«Το βαμβάκι πρέπει να μείνει στη Θεσσαλία, αν φύγει…»

Τι δήλωσαν Μ. Νταράουσε, Απ. Δοντάς και Ευαγ. Φωτεινός

«Η παραγωγή βάμβακος χάνει αξία στις διεθνείς αγορές λόγω βασικών ελλείψεων στη διαχείριση, πιστοποίηση, καθώς και στο συντονισμό παραγωγών και εκκοκκιστών. Σύμφωνα με τον προϊστάμενο των Εργαστηρίων Βάμβακος Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδος, η καλλιέργεια βάμβακος έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης και αύξησης της τιμής εξαγωγής αν γίνουν πράξη οι συμβουλές για τα συλλογικά σχήματα, βελτίωση της τυποποίησης, οργάνωση παραγωγής με βάση τι θέλει η διεθνής αγορά, ορθότερη διαχείριση ποιότητας και άλλα», ανάφερε στην τοποθέτησή του ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, ανοίγοντας τον κύκλο των ομιλιών για το βαμβάκι που «κινδυνεύει» από το σχέδιο της ολλανδικής εταιρείας.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας των διεργασιών, ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στη βαμβακοκαλλιέργεια, με τον τέως προϊστάμενο του Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος, Δρ. Μωχάμεντ Νταράουσε, να μιλά για το παρόν και το μέλλον του βαμβακιού στη Θεσσαλία. Στη συνέχεια ο Επίλεκτος Κλωστοϋφαντουργία Α.Ε.Β.Ε., Απόστολος Δοντάς, αναφέρθηκε στην προστιθέμενη αξία δευτερογενούς παραγωγής βαμβακιού για τη Θεσσαλία, ενώ ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος μίλησε για τα προβλήματα και τις προοπτικές στην καλλιέργεια στη Θεσσαλία.

«Άγονες συζητήσεις χωρίς σχεδιασμό»

Στους μύθους και στις αλήθειες, αλλά και στο παρόν και στο μέλλον του βαμβακιού αναφέρθηκε ο Μωχάμεντ Νταράουσε, σημειώνοντας όμως πως όλο αυτό το διάστημα γίνονται «άγονες συζητήσεις χωρίς στοιχεία και σχεδιασμό».

Περίπου σε 800.000 στρέμματα στη Θεσσαλία καλλιεργείται βαμβάκι σήμερα, από τα οποία τα μισά βρίσκονται στην Καρδίτσα. Η Λάρισα απαριθμεί 280.000 στρέμματα, τη στιγμή που το 2000, όλη η Θεσσαλία είχε 1.740.000 στρέμματα. Με τον κ. Νταράουσε να δηλώνει πως υπάρχει μείωση 52% σε επίπεδο περιφέρειας.

Ο ίδιος ανέφερε ότι μεγάλο ρόλο παίζει η έλλειψη του νερού, «οι αγρότες ξέρουν τι κάνουν, αυτό που χρειάζονται είναι εκπαίδευση και καθοδήγηση». Ενώ πρόσθεσε ότι στη Θεσσαλία αρνητικά χαρακτηριστικά είναι το υψηλό κόστος παραγωγής, το υψηλό κόστος άρδευσης, ενώ έπαιξε σημαντικό ρόλο και μείωση των ενισχύσεων.

«Αν φύγει από τη Θεσσαλία, ας ξεχάσουμε το ελληνικό βαμβάκι. Η Θεσσαλία έχει το καλύτερο ποιοτικά προϊόν, ευνοϊκό κλίμα για τη σποροπαραγωγή, το μεγαλύτερο ποσοστό στάγδην άρδευσης, πιο οργανωμένες ομάδες παραγωγών που κάνουν και σωστή τυποποίηση, ενώ συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο αριθμό εκκοκκιστηρίων», ανέφερε ο κ. Νταράουσε.

Ως λύσεις στην αντιμετώπιση των προβλημάτων εξήγησε πως οι παραγωγοί πρέπει να «πάψουν να λειτουργούν μεμονωμένα», ενώ κάλεσε τους παραγωγούς να προχωρήσουνε γρήγορα σε νέες τάσεις τεχνολογικά. «Πρέπει να υπάρξει οργάνωση και συνεργατισμός από τους παραγωγούς, τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις και τους μεσίτες».

«Η αγορά αλλάζει. Το ελληνικό βαμβάκι ήταν εξαρτημένο με την Τουρκία και την Αίγυπτο, όπου υπάρχει μείωση, ενώ πλέον έχει να ανταγωνιστεί και το βαμβάκι Βραζιλίας», σημείωσε ο κ. Νταράουσε, εξηγώντας πως πρόβλημα είναι και οι μικροί κλήροι με το μεγάλο κόστος.

Ο ίδιος κάλεσε τους παρευρισκόμενους να «γυρίσουν» το βαμβάκι στη δεκαετία του 1980 και 1990 σε θέματα τυποποίησης και ποιότητας, χρησιμοποιώντας όμως σύγχρονες τεχνολογίες και νέα σχέδια ανάπτυξης. «Υπήρχε ο Οργανισμός Βάμβακος που έλεγχε τον εκκοκκιστή και τον παραγωγό. Χρειάζεται μία αναμόρφωση της κατάστασης που θα προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις της ΚΑΠ και των αγορών και θα μειωθεί το κόστος παραγωγής. Χρειάζονται Οργανωμένα Συλλογικά Σχήματα».

«Λάθος να φύγει το ελληνικό βαμβάκι από το χωράφι»

Ο κ. Απόστολος Δοντάς, Επίλεκτος Κλωστοϋφαντουργία Α.Ε.Β.Ε., αφού έκανε μία αναδρομή στο παρελθόν με αριθμούς εξήγησε ότι, «το βαμβάκι στο παρελθόν μεταποιούνταν στη χώρα κι εξάγονταν στην Ευρώπη. Ήταν ένα κομμάτι της δύναμης του ΑΕΠ της χώρας. Η μεταποίηση του βαμβακιού έδινε τουλάχιστον 175.000 θέσεις εργασίας. Δυστυχώς όλα αυτά χαθήκαν».

Τα προβλήματα και για τον κ. Δοντά σχετίζονται με την αύξηση του κόστους, που συνδέονταν με ένα κομμάτι διόγκωσης του ΑΕΠ και ταυτόχρονα την αύξηση του ενεργειακού κόστους που οδήγησαν την Ελληνική Κλωστοϋφαντουργία σε συρρίκνωση».

«Ο μεγάλος πελάτης του ελληνικού βαμβακιού παραμένει η Τουρκία. Όταν όμως εξάγουμε το ελληνικό βαμβάκι σε χώρες όπως το Πακιστάν και το ρούχο που ράβεται εκεί επιστρέφει στην Ευρώπη, πληρώνεται σε τιμές Πακιστάν», εξηγώντας πως θα πρέπει να υπάρξει τοπική μεταποίηση.

«Δυστυχώς το ελληνικό βαμβάκι από τον παραγωγό στο εκκοκκιστήριο δεν είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Είναι όμως λάθος να φύγει το ελληνικό βαμβάκι από το χωράφι. Είναι το μοναδικό προϊόν που δεν έχει ανταγωνιστή και βρίσκεται σε έλλειψη. Το ελληνικό βαμβάκι θα πουλιέται πάντα… Σαν προϊόν όμως δεν μπορεί να ανταγωνιστεί αυτό της Βραζιλίας. Η Βραζιλία υλοποίησε ένα πλάνο εικοσαετίας με τεράστιες αλλαγές και έχουν αυξήσει τους αριθμούς τους σε όλα τα επίπεδα», σημείωσε ο κ. Δοντάς εξηγώντας πως στην Ελλάδα θα πρέπει να αναπτυχθούν τα επόμενα στάδια μετά το εκκοκκιστήριο.

«Το βαμβάκι έχει επτά στάδια μεταποίησης, ενώ το κομμάτι της κλωστοϋφαντουργίας θα μπορούσε να καλύπτει ένα μέρος του εργατικού δυναμικού που δυσκολεύεται να βρει μία καλά αμειβόμενη εργασία.

Σήμερα το Θεσσαλικό βαμβάκι στις εξαγωγές τους φέρνει 350 εκατ. ευρώ σε συνάλλαγμα, αν όμως το προϊόν μεταποιούνταν και ήταν ένα έτοιμο ρούχο, θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε 3.5 δις ευρώ σε συνάλλαγμα. Να δώσουμε 15.000 μόνιμες θέσεις εργασίας στη Θεσσαλία κι άλλες 5.000 έμμεσης εργασίας. Ενώ θα δίναμε και 450 εκατ. ευρώ σε μισθούς».

Ο κ. Δοντάς δήλωσε πως πρέπει να υπάρχει κυβερνητική στόχευση. «Καμία βιομηχανία δεν επιβιώνει αν δεν προστατευτεί σε διάφορα επίπεδα. Η τοπική κλωστοϋφαντουργία απολαμβάνει σειρά επιδοτήσεων στην Ινδία και την Τουρκία, δυστυχώς στην Ελλάδα το βασικό κομμάτι της ανάπτυξης στηρίζεται στο τρίπτυχο τουρισμός, κατασκευές και ενέργεια. Αποδεικνύεται ότι κράτος δεν έχει κάνει καλό προγραμματισμό».

Παράλληλα, κατηγόρησε το ολλανδικό πόρισμα, που «συγκρίνει τη Θεσσαλία με την Σοβιετική Ένωση του 1980, θεωρώντας πως το βαμβάκι θα προκαλέσει ερημοποίηση». Σημείωσε επίσης ότι όσο δεν υπάρχει πλάνο η κατάσταση θα φτάσει σε αδιέξοδο καθώς το κράτος δεν γίνεται να πουλάει μόνιμα σε χώρες του εξωτερικού.

«Χρειάζεται πολιτική βούληση και πολιτικές αποφάσεις. Οι εκκοκκιστές σε όλη την Ελλάδα, αν δεν έχουν ποιοτικό βαμβάκι από τη Θεσσαλία δεν θα μπορούν να συνδυάσουν προϊόντα άλλων περιοχών για να δημιουργήσουν ισχυρά πακέτα», κατέληξε ο κ. Δοντάς.

«Το βαμβάκι είναι εθνικό προϊόν»

Τέλος, ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος, Ευάγγελος Φωτεινός αναφέρθηκε στα προβλήματα και προοπτικές στις καλλιέργειες βαμβακιού της Θεσσαλίας, εξηγώντας πως το βαμβάκι «αποτελεί τη ναυαρχίδα του αγροτικού κόσμου».

Ο ίδιος σημείωσε ότι η ΔΟΒ, μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του Σεπτεμβρίου ζήτησε από την κυβέρνηση σαφές χρονοδιάγραμμα των αποζημιώσεων προς τους παραγωγούς, όπως και των έργων αποκατάστασης στην περιοχή, αλλά και την άμεση ενίσχυση της ρευστότητας των πληγέντων.

Σχετικά με το βαμβάκι ανέφερε ότι «αποτελεί ένα βιομηχανικό προϊόν, ενώ είναι μία καλλιέργεια με μεγάλη παράδοση στη Θεσσαλία». Παραθέτοντας στοιχεία και αριθμούς τόνισε ότι η Ελλάδα είναι έβδομη στην εξαγωγή παγκοσμίως, συνεισφέροντας στο ΑΕΠ της χώρας περίπου ένα δις εκατ. ευρώ.

Τέλος,  ξεκαθάρισε ότι, «Από τη στιγμή που κάτι αφορά το βαμβάκι και δεν μας κάλεσαν θα αντιδράσουμε. Είναι κόκκινη γραμμή. Το βαμβάκι πρέπει να μείνει γιατί είναι ένα κομμάτι της ιστορίας της Θεσσαλίας. Είναι ένα εθνικό προϊόν και είμαστε όλοι μαζί εδώ για να το υπερασπιστούμε», ανέφερε ο κ. Φωτεινός.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.