Πόσα “πρέπει” κουβαλά η εικόνα μας για τον άνθρωπο; Πρέπει να κινείται με συγκεκριμένο τρόπο, να σκέφτεται γρήγορα, να επικοινωνεί όπως εμείς καταλαβαίνουμε. Όταν, όμως, βρεθούμε απέναντι σε κάτι που διαφέρει, η αμηχανία μας θυμίζει ότι αυτό που βλέπουμε είναι πιο πολύ δικός μας καθρέφτης παρά αντικειμενική πραγματικότητα. Αν αφήσουμε το “πρέπει”, ίσως ανακαλύψουμε έναν κόσμο πιο πλούσιο, πιο δίκαιο – πιο ανθρώπινο.
Όταν συναντάμε έναν άνθρωπο με αναπηρία, το βλέμμα μας –συχνά ασυνείδητα– εστιάζει στο διαφορετικό. Σαν να αναζητούμε αυτό που “λείπει”, και όχι αυτό που “είναι”. Μια φωνή που δεν ακούγεται, μια κίνηση που δεν ακολουθεί την αναμενόμενη ροή. Η συνάντηση με κάτι απρόβλεπτο μάς προκαλεί αμηχανία. Και η αμηχανία αυτή γεννιέται από τις βαθιά ριζωμένες μας προσδοκίες για το πώς “πρέπει” να είναι ένας άνθρωπος.
Η λέξη “πρέπει ” είναι μικρή, αλλά κρύβει μέσα της πολλά στερεότυπα:
Σωματικά πρότυπα: Πρέπει να περπατάς, να βλέπεις, να ακούς.
Νοητικές απαιτήσεις: Πρέπει να σκέφτεσαι γρήγορα, να απαντάς άμεσα.
Συναισθηματικά σχήματα: Πρέπει να είσαι δυνατός, θετικός, διαχειρίσιμος.
Μεγαλώνουμε σε έναν κόσμο που μας μαθαίνει πώς “μοιάζει” ένας άνθρωπος. Όταν, λοιπόν, αυτό που βλέπουμε αποκλίνει από το πρότυπο, νιώθουμε ότι “κάτι δεν πάει καλά”. Σαν να μην ξέρουμε πώς να σταθούμε, πώς να μιλήσουμε. Η φωνή μας αλλάζει, το βλέμμα μας αποστρέφεται, το χέρι μας διστάζει.
Όταν όμως αντιστρέψουμε την ερώτηση;
Όταν παύουμε να αναρωτιόμαστε «Τι δεν έχει αυτός ο άνθρωπος;» και αρχίζουμε να ρωτάμε «Τι έχει μέσα του; Ποιος είναι; Τι μπορεί να πετύχει;»
Όταν αλλάξουμε την ερώτηση, τότε αναδύεται η αυτοπεποίθηση, που έμενε σκιασμένη κάτω από βλέμματα ελέγχου, οι δυνατότητες, που αγνοήθηκαν επειδή δεν χωρούσαν στα προκαθορισμένα καλούπια, τα όνειρα που φιλτράρονταν μέσα από τη χαμηλή προσδοκία των άλλων.
Ανακαλύπτουμε πλέον ότι η αναπηρία δεν είναι “η ταυτότητα ενός ανθρώπου”, αλλά ένα από τα πολλά χαρακτηριστικά του. Ανακαλύπτουμε επίσης πως, πολλές φορές, δεν είναι καν το σώμα ή η νόηση που περιορίζουν — αλλά η “κοινωνική ματιά” που δεν ξέρει πώς να συμπεριλάβει τη διαφορά.
Παρατηρούμε ότι ένα χαρακτηριστικό δεν είναι “αναπηρία” από μόνο του. Γίνεται αναπηρία “όταν το περιβάλλον αδυνατεί να προσαρμοστεί”. Όταν δεν υπάρχει πρόσβαση, στήριξη, κατανόηση. Η ίδια σωματική ή γνωστική διαφορά μπορεί να είναι, ή να “μην” είναι, περιοριστική – αναλόγως του πλαισίου. Η ίδια ικανότητα μπορεί να ανθίσει ή να μαραθεί – αναλόγως του τρόπου που την κοιτάμε.
Η μεγαλύτερη πρόκληση, λοιπόν, δεν βρίσκεται στο σώμα, ούτε στο μυαλό.”Βρίσκεται στις ιδέες μας. “Στις απαιτήσεις μας. Στην ανάγκη μας να ελέγχουμε το “φυσιολογικό”. Και ίσως ήρθε η στιγμή να αφήσουμε πίσω μας αυτό το “πρέπει”. Να επιτρέψουμε στους ανθρώπους –σε “όλους” τους ανθρώπους– να ορίζουν οι ίδιοι τον εαυτό τους, να εξελίσσονται με βάση τις δικές τους δυνατότητες και να συμμετέχουν ισότιμα στη ζωή, όπως και όποιοι κι αν είναι.
Γιατί κάθε φορά που διευρύνουμε τον ορισμό μας για το τι σημαίνει “άνθρωπος”, ο κόσμος μας γίνεται πιο βαθύς, πιο δίκαιος και πιο ανθρώπινος. Αυτή είναι και η φιλοσοφία που ακολουθούμε στο ΚΔΗΦ ΑμεΑ, προσφέροντας τη δυνατότητα της αποδοχής και ισότιμης συμμετοχής στην κοινότητα.
Το Κέντρο Διημέρευσης και Ημερήσιας Φροντίδας ΚΔΗΦ ΑμεΑ του Δήμου Βόλου αποτελεί δομή που λειτουργεί στο πλαίσιο της πράξης «Επιχορήγηση Δήμου Βόλου για τη συνέχιση λειτουργίας ΚΔΗΦ ΑμεΑ Βόλου» με Κωδικό ΟΠΣ 6003252 στο Πρόγραμμα «Θεσσαλία 2021-2027».
Πληροφορίες για τις υπηρεσίες της δομής από 7:00-15:00 στο τηλέφωνο 2421031225 και στη διεύθυνση Λήμνου 12, Παλαιά.
Παπαθωμά Παναγιώτα
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
MSc Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας



































