Εντάξει, οι φίλοι μου πλέον το έχουν κάνει ανέκδοτο. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην πάει 11 η ώρα και να μην χασμουρηθώ. Αφού καμιά φορά περνά η ώρα και με βλέπουν μέσα στην ενέργεια και κάνουν το σταυρό τους. Κακά τα ψέματα, αγαπημένε μου αναγνώστη. Όχι ότι μας πήραν και τα χρόνια, αλλά με τόση δουλειά κάθε μέρα, οι μπαταρίες δεν θέλουν και πολύ για να αδειάσουν.
Καμιά φορά, όταν η συζήτηση φτάνει στα κουράγια του καθενός, αναρωτιόμαστε πως βρίσκαμε το κουράγιο μέχρι πριν από λίγα χρόνια και ξενυχτούσαμε μέχρι το πρωί, ενώ είχαμε πρωινό ξύπνημα για δουλειά. Και δεν είναι ότι μόνο πηγαίναμε στη δουλειά, αλλά είχαμε και τέτοιο κέφι και ζωντάνια που ούτε εμείς καταλαβαίναμε από πού πήγαζε. Τα πράγματα όμως αλλάζουν. Λίγο οι αυξημένες υποχρεώσεις στη δουλειά, λίγο οι υποχρεώσεις γενικότερα που και 32 ώρες να είχε η μέρα πάλι δεν θα προλάβαινες να τις φέρεις σε πέρας, έρχεται η πρόταση από την παρέα για έξοδο και εσύ μπαίνεις σε δίλημμα.
Τι να κάνω τώρα; Να βγω ή να πάω σπίτι, να φορέσω τις πυτζάμες μου και να οριζοντιωθώ στο κρεβάτι μου; Η απάντηση δυο στις τρεις φορές είναι η δεύτερη. Θέλεις να χαλαρώσεις. Να καθίσεις μπροστά στην τηλεόραση να δεις την αγαπημένη σου σειρά ή επιτέλους να τελειώσεις το βιβλίο που είχες ξεκινήσει να διαβάζεις από το καλοκαίρι ακόμη. Εντάξει, και να κοιμηθείς.
Τι γίνεται όμως όταν σε καλεί το καθήκον και δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς από το να βγεις; Χρειάζεται να βγεις και λίγο από τα τετριμμένα, δεν το συζητώ. Και βγαίνεις. Και νιώθεις έξω από τα νερά σου, με τη μουσική να σου τρυπάει το μυαλό και εσύ μη σκέφτεσαι τίποτα άλλο παρά μόνο το κρεβάτι σου. Και έφτασε ξημέρωμα και ακούς το ξυπνητήρι που χτυπά και σε καλεί να πας για δουλειά. Πως το κάνεις αυτό; Για πες καμιά ιδέα. Γιατί μη μου πεις ότι δεν θα είσαι ερείπιο, δεν θα νιώθεις το βουητό στα αυτιά σου, δεν θα νιώθεις το κορμί σου να μη σε στηρίζει και το κεφάλι σου να πονά. Ο καφές δεν πιάνει.
Και κάπου εκεί θα αρχίσεις να γκρινιάζεις, να παραπονιέσαι ότι μεγάλωσες, ότι δεν είναι αυτά για σένα και θα ορκιστείς πως δεν πρόκειται να ξαναβγείς έξω πιο αργά μετά τις 12. Μεταξύ μας πάντως, όσες φορές και αν γίναμε κουρέλι από ένα ξενύχτι, όσες φορές και να είπαμε ότι δεν πρόκειται να το ξανακάνουμε, είτε να μείνουμε έξω ως αργά, είτε να πιούμε κάτι παραπάνω, πάντα μια φιλική πρόταση θα παραμένει δελεαστική. Και επειδή στις μέρες μας δύσκολα πλέον βγαίνουμε, όταν μας δοθεί η ευκαιρία ας μη το πολυσκεφτούμε. Ας ενδώσουμε και ας πάμε την επόμενη ημέρα στο γραφείο με πονοκέφαλο.


































