Τα ελληνικά πανεπιστήμια χαμένα… στους «Νέους Ορίζοντες» της κυβέρνησης

Γράφει η Άσπα Γοσποδίνη*

Μετά από τρία χρόνια υποσχέσεων και βολιδοσκοπήσεων της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, το υπουργείο κατέθεσε πριν λίγες μέρες το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια της χώρας. Το Σχέδιο Νόμου του ΥΠΑΙΘ με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα» έχει ήδη ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Οι φοιτητές διοργανώνουν κινητοποιήσεις, οι καθηγητές και η Σύνοδος Πρυτάνεων είναι πολύ επικριτικοί. Αναλύοντας τα βασικά άρθρα του νομοσχεδίου, ξεχωρίζουν οι διατάξεις που αφορούν
(α) σε εκσυγχρονιστικές ρυθμίσεις που κινούνται σε θετική κατεύθυνση, και
(β) στο νέο μοντέλο διοίκησης των πανεπιστημίων που διαφαίνεται προβληματικό και σε αυτό εστιάζονται οι περισσότερες αντιδράσεις.
Α. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Το νομοσχέδιο εισάγει επί μέρους ρυθμίσεις όπως αυτές που αφορούν στην κινητικότητα των φοιτητών (Erasmus εντός των ελληνικών ΑΕΙ) και την ευελιξία στις επιλογές των φοιτητών σε σχέση με το πρόγραμμα των σπουδών τους (μαθήματα επιλογής από άλλα τμήματα και σχολές, διπλό πτυχίο, κ.α.). Αυτές οι προτάσεις όμως δεν συνοδεύονται στο νομοσχέδιο και με νέους ανθρώπινους πόρους στα ΑΕΙ (δηλ. επιπλέον θέσεις καθηγητών, ερευνητών, διοικητικών), όπως απαιτεί η υλοποίησή τους. Επισημαίνεται ότι οι υφιστάμενες θέσεις Μελών ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΙΔΑΧ είναι σήμερα πολύ περιορισμένες λόγω της παρατεταμένης υποχρηματοδότησης των πανεπιστημίων, κυρίως στην περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Επίσης, εισάγει τη δυνατότητα των βιομηχανικών διδακτορικών, τα οποία μετρούν τουλάχιστον 50 χρόνια καλής πρακτικής στα Ευρωπαϊκά και Αμερικανικά πανεπιστήμια. Στα βιομηχανικά διδακτορικά, το θέμα ορίζεται από τις βιομηχανίες της χώρας, οι οποίες καταθέτουν στα ΑΕΙ την πρόθεσή τους να χρηματοδοτήσουν με τη μορφή υποτροφίας τον διδακτορικό φοιτητή/τρια που θα εκπονήσει την συγκεκριμένη διδακτορική έρευνα. Μένει ασαφές με ποια κριτήρια θα γίνεται η επιλογή του/της υποψήφιου διδάκτορα για βιομηχανική υποτροφία διδακτορικής έρευνας. Επίσης, δημιουργεί εγγενώς εντός των πανεπιστημίων διακρίσεις σε Σχολές δύο ταχυτήτων: σχολές που το γνωστικό αντικείμενό τους σχετίζεται με τη βιομηχανία (Πολυτεχνεία, Θετικές επιστήμες, Ιατρική, Φαρμακευτική, Γεωπονική, κ.α.), και σχολές κλασσικών σπουδών (Φιλοσοφική, Αρχαιολογία, Νομική, κ.α.) των οποίων τα γνωστικά αντικείμενα δεν σχετίζονται με τα ενδιαφέροντα της βιομηχανίας. Ασφαλώς, όμως αυτή η ανισότητα μπορεί να αρθεί από ενισχυμένη κρατική χορήγηση υποτροφιών στις σχολές.
Τέλος, στις εκσυγχρονιστικές διατάξεις, συμπεριλαμβάνονται η επώνυμη έδρα σπουδών η οποία επίσης μετρά δεκαετίες καλής πρακτικής στα Ευρωπαϊκά και Αμερικανικά πανεπιστήμια. Η συγκεκριμένη καθηγητική έδρα υποστηρίζεται οικονομικά από τον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, δίδει τη δυνατότητα να ιδρύονται ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών (προπτυχιακά και μεταπτυχιακά), αυτόνομα ή σε σύμπραξη με ξένα πανεπιστήμια, καθώς και παραρτήματα ελληνικών πανεπιστημίων.
Για τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών, το νομοσχέδιο προβλέπει τη δυνατότητα διάφορων μεθόδων διδασκαλίας πέραν της δια ζώσης διδασκαλίας, όπως η εξ’ αποστάσεως διδασκαλία μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, σε προγράμματα σπουδών που η εφαρμογή της δεν επιφέρει σημαντικούς συμβιβασμούς στην ποιότητα σπουδών. Η πανδημία κληρονόμησε στα ελληνικά πανεπιστήμια και κάποια θετικά στοιχεία, όπως η ανάπτυξη ηλεκτρονικής πλατφόρμας για εξ’ αποστάσεως διδασκαλία που δοκιμάστηκε με επιτυχία. Η διάταξη του νομοσχεδίου για την εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση στα μεταπτυχιακά επιτρέπει σε υποψήφιους φοιτητές από όλες τις περιφέρειες της χώρας να επιλέξουν με καθαρά ακαδημαϊκά κριτήρια το πρόγραμμα σπουδών που θα παρακολουθήσουν, και όχι με κριτήριο τον τόπο διαμονής τους. Η διάταξη αυτή θα αυξήσει την εξωστρέφεια όλων των πανεπιστημίων της χώρας, και είναι πολύτιμη ειδικά για τα περιφερειακά πανεπιστήμια τα οποία αναπτύσσονται σε περιοχές με σχετικά μικρό πληθυσμό.
Παρά τη μεγάλη καθυστέρηση εφαρμογής τους στην χώρας μας, όλα τα παραπάνω αυξάνουν την εξωστρέφεια των ελληνικών πανεπιστημίων, και κινούνται σε θετική κατεύθυνση.

Β. ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ.
Το σύγχρονο ελληνικό πανεπιστήμιο μετά τη μεταπολίτευση και ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του νόμου πλαισίου του 1982 από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, οικοδομήθηκε πάνω στις αρχές του (συνταγματικά κατοχυρωμένου) αυτοδιοίκητου, της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της δημοκρατικής οργάνωσης της ακαδημαϊκής ζωής και της συνεπαγόμενης αντιπροσωπευτικότητας και λογοδοσίας. Βασικό συστατικό στοιχείο της δημοκρατικής λειτουργίας των πανεπιστημίων ήταν η εκλογή των μονοπρόσωπων οργάνων (Πρόεδρος Τμήματος, Κοσμήτορας Σχολής, Πρύτανης) και των συλλογικών (Σύγκλητος, Πρυτανικό Συμβούλιο) οργάνων με καθολική ψηφοφορία από τα μέλη των αντίστοιχων σωμάτων. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι με την πάροδο του χρόνου, αυτό σύστημα συχνά οδήγησε δυστυχώς σε πελατειακές σχέσεις μεταξύ των οργάνων διοίκησης και της πανεπιστημιακής κοινότητας, με συνέπεια, να κατηγορηθεί για τη δημιουργία εσωστρέφειας και αναξιοκρατίας στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Όλες οι μετέπειτα μεταρρυθμίσεις διαφορετικών κυβερνήσεων για τα ΑΕΙ στόχευαν κυρίως στην άρση της εσωστρέφειας και της αναξιοκρατίας εισάγοντας νέα μοντέλα διοίκησης. Στο νόμο Διαμαντοπούλου (2011), πρωτοδοκιμάστηκε το «Συμβούλιο Ιδρύματος» το οποίο μετά από περίπου τέσσερα χρόνια λειτουργίας υπέστη σοβαρή κριτική λόγω των αγκυλώσεων που δημιουργούσε. Για παράδειγμα, η ισότιμη διαρχία που προέβλεπε μεταξύ Πρύτανη και Συμβουλίου, σε περιπτώσεις διαφωνίας, προκαλούσε πολλά προβλήματα. Επίσης, η συμμετοχή 5 εξωτερικών μελών στο Συμβούλιο (σχεδόν τα μισά από τα 11 μέλη,) συνήθως καθηγητών σε ξένα πανεπιστήμια, με πιθανόν μειωμένο ενδιαφέρον για το ελληνικό πανεπιστήμιο, οδήγησε συχνά σε απουσίες τους από συνεδριάσεις σε κρίσιμες περιόδους.
Σήμερα με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου το Υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να επαναφέρει μια παραλλαγή αυτού του παλαιότερου θεσμού, με τον όρο «Συμβούλιο Διοίκησης». Το νέο μοντέλο διοίκησης των πανεπιστημίων, όπως προβλέπεται στο νομοσχέδιο με τους «νέους ορίζοντες» της κυβέρνησης, ενέχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα και κινδύνους για τη λειτουργία των πανεπιστημίων. Ειδικότερα,
 Το Συμβούλιο Διοίκησης, με τη δομή και τη λειτουργία του, διαφαίνεται να γεννά πάλι κάποιου είδους ισότιμη διαρχία διότι ο Πρύτανης προεδρεύει του Συμβουλίου Διοίκησης, ενώ ταυτόχρονα είναι διοριζόμενος και ελεγχόμενος από το Συμβούλιο με δυνατότητα ακόμη και παύσης του. Αυτό ανάλογα με τη συγκεκριμένη σύνθεση του Συμβουλίου Διοίκησης που θα προκύψει από την εκλογική διαδικασία, και ειδικότερα, (δηλ. πόσα μέλη του Συμβουλίου θα είναι συμπολιτευόμενα ή αντιπολιτευόμενα στον Πρύτανη), μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα είτε υποβάθμισης του ρόλου του Πρύτανη, είτε ολιγαρχίας με υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων στον Πρύτανη και το Συμβούλιο Διοίκησης.

 Ο τρόπος εκλογής των εσωτερικών και των εξωτερικών μελών του Συμβουλίου είναι προβληματικός. Σε μια προσπάθεια του ΥΠΑΙΘ να αποκλείσει υφιστάμενες διοικήσεις των ΑΕΙ και να δώσει χώρο σε νέα πρόσωπα (για πολιτικούς λόγους), εισάγει διάφορους και πολλούς «κόφτες» στις προϋποθέσεις για υποψηφιότητα ως μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης (π.χ. Για τα εσωτερικά μέλη, οι υποψήφιοι να μην έχουν πάνω από 2 θητείες αθροιστικά σε οποιοδήποτε χρόνο στο Πρυτανικό Συμβούλιο, ασυμβίβαστο με εν ενεργεία εκλεγμένους σε θέση Κοσμήτορα, Πρόεδρου Τμήματος, κ.α.). Αυτό δημιουργεί ευρύτατους αποκλεισμούς παλιών πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων, Κοσμητόρων, Προέδρων Τμημάτων ,κ.α. Και στερεί διοικητικά έμπειρα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας από τη Διοίκηση του πανεπιστημίου.

 Το Συμβούλιο Διοίκησης, με υπερεξουσίες αλλά χωρίς πλήρη δημοκρατική νομιμοποίηση. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΝΣ, έξι εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία από όλα τα μέλη ΔΕΠ του πανεπιστημίου, ενώ τα άλλα πέντε εξωτερικά μέλη του οργάνου διορίζονται από τα εσωτερικά μέλη κατόπιν κατάθεσης υποψηφιότητας και διαδικασία επιλογής εντός του Συμβουλίου από τα έξι εσωτερικά μέλη. Όταν συγκροτηθεί σε σώμα το Συμβούλιο Διοίκησης, επιφορτίζεται με πολλές σημαντικές αρμοδιότητες, μεταξύ των οποίων και τις κορυφαίες αρμοδιότητες να διορίζει (και να παύει) τον Πρύτανη, τους Αντιπρυτάνεις και τους Κοσμήτορες. Ενώ λοιπόν το συγκεκριμένο όργανο είναι κατά το ήμισυ μόνον εκλεγμένο με καθολική ψηφοφορία, η αντιπροσωπευτικότητα του οργάνου αυτού και η δημοκρατική νομιμοποίηση του από την πανεπιστημιακή κοινότητα είναι σχετικά μειωμένη, καθιστώντας το όργανο αυτό ευάλωτο στη διαπλοκή τόσο εντός του ίδιου του Συμβουλίου (αδιαφανείς συναλλαγές και εναρμονισμός ψηφοφοριών) όσο και εκτός του Συμβουλίου με κέντρα εξουσίας και με οικονομικά ή άλλα συμφέροντα που σχετίζονται με το Πανεπιστήμιο.

 Υποβαθμίζονται οι αρμοδιότητες της Συγκλήτου. Στο νομοσχέδιο, η δημοκρατικά εκλεγμένη Σύγκλητος υποβαθμίζεται αναφορικά με τις αρμοδιότητες της, και ο ρόλος της περιορίζεται αποκλειστικά σε ακαδημαϊκά θέματα, και μάλιστα χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα σημαντικότερα ακαδημαϊκά θέματα που καθορίζουν την ανάπτυξη και το μέλλον του πανεπιστημίου. Στο άρθρο 21 του ΝΣ, ένα από τα κορυφαία ακαδημαϊκά θέματα, όπως η ίδρυση νέων τμημάτων, η συγχώνευση τμημάτων, και η κατάργηση τμημάτων μπορεί να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου, με πολιτική απόφαση του ΥΠΑΙΠΘ.
Αυτή η συγκεκριμένη διάταξη έχει ιδιαίτερη αρνητική βαρύτητα για την ανάπτυξη των περιφερειακών πανεπιστημίων της χώρας, όπως το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Τα περιφερειακά πανεπιστήμια της χώρας τα οποία ιδρύθηκαν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του ’80 (όπως για παράδειγμα, το πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Δημοκρίτειο πανεπιστήμιο Θράκης, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Πανεπιστήμιο Κρήτης), στα πλαίσια της αποκέντρωσης των κρατικών δομών ανώτατης εκπαίδευσης, της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης, και της σύγκλισης των περιφερειών, αποτέλεσαν ένα επιτυχημένο πολιτικό εγχείρημα. Σήμερα όλα τα περιφερειακά πανεπιστήμια της χώρας συμβάλλουν τα μέγιστα στην τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη μέσω έρευνας και καινοτομίας.
Τα περιφερειακά πανεπιστήμια συχνά αντιπροσωπεύουν ένα δημόσιο οργανισμό που συγκαταλέγεται στους σταθερούς, μεγάλους και αναπτυσσόμενους εργοδότες των περιφερειών. Και η αξία τους φάνηκε καθαρά ιδιαίτερα στην περίοδο της οικονομική κρίσης της χώρας όταν χάθηκαν χιλιάδες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Τα περιφερειακά πανεπιστήμια, διατήρησαν και αύξησαν τις θέσεις εργασίας, ενώ συνέχισαν να αναπτύσσονται και να συμβάλουν στο ΑΕΠ της χώρας μέσω εθνικών και Ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων, μέσω εφευρετικών εφαρμογών καινοτομίας, αλλά και μέσω start-up αναδυόμενων εταιρειών από ερευνητικά εργαστήρια και φοιτητές. Στο τελευταίο, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το ερευνητικό ινστιτούτο ΙΤΕ πρωτοπορούν.
Αλλά και στο Βόλο, που κτυπήθηκε σκληρά από την αποβιομηχάνιση τις τελευταίες δύο-τρεις δεκαετίες, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο εργοδότη με περισσότερους από 6.000 εργαζομένους (καθηγητές, ερευνητές, διοικητικό προσωπικό), αλλά και το σημαντικότερό πόλο ανάπτυξης στην περιοχή. Για παράδειγμα, η Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας (ΜΟΚΕ) που λειτουργεί στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας υποστηρίζει την ανάπτυξη των επιχειρηματικών και καινοτομικών ικανοτήτων των φοιτητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ώστε να είναι ικανά και ανταγωνιστικά στελέχη που θα ιδρύσουν δικές τους επιχειρήσεις που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη του τόπου. Το Αβερώφειο Αγροδιατροφικό Τεχνολογικό Πάρκο Θεσσαλίας (ΑΒ.Α.ΤΕ.ΠΑ.ΘΕ.), το οποίο προγραμματίζεται από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας μέσα στα όρια του αγροκτήματος του ΤΕΙ Θεσσαλίας και της Αβερωφείου Γεωργικής Σχολής, θα λειτουργεί ως Θερμοκοιτίδα Νέων Αγροτικών Επιχειρήσεων, με στόχο την παροχή υποστήριξης κατά την εισαγωγή στο επιχειρηματικό οικοσύστημα spin-off εταιρειών που θα δραστηριοποιούνται σε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες στον αγροτικό χώρο. Επίσης, πρέπει να τονίσουμε ότι η ανάπλαση της Βαμβακουργίας είναι σήμερα το σημαντικότερό έργο ανάπλασης στο Βόλο ενώ η επέκταση της Πολυτεχνικής Σχολής στα Παλαιά είναι το μεγαλύτερο οικοδομικό έργο της πόλης. Όλα τα παραπάνω θέτουν τα θεμέλια για την μελλοντική περαιτέρω ανάπτυξη του πανεπιστημίου, της πόλης και της τοπικής κοινωνίας ταυτόχρονα.
Η διατήρηση λοιπόν της θετικής επίδρασής των περιφερειακών πανεπιστημίων στην ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας απαιτεί να διατηρηθεί το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου καθώς και η ελευθερία της Συγκλήτου. Διότι η Σύγκλητος κάθε πανεπιστημίου γνωρίζει πολύ καλύτερα από το Υπουργείο Παιδείας και το κεντρικό κράτος, τους κατάλληλους τρόπους και τα βήματα για τη μελλοντική ακαδημαϊκή ανάπτυξη του πανεπιστημίου που εναρμονίζεται με την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας σε κάθε περιοχή.
Το νομοσχέδιο θα βρίσκεται σε διαβούλευση μέχρι 19 Ιουνίου, και πιστεύουμε ότι κατά τη συζήτηση του στη Βουλή, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα πιέσουν την κυβέρνηση ώστε το νομοσχέδιο να υποστεί σημαντικές αλλαγές που θα άρουν τις αρνητικές πλευρές του.

*Καθηγήτρια Πολεοδομίας & Αστικού Σχεδιασμού
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Γραμματέας Δημόσιων Υποδομών ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
Υποφ. Ευρωβουλευτής ΚΙΝΑΛ 2019

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.