Οι οικονομικοί δείκτες ευημερούν, η κοινωνική δυσφορία αυξάνεται

Μιλά ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, καθηγητής Κοινωνιολογίας του ΕΚΠΑ

Πώς μπορούμε να αντιπαρατεθούμε στην κυρίαρχη οικονομική θεώρηση με τα δικά της όπλα; Πώς να αναμετρηθούμε μαζί της στο δικό της προνομιακό έδαφος αυτό της οικονομικής επιστήμης ; Η αυστηρά οικονομική πολιτική μήπως καλύπτει μόνο κατ’ επίφασιν της ανάγκες και την ευημερία των πολιτών ; Ποια είναι αυτή η εναλλακτική οικονομική πολιτική που θα είναι και σε επίπεδο οικονομικό αποτελεσματική και θα σέβεται περισσότερο τον άνθρωπο και τις πραγματικές ανάγκες του αλλά και τις καταστάσεις τις οποίες αντιμετωπίζει σε μια συγκυρία πραγματικά δύσβατη; Η εργασία αυτή αποσκοπεί στην εμπέδωση της αντίληψης πως ο ρόλος της κοινωνικής επιστήμης δεν περιορίζεται στη διάγνωση των ζημιών που προκαλούν οι οικονομικές πολιτικές αλλά διευρύνεται στο επίπεδο της παρέμβασης στο χώρο των πολιτικών αποφάσεων. Μια συναρπαστική μελέτη που αναδεικνύει ότι μπορεί να ευημερούν οι οικονομικοί δείκτες αλλά η κοινωνική δυσφορία είναι αύξουσα και αυτή …

Συνέντευξη στη Σοφία Νικολάου

Σε αυτά τα ερωτήματα απαντά το νέο βιβλίο του καθηγητή κοινωνιολογίας του ΕΚΠΑ, Νίκου Παναγιωτόπουλου, «Κοινωνία και Οικονομία. Για μια οικονομία της ευτυχίας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πεδίο.
«Τα αποτελέσματα της κρίσης που ταλάνισε και ταλανίζει ακόμα τη χώρα μας ήταν τραγικά μαζική ανεργία, φτώχεια, εργασιακή επισφάλεια, μόνιμη κοινωνική ανασφάλεια στην οποία καταδικάστηκε ένα συνεχώς διευρυνόμενο τμήμα πολιτών, που έφτασε μέχρι και τις μεσαίες τάξεις, βαθύτατη αποηθικοποίηση, που συνδέθηκε με την αποδόμηση στοιχειωδών μορφών αλληλεγγύης» γράφει στο βιβλίο του ο καθηγητής Παναγιωτόπουλος.
Σε συνέντευξη που έδωσε στο «Ράδιο Ένα» ο καθηγητής μας είπε τα ακόλουθα όταν τον ρωτήσαμε για τη στόχευση του βιβλίου: Το βιβλίο στοχεύει στο ό,τι δεν μπορούμε να αφήσουμε πλέον την οικονομία και τον βοηθό της την ψυχολογία να αποτελέσουν τα βασικά εργαλεία διακυβέρνησης της οικονομίας και των πολιτών. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να αγνοούμαι τα πορίσματα της κοινωνιολογίας.
Βασικά θέματα που εξετάζει το βιβλίο.

Η Ένταξη στις βασικές μορφές της κοινωνικής ζωής, η ισχυρή αυτονομία της πρακτικής ζωής, η αίσθηση μιας βαθιάς θεμελιωμένης διανεμητικής δικαιοσύνης, και η ενεργός συμμετοχή στα κοινά αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην ευτυχία και στην ευζωία καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των ατόμων.
Η κατανομή της έλλειψης, η πλήρωση της αίσθησης της ευτυχίας των ατόμων συνδέεται με την αντίστοιχη δυνατότητα των κοινωνικών υποκειμένων να ελέγξουν το μέλλον τους, δηλαδή κατ’ αρχάς το παρόν τους.
Θέτοντας το ερώτημα των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που καθιστούν δυνατή την πρόσβαση στην εμπειρία της ευτυχία όλα δείχνουν πως η αίσθηση μιας ευτυχισμένης ζωής –ανεξάρτητα από τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους βιώνεται συνδέεται κυρίως με την επένδυση των ατόμων στο μέλλον των κοινωνικών παιχνιδιών στα οποία εμπλέκονται στη ζωή τους επένδυση που προϋποθέτει ένα μίνιμουμ ευκαιριών στο παιχνίδι.
Στη στενή οικονομίστικη προσέγγιση είναι ανάγκη να αντιτάξει κανείς μια μορφή οικονομίας η οποία θα συνυπολογίσει όλα τα κέρδη και τα κόστη υλικά και συμβολικά κάθε πολιτικής
Μόνο έτσι θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε πώς η τρέχουσα τιμή της ανεργίας και του αποκλεισμού προσμετράτε επιπλέον σε οδύνες και μορφές βίας, που μπορούν να στραφούν ενάντια στους άλλους (διάφορες μορφές κακοποίησης) όσο και ενάντια στον ίδιο μας τον εαυτό (με τη μορφή του αλκοολισμού, των ναρκωτικών της κατάθλιψης, κτλ.)
Μόνο αν στους εθνικούς λογαριασμούς συμπεριλάβουμε επίσης την παράμετρο παρουσία ή απουσία της ευτυχίας των πολιτών θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε και να εξηγήσουμε τα λάθη των προϋπολογισμών, και μόνο τότε θα μπορέσουμε, χωρίς να υιοθετήσουμε την αφοριστική και άλογη ολική καταγγελία της αγοράς, να συμβάλλουμε στον περιορισμό των επιπτώσεων της σημερινής οικονομίας της δυστυχίας που μας κυβερνά.

Η εξίσωση πάνε «Πάνε καλά οι αριθμοί, πάνε καλά κι οι άνθρωποι» είναι μια εικονική πραγματικότητα. Κι αυτό αποδεικνύεται στην καθημερινότητά μας με δείκτες που η κυβέρνηση επιμελώς αποκρύβει. Είναι δε θλιβερές οι πρωτιές της Ελλάδας, στους δείκτες φτώχειας και υλικής στέρησης όπου βρίσκεται στις πρώτες 3 έως 5 θέσεις. Όσον αφορά δε το ποσοστό των ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στον γενικό πληθυσμό το ποσοστό ανέρχεται σε 26,3%.

Έχω την πεποίθηση ανέφερε ο κ. Παναγιωτόπουλος ότι το μεγάλο έργο για τις κοινωνικές επιστήμες θα είναι να δημιουργήσουν μια οικονομία της ευτυχίας όπως την ονομάζουμε. Ικανή δηλαδή να ενσωματώνει στα επιστημονικά μοντέλα της όλες τις παραμέτρους που η αφηρημένη οικονομία αφήνει κατά μέρος. Σκέφτομαι για παράδειγμα το κόστος το οποίο μπορεί να το δει κανείς και ποσοτικά το έκανα στο βιβλίο, το κόστος της ανομίας που καταγράφεται από τις εκάστοτε οικονομικές πολιτικές (εργασιακά ατυχήματα, αλκοολισμός, ναρκωτικά, εγκλήματα, βιασμοί ) από τις οποίες οι απώλειες που προκύπτουν μετριούνται και με οικονομικά μεγέθη αλλά και σε ανθρώπινη οδύνη. Υπάρχει ένας τρόπος συντήρησης της κοινωνικής βίας από τη μεριά του κράτους. Οι άνθρωποι που υφίστανται την οικονομική βία και πρώτα απ’ όλα οι άνεργοι (και όλα όσα απορρέουν από απορρύθμιση της εργασίας, επισφάλεια εργασίας δημιουργούν βία) έχουν την προδιάθεση να αποκαταστήσουν κάποια μέρα τη βία είτε πάνω στους άλλους είτε πάνω στον εαυτό του. Με βάση αυτή την προβληματική ξεκίνησαν με την ομάδα του μια εργασία για να αποδείξουν ότι οι καταστροφικές επιπτώσεις των οικονομικών πολιτικών που ασκούνται κοστίζουν πάρα πολύ και σε χρήμα. Αυτός ο προβληματισμός αναπτύχθηκε μετά την τεράστια οικονομική κρίση και μια σειρά οικονομολόγων, με συζητήσεις που γίνονται διεθνώς, μιλούν γι’ αυτά τα θέματα όπως οι δυο νομπελίστες ο J Stiglitz, A. Sen τους οποίους γνώρισε και από κοντά και σε συνεργασία με ο J. P. Fitoussi το 2008 όταν κατέθεσαν το πόρισμα ύστερα από την πρόταση του τότε προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας του Σαρκοζί που έλεγε: «Πες τε μας πώς θα πρέπει μετά από αυτή την κρίση να αξιολογούμε την κατάσταση των κοινωνιών για να μην φτάσουμε ξανά σε ένα τέτοιο επίπεδο κρίσης. Οπότε οι οικονομολόγοι κατέθεσαν μια σειρά από αρχές που τις έλαβε υπόψιν και προσπάθησε να τις ενεργοποιήσει και να τις διευρύνει προκειμένου να πολεμήσει την κυρίαρχη οικονομία με τα δικά της όπλα. Αυτό βέβαια συμβαίνει και σε συνέργεια με άλλες ομάδες κυρίως στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες.
Σύμφωνα με τη λογική του καλώς εννοούμε συμφέροντος η αυστηρά οικονομική πολιτική δεν είναι και κατ’ ανάγκη και οικονομική από την άποψη της ασφάλειας των προσώπων ή την ευδαιμονία της κοινωνίας.
Θεωρήσαμε ότι, όπως ανέφερε και ο Μπουρντιέ, πρέπει να τεθεί σε ριζική αμφισβήτηση αυτός ο οικονομικός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων που εξατομικεύει τα πάντα από την παραγωγή μέχρι τη δικαιοσύνη και από την υγεία ως την εκπαίδευση, καθώς επίσης και τα κόστη εξίσου και τα κέρδη. Ένας τρόπος αντίληψης που κυριαρχεί στη ζωή μας ο οποίος λησμονεί ότι η αποτελεσματικότητα στην οποία δίνει έναν περιορισμένο και αφηρημένο ορισμό ταυτίζεται πάντα, κυρίως όμως σιωπηρά, με τη χρηματοοικονομική αποδοτικότητα. Και σήμερα ποια είναι τα κριτήρια της αποδοτικότητας που μετράμε πάντοτε; Είναι η χρηματοοικονομική ανταποδοτικότητα για τους μετόχους και τους επενδυτές και όχι η ικανοποίηση πελατών, χρηστών, παραγωγών και καταναλωτών δηλαδή όσο το δυνατό μια μεγαλύτερη πλειοψηφία. Σ’ αυτή την περιορισμένη και μυωπική οικονομία πρέπει να αντιταχθεί μια οικονομία της ευτυχίας που θα λαμβάνει υπόψη όλα τα κέρδη ατομικά και συλλογικά υλικά και συμβολικά που συνδέονται με τη δραστηριότητα.

Τον ρωτήσαμε για τους δείκτες – εκτός του ΑΕΠ που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι κατά κόρον – που χρησιμοποίησαν εκείνος και οι συνεργάτες του και μας είπε:
Για να θεμελιώσω την πρόθεση μου αυτή για μια νέα αντίληψη και την αναγκαιότητα της οικονομίας της ευτυχίας και μια οικονομία που δεν θα επηρεάζεται από αυτόν τον ξεπερασμένο δείκτη του ΑΕΠ ακόμη και από τους οικονομολόγους έκανα 2 πράγματα με την ομάδα μου. Δυο μεγάλες έρευνες πήραμε όλα τα έγκριτα στοιχεία των μεγάλων Διεθνών Οργανισμών που χρησιμοποιούν οι ίδιοι οι ευαγγελιστές της αγοράς με τα οποία μετρούνε αριθμούς μόνο και με βάση αυτά τα αποτελέσματα και μια πολύ σύνθετη διαχείριση τους στατιστική κατάφερα να δείξω ότι όταν αυτοί οι δείκτες συνδέονται και με οικονομικούς δείκτες τότε οι εθνικοί ισολογισμοί των χωρών δεν είναι αυτοί που μας παρουσιάζουν και δεν είναι τόσο θετικοί. Μια δεκαετής καταγραφή των αποτελεσμάτων των πολιτικών που ασκήθηκαν στη χώρα μας και έχουμε πια για πρώτη φορά με τους ίδιους αριθμούς και τους δείκτες, επαναλαμβάνω που χρησιμοποιούν οι κυρίαρχοι οικονομολόγοι, ποια είναι η αντικειμενική κατάσταση της ευτυχίας των Ελλήνων; Και αναδείξαμε τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτών των πολιτικών και κάναμε και μια παράλληλη δεύτερη έρευνα στο επίπεδο των αντιλήψεων των ίδιων των Ελλήνων πώς δηλαδή οι Έλληνες αντιλαμβάνονται την Ευτυχία χρησιμοποιώντας δείκτες ευημερίας όπως ονομάζονται (ισορροπία ζωής, εργασίας, αίσθηση ασφάλειας, συμμετοχή στα κοινά, υγεία, περιβάλλον, εκπαίδευση, υγεία, εισόδημα, οικία, ικανοποίηση από τη ζωή) και συνδέοντας αυτά τα δύο σύνολα των δεδομένων καταλήξαμε να έχουμε για πρώτη φορά μια αντικειμενική αντίληψη που ενσωματώνει την υποκειμενική αντίληψη των Ελλήνων για το ποια είναι η κατάσταση της ευτυχίας τους.

Του προτείναμε να μας κωδικοποιήσει τα ευρήματα και εδώ αναφέρουμε τις «Βασικές συνέπειες της λιτότητας».
Κατ’ αρχάς οι πολιτικές λιτότητας στοχοποιούν πάντα τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς με πρώτους τους ανέργους.
Δεύτερον : οι οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις οι οποίες μεγενθύνονται από τις πολιτικές λιτότητας έχουν την τάση να εξελίσσονται σε κρίσεις Δημόσιας υγείας οι οποίες επηρεάζουν ιδιαίτερα πληθυσμούς που είναι εύθραυστοι. Κι αυτή η έρευνα επιβεβαίωσε και προηγούμενη έρευνά μου .
Τρίτο: οι πολιτικές λιτότητας καταστρέφουν αυτό που οικονομολόγοι και κοινωνιολόγοι ονομάζουν ανθρώπινο κεφάλαιο, καταστρέφουν την αξία των εκπαιδευτικών επενδύσεων καθιστώντας άχρηστα, απαξιώνοντας τα πτυχία των νέων που βγαίνουν από το εκπαιδευτικό σύστημα παράγοντας μια τεράστιας κλίμακας υποβάθμιση ατόμων και των προσόντων τους.
Τέταρτο : καταστρέφουν οι πολιτικές λιτότητας την εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Αυτή η κρίση στην εμπιστοσύνη των θεσμών κυρίως των μικροαστικών λαϊκών τάξεων στρέφεται κυρίως προς το Δημόσιο και είναι κρίση που συνδέεται με τις οδύνες των πολιτών. Αυτό αποτυπώθηκε στην τεράστια αποχή. Η κρίση αυτή παράγεται από τη κοινωνική συγκρουσιακότητα (εγκληματικότητα, ναρκωτικά, γυναικοκτονίες, κατάθλιψη κ.ά). Και είναι αντίκτυπο της οικονομικής βίας που υφίστανται οι πολίτες. Κάθε βία πληρώνεται με βία. Η δομική βία που ασκούν οι χρηματαγορές υπό τη μορφή απολύσεων, αύξηση της προσωρινής και αβέβαιης απασχόλησης κ.λπ. θα έχει μακροπρόθεσμο αντίκτυπο μικρές ή μεγάλες βιαιοπραγίες σε καθημερινή βάση. Η ενδοοικογενειακή βία είναι σε έξαρση. Και θα λάβει και άλλες μορφές :αυτοκτονίες, παραβατικότητα, εγκλήματα, ναρκωτικά μικρές ή μεγάλες βιαιοπραγίες.
Πέμπτο αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας είναι το ψυχοκοινωνιολογικό αποτέλεσμα. Οι άνθρωποι δέχονται ένα σοκ στη γνωστική τους τάξη, πράγμα που τους παράγει διάφορες μορφές παραίτησης, αναχωρητισμού σε σχέση με τις ζωές τους και τις ζωές των άλλων.

Επιμείναμε στην μορφή ανάλυσης που έδωσε αυτά τα αποτελέσματα :
«Τις μετρήσεις τις πραγματοποίησαν μας είπε ο κύριος Παναγιωτόπουλος σε μια περίοδο κρίσης από το 2010 έως το 2020. Και δημιουργήθηκε έτσι μια βάση δεδομένων για πρώτη φορά με Υποκειμενικά και Αντικειμενικά δεδομένα. Να επισημάνω ότι τα αντικειμενικά δεδομένα συμπεριλαμβάνουν μια πλειάδα δεικτών τόσο οικονομικών όσο και κοινωνικών όπως αναφέρθηκε. Αυτά τα δεδομένα αποτελούν τη βάση που μπορεί να επικαιροποιείται πλέον από εδώ και μπρος με αντίστοιχες έρευνες. Σκοπός μας είναι να καταλήξει ένα παρατηρητήριο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης το οποίο δεν θα διαπνέεται και δεν θα εμφορείται από τη μονοδιάστατη τεχνοκρατικά μυωπική αντίληψη με την οποία διαπνέεται η πολιτική διαχείριση των Ελλήνων σήμερα. Μπορεί να δει κανείς, ακόμη μια τυπολογία που έχω κατασκευάσει για τα αποτελέσματα των πολιτικών λιτότητας αυτής της δεκαετίας και άρα τι δεν πρέπει να κάνουμε στη συνέχεια. Ενώ συμπλήρωσε ότι υπάρχει μια πρωτοποριακή στατιστική ανάλυση μέσα στο βιβλίο και ότι πήρε τη λογική των οικονομολόγων για να τους αποδείξει ότι έχουν λάθος. Υπάρχει μια νέα μορφή αγωνιστικότητας, ο στατιστιβισμός όπως τον αποκάλεσε. Παρ’ όλα αυτά η έντονη στατιστική ανάλυση βασίζεται για εκείνον σε φιλοσοφικά θεμέλια από την οποία τεκμαίρεται η ανάλυση που κάνει. «Αντιθέτως οι οικονομολόγοι έχουν παντελή άγνοια για την ανθρώπινη ύπαρξη» είπε.

Τέλος σταθήκαμε σ’ ένα απόσπασμα του βιβλίου που συνοψίζει τρόπον τινά τα λεχθέντα; «Και δεν θα μπορούσαμε να τελειώσουμε αλλιώς, αν δεν σημειώναμε πώς αυτό που φαίνεται να παραγνωρίζουν διάφοροι κυρίως χωράρχες όλων εκείνων των εργασιακών αντιλήψεων σχετικά με την αναγκαιότητα της «δομικής ανεργίας», τη μερική απασχόληση, την «ευελιξία», κ.λπ είναι πως η εργασία πέρα από τους απαραίτητους υλικούς όρους της ύπαρξης παρέχει τελικά στους ανθρώπους και της ζωτικής σημασίας ψευδαίσθηση της λειτουργίας, της αποστολής που οι ίδιοι οφείλουν να έχουν, με άλλα λόγια τους προσφέρει τις βάσεις για τη θεμελίωση της αναγκαίας και της ζωτικής ματαιοδοξίας που έχουν ως άνθρωποι όπως θα έλεγε ο Pascal, αναγκαία συνθήκη για να παραχθεί και η αίσθηση της ευτυχίας. Οι αλλαγές που έχουν μετασχηματίσει εδώ και δεκαετίες τον εργασιακό κόσμο γέννησαν και γεννούν όλο και περισσότερες εντάσεις και ματαιώσεις, καθώς η εμπειρία της έλλειψης μέλλοντος γίνεται μια εμπειρία περισσότερο κοινή και διαδεδομένη. Με την εργασιακή ανασφάλεια δεν διακυβεύεται μόνο το μέλλον κάθε ύπαρξης αλλά διακυβεύεται και το μέλλον του παρόντος. Εκτός από την εργασία και τα μέσα που αυτή προσφέρει, οι άνεργοι χάνουν τη βάση για τη στράτευση τους στο παιχνίδι της ζωής. Η θεμελιακή αυτή επένδυση που δημιουργεί τον ανθρώπινο χρόνο, τον γεμάτο χρόνο, τον χρόνο για «κάτι και του κάτι», τον χρόνο τον γεμάτο δράση και νόημα».
Ο καθηγητής μας απάντησε: «Για να μπορέσει ο άνθρωπος να διαχειριστεί την ανθρώπινη συνθήκη πρέπει να έχει λόγο ύπαρξης όπως λέει ο Pascal. Η εργασία δεν παρέχει μόνο τη δυνατότητα ύπαρξης παρέχει επίσης, στη σημερινή κοινωνικοσυμβολική σφαίρα τον ίδιο το λόγο της ύπαρξης. Από τους ανθρώπους λείπει η ψευδαίσθηση της αποστολής που τους κάνει να πιστεύουν. Όταν το κράτος αποχωρεί από αυτό το ρόλο αφήνει τα άτομα πραγματικά σε υπαρξιακή εκκρεμότητα κι αυτό κάνει τη ζωή οδυνηρή. Η πασκαλική άποψη είναι αυτή οφείλεις να εμπλέκεσαι στα κοινά, σε διάφορα επίπεδα της κοινωνίας, γι’ αυτό καμιά φορά λέω ότι ο έρωτας είναι η πιο οικονομική ψευδαίσθηση».

Τα βασικά αποτελέσματα της έρευνας
Το διακύβευμα είναι, να θέσουμε σε κίνηση τις γνώσεις των κοινωνικών επιστημών στο πολιτικό πεδίο και στη δημόσια συζήτηση κατέληξε και να ληφθούν σοβαρά τα αποτελέσματα των ερευνών μας τόσο από τους τεχνοκράτες όσο και από τους πολιτικούς αν θέλουμε να ευημερήσει η κοινωνία μας. αλλιώς υπάρχουν κίνδυνοι ανομίας.
Βασικά αποτελέσματα της έρευνας :σημειώνουμε εδώ μερικά από τα κύρια ευρήματά της.
● Οι παράγοντες που δεν σχετίζονται σημαντικά με τον δείκτη ευτυχίας είναι η περιοχή κατοικίας των ερωτώμενων και το πλήθος μελών των νοικοκυριών τους.
● Οι άνδρες είχαν υψηλότερες τιμές στον δείκτη ευτυχίας σε σχέση με τις γυναίκες.
● Το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο των ερωτώμενων σχετίζεται με αυξημένο δείκτη ευτυχίας.
●Οι διαζευγμένοι/χήροι έχουν χαμηλότερες τιμές στον δείκτη ευτυχίας από τις λοιπές ομάδες του πληθυσμού και αυτό συνάδει και με παλιότερες έρευνες όπως αυτές του .Durkeim στην «Αυτοκτονία».
● Άτομα με ιδιόκτητη κατοικία: έχουν σημαντικά υψηλότερες τιμές στον δείκτη ευτυχίας.
● Οι διαμένοντες στον ίδιο τόπο που κατοικούσαν στην παιδική τους ηλικία έχουν υψηλότερες τιμές στον δείκτη ευτυχίας από όσους έχουν μετακινηθεί.
● Τα νοικοκυριά με υψηλότερο εισόδημα έχουν υψηλότερες τιμές στον δείκτη ευτυχίας από τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα.
● Οι ερωτώμενοι των οποίων ο πατέρας απασχολούνταν σε επαγγέλματα που κωδικοποιούνται στην ομάδα Β (υπάλληλοι γραφείου, πωλητές κ.ο.κ.) είχαν υψηλότερη τιμή στον δείκτη ευτυχίας από εκείνους στην ομάδα Γ (εργάτες, τεχνίτες κ.ο.κ.).
● Οι ερωτώμενοι των οποίων η μητέρα απασχολείτο σε επιστημονικά ή διευθυντικά επαγγέλματα κ.ο.κ. είχαν οριακά υψηλότερη τιμή στον δείκτη ευτυχίας.
● Η ηλικία εμφανίζει ενδεικτική διαφοροποίηση ως προς τη σχέση της με τον δείκτη ευτυχίας, χωρίς να διαπιστώνεται αυστηρά γραμμική συσχέτιση. Η ηλικιακή ομάδα 35-44 ετών παρουσίασε σημαντικά υψηλότερη τιμή στον δείκτη από την ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών.
Η αύξηση του εισοδήματος του νοικοκυριού σχετίζεται με την αύξηση του δείκτη ευτυχίας. Ειδικότερα, η άνοδος του δείκτη ευτυχίας αποδεικνύεται στατιστικά σημαντική μετά την κατά δήλωση ένταξη στο τρίτο επίπεδο της κλίμακας εισοδήματος (δηλαδή 1.000 ευρώ και άνω)».
Τώρα όσον αφορά την επαγγελματική κατάσταση των ευτυχισμένων ανθρώπων είναι κυρίως ελεύθεροι επαγγελματίες, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών και των αυτοαπασχολούμενων, ενώ μισθωτοί και άνεργοι δεν εμφανίζονται να έχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές ευτυχίας συγκριτικά με τον μη ενεργό πληθυσμό -αν και, όπως είναι φυσικό, οι άνεργοι έχουν τον χαμηλότερο δείκτη ευτυχίας.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.