Που πάει αυτή η ώρα;

Το ξημέρωμα της Κυριακής 29 Μαρτίου είναι πάρα πολύ όμορφο. Έχει προηγηθεί Ευαγγελισμός, εθνική επέτειος, μπακαλιάρος, σκορδαλιές διαφόρων ειδών, βραδινή έξοδος για πολλούς, γλυκά, ευχές, κεράκια για μερικούς. Ωραίος μήνας ο Μάρτης, εκείνος ο ψιλοηλιοκαμένος αν δεν έχεις φορέσει το ασπροκόκκινο κορδονάκι στο δεξί, εκείνος που σου κλείνει το μάτι ότι «άκου με που σου λέω, θ’ αλλάξουν τα πράγματα». Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο παρήγορο από την πρώιμη υπόσχεση, την άγουρη λιακάδα. Κι ο, περασμένος κιόλας, Μάρτης του 2014 μας αποζημίωσε με γλυκές μυρωδιές, με ζεστούλες ξεχασμένες στην άκρη του απεριποίητου ακόμα μπαλκονιού.

Αυτά τα ξημερώματα, λοιπόν, όπου έχεις και την Κυριακή να σε περιμένει χαμογελαστή, τουλάχιστον μέχρι το απόγευμα- είναι τέλεια, καταπληκτικά, αγαπησιάρικα και θυμόσοφα. Κοίτα να δεις, πώς πέρασαν τα χρόνια κι ακόμα αντέχουμε να γιορτάζουμε την πρώτη άνοιξη. Και κάπου εκεί πάνω, σαν αγκαθάκι στην άμμο, σαν άσπρη τρίχα στη χαίτη του κατάμαυρου γυαλιστερού αλόγου μας, που καμαρωτά διατρέχει το λιβάδι της ψυχούλας μας που τόσο έχει κουραστεί απ’ το χειμώνα και τις κακοτοπιές, έρχεται η διαπίστωση: αυτή η μέρα, δεν έχει 3.01. Δεν έχει ούτε 3.02. Ούτε 3.30. Μια ολόκληρη ώρα χάνεται, εξαερώνεται, γίνεται ανύπαρκτη. Δεν φεύγει με γρηγοράδα, δεν κυλάει σα νερό, δε στεφανώνεται με όνειρα. Απλώς λείπει.

Κι όμως, αυτή η ώρα, τι θα μπορούσε να είναι; Η ώρα της γέννησης ενός παιδιού, ενός νέου κόσμου, η ώρα της άνθισης ενός νέου λουλουδιού στη γλάστρα, για να το βρούμε το πρωί, η ώρα που δυο βλέμματα συναντιούνται, η ώρα που θα μπορούσε να δείξει το δρόμο, η ώρα που θα μπορούσε ένα και μόνο γράμμα ν’ αλλάξει τον κόσμο. Ένα φωτεινό έψιλον, ένα μαλακό λάμδα, ένα ταπεινό δέλτα, ένα έστω ασθμαίνον ταυ.

Η ανάγκη, λένε. Να ζούμε λίγο πιο άνετα τα πρωινά μας, να κλείνουμε λίγο πιο εύκολα τα μάτια μας. Η καθημερινότητα, να μην πιεστεί, να μη δοκιμάσει τις αντοχές της, να μην ξεφύγει. Βρισκόμαστε πάντα κάτω απ’ το γιγάντιο μάτι του ήλιου, λένε. Οφείλουμε το σεβασμό μας στην ετσιθελική του πύρινη μεγαλοπρέπεια, του οφείλουμε τα πάντα, λένε. Άλλωστε, αυτή την ώρα θα την ξανακερδίσεις τον επόμενο χειμώνα, λένε. Κι όμως, εγώ δεν ήθελα να μου τη χαρίσουν πέρυσι, ούτε και θέλω να την ξανακερδίσω ποτέ. Να πληρώσω τώρα ό,τι χρωστώ στον προηγούμενο χρόνο; Θέλω την ώρα μου, που έτσι εύκολα έφυγε και πήγε στο πουθενά. Που μ’ άφησε έτσι άσπλαχνα με μια ώρα Κυριακής λιγότερη. Και πού να θυμάμαι εγώ αν η περσινή που περίσσεψε είχε μέσα της γέννηση, αποφάσεις, θαλερές υποσχέσεις; Και πού να ξέρω εγώ πού θα βρίσκομαι, όταν θα μου την ξαναχαρίσουν του χρόνου; Όχι: να μου τη δώσουν πίσω, την ώρα μου. Να την απολαύσω, να την αγγίξω και να τη διατρέξω πέρα για πέρα, λαμπερή, ανοιχτή και καθαρή. Εξήντα λεπτά ζωής, μια ώρα που θ’ αναπνέω και θα ζω.

Δε ξέρω πού πήγε η ώρα μου. Έχω δικαίωμα να ξέρω. Μήπως ξέρεις να μου πεις;

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.