Σκεφτόμουν τις προάλλες, αγαπημένε μου αναγνώστη, πόσο πολύ έχει ερημώσει η γειτονιά μου. Τα πάντα έχουν αλλάξει. Πρόσωπα έχουν χαθεί. Σπίτια έχουν εγκαταλειφτεί. Το μόνο που έχει απομείνει είναι οι αναμνήσεις να θυμίζουν ότι κάποτε αυτή η γειτονιά έσφυζε από ζωή, από γέλια και γλέντια. Σκεφτόμουν που λες, αγαπημένε μου, ότι τότε τα πράγματα ήταν τόσο διαφορετικά. Από το «καλημέρα» που θα έλεγες στον γείτονα σου, από το πώς μύριζαν οι κήποι και τα λουλούδια, το ενδιαφέρον που έδειχνε ο ένας για τον άλλον. Όλα ήταν διαφορετικά, είχαν περισσότερη αλήθεια, περισσότερο φως. Το λέω καμιά φορά σε φίλους μου και με κοροϊδεύουν, πως θα ήθελα, να ζήσω σε μια άλλη εποχή.
Νομίζω ότι αυτή δεν μου ταιριάζει. Ξέρω ότι μπορεί κι εσύ να αισθάνεσαι το ίδιο, βλέποντας τα πράγματα να εξελίσσονται με τόσο γρήγορους ρυθμούς, κι εσύ από πίσω να τρέχεις να προλάβεις. Πόσο θα ήθελα ξανά να δω στους δρόμους παλιά αυτοκίνητα, που και μόνο που τα έβλεπες θεωρούσες πως ούτε μέχρι την επόμενη γωνία δεν θα σε πήγαινε, κι εκείνο πάντα σε διέψευδε. Ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι ρομαντικοί που δεν τα αλλάζουν με τίποτα και εξακολουθούν να τα κυκλοφορούν, δίνοντας που και που μια άλλη νότα στην πόλη. Είπα πόλη και τελευταία όσο κάνω βόλτες, βλέπω να αλλάζει. Σπίτια καινούργια, όνειρο του καθένα να αποκτήσει το δικό του. Βολτάροντας στη Νέα Ιωνία, λατρεύω να βλέπω τα χαμηλά σπιτάκια, το ένα δίπλα στο άλλο, άλλα ερειπωμένα, άλλα να σφύζουν από ζωή.
Έχεις μπει ποτέ σε ένα τέτοιο σπίτι, αγαπημένε μου; Έχεις μυρίσει αυτό το παλιακό στην ατμόσφαιρα; Έχεις ακούσει τον ήχο από τα ξύλινα πατώματα ή δει την πάστρα που έχουν; Εκεί, που έχουν ζήσει ψυχές και ψυχές, που παντρεύτηκαν, έκαναν παιδιά, δημιούργησαν, χάθηκαν, κι όμως άφησαν πίσω τους κάτι να θυμίζει από εκείνη την εποχή. Καμιά φορά, έχοντας ζήσει κοντά σε τέτοια σπίτια, φέρνω στο νου μου τους ανθρώπους που έζησαν εκεί μέσα και κάπως έτσι κάνω το δικό μου ταξίδι στον χρόνο. Την νοσταλγώ αυτή την κάστα ανθρώπων. Που είχαν λίγα και πρόσφεραν πολλά. Που δεν τους περίσσευαν και όμως το σπίτι τους ήταν πάντα ανοιχτό. Που ήταν αληθινοί, ντόμπροι, δουλευταράδες, είχαν καθαρό βλέμμα κι ένα χαμόγελο που δεν έφευγε ποτέ από τα χείλη τους, αγαπούσαν χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ο χαρακτήρας τους ήταν σπαθί.
Αυτό μου λείπει από τη σημερινή κοινωνία. Η αγνότητα των ψυχών, το ότι λειτουργούσαν χωρίς υστεροβουλία, που η μόνη τους έγνοια ήταν η οικογένεια τους και το πώς θα δημιουργήσουν. Ξέρω ότι δεν πρόκειται ποτέ να επανέλθουν αυτές οι εικόνες, κι αυτό γιατί εμείς δεν θέλουμε. Σκληρύναμε τόσο…


































