«Εμείς στον κορωνοϊό ήταν σαν να περπατούσαμε σε ρηχά νερά, ενώ εκείνοι, είχαν να αντιμετωπίσουν ποτάμια ολόκληρα… »

Αναφέρει ο καταξιωμένος συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος μιλώντας για τον απλό άνθρωπο που «σήκωσε» όλη την Επανάσταση

«Ραγιάς- Μέρες και νύχτες του 1821», από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» είναι το νέο βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου και το οποίο παρουσιάστηκε πριν λίγο χρονικό διάστημα και στην πόλη του Βόλου και τους αναγνώστες του. Είναι ένα βιβλίο που «βλέπει» τα πράγματα από τη ματιά και των δύο πλευρών, γιατί «είναι πολύ σπουδαίο να βλέπεις τα πράγματα και με τη ματιά των άλλων», αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας στο πολιτιστικό ένθετο της ραδιοφωνικής εκπομπής του Ράδιο ΕΝΑ και στον Ηλία Κουτσερή.

Το μυθιστόρημα «Ραγιάς», δεν παρακολουθεί όπως διαπιστώνει κανείς, μόνο τη μία πλευρά, την ελληνική, αλλά και των Τούρκων…

Για μένα είναι ένα ζήτημα πολύ σπουδαίο να βλέπεις τα πράγματα και με τη ματιά των άλλων, στην προκειμένη περίπτωση των Τούρκων. Το βιβλίο ξεκινάει το 1816, παρακολουθεί δηλαδή τα προεπαναστατικά χρόνια της σκλαβιάς, τον εξευτελισμό των ραγιάδων, τους κολίγους, τους Κοτζαμπάσηδες, την εν γένει καθημερινή ζωή εκείνων των χρόνων που πολύ λίγα πράγματα γνωρίζουμε.
Το μυθιστόρημα φτάνει μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1829, που γίνεται και η τελευταία μάχη της επανάστασης στην Πέτρα Βοιωτίας. Παρακολουθεί όλη την πορεία του ξεσηκωμού και το πώς εξελίχθηκε αυτός ο αγώνας μέσα σε μία χαώδη κατάσταση, μια κατάσταση που αποτυπώνεται πολύ έντονα στο βιβλίο, μέχρι και την άφιξη του Καποδίστρια. Ξεκινάει από την Πάτρα, κινείται κυρίως στην Τρίπολη, υπάρχουν στιγμές στο Ναύπλιο και το Μεσολόγγι και φτάνει και στα δικά μου μέρη στο Κομπότι της Άρτας. Ο ήρωάς μου ακολουθεί τον Κολοκοτρώνη σε εκείνα τα μέρη. Ο Κολοκοτρώνης, ένας ήρωα της επανάστασης, σκληρός που δεν υποχωρούσε ποτέ. Μέσα στο βιβλίο φαίνονται οι φόβοι, τα διλήμματα, τα πάθη, τα ελαττώματα, οι αδυναμίες ακόμα και γνωστών ηρώων της επανάστασης. Θεωρώ ότι πρέπει να φανούν οι αδυναμίες και τα κουσούρια αυτών των ανθρώπων για να μπορέσουμε και σήμερα να πούμε ότι αφού μπόρεσαν αυτοί με τόσες αδυναμίες μπορούμε και εμείς σήμερα. Με έναν τρόπο, το ραγιάδικο βήμα συνεχίζει να υφίσταται, σε καμία βέβαια σύγκριση με εκείνα τα χρόνια.

Θεωρείτε ότι ίσως έχουμε κρατήσει ως Έλληνες και κάποια πράγματα από τα τρομερά χρόνια της τότε υποδούλωσης, παρόλο που πέρασαν 200 χρόνια, ή το λέτε σε σχέση με το πώς αντιμετωπιζόμαστε, ενδεχομένως, σήμερα σε σχέση με κάποιον άλλον;

Οι εποχές δεν συγκρίνονται. Εμείς ακόμα και μέσα στον κορωνοιό ήταν σαν να περπατούσαμε σε ρηχά νερά, ενώ εκείνοι είχαν να αντιμετωπίσουν ποτάμια ολόκληρα. Αυτό που έχω να πω είναι ότι υπάρχει το ραγιάδικο βήμα με άλλη μορφή και με άλλους τρόπους από την αισθητική ευτέλεια, ας πούμε. Από το πώς συμπεριφερόμαστε σε ό,τι έρχεται να καταστρέψει τον εθνικό πλούτο ή τα εργατικά δικαιώματα ή ποια είναι η στάση μας σε οποιονδήποτε θέλει να διαφεντέψει τη ζωή μας. Υπάρχει ένα θέμα το οποίο πραγματεύεται το βιβλίο, καθώς είναι πολυεπίπεδο και ασχολείται με πάρα πολλά θέματα. Το 1828 οι γυναίκες που είχε συλλάβει και είχε αιχμαλωτίσει με το ασκέρι του ο Ιμπραήμ Πασάς, τις οποίες βίασαν, όταν έγινε μια επιτροπή από ξένους και Έλληνες αυτές οι γυναίκες δήλωσαν ότι θέλουν να πάνε στην Αίγυπτο γιατί την προτιμούσαν από την Ελλάδα. Αυτό είναι τραγικότατο γιατί ο λόγος ήταν ότι μετά από αυτό το περιστατικό, οι άντρες τους στα χωριά θα τις έδιωχναν, αλλά και οι συγγενείς ή οι κάτοικοι θα τους περιφρονούσαν και θα τις έδειχναν με το δάχτυλο ως ατιμασμένες. Αυτή η αντίληψη συνεχίζει να υφίσταται μέχρι σήμερα. Δηλαδή ο βιασμός αποτελεί στίγμα για την γυναίκα που τον υφίσταται. Έρχονται πολλά τέτοιους είδους πράγματα από εκείνα τα χρόνια και καλά είναι να τα μελετάει κανείς και να προσπαθεί να αποτινάζει τέτοιες αντιλήψεις από πάνω του.

Είμαι σίγουρος ότι μια τέτοια δουλειά απαιτεί έρευνα και μελέτη την οποία κάνατε,και μου δείχνει τουλάχιστον ότι ήταν όχι του τελευταίου έτους ή των τελευταίων χρόνων, αλλά ίσως και περισσότερο;

Το ενδιαφέρον μου για την εποχή του ’21 κρατάει εδώ και δύο δεκαετίες. Ασχολήθηκα πιο επισταμένα όταν έγραφα ένα βιβλίο μου, το «Άγιοι και δαίμονες», που διαδραματίζεται κυρίως στα προεπαναστατικά χρόνια, αλλά και κατά την διάρκεια της επανάστασης στην Κωνσταντινούπολη. Το βιβλίο αυτό περιέγραφε τις σφαγές της Πόλης.
Χρειάστηκα επίσης άλλον ενάμιση χρόνο σε προηγούμενο βιβλίο μου στο οποίο ασχολήθηκα με πιο συγκεκριμένα ζητήματα, μελετώντας όλους τους περιηγητές, έχοντας διαβάσει όλα τα απομνημονεύματα Ελλήνων και ξένων, όλα τα αρχεία της Εθνικής Παλιγγενεσίας και πάμπολλα άλλα βιβλία που μπορεί να αφορούν τη λαογραφία, την ενδυμασία, τα άρματα της εποχής, το πώς συμπεριφέρονταν οι άνθρωποι, την αρχιτεκτονική, τις σχέσεις, την κοινωνική διαστρωμάτωση, το πώς λειτουργούσαν οι κολίγοι, οι κοτζαμπάσηδες και πώς όλοι αυτοί συμπεριφέρονται όταν ανατρέπεται ο παλιός κόσμος και προσπαθούν να διαφεντέψουν την καινούργια κατάσταση.
Υπάρχει μία πολύ δυνατή, θεωρώ, μυθοπλασία, όπως μου λένε οι αναγνώστες, καθώς το βιβλίο κυκλοφόρησε στις 24 Ιουνίου. Ένας έρωτας που «σφιχταγκαλιάζεται» με τη φωτιά της Επανάστασης, αλλά «σφιχταγκαλιάζεται» με συμβολικό τρόπο. Η πορεία του μέσα στα χρόνια της επανάστασης έχει αυτόν τον συμβολικό χαρακτήρα και τα σκαμπανεβάσματα που είχε η ίδια η επανάσταση, που πληγώθηκε πάρα πολύ βαριά στον εμφύλιο με φοβερά κακουργήματα τα, οποία με έναν τρόπο τα αποκρύψαμε.

Ήταν δυσκολότερη η δουλειά σε σχέση με τα προηγούμενα βιβλία;

Κάθε βιβλίο έχει τη δική του δυσκολία και κάθε βιβλίο είναι ένας άλλος κόσμος. Σ’ αυτό υπήρχε μία τεράστια δυσκολία γιατί τα γεγονότα είναι καταιγιστικά και θα έπρεπε να τα γνωρίζω ασχέτως αν οι ήρωές μου θα κινούνταν στο ένα σημείο ή στο άλλο. Δεν μπορείς να γράφεις πράγματα που δεν είναι αλήθεια. Δεν θα μπορούσα, για παράδειγμα, να κινώ τους ήρωές μου στο Ναύπλιο το 1828 τον Μάιο και τον Ιούνιο, που μπήκαν και οι τότε άνθρωποι σε καραντίνα, γιατί υπήρχε η επιδημία της πανώλης. Με ενδιαφέρει η λεπτομέρεια, με ενδιαφέρει να αναπλάσω ολόκληρη εκείνη την εποχή και για να το ζήσει παραστατικά ο αναγνώστης, αλλά ταυτόχρονα να μπορέσει να κρίνει τις ενέργειες και τις πράξεις, τις αποφάσεις των ίδιων των ηρώων. Ίσως αυτό το βιβλίο μου, ίσως περισσότερο από τα άλλα μου κοινωνικά μυθιστορήματα με φόντο την ιστορία είναι αντικείμενο και στόχος η ίδια η ιστορία. Να φανεί τι ήταν η Ελληνική Επανάσταση, πώς ξεκίνησε, ποιο ήταν το κίνητρο των απλών αγωνιστών να συμμετάσχουν στον αγώνα, τι συνέβαινε τον πρώτο καιρό που ήταν άοπλοι και φοβισμένοι βλέποντας τους Τούρκους, κι όμως βγήκαν να πολεμήσουν έναν πανίσχυρο εχθρό, και εμείς εκείνο που οφείλουμε είναι τιμή.

Διαλέξατε σκοπίμως και σε αυτή την περίπτωση έναν ανώνυμο ήρωα και όχι κάποιον ήδη γνωστό και τιμημένο;

Με ενδιαφέρει πάρα πολύ στα βιβλία μου το πώς αυτός ο λεγόμενος απλός άνθρωπος βάζει ένα μικρό λιθαράκι στην εξέλιξη της ανθρώπινης πορείας και της ίδια της ιστορίας. Εδώ στον «Ραγιά», έχει και έναν ακόμα λόγο να είναι οι ήρωες απλοί άνθρωποι. Το μεγάλο βάρος της Επανάστασης, και είναι και αυτή μια ακόμα αλήθεια που χάθηκε και δεν φάνηκε, είναι ότι το σήκωσαν οι απλοί αγωνιστές που ήταν αγρότες, κτίστες, αγωγιάτες και ούτω καθ’ εξής.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.