Η «ομορφιά της λίμνης Βοιβηίδας, από τα προκλασικά χρόνια ως το τέλος της αρχαίας εποχής γίνεται η κύρια πηγή διήγησης της ιστορίας της, με ποιητικό χαρακτήρα. Τα Ορφικά, ο Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Ευριπίδης, ο Πίνδαρος, ο Στράβων κι ο Οβίδιος, εξυμνούν την αθάνατη Βοιβηίδα και τις ιδιότητές της περιοχής στην οποία ανήκει καθώς και την ιστορία νυμφών κι ηρώων που έχουν σχέση μ’ αυτή». Εδώ ζουν οι Κένταυροι, οι Λαπίθες κι δω γεννιέται ο Ασκληπιός. Και πιο πάνω στον Πηνειό και στον Κίσσαβο συνδεδεμένη κι η ρηχή λίμνη Νεσσωνίδα. Πλούσιος κι όμορφος τόπος, προϊστορικός όπως δοξάζεται στη Μυθολογία. «Το άνοιγμα των Τεμπών με θεϊκή φροντίδα αναφέρει ο Κλαύδιος Αιλιανός, από σεισμό ο Σενέκας, καθώς κι άλλοι νεότεροι συγγραφείς.
Ενώ ο Πίνδαρος κι ο Αριστοτέλης υποστηρίζουν ότι το άνοιγμα ανάμεσα στον Όλυμπο και την Όσσα (Τέμπη) έγινε το 1529 πΧ περίπου, εξαιτίας του κατακλυσμού, ο οποίος συνέβη τότε κι ο οποίος ‘καταπλημμύρισε τα περί την Ελλάδα (πόλη της Θεσσαλίας) μέρη’ (Αριστοτέλης)». Στη νεωτερικότητα κυριαρχεί το νέο όνομα ‘Κάρλα’. Και πάλι πλούσια, εμπλουτίζοντας αδιαλείπτως τον υπόγειο υδροφορέα με τις καταβόθρες της επιβιώνει, με τ’ Ασμάκι, τα Κανάλια, την Πέτρα και τους παρακάρλιους οικισμούς της, που συντηρούνται από τ’ αλιεύματα της, έως τα τέλη του 19αι. «600.000 τόνοι, 1.000 ψαράδες, 143 είδη πουλιών και 430.000 υδρόβια πουλιά» είναι τεράστια μεγέθη για την Ευρώπη στα μέσα του 20ου αι. (Κουτσερής Ε., 2022, σ. 253).
Με το παρόν άρθρο, θα προσπαθήσω να υπενθυμίσω κάποιες αστοχίες, τόσο ώστε να προσεγγίσω ιστορικά και διαχρονικά τις αλλεπάλληλες υδρολογικές επεμβάσεις που δέχθηκε η λεκάνη απορροής της Κάρλας, όσο και των λύσεων που προτάθηκαν στα τέλη του 20 αι. Το βιογραφικό μου (1983-89) κι η ακαδημαϊκή ιστορία μου δεν μου επιτρέπει να σιωπήσω, μετά την κολοσσιαία καταστροφή που υπέστη το Σεπτ. του 2023, η Θεσσαλία κι ειδικότερα η Κάρλα κι ο Παγασητικός. Καθότι η ‘φιλοσοφία’ των στόχων κατασκευής του ταμιευτήρα Κάρλας, είτε 42.000 του 1982 είτε 38.000 στρ του 1999, ήταν άκρως δαπανηροί, ως πρωτίστως αντιπλημμυρικοί, μερικώς αρδευτικοί και μετέπειτα περιβαλλοντικοί. Δεν βασίζονταν στη μίμηση της φύσης (ρηχά νερά) και στον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα (στις φυσικές καταβόθρες), ούτε βασίζονταν στη σύνδεση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων με τις φυσικές της λειτουργίες. Η ‘φιλοσοφία’ του δεν προσέγγισε ούτε καν τον ‘ιδεότυπο’ των γεωτεχνικών επιστημόνων, όπως προτάθηκε το 1996, αλλά η κατασκευή του ήταν, ενός υπερυψωμένου γιγαντιαίου ‘κουβά’ 8μ ύψους (μια μπουτίκ, χωρητικότητας 180 έως 250 εκ. κυβ μέτρα.), ο οποίος να ελέγχει απόλυτα τη πλημμύρα, με τα πιο σύγχρονα μέσα συγκεντρώνοντας μέσα του αρδευτικό κι ‘οικολογικό’ νερό, αντί της φυσικής περιοδικής κατάκλισης εδαφών, ούτε «βέβαια να διατηρηθούν βιολογικές λειτουργίες (των οποίων δεν είχαν γνώση)» όπως γράφει κι ο καθηγητής μου Πανταζής Γεράκης το 1996. Αντίθετα η πρόταση του γράφοντος και των αγροτών-ακτημόνων το 1984, 85 (βλ. Πρακτικά Συμποσίων 1985, 1986 στο Στεφανοβίκειο), βασίζονταν σε πολύ μικρότερες δαπανηρά κατασκευές, σ’ ένα μωσαϊκό μικρών ταμιευτήρων (ΜΤ) βάθους έως και 10 μ. μέσω εκσκαφής των καθώς και των χωμάτινων τάφρων επικοινωνίας, διεσπαρμένων σ’ όλη την έκταση της τ. λίμνης Κάρλας.
Ώστε έτσι αυτοί, να λειτουργούν τόσο αντιπλημμυρικά, αρδευτικά κι οικολογικά και στους δύο Νομούς. Καθώς επίσης βέβαια τόσο να συνδέεται η λεκάνη με τα πλεονάζοντα πλημμυρικά νερά του Πηνειού (Ασμάκι), όσο και να συμβάλλει στον εμπλουτισμό με τις καταβόθρες της Αεράνης στα Κανάλια Βόλου, με το ‘θεριό’ της Κάρλας, ο Ήταυρος (βλ. Μουσείο Κάρλας, ΚΕΜΕΒΟ), όπως γινόταν για αιώνες.
Σήμερα που όλοι οι ‘επαΐοντες’ Έλληνες και ξένοι κατακρίνουν τα φαραωνικά έργα κι επιστρέφουν οι περισσότεροι στις ορεινές διευθετήσεις και των μικρών δεξαμενών ορεινών χειμάρρων καθώς και στην εκσκαφή και διαπλάτυνση των κοιτών των ποταμών της Θεσσαλικής πεδιάδας, όπως την είδαν κι οι τότε ‘τεχνοκράτες’ της εποχής του 19ο και αρχές 20ου αι. ο Ιταλός ειδικός μηχανικός Nobile κι ο Νομομηχανικός Δημητρόπουλος Γ., έχουμε έναν λόγο παραπάνω να υπενθυμίσουμε τις εν λόγω αστοχίες. Συνεπώς λοιπόν, δεν θ’ αναφερθώ στο ‘γιατί’ έσπασε ή δεν έσπασε το τάδε φράγμα στη Θεσσαλία, στον Πηνειό και στην Γυρτώνη που αφορά την Κάρλα, ούτε στο ‘γιατί’ δε λειτούργησαν οι γιγαντιαίες αντλίες των 14 κυβ.μ το δευτερόλεπτο στην Πέτρα και στα Κανάλια, αφού ο ταμιευτήρας ήταν κενός τέλη Αυγούστου του 2023. Ούτε στο ‘γιατί’ πλημμύρισε το αεροδρόμιο καθιστώντας το ‘ακατάλληλο’ πλέον, ενώ το παλαιό στόμιο της χειροκίνητης σήραγγας ήταν κλειστό, έως 5 μέρες μετά τον ‘Δανιήλ’. Τα τελευταία είναι θέματα που έχει την ευθύνη να διερευνήσει η Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Σύντομο χρονολόγιο υδρολογικών επεμβάσεων της Θεσσαλίας τον 20 αι. με περισσότερη αναφορά στην περιοχή Κάρλας
Πλημμύρες στη Θεσσαλία κι ειδικά στην Κάρλα γινόταν πάντοτε, όπως θα δούμε. Πρώτος ο Nobile, όπως μνημονεύει στα Προλεγόμενά του ο Δημητρόπουλος το 1915, συγκεντρώνει τα ύδατα της Θεσσαλίας στον Πηνειό, «πλην των της 21ης υδραυλικής περιοχής… τα χαμηλότερα σημεία κατέχουσιν αι λίμναι Βοιβηίς και Νεσσωνίς» και τα έλη των. Η 21η λοιπόν «υπόκειται πανταχού του Πηνειού, αφ’ ής, η δεξιά όχθη του υψηλοτέρα αυτών μεταξύ Λαρίσης και Μπακραίνης τα διαχωρίζει και τα διατρέφει, εις εκτάκτους πλημμύρας αυτού, δια του Ασμακίου». Γι αυτό ο παραπάνω ευελπιστεί, να μετατρέψει τον Βόλο σε Grenoble με την παραγωγή «υδραυλικής ενεργείας προερχομένης εκ των πλεονασμάτων των πλημμυρών του Πηνειού και χρησιμοποιημένης εις τον υποκείμενον βιομηχανικόν Βόλον…». Συνόψιζα το 1985, και με τιμά η παραπομπή του αείμνηστου Π. Γεράκη το 1990 (ΕΚΒΥ, 1996, σ. 227) ότι «τα οξέα προβλήματα (περιβαλλοντικά, οικολογικά, γεωργικά, κοινωνικά) της θεσσαλικής πεδιάδας και του Παγασητικού κόλπου δείχνουν σαφώς ότι οι σε τοπικό επίπεδο αποσπασματικές λύσεις δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικές, και μάλιστα όταν κατά την διάρκεια λήψης αποφάσεων επικρατούν μόνο τεχνοκρατικές αντιλήψεις». Αλλά όπως θα δούμε εδώ συνέβη το αντίθετο διαχρονικά, η αποσπασματικότητα και η τεχνοκρατία. Ίσια ίσια που προλάβαμε αρκετοί, αξιόλογοι επιστήμονες και το Μουσείο Γουλανδρή, να βάλλουμε φρένο στην ασυδοσία κατά του φυσικού περιβάλλοντος, ως συνιδρυτές του Κέντρου Ελληνικών Βιοτόπων Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), κατορθώνοντας με πολύ κόπο και μάλιστα με κοινωνική συναίνεση, να εντάξουμε το 35% του ελληνικού Εδάφους σε προστασία με τις περιοχές NATURA 2000.
Απαριθμώντας λοιπόν εδώ τη ‘φιλοσοφία’ του ο Nobile, γράφει ο Δημητρόπουλος το 1915: 1ον «γενικός αποχωρισμός των ορεινών υδάτων από των πεδινών…», με διώρυγες και φυσικές ή τεχνητές κοίτες, «έως του Πηνειού». 2ον «συλλογή των πεδινών υδάτων εις τας ιδίας κοίτας ή διώρυγας ή απευθείας…» στον Πηνειό. 3ον «Η αποστράγγισις των ελωδών εκτάσεων δι’ ιδίων διωρύγων και η διοχέτευσις αυτών εις σημεία, του Πηνειού κυρίως,… και δή και του Ενιπέως». 4ον «Ο εγκυβωτισμός δι’ αναχωμάτων πάσης ροής, ής αι όχθαι δεν επαρκούσιν όπως διοχετεύσωσιν άνευ υπερχειλίσεων τας μεγίστας πλημμύρας των»… Στους συμβάλλοντες του Πηνειού από Γουμένιτσα ως Καλαμπάκα «το πολύ 1,00 μ», «εξαιρετικώς» του «Κουτσοχείρου φτάνει τα 1,70 μ.» και «Πηνειού έως των Τεμπών το ύψος τούτο φτάνει τα 6μ. (σελ.94)». 5ον «Η άρδευσις 107.000 στρ. εκ των αποστραγγιζομένων γαιών της Πεδιάδος Καρδίτσης…σελ. (127)». Και 6ον στο επίμαχο για την Κάρλα που μας ενδιαφέρει εδώ. «Η αποστράγγισις χωριστά των λιμνών Βοιβηίδος και Νεσσωνίδος, ως και των συνεχιζόντων αυτάς ελών και τελμάτων, άπερ διακρίνει υπο τον γενικόν όνομα ‘Κάρλα’, ολικής δε επιφανείας 111.500 στρ. Η αποστράγγισις αύτη γίνεται διττώς…»: Με τον πρώτο τρόπο της διάτρησης σήραγγας από το υψόμετρο «39.50» προς το μυχό του Βόλο, όπως κι έγινε το 1962, ο οποίος θ’ αρδεύει άγονες εκτάσεις.
Ο δε δεύτερος τρόπος «όν προτιμά ο κ. Nobile, τα μεν ορεινά ύδατα δια των συλλεκτήρων των φέρονται εις διατηρουμένην λίμνην (C) επιφανείας 21.500 στρ. παρά τα Κανάλια, εις αυτήν δε ανυψούνται και τα ολοθέν εισρέοντα πεδινά και τα των αποστραγγίσεων δια μηχανικής ενέργειας. Και είτα δια διωρύγων χρησιμοποιούνται ταύτα προς άρδευσιν 40,000 στρ. γαιών, υποκειμένων εις την στάθμην 47,50 της λίμνης. Τουτέστι μέρους των αποστραγγιζομένων 90..000 στρ.». Γιατί αναφέρει αυτή τη στάθμη 47,50 ο Nobile και τι έργα έχουν συντελεστεί μέχρι σήμερα?
Περιορίζομαι λοιπόν στη συνέχεια στα υδρολογικά της λεκάνης της Κάρλας και λιγότερο στην υπόλοιπη Θεσσαλία. Συχνά εμφανίζονται διάφορα δημοσιεύματα ακόμα κι από αγαπητούς γεωτεχνικούς συναδέλφους, έχοντας όμως ορισμένες παραλήψεις στα ιστορικά θέματα της Κάρλας του 20ου αιώνα. 1. Δεν αναφέρονται καν στην λίμνη Νεσσωνίδα που προϋπήρχε και η οποία σήμερα ξαναδημιουργήθηκε. 2. Δεν αναφέρονται στο δεξιό ανάχωμα του Πηνειού, που μεγεθύνθηκε από το 1920 κά έργων, τα οποία μείωσαν την παροχή του Ασμακίου κι άρα της τροφοδοσίας της Κάρλας. Η μείωση αυτή ήταν και η κύρια αιτία ν’ αποδεχθούν οι ψαράδες-ακτήμονες την αποξήρανση, δεδομένου ότι συνετέλεσε στην περιβαλλοντική επίπτωση, της μείωσης των αλιευμάτων, λόγω αύξησης της αλατότητας των υδάτων της. 3. Δεν αναφέρονται στην μερική οριοθέτηση της μεγίστης και της ελαχίστης στάθμης του 1935. 4. Δεν αναφέρονται στις καταπατήσεις εδαφών που γίνονταν, από μεγάλους αλλά κι από μικρούς γαιοκτήμονες, κατά τα χρονικά διαστήματα των μεταβολών της στάθμης μειώνοντας τη δημόσια γη, οι οποίες σταμάτησαν μόνο με το νόμο 1341/83 και 5. Δεν αναφέρονται στις διαφωνίες που καταγράφηκαν σε πρακτικά Συνεδρίων για τον μεγάλο ταμιευτήρα. Αντίθετα ο γράφων κι άλλοι αγρότες πρότειναν με δυο Συμπόσια 1985 και 1986 στο Στεφανοβίκειο ως τρόπο διερεύνησης, τους μικρούς ταμιευτήρες με εις βάθος εκσκαφή. Έρχεται το ΙΓΜΕ κι από τις 15 εδαφοτεχνικές γεωτρήσεις που πραγματοποίησε το 1985, οι 13 διαπιστώθηκαν συνεκτικές κι αδιαπέραστες κι οι 2 με πολύ μικρές υδατοπερατότητες. Κορυφώνονται οι αντιδράσεις κριτικής κι αντιφρονούντων, πιέζοντας το Υπ. Γεωργίας, το οποίο τελικώς συντάσσει ειδική μελέτη (υπαλλήλων του), ότι οι ΜΤ δημιουργούν κλειστές λεκάνες μεταξύ τους και θα πλημμυρίζουν περιοδικά. Τελικά κατασκευάσθηκε ένας μικρός ταμιευτήρας 4.000 στρ. με αναχώματα 2 μ από την ΥΕΒ με ρηχά νερά, χωρίς εκσκαφή και μόνο ως προσωρινή λύση, διασώζοντας ωστόσο την ορνιθοπανίδα και τα ψάρια. Ενώ στο Ν. Λάρισας υπάρχουν ακόμα μέχρι σήμερα άλλοι οκτώ (συν. όγκου 18.750.000 κυβ. μ., ΥΠΕΧΩΔΕ, 1999, Πρόδρομη έκθεση, σ. 8).
6. Αντίθετα σε Διεθνές Συνέδριο για τους υγροτόπους της Ελλάδας και την αργότερα σύσταση του ΕΚΒΥ (περιοχές Natura) το 1989 στη Θεσ/κη εξετάσθηκαν κι οι δυο λύσεις (βλ. Πρακτικά). Μάλιστα ο αείμνηστος υδρολόγος Ted Hollis, διορθώνοντας με, πρότεινε πέντε έως δέκα μικρούς ταμιευτήρες πέριξ της Κάρλας, περισσότερο στα ριζά των βουνών κι ένα μεγαλύτερο στο κέντρο, πολύ μικρότερο όμως του σημερινού. Αυτά έγιναν αφορμή να πέσουν όλοι επάνω σε μας που ‘καθυστερούσαμε’ το έργο. Που πράγματι καθυστέρησε αφού είχε η μελέτη σοβαρές αστοχίες (αρχαιολογίας – διαρροών με την π. Νήσο Μαγούλα κι ένα μέτωπο μικρών και μεγάλων διαρροών υδάτων) οι οποίες κι αποδείχθηκαν τόσο εδώ, όσο κι από τις παραπάνω επιστημονικές παρεμβάσεις και το 47.50 των μαρμάρων της Αεράνης του Nobile. Όταν μετά από 10-15 χρόνια αυτές διορθώθηκαν (κι αφαιρέθηκε η Μαγούλα) αλλά με πανάκριβο κόστος, κατασκευάσθηκε τελικά ο υφιστάμενος ταμιευτήρας, παρά τις αντιρρήσεις μου. Ουσιαστικά πρόκειται για μια πολυδάπανη κατασκευή 38.000 στρ. τόσο στη κατασκευή του όσο και στην λειτουργία του μοιάζοντας μ’ έναν κουβά 8 μέτρων, χωρίς ρηχά νερά, χωρητικότητας 180 έως 250 εκ. κυβ μέτρα.
Όλες οι μελέτες ενασχολούνται με την αντιπλημμυρικότητα 50 εκ. κυβ. μέτρων. «Από την μελέτη Παπαδάκη (Υπ. Γεωργίας) το 1953 δεν προβλέπονταν η ολική αποξήρανση της Κάρλας, ενώ αντίθετα προβλέπονταν ταμιευτήρα 64.000 στρ.». Γι αυτό έγραφα ότι η υφιστάμενη σήραγγα «έχει υπολογιστεί γι αποχέτευση εκτός λεκάνης απορροής μόνο αποστραγγισμάτων κι όχι την αποχέτευση του συνολικού όγκου…». Οι δε μελετητές «τονίζουν» ότι αν θα αποστράγγιζε όλη τη λεκάνη «θα έπρεπε να είναι περίπου τετραπλάσια». Σ’ ότι αφορά την πλημμυροπάθεια εκτός των πλημμυρών 1954, 1955 «μετά την αποξήρανση αναφέρονται 3 τουλάχιστον πλημμύρες που κατέλαβαν το 80% της έκτασης» χωρίς να λογαριάζονται τα τότε (1985) υφιστάμενα τάφροι και «χαντάκια». Άρα δύο απ’ αυτές ως το 1990, θεωρούνται σημαντικές, όπως οι πλημμύρες του Φεβρ. του 1976 και 15, 16 Σεπτ. 1978. Ενώ οι άλλες λιγότερο σημαντικές, το Νοέμ. 1979=30%, Ιαν-Φεβ.1980= 50%, Μάιος 1982.=50%, το Φεβ. και μετά ξηρασία το 1983=15%, Φεβ.1984=20% και το Φεβ.1985=10%. Υπολογίζαμε τότε «ότι ο Μ.Ο. ετήσιων αποζημιώσεων στη δεκαετία 1970 ξεπερνά τα 30 εκατ. Δραχμές στο Ν. Μαγνησίας» ενώ από πίνακα του ΟΓΑ 1982-1984 ξεπερνούσε τα 77 εκατ.
Σ’ ότι αφορά την βροχόπτωση συγκρίνοντας το 1985 «τα στοιχεία της ΕΜΥ με τα διαθέσιμα πριν την αποξήρανση» παρατηρείται το εξής: Ενώ ο μέσος όρος είναι 465,8 mm «κατά την χρονική περίοδο 1849-1939 και 1950-1954 που ήταν 511,0 δείχνει ποσοστό μείωσης 8, 84% και 12,3 μείωση σε σχέση με την χρονική περίοδο 1907-1911 και 1950-1954 (531,2)». Την ίδια μείωση αποδεικνύει κι η μελέτη από το 1962 και μετά, της Sogreah Grenoble. Στα δε υδρολογικά της μελέτης του Παπαδάκη το 1954, που αξιοποίησα στην μελέτη μου, φαίνεται η διαχρονική μεταβολή «της έκτασης της λεκάνης απορροής» λόγω προφανώς των έργων αντίστροφης στράγγισης εδαφών, προς τον Πηνειό κι όχι προς την Κάρλα και τον Βόλο (πριν το 1937 >1.672 km, από 1937-1945 =1.672 km, από 1945-1949 =1.334 km κι από 1949-1952 =1.075 km), με αποτέλεσμα τη μείωσης της. Ο μέσος ετήσιος όγκος βροχής που δεχόταν η λεκάνη απορροής κατά τα έτη 1950-1954 ήταν 650 εκατ. κυβ.μ. Ένα ποσοστό 20% περίπου της ποσότητας αυτής εισέρεε στη λίμνη, κύρια τους μήνες από Νοέμβριο έως Απρίλιο. Ο όγκος των υδάτων της λίμνης εξαρτιόταν, από τις απορροές της, την εξάτμιση και τις υπόγειες διαφυγές. Η ελάχιστη μηνιαία διαφυγή» του καλοκαιριού «ήταν ανώτερη των 5 εκατ.κυβ.μ. Η ισορροπία των εισροών και εκροών εκφράζονταν με την αυξομείωση της στάθμης της λίμνης που καθόριζε κάθε φορά διαφορετική επιφάνεια και όγκο. Επίσης η αποστράγγιση της Κάρλας με αποχέτευση στη θάλασσα όλων των καρστικών υδάτων και των κατακρημνισμάτων» είχε κι έχει σήμερα τεράστια απώλεια γλυκού νερού.
Από δε τη μελέτη Sogreah, ενώ τονίζεται με ‘μαθηματικά μοντέλα’ το μεγάλο υδάτινο υπόγειο απόθεμα υδάτων, βρισκόμενο κυρίως κάτω από τον σημερινό ταμιευτήρα, από το νέο έργο δεν υπάρχει κάτι που να τον τροφοδοτεί όπως παλιά την υπόγεια αυτή λίμνη. Συνεπώς κατά την γνώμη μου, η κατάσταση στο μέλλον κρίνεται επισφαλής ακόμα και για την ύδρευση του Βόλου, που τόσο αγώνα κάναμε πολλοί για να φτάσουμε, στην υδροδότηση μ’ αυτή τη λύση. Επίσης, αν στη δεκαετία του 1970 και του 1980, ως επισημαίνονται από μελέτη του ΕΛΚΕΠΑ 1988 και αναδημοσιεύονται στη μελέτη του ταμιευτήρα του 1999 και με παροχές της σήραγγας 2 κυβ./ δευ. ότι «η συνέχιση της λειτουργίας της σήραγγας είναι επομένως ισοδύναμη…αζώτου…με την απόρριψη όλων των λυμάτων της πόλης ανεπεξέργαστων στον κόλπο του Βόλου», σκεφτείτε τι φορτία δέχεται ο μυχός, ώστε ν’ αδειάσει σήμερα την ήδη πλημμυρισμένη Κάρλα. Στο δε κεφ. Εξωτ. Μεταβολές σελ.20 γράφονται δυο σενάρια (Οκτ.- Μαΐου) ότι εξετάσθηκαν ‘το δυσμενές σενάριο που αφορά στις μέγιστες απολήψεις από τον Πηνειό σε περίπτωση ξηρασίας και το τυπικό σενάριο που αφορά στις κατά μέσο όρο ετήσιες απολήψεις’. Και τα δύο σενάρια ξεπερνούν κατά πολύ τη σημερινή δραματική κατάσταση του Παγασητικού Κόλπου με τα 100.106 που γράφεται ως δυσμενές. Μετά τα παραπάνω τι μέλει γενέσθαι? Τι προτείνεται?
Συμπεράσματα: Επειδή το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό κι αφορά τόσο τους κατοίκους του Βόλου όσο και το ταλαιπωρημένη Θεσσαλία προτείνεται να γίνει κάποιο συνέδριο το χειμώνα του 2023-24, ώστε να εξεταστεί πρώτα επιστημονικά η αντιμετώπιση της κατάστασης και κατόπιν κοινωνικά με τοπικούς φορείς. Όσο αφορά το έργο της Κάρλας εκείνο που βλέπω πρωτίστως κι άμεσα είναι μια διορθωτική τροποποίηση του, με τα ‘καθαρά νερά’ της Σ6 και Σ7, δηλ. τους χείμαρρους Κερασιώτη και Σκλάβου, οδηγώντας τα στις καταβόθρες της Αεράνης, για εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα. Άλλωστε απ’ αυτά τα καθαρά νερά γέμισε περισσότερο ο ταμιευτήρας το Σεπτ. του 2023 παρά απ’ αυτά που είχε σχεδιαστεί, τα οποία επιβαρυμένα, ‘τα εκτός νερά’, απορρέουν δυστυχώς σήμερα και θα απορρέουν για όλο το χειμώνα στο Παγασητικό! Σε τέτοιες καταστάσεις απαιτείται σωστή ενημέρωση κι εμπλοκή όλων των φορέων, προς αντιμετώπιση τους. Όπως σε ανάλογες εποχιακές διαταραχές, έτσι δραστικά, αντιμετωπίσθηκε και παλαιότερα, ευαισθητοποιώντας και κινητοποιώντας τους κατοίκους. Υπ’ όψη ότι, η μελέτη Σκοπιμότητας (100 σελ. και χαρτών) μου ανατέθηκε ‘εν θερμώ’ κατόπιν διαταγής στις 2/7/1985 κι αρ. πρωτ. 8208 της Δ/σης Γεωργίας Μαγνησίας, αφορούσα τα 50.000 στρ. ή 45.000 και χέρσα, «αφού είχε προηγηθεί ενδιαφέρον από την προμελέτη, ‘Για την εκμηχάνιση του Αγροτοβιομηχανικού Συνεταιρισμού παρακάρλιων χωριών Ν. Μαγνησίας –Λαρίσης η ‘Κάρλα’ συνταχθείσα τον Αύγουστο 1984 (Βαβίζο Δ., οικονομολόγο, Δημομελέτη Δ. Μηχανολόγο και τον γράφοντα). Και από την επισυναπτόμενη ‘Υδρολογική προμελέτη για την άρδευση 50.000 στρ. της τ. λίμνης Κάρλας Ν. Μαγνησίας’ συνταχθείσης (αφιλοκερδώς) τον Σεπτέμβριο 1984 επίσης από τον γράφοντα και κατατεθείσα στο Γρ. Νομάρχη με αριθ. Πρωτ. 650 στις 5/11/1984. Όπου αναφέρεται η λύση μικροταμιετήρων και υποδεικνύονται οι θέσεις όπου πρέπει να γίνουν οι ερευνητικές γεωτρήσεις για ν’ αποδείξουν την συνεκτικότητα των εδαφών και την υδατοπερατότητα (άρχισαν στις 25/6/85 κι ολοκληρώθηκαν τον Αύγουστο)».
Ωστόσο, η ιστορική ουσία είναι ότι η μελέτη Παπαδάκη (Υπ. Γεωργίας) το 1954 έλεγε τρία πράγματα, αλλά πραγματοποιήθηκαν μόνο τα δυο, ως το 1962. Αποστραγγιστική τάφρο, σήραγγα κι ανάχωμα (δεν έγινε) τουλάχιστον για ταμιευτήρα 64.000 στρ. με ρηχά νερά, Έτσι άρχισαν οι καταπατήσεις γαιών, αφού ο Νομός Λαρίσης δεν ήθελε να θυσιάσει εδάφη του βορειότερα του Καλαμακίου, ώστε να υπάρχουν ρηχά νερά. Ότι το νέο έργο δεν πέτυχε τους στόχους του, όχι μόνο περιβαλλοντικά αλλά κι αντιπλημμυρικά φάνηκε κι από τις πρόσφατες νεροποντές Ντάνιελ και Ηλίας του Σεπτεμβρίου του 2023, εφόσον τέλη Αυγούστου ο ταμιευτήρας ήταν μ’ ελάχιστο νερό ή άδειος, πλημμυρίζοντας περίπου 250.000 στρ. . ΄
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΡΛΑΣ
ΑΠΘ – WWF, IUCN (1990), Πρακτικά συνάντησης εργασίας για τους Ελληνικούς Υγρότοπους, Θεσ/νίκη 17-21/4/1989, σελ 606. Πρακτικά βρίσκονται Μουσείο Κάρλας στα Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Βέργου Ασημίνα. (2003), Η στάση των Γεωργών του Δήμου Κάρλας ως προς την αποκατάσταση της Λίμνης Κάρλας, Μεταπτυχιακή Διατριβή, ΑΠΘ, Τμήμα Γεωπονίας, καθ. Σιάρδος Γ, Ζαλίδης Γ, Ιακωβίδου Ο., σελ. 128+.
Δημητρόπουλος Γ. (1915), Υδραυλικά έργα Θεσσαλίας, Προλεγόμενα, Φωτοτυπίες, 01/07/15 σελ. 325-351.
Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, (1988). Σημαντικές Περιοχές για τα πουλιά της Ελλάδας. 271 σελ.
ΕΨΙΛΟΝ ΕΠΕ (1992), Αποκατάσταση και περιβαλλοντικό όφελος από τη δημιουργία του Ταμιευτήρα Κάρλας, Αθήνα
Ε.Κ.Β.Υ., (1996), Ελληνικοί Υγρότοποι, Εμπορική Τράπεζα, Αθήνα, σελ 365.
ΕΚΒΥ, 1997, για την οδηγία 92/43, Περιοδικό «Αμφίβιον» Θεσ/κη, Οκτ. 97.
Hollis G.E. (1990), ‘Προκαταρτικές σχέσεις για ένα σχέδιο αποκατάστασης της λίμνης Κάρλας’. Στα Πρακτικά Συνάντησης Υγροτόπων: Προστασία και Διαχείριση Υγροτόπων. Θεσ/νίκη, 17-21/4/89, WWF και ΑΠΘ, σ.σ 557-562. ΚΕΜΕΒΟ.
Κουτσερής Σ. (1985α): «Αγροτική Χωροταξία και Περιφερειακή Ανάπτυξη Κάρλας». Εισήγηση στο Πρακτικά Συμποσίου Κάρλας 85. Πρώτη μέρα 5-Δεκ. 1985: Σύγχρονη Συνεταιριστική Ανάπτυξη και Αγροτοβιομηχανικός Συνεταιρισμός, σσ. 52-67. Στεφανοβίκειο Μαγνησίας. Πρακτικά βρίσκονται Μουσείο Κάρλας (ΚΕΜΕΒΟ)
Κουτσερής Σ.(1985β), Μελέτη σκοπιμότητας αξιοποίησης 50.000 στρ. έκτασης Δημοσίου της τέως λίμνης Κάρλας ,Γεωργοτεχνοιοκονομικά εγγειοβελτιωτικά έργα – μικροταμιευτήρες – ανάσχεση πλημμυρών – ανάγκες άρδευσης – προϋπ. Κοστολογίου, Δ/νση Γεωργίας, Βόλος, σελ. 88 + Χάρτες + Βιβλ
Κουτσερής Σ. (1985γ): «Υδροταμίευση στην Κάρλα –Συγκριτική Μελέτη των λύσεων: Ταμιευτήρας ή πολλαπλών ταμιευτήρων»: Εισήγηση στο Πρακτικά Συμποσίου Κάρλας 85. Δεύτερη μέρα 6-Δεκ.: Υδροταμίευση στην Κάρλα: ταμιευτήρας ή πολλαπλοί ταμιευτήρες, σσ. 135-162. Στεφανοβίκειο Μαγνησίας. Πρακτικά βρίσκονται στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
.Κουτσερής Σ. (επιμ.), Σκουφόγλου Π. (επιμ.), Καλαϊτζή Ε., Καραγιαννοπούλου Κ., Παπαεμμανοιλϊδου Σ., και Χασιώτου (1987α) Εκτίμηση ρύπανσης Παγασητικού, Μελέτη ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ, Βόλος, σελ. 164 + Βιβλ.
Κουτσερής κά (επιμ,1987β), Εκτίμηση ρυπαντικής επιβάρυνσης Παγασητικού από απορροές Κάρλας , Μελέτη ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ, Βόλος, σελ. 51 + Χάρτες + Βιβλ.
Κουτσερής Σ. (επιμ.), Παραβάνος Γ., Νικολαϊδης Ν., Λυπημένου Ε., Πατρίκου Β., Γκαβαρντίνα Β. και Χαϊδου Σ., (1987γ), Υδρολογικό δυναμικό – Ποιοτικές εκτιμήσεις – Αξιοποίησης υδάτινων πόρων, Μελέτη ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ, Βόλος, σελ. 68 + Χάρτες +Βιβλ.
Κουτσερής Ε. (1990): «Έγγειες Βελτιώσεις, Φυτική παραγωγή, Γεωργοοικονομικά, Προστασία και Ποιότητα Περιβάλλοντος στην τέως λίμνη Κάρλα». Στο Πρακτικά συνάντησης εργασίας: ‘Προστασία και διαχείριση των Ελληνικών Υγροτόπων. Εργαστήριο Οικολογικής Γεωργίας ΑΠΘ. WWF. IUCN. 17-21/4/1989, σσ. 541-555. Θεσσαλονίκη. Πρακτικά βρίσκονται στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Κουτσερής Σ. Βαβίζος Γ. (1997), ΄΄Κριτική θεώρηση Μ.Π.Ε. Ταμιευτήρα Κάρλας΄΄, στην εφημερίδα Ταχυδρόμος Βόλου.
Κουτσερής Σ.(1997), ‘’Κάρλα, λύσεις, προοπτικές’’ στα ΠΡΑΚΤΙΚΑ Διεθνής Συνέδριο «Νερό: αδιέξοδο; – Αειφορικές λύσεις για τα προβλήματα του νερού», 4-5/12/96, Θεσ/κη, σελ. 163 – 168.
ΕΘΙΑΓΕ (2000) Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη και Σχέδιο Διαχείρισης Περιοχής Ειδικής Προστασίας του όρους ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΊΟΥ ή οποία εκπονήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος LIFE.
Κουτσερής Ε. (2002), «Χωροαειφορία και Χωροταξικός-Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός υπό το πρίσμα της αντίθεσης Ανθρώπου – Φύσης». Διδακτορική διατριβή. Τμ. ΜΠΧ και ΠΑ του ΠΘ, Βόλος, σ. 545.
Κουτσερής (2003α), ΄΄Γενικές κατευθύνσεις περιοχών NATURA 2000, SPA και διαχείριση υδάτινων πόρων Θεσσαλίας (οδ,2000/60/ΕΕ):Φορείς διαχείρισης και Περιφερειακά Αγρο-Περιβαλλοντικά Μέτρα, Νέα ΚΑΠ.΄΄, στο 3ο Συνέδριο Ανάπτυξης της Θεσσαλίας ΕΘΕΜ, ΠΘ, ΤΕΙ, Λάρισσα,12-14/12/03, σελ11.
Κουτσερής κά (2003, Επιστ. Υπεύθ. Ο.Ε.ΦΠ), Γενικές Κατευθύνσεις Περιοχών NATURA 2000, SPA και Διαχείριση Υδάτινων Πόρων (οδηγία 2000/60/ΕΕ):Φορείς Διαχείρισης και Περιφερειακά Αγρο-Περιβαλλοντικά Μέτρα, Νέα ΚΑΠ., Εφημ ‘Νέος ΤΥΠΟΣ’, Ιούλιο πρώτη δημοσίευση, σελ 35, Βόλος.
Κουτσερής (2003β), ΄΄ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΥΔΑΤΩΝ: έλεγχος και εντοπισμός χωρικών ενοτήτων με μεθοδολογίες ‘για κάποια ειδική ή πολλές επιπτώσεις’ στη μικρή κλίμακα στο 3ο Συνέδριο Ανάπτυξης της Θεσσαλίας ΕΘΕΜ, ΠΘ, ΤΕΙ, Λάρισσα,12-14/12/03,σελ12
Κουτσερής E. κά (επιστ. Υπεύθ, 2004), Περιφερειακό Περιβαλλοντικό Στρατηγικό Σχέδιο Αειφόρου Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΠΠΣΣΑΑΘ): βάσει περιοχών Natura 2000 και της διαχείρισης υδάτινων πόρων, (Οδ. 2000/60 ΕΕ). Εκδ. ‘Ομάδα Έργου της Περιφ.’ Θεσσαλίας «Φυσικό Περιβάλλον», σ. 331 και παρ. Λάρισα.
Κουτσερής E. (2006), Η Οικονομική Επιστήμη και το Περιβάλλον. Τεχνικές περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αξιολογήσεων. Η Θετική και Δεοντολογική πλευρά της, Πρόλογος Άγγελος Κότιος, εκδ. Ερωδιός. Θεσσαλονίκη, σ. 629. Βρίσκεται στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Κουτσερής E. (2006), Περιοχές Προστασίας και Κοινωνική Συναινέση στην Ελλάδα: Το παράδειγμα της Θεσσαλίας. Περιοχές ‘Natura 2000’ -‘SPA’ και διαχείρισης υδατίνων πόρων, στη νέα προοπτική του αγροτ. χώρου. Μονογραφία. Πρόλ. Πανταζής Γεράκης: Πρόεδρος του ΕΚΒΥ. Εκδ. Ερωδιός, σελ. 228. Θεσ/κη. Βρίσκεται στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Κουτσερής E. (2022), Ο Έλληνας και ο Ρωμιός, Διάλογοι στα τσιπουράδικα του Βόλου, Εκδ. Προμηθέας, Βόλος, σελ. 406, Αναφορά στην Κάρλα σ.216-223.
Χατζηνάκος Ιω. (1986), Γεωτεχνική Μελέτη: στην περιοχή της τέως λίμνης Κάρλας για την κατασκευή ταμιευτήρων νερού, Δρ. Γεωλόγο ΙΓΜΕ, Τ1226, Ιούλ.86, Αθήνα
Οδηγία ΕΟΚ /92/43 (1992), ‘’Natura 2000’’, («για τους οικοτόπους») ΕΕΕΚ, Βρυξέλλες.
Παπαναστάσης Β (1990), ‘’Φυσική Βλάστηση της Λεκάνης Απορροής της τέως λίμνης Κάρλας΄΄ στα Πρακτικά Συνάντησης Εργασίας: Προστασία και Διαχείριση Ελληνικών Υγροτόπων, Θεσ/κη, 17-21/4/89, σελ. 521-527.
ΠΕΠ (2000), Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ,Θεσσαλίας 2000 – 2006, ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ε.Π.
ΠΠΣΣΑΑΘ (2003 Ε. Κουτσερής Επιστ. Υπεύθ. Ο.Ε.ΦΠ), Περιφερειακό Περιβαλλοντικό Στρατηγικό Σχέδιο Αειφόρου Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΠΠΣΣΑΑΘ). Βάσει περιοχών NATURA 2000 και της διαχείρισης υδάτινων πόρων, (οδηγ.2000/60 ΕΕ), ‘Ομάδας Έργου της Περιφέρειας’ Θεσσαλίας «Φυσικό Περιβάλλον», Λάρισα, Α’Φάση, σελ 200.
Σχέδιο ΚΥΑ (2003), «Περί χαρακτηρισμού της χερσαίας υδάτινης και θαλάσσιας περιοχής Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου ως περιοχή οικοανάπτυξης» Σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης. (Εισήγηση της Ν.Α. Μαγνησίας).
Τσακίρης Γ. (1999), ΄΄Αρχές σχεδιασμού ενός συστήματος στρατηγικής διαχείρισης υδάτινων πόρων σε επίπεδο λεκάνης απορροής΄΄ στα Πρακτικά 4ου Εθν. Συνεδρίου , «Διαχείριση υδάτινων πόρων στις ευαίσθητες περιοχές του ελλαδικού χώρου», Τεύχος Α, ΕΕΔΥΠ, 17-19 Ιουνίου 1999, Βόλος, σ.σ. 3-10
Υπουργείο Γεωργίας (ομάδα υπαλλήλων, 1987), Αναγνωριστική έκθεση της τεχνικοοικονομικής μελέτης διερεύνησης λύσεως για την αξιοποίηση της περιοχής Κάρλας, Αθήνα. Βρίσκεται και στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, Υπηρεσίες Νέας Γενιάς, Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ν. Μαγνησίας, (1984) ‘Επιπτώσεις Αποξήρανσης Λίμνης Κάρλα. Ενιαίος Φορέας Καλλιέργειας Ταμιευτήρας’, Αθήνα, σελ.138. Βρίσκεται και στο Μουσείο Κάρλας Κανάλια (ΚΕΜΕΒΟ)
Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, Υπηρεσίες Νέας Γενιάς, (1984) ‘ Λίμνη Κάρλα: μια επισκόπηση του προβλήματος’ [on line], available at: http://www.e-karla.com/enimerosi/articles/1984problem.html
ΥΠΕΧΩΔΕ, Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Εγγειοβελτιωτικών Έργων,(1995), ‘Μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και επανορθωτικών μέτρων από την κατασκευή και λειτουργία του ταμιευτήρα Κάρλας’, Αθήνα, σελ. 3,14-16,63,65-67,105-106
ΥΠΕΧΩΔΕ, Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Εγγειοβελτιωτικών Έργων, (1999), ‘Επαναδημιουργία Λίμνης Κάρλας: Περιβαλλοντική-Τεχνική Έκθεση, Μελέτη Κόστους- Οφέλους και Υποστηρικτικές Μελέτες’, Αθήνα
ΥΠΕΧΩΔΕ, (1999) ‘Τεχνικό Δελτίο Μέτρου 8.2, Επαναδημιουργία Λίμνης Κάρλας’, [on line], available at: http://www.epper.gr/documents
ΥΠΕΧΩΔΕ (2000) ‘Ανάπτυξη και Οικολογική Ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας’, Βόλος
ΥΠΕΧΩΔΕ, Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος, Δ/νση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού, Τμήμα Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, (2002) ‘Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη Κάρλας- Μαυροβουνίου- Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου’, Τεύχος 1, Αθήνα, σελ. 76-92
ΥΠΕΧΩΔΕ (Δεκ.2002), (Τσακίρης Στ. και Συν.) Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Θεσσαλίας. Αθήνα
Χριστοδούλου Γ. Π. (1996), ΄΄Περιβαλλοντική επιβάρυνση του Παγασητικού κόλπου από Γεωργικά απόβλητα της περιοχής Κάρλας΄΄ ΠΡΑΚΤΙΚΑ, ΓΕΩΤΕΕ, Συνέδριο, Τομ. Α, 24-27 Απριλίου 1996, Λάρισα.
Ξενόγλωση
Sivignon P.N. (1975), La Thessalie, Univ de LYON II, Analyse geographique, page 557
Ferriere J. (1982α), ‘Paleogeographies et tectoniques superposses dans les Hellenides internes: les massifs de l’ Othrys et du Pelion, Grece continentale’, Societe Geologique du Nord No 8 ,Villeneuve: 2 vol, p. 970 (ΙΓΜΕ).
Κoutseris Ε. (1988): «Land Reclamation, Crop Production, Rural Sociology and Environmental Quality in the Karla Area». Στο In Chapter in Book. “Conservation and management of Greek Wetlands: Strategies and action plan, Lake Karla rehabilitation case study”. WWF. IUCN. Aristotelian Un. of Thessaloniki’, laboratory of Ecology, (rapport for the pre-workshop), section Β, pp. 82, maps. Thessaloniki.
Koutseris E. (1989): «The Current Situation and One Suggestion for Rehabilitation of Karla with Small Reservoirs». Στο In workshop “Conservation and management of Greek Wetlands: Strategies and action plan, Lake Karla rehabilitation case study”. Aristotelian Un. of Thessaloniki’, laboratory of ecology ΑΠΘ. WWF. IUCN. (rapport for workshop), p. 22. (παρουσίαση έρευνας κατά τη διάρκεια της συνάντησης εργασίας, αγγλικά). Thessaloniki.
Koutseris Ε et al. (1992): Conservation and management of Greek Wetlands. Στο Proceedings of a Workshop on Greek Wetlands^d 1989 apr. 17-21^c Thessaloniki, Greece.
Zalidis G, Gerakis A (1999) “Evaluating Sustainability of Watershed Resources Management through Wetland functional Analysis” in Environmental Management, Vol 24, No 2, p.p. 193 -207.Koutseris E. (2001): «Caledrier de lac Voiviis (Karla), Acheloos et la plaine de Thessalie»: dans Présentation au Colloque des Géographes français et Grecs. 20/Sept/2001. Univ. De Thessalie. Lab. D’ espace Rural. Volos, 12 pag. (Γαλλικά).
Koutseris E. (2002) ‘The integrated reconnaissance in environmental protection: A new approach to planning and design’, Proceedings of the International Conference ‘Protection and Restoration of the Environment VI’ (eds. A.G. Kungolos, A.B. Liakopoulos, G.P. Korfiatis, A.D. Koutsospyros, K.L. Katsifarakis, A.D. Demetracopoulos) Skiathos, pp. 1377- 1384, July 1-5, 2002.