Πόλη των Αμφανών: Δίπλα στον Βόλο ένας οικισμός, από τον 6ο αιώνα π.Χ.!

H ακμή, ως την αρχή της ελληνιστικής εποχής, σύμφωνα με την αρχαιολόγο κ. Πέγκυ Τριανταφυλλοπούλου, που μίλησε στη «ΜΑΓΝΗΣΙΑ»

Η πόλη των Αμφανών κατέχει μία από τις παλαιότερες θέσεις με λείψανα κατοίκησης των ιστορικών χρόνων στα κράσπεδα του Παγασητικού Κόλπου. Τα ερείπιά της, όχι πολύ μακριά από την κλασική πόλη των Παγασών, βρίσκονται στο κωνικό ύψωμα Σωρός, το οποίο είναι ορατό και αντίστοιχα εποπτεύει και τις δύο πλευρές – εσωτερική και εξωτερική – του μυχού του Παγασητικού κόλπου.

Σύμφωνα με την αρχαιολόγο κ. Πέγκυ Τριανταφυλλοπούλου, που μίλησε στη «ΜΑΓΝΗΣΙΑ», «ελάχιστες είναι οι αναφορές των αρχαίων πηγών στην αρχαία πόλη των Αμφανών και έτσι οι ιστορικές γνώσεις μας για την ακριβή θέση και τη δράση της στην αρχαία ελληνική ιστορία είναι πολύ περιορισμένες».

Η πόλη πρωτοανασκάφθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από τον Απ. Αρβανιτόπουλο, ο οποίος εντόπισε ένα τριπλό κυκλικό οχυρωματικό τείχος γύρω από τη βραχώδη κορυφή της ακρόπολης.

Ρεπορτάζ Ηλίας Κουτσερής

«Το ιερό του Απόλλωνα»

Το 1909, ο Αρβανιτόπουλος πραγματοποίησε για πρώτη φορά ανασκαφές στα τείχη, στην κεντρική πύλη της ακρόπολης που υποστηρίζεται με πύργο, καθώς και σε ορισμένα κτίρια στο εσωτερικό της πόλης. Το 1973, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη ανασκαφική έρευνα στην περιοχή από γερμανική ομάδα, υπό τη διεύθυνση του Vl. Milojčić.

Συγκεκριμένα πραγματοποιήθηκαν περιορισμένης έκτασης ανασκαφικές τομές στην πύλη της ακρόπολης καθώς και στο ιερό του Απόλλωνα που βρίσκεται δυτικά, εκτός του οικισμού. Από την ανασκαφή αυτή προέρχονται γλυπτά και βάσεις αναθημάτων καθώς και Παναθηναϊκός αμφορέας του 4ου αι. π.Χ. με παράσταση αγώνα δρόμου, τα οποία εκτίθενται στο Αθανασάκειο Αρχαιολογικό  Μουσείο Βόλου.

«Ευρήματα συστηματικών ανασκαφών»

Κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την κήρυξη του 1963, τα αρχαιολογικά δεδομένα για την περιοχή εμπλουτίστηκαν αφενός με ευρήματα συστηματικών ανασκαφών που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο πενταετούς ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας / Τμήματος Ι.Α.Κ.Α. σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας (2004-2009) και αφετέρου με τις σωστικές ανασκαφές, που διενεργούνται στις βόρειες παρυφές του αρχαιολογικού χώρου σε περιοχή εντός σχεδίου πόλης του Βόλου, όπου εκτείνεται τμήμα του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης.

Στην περιοχή του αρχαιολογικού χώρου πραγματοποιήθηκαν κατά το 2006 γεωφυσικές έρευνες από Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών, οι οποίες επεσήμαναν την ύπαρξη πολλών αρχαιοτήτων στα ανατολικά-νοτιοανατολικά του αρχαιολογικού χώρου.

Η επιλογή της στρατηγικής θέσης σε έναν απότομο λόφο μεταξύ δύο μικρών κόλπων είναι ιδανική και ανταποκρίνεται σε όλες τις παραμέτρους που ήταν επιθυμητές για  την ομαλή ανάπτυξη της πόλης, όπως να έχει εύκολη πρόσβαση από ξηρά και θάλασσα, να είναι ασφαλής, να έχει καλές κλιματολογικές συνθήκες, να έχει εξασφαλισμένες πηγές νερού και να διευκολύνει τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες.

Πως γίνονταν η είσοδος στην ακρόπολη

Σύμφωνα με την αρχαιολόγο κ. Πέγκυ Τριανταφυλλοπούλου, πρόκειται για μια πόλη τειχισμένη με κυκλικούς περιβόλους που ακολουθούν το γεωφυσικό ανάγλυφο και αποτελεί ένα από τα πιο τυπικά δείγματα οχύρωσης παλαιού τύπου των μέσων του 6ου αι. π.Χ.. Ο τρόπος τείχισης με κυκλικούς περιβόλους θεωρείται ο πιο κατάλληλος για την καλύτερη άμυνα του οικισμού. Ωστόσο είναι δύσκολο να δεχθούμε ότι όλοι οι περίβολοι ήταν οχυρωματικοί. Η μορφολογία του εδάφους θα επέβαλε επίσης το χτίσιμο αναλημματικών περιβόλων  για τη χωροθέτηση των κτιρίων και πιθανόν για τον καθορισμό των χρήσεων γης στους επιμέρους χώρους».

Η είσοδος στην ακρόπολη γινόταν μέσω μιας ιδιόρρυθμης ογκώδους πύλης που ενισχύεται με δυο προεξέχοντες πύργους  που σώζονται σε ύψος 3,10μ. Αμέσως μετά  από την πύλη δημιουργείται ένα σταυροδρόμι που οδηγεί στο βόρειο, νότιο και κεντρικό τομέα της ακρόπολης προς τα ανατολικά.

Στο τέλος του κεντρικού δρόμου και διαμέσου μιας δεύτερης πύλης εντοπίζεται το οικοδόμημα που ο Αρβανιτόπουλος  ταύτισε λόγω θέσης αλλά και μεγέθους με την «οικία» του ηγεμόνος των Αμφανών. Στο ίδιο περίπου ύψος του λόφου νοτιότερα εντοπίστηκαν και άλλα αρχιτεκτονικά λείψανα. Ένα από αυτά τα κτίρια ο Αρβανιτόπουλος ύστερα από ανασκαφική έρευνα ερμήνευσε ως «ναό». Το κτίριο είναι χτισμένο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που είναι χτισμένη και η «οικία» του ηγεμόνος και στεγασμένο με  κεραμίδες που φέρουν μελανό γάνωμα. Τα δύο κτίρια πρέπει να ήταν σύγχρονα, όπως αποδεικνύεται από τα κινητά ευρήματα.

Το διατείχισμα του Σωρού πρέπει να χτίστηκε

πιθανόν στα τέλη του 5ου –αρχές 4ου αι. π.Χ.

Στη βόρεια απόκρημνη πλευρά του λόφου υπάρχει ένα διατείχισμα. Η κατασκευή του διατειχίσματος και ο ρόλος του στην άμυνα των πόλεων αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Θουκυδίδη. Αργότερα, κατά τον 4ο αι. π.Χ. και κατά την ελληνιστική εποχή κατασκευάζονται σε πολλές πόλεις διατειχίσματα. Το διατείχισμα του Σωρού  υπολογίζουμε ότι θα πρέπει να χτίστηκε πιθανόν στα τέλη του 5ου –αρχές 4ου αι. π.Χ. Στα βορειοδυτικά της πύλης της ακρόπολης, μέσω μιας μικρής πύλης επιτυγχάνεται η επικοινωνία της άνω πόλης με μικρότερο κυκλοτερή  περίβολο  που κατασκευάστηκε σε μεταγενέστερη περίοδο. Μια δεύτερη πύλη στα βόρεια του μικρού περιβόλου διευκόλυνε την επικοινωνία του χώρου αυτού με την κάτω πόλη.

Ίχνη της κάτω πόλης μόλις και διακρίνονται Ανατολικά και Δυτικά της Ακρόπολης. Ωστόσο ίχνη κατοικιών διαφαίνονται σε ακτινωτή διάταξη και πάνω στο λόφο της Ακρόπολης.

Χαμηλότερα από την Ακρόπολη, σώζονται τείχη με πύργους που ορίζουν και την έκταση της πόλης στην βόρεια, δυτική και εν μέρει στη νότια πλευρά του κωνικού λόφου.

Όπως υποστηρίζει η αρχαιολόγος, «τα σημαντικότερα και πολυπληθέστερα όμως, στοιχεία, που έχουμε ως τώρα, σχετικά με την ανάπτυξη της πόλης, τον πληθυσμό της και το κοινωνικό της επίπεδο  προέρχονται από το νεκροταφείο, το οποίο εκτείνεται βορειοδυτικά του οικισμού.

Τα ευρήματα από τον οικισμό και κυρίως από το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης, αποδεικνύουν την ακμή του οικισμού ως την αρχή της ελληνιστικής εποχής καθώς και την πολιτική και εμπορική επαφή του με τα μεγάλα κέντρα της εποχής όπως η Αθήνα, η Κόρινθος, η Βοιωτία, η Εύβοια και η Μακεδονία. Η διάρκεια ζωής του οικισμού τοποθετείται με τα έως τώρα στοιχεία από το α΄ μισό του 6ου έως τα τέλη του 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ., εποχή που ο μακεδόνας βασιλιάς Δημήτριος Πολιορκητής, με πυρήνα την κλασική πόλη των Παγασών, έκτισε την πόλη που πήρε το όνομά του, Δημητριάς. Ο οικισμός εγκαταλείπεται και οι κάτοικοί του απορροφήθηκαν στο συνοικισμό της νεοϊδρυθείσας Δημητριάδος. Στη θέση που καταλάμβανε η αρχαία πόλη δεν διακρίνονται ερείπια μεταγενέστερων εποχών. Φαίνεται ότι από τις αρχές του 3ου αι π.χ., εποχή εγκατάλειψης της πόλης των Αμφανών, η περιοχή δεν ξανακατοικήθηκε έως τις μέρες μας.

Κάτοψη του Ναού Απόλλωνα

 

 

 

 

 

 

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.