αναστοχαζόμαστε σχετικά με την εμπειρία της πανδημίας και να αναλογιστούμε πως νοηματοδοτούμε αυτήν την εμπειρία, τι μάθαμε από αυτήν την εμπειρία και τι θα μπορούσαμε να κρατήσουμε ως εφόδιο για το μέλλον, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, από αυτήν την εμπειρία.
*Ψυχολόγος, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, M.A., M.Ed., Υποψήφια διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας [email protected]

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.