Καλλιρόη Παρρέν: Η πρώτη γυναίκα δημοσιογράφος και πρωτοπόρος του γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ
85 χρόνια από τον θάνατό της

Της Μαρίας Σπανού

H Kαλλιρόη Σιγανού γεννήθηκε στα Πλατάνια Αμαρίου, ένα χωριό του Ρεθύμνου Κρήτης, το 1861. Παρότι έζησε σε ταραγμένη εποχή πήρε φροντισμένη μόρφωση στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά της. Ήταν απόφοιτη του Αρσακείου και εργάστηκε πολλά χρόνια ως διευθύντρια σε παρθεναγωγεία της χώρας. Παντρεύτηκε τον- γαλλοαγγλικής καταγωγής- δημοσιογράφο και ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου, Ιωάννη Παρρέν. Με την είσοδό της στη δημοσιογραφική οικογένεια, η Παρρέν συναναστρέφεται αξιόλογους πνευματικούς ανθρώπους, που την βοηθούν να ελευθερώσει τη δημοσιογραφική της φλόγα. Έτσι, γεννήθηκε η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος, εκδίδοντας μόνη της για πρώτη φορά το φύλλο της «Εφημερίδας των Κυριών», το 1887. Πρόκειται για την πρώτη ελληνική αποκλειστικά γυναικεία εφημερίδα, μέσω της οποίας πρώτη η Παρρέν τολμά και «εισάγει» στη χώρα μας φεμινιστικούς προβληματισμούς που, ήδη, απασχολούν γυναίκες και κυβερνήσεις δυτικών χωρών. Μέσω αυτής, καταπολεμά κοινωνικές προκαταλήψεις, την αγραμματοσύνη των γυναικών και προωθεί τη Μεγάλη των Γυναικών Ιδέα.
Η Παρρέν, αρχικά συντάσσει εξολοκλήρου μόνη της την εφημερίδα. Στα πρώτα φύλλα, υπογράφει τα άρθρα της με το ψευδώνυμο «Εύα Πρενάρ». Με την πένα της ευαισθητοποιεί μια ομάδα επώνυμων Αθηναίων με μεγάλη πνευματική καλλιέργεια (Σαπφώ Λεοντιάς, Σοφία Σλήμαν, Μαρία Μαυροκορδάτου, Ευφροσύνη Ζαρίφη, Μαρ. Μπέτσου, Μ. Γαρδέλη κ.ά.). Όλες μαζί εντάσσονται με πάθος στο εγχείρημα αυτό, που εντυπωσιάζει από την πρώτη στιγμή, τις γυναίκες, αλλά δεν αρέσει καθόλου στην πλειοψηφία των ανδρών.
Το πρώτο «ηρωικό» φύλλο κυκλοφόρησε στις 8 Μαρτίου του 1887, από το γραφείο της Παρρέν στην οδό Μουσών, τη σημερινή Καραγεώργη Σερβίας. Τυπώθηκε σε 3.000 αντίτυπα, που, σχεδόν αμέσως, έγιναν ανάρπαστα και ανατυπώθηκε σε 7.000 φύλλα που πουλήθηκαν την ίδια μέρα. Τεράστιος αριθμός, αναλογικά με τον πληθυσμό της Αθήνας που δεν ξεπερνούσε τους 65.000 κατοίκους, εκ των οποίων πολλοί ήταν αναλφάβητοι. Διαβάστηκε δηλαδή σχεδόν από τους πάντες. Αλλά κόστισε στην «βλάσφημη» και «αναρχική» κυρία «Πρενάρ» μία βροχή από υβριστικά, ειρωνικά, ακόμη και απειλητικά σχόλια από τους δημοσιογράφους της εποχής. «Θα την συντρίψω διότι μαστροπεύει τας γυναίκας. Έχω και μάννα και αδελφήν άγαμον», δήλωνε ο διευθυντής της εφημερίδας «Επιθεώρησις», ενώ η «Ακρόπολις» συμπλήρωνε: «Αι γυναίκες είναι πεπετεινόμυαλαι και ελαφραί. Δεν αξίζει τον κόπον να ασχοληθώμεν». Ειρωνικά μίλησαν και ο Ιωάννης Καμπούρογλους στη «Νέα Εφημερίδα» και ο Μπάμπης Άννινος στο «Άστυ»· ο δε Εμμανουήλ Ροΐδης συμπλήρωνε: «Δύο επαγγέλματα αρμόζουν εις τας γυναίκας, εκείνα της νοικοκυράς και της εταίρας».
Αρχικά η εφημερίδα εκδιδόταν δύο φορές το μήνα. Σύντομα όμως έγινε βδομαδιάτικη, λόγω της αναπάντεχης αποδοχής της. Τα ειρωνικά σχόλια γρήγορα μεταβλήθηκαν σε θαυμασμό για το θάρρος με το οποίο η νεαρή δημοσιογράφος υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των γυναικών. Στο τρίτο φύλλο, η Παρρέν αποκαλύπτει την αληθινή της ταυτότητα, έχοντας πλέον στο πλευρό της, μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες της εποχής, όπως τον Γρηγόρη Ξενόπουλο, ο οποίος την αποκαλεί «αρχηγό και απόστολο του σεμνού ελληνικού φεμινισμού». Το ίδιο και ο Κωστής Παλαμάς, ο οποίος μαγεμένος από την Εφημερίδα των Κυριών αφιέρωσε στην Καλλιρόη το ποίημά του : «Χαίρε γυναίκα της Αθήνας, Μαρία, Ελένη, Εύα. Να η ώρα σου. Τα ωραία σου φτερά δοκίμασε και ανέβα και καθώς είσαι ανάλαφρη και πια δεν είσαι σκλάβα προς τη μελλούμενη άγια γη πρωτύτερα εσύ τράβα και ετοίμασε τη νέα ζωή, μιας νέας χαράς υφάντρα και ύστερα αγκάλιασε, ύψωσε και φέρε εκεί τον άντρα…». Επίσης, ο Βλάσης Γαβριηλίδης, υποστηρικτής του γυναικείου ζητήματος θεωρούσε την Παρρέν κοινωνική δύναμη και την ενθάρρυνε λέγοντας: «Εργασθείτε. Έχετε υπέρ υμών το δίκαιον, και όλοι οι λογικοί και νοήμονες άνθρωποι θα είναι με το μέρος σας», ενώ παράλληλα το 1896 δημοσίευε σειρά άρθρων με καινοτόμες απόψεις στην «Ακρόπολη» με το ψευδώνυμο «Ριζοσπάστης».
Αν λοιπόν, η ζωή και η στάση της Παρρέν βρισκόταν σε απόλυτη ταύτιση με τους στόχους του εντύπου, έχει ενδιαφέρον για το πώς ένοιωθε η ίδια η δημιουργός του: «Στην αρχή ήταν όνειρο», λέει. «Έπειτα έγινε ιδέα». Την ημέρα της έκδοσής της, όταν το λευκό τετράφυλλο έντυπο ανέμιζε στα τραπεζάκια του Ζαχαράτου στην πλατεία Συντάγματος, φάνταζε στα μάτια της νεαρής Καλλιρόης «σαν μια σημαία λευκή, σύμβολον ειρηνικόν και επαναστατικόν μαζί, κάτι που εφώναζεν εναντίον της αδικίας και απεκάλυπτε την αλήθειαν και εκήρυσσε την ελπίδαν και εκάλει εις γενικήν ανάστασιν, εις γενικήν αδελφοποίησιν». Το περιοδικό κατάφερε να επιβιώσει 20 χρόνια ως εβδομαδιαίο και 10 χρόνια ως δεκαπενθήμερο. Εκδόθηκε συνεχώς για τριάντα χρόνια (από το 1887 μέχρι το 1917) με τεράστια απήχηση στις Ελληνίδες αλλά και όπου υπήρχε ελληνισμός: στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια, τις χώρες του Ευξείνου Πόντου, την Αίγυπτο και την Αμερική. Η έκδοσή της σταμάτησε το 1918, αφότου η Παρρέν εκτοπίστηκε στην Ύδρα «δια τας πολιτικάς της πεποιθήσεις».
Η Εφημερίς των Κυριών εξασφάλισε μια ανάσα ελπίδας για τη συλλογική έκφραση του γυναικείου λόγου αυτής της περιόδου. Αποτέλεσε το μοναδικό γυναικείο περιοδικό, που σχεδίασε στρατηγικές που θα οδηγήσουν αργότερα στη γυναικεία χειραφέτηση.
Παράλληλα με την εκδοτική δραστηριότητά της η Παρρέν, γρήγορα έγινε πολύ γνωστή, δεσπόζοντας με την επιβλητική και πολύμορφη προσωπικότητά της. Είναι η πρώτη Ελληνίδα που καλείται να εκπροσωπήσει την πατρίδα μας σε διεθνή συνέδρια. Το 1889, 1891 και 1896 συμμετείχε στο Παρίσι, στο Συνέδριο των Γυναικείων Έργων και Ιδρυμάτων. Το 1896 εκπροσωπεί τις Ελληνίδες στο Σικάγο της Αμερικής, στο Διεθνές Συνέδριο Γυναικών. Καρπός των εντυπώσεων της από το συνέδρια αυτά είναι η «Ένωσις υπέρ της χειραφετήσεως της γυναικός», που ίδρυσε όταν επέστρεψε. Επηρεασμένη από τα ταξίδια της και τις επαφές της με το Διεθνές Συμβούλιο Γυναικών ίδρυσε την «Ένωση των Ελληνίδων» (1896), που αργότερα συμμετείχε στη δημιουργία του Εθνικού Συνδέσμου, μέσω του οποίου προώθησε πρωτοποριακές για την εποχή νομοθετικές πρωτοβουλίες. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται η κατάργηση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών, η αργία της Κυριακής, η προστασία της παιδικής ηλικίας και άλλες πολλές. Κατ’ αντανάκλαση της Ενώσεων των Ελληνίδων, ένα χρόνο μετά (1897) ιδρύθηκε και στην πόλη μας η «Ένωσις των εν Βόλω Ελληνίδων».
Στο μεταξύ, η Παρρέν είχε ιδρύσει, τη Σχολή της Κυριακής των Απόρων Γυναικών (1890). Εκεί, για πρώτη φορά, μορφωμένες Αθηναίες δίδασκαν γράμματα σε αγράμματες και άπορες εργαζόμενες μητέρες. Αυτό γίνεται περισσότερο κατανοητό αν αναλογιστεί κανείς ότι το ποσοστό του γυναικείου αναλφαβητισμού άγγιζε το 70% και η μόρφωση των γυναικών ήταν προνόμιο της αστικής τάξης. Το 1895 ιδρύει με τη Ναταλία Σούτσου το Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης και το 1896 το Άσυλο των Ανιάτων. Το 1897, ύστερα από μεγάλο προσωπικό της αγώνα στην κυβέρνηση Δηλιγιάννη επιτυγχάνεται η εισαγωγή των γυναικών στα Πανεπιστήμια και στο Πολυτεχνείο και ο διορισμός τους σε δημόσιες θέσεις. Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της γυναίκας εξασφαλίζονται σταδιακά. Το 1909 η γυναικεία εκπαίδευση σε πολλούς τομείς καρποφορεί. Για πρώτη φορά δίνονται, μετά από διαγωνισμό, υποτροφίες κοριτσιών για το εξωτερικό. Οι πρώτες υπότροφες Ελληνίδες ήταν η Σοφία Λασκαρίδου για τη ζωγραφική και οι δεσποινίδες Παλαμά, Πανά και Καμπανάκη για τη μουσική. Αρκετά νωρίτερα, το 1894, επί κυβερνήσεως Τρικούπη, είχε ξεκινήσει τις προσπάθειες για την παραχώρηση ψήφου στις γυναίκες, κάτι που επιτεύχθηκε πολύ αργότερα. Εκτός αυτών, η Παρρέν υπήρξε μια σπουδαία συγγραφέας, με σημαντικό λογοτεχνικό έργο.
Η κορωνίδα όμως του μεγάλου έργου της ήταν η ίδρυση του Λυκείου των Ελληνίδων στην Αθήνα, το 1911. Μια φυσική εξέλιξη, θα λέγαμε, των προσπαθειών της Παρρέν και των συνοδοιπόρων της στα 24 αυτά χρόνια. «Ο σκοπός της ήταν να ιδρύσει ένα σωματείο, με τη βοήθεια του οποίου οι γυναίκες να κατανοήσουν όχι μόνο τα δικαιώματά τους, αλλά και τις υποχρεώσεις τους. Από την πρώτη στιγμή, έδωσε το προβάδισμα στη μόρφωση των γυναικών, στη μόρφωση των κοριτσιών και των μητέρων. Στην επαγγελματική εκπαίδευση και στην οικονομική αυτονόμησή τους».
Δυο χρόνια μετά, στη Γ. Συνέλευση του 1913 η Παρρέν δήλωνε:
«Το Λύκειόν μας πιστόν εις το πνεύμα αυτό του προγράμματός του, κατά μεν το πρώτον έτος της δράσεώς του έθεσε τας βάσεις της αρχής αυτής, δια της αναγεννήσεως πρωτίστως της γνησίας Ελληνικής ζωής μετά των ηθών και εθίμων της ….» και αυτό το τελευταίο, γιατί η ίδια έβλεπε τους Έλληνες να μιμούνται άκριτα τους ξένους, αποτινάσσοντας με ευκολία την ελληνική παράδοση κι αυτό την ανησυχούσε πολύ. Η διορατικότητά της ήταν εκπληκτική για ό,τι ακολούθησε.
Εννιά χρόνια αργότερα, μετά τα Χανιά και την Σύρο το 1915, το Ρέθυμνο το 1917, ιδρύθηκε το Λύκειο Ελληνίδων Βόλου το 1920 από μια συντροφιά μορφωμένων γυναικών της αστικής κοινωνίας του Βόλου, με επικεφαλής την Αικατερίνη Ζίφου, οι οποίες ενσυνείδητα υποστήριξαν από την πρώτη στιγμή την ιδέα και αποτέλεσαν τα ιδρυτικά μέλη του. Τα της ίδρυσης του Λυκείου των Ελληνίδων Βόλου είναι γνωστά, τουλάχιστον στην τοπική κοινωνία.
Eίκοσι χρόνια μετά, στις 16 Ιανουαρίου 1940, η αθηναϊκή κοινωνία πληροφορήθηκε πρώτη το θάνατο της πρώτης φεμινίστριας και μεγάλης Ελληνίδας, που πρωταγωνίστησε με τον ωραίο και σεμνό της αγώνα στη γυναικεία χειραφέτηση.
Σύσσωμος ο πνευματικός κόσμος την αποχαιρετά μαζί και όλα τα γυναικεία σωματεία, εκφράζοντας την λύπη τους για το χαμό μιας σπουδαίας προσωπικότητας «εργασθείσης υπερανθρώπως καθ’ όλον τον βίον της δια το έργον του Λυκείου και την πρόοδον και εξύψωσιν της Ελληνίδας Γυναικός εν γένει», ενώ ο αθηναϊκός αλλά και ο ξένος Tύπος δημοσιεύει μακροσκελή άρθρα για την πολυσχιδή δράση της. Στον Βόλο, η διοίκηση του ΛΕΒ συμμετέχοντας στο πένθος για την εμπνεύστρια του θεσμού εκδίδει σχετικό ψήφισμα, αναρτά μεσίστια τη σημαία και αργεί επί δεκαήμερο τις εργασίες του. Ας είναι η μνήμη της αιώνια.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.
Γίνετε μέλος στο κανάλι Magnesianews στο Messenger για όλες τις τελευταίες ειδήσεις.