Ανάγκη επανεξέτασης της μεθοδολογίας για την εξισωτική αποζημίωση

Γράφει ο Χρήστος Τριαντόπουλος, Πρόεδρος, Κοινότητα Διαλόγου Σύνθεσις

Ιδιαίτερα έντονη είναι η ανησυχία που έχει προκληθεί σε σημαντικό κομμάτι του αγροτικού κόσμου της Μαγνησίας, αλλά και της Θεσσαλίας γενικότερα, μετά την κατάθεση προς διαβούλευση της νέας οριοθέτησης περιοχών με φυσικούς περιορισμούς (εκτός των ορεινών), σε συνέχεια ενωσιακής υποχρέωσης να επικαιροποιηθεί η οριοθέτηση με βάση συγκεκριμένη μεθοδολογία. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον υπό διαβούλευση χάρτη της νέας οριοθέτησης, αποκλείονται αρκετές περιοχές, οι οποίες, αν και μέχρι σήμερα θεωρούνταν ως περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα, πλέον προσεγγίζονται ως περιοχές όπου τα «προγενέστερα» φυσικά μειονεκτήματα εκτιμάται ότι έχουν αρθεί λόγω επενδύσεων σε υποδομές, αύξηση της παραγωγικότητας και βελτίωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Το αποτέλεσμα, λοιπόν, είναι οι περιοχές, των οποίων οι συνθήκες εκτιμάται ότι έχουν βελτιωθεί να έχουν εξαιρεθεί από το νέο χάρτη με φυσικούς περιορισμούς και μειονεκτήματα, δημιουργώντας αρνητικές επιπτώσεις για τους αγρότες των συγκεκριμένων περιοχών. Και αυτό διότι, μεταξύ άλλων, δεν θα είναι επιλέξιμοι για την εξισωτική αποζημίωση από τον ΟΠΕΚΕΠΕ και, κυρίως, θα έχουν χαμηλότερη μοριοδότηση -λόγω της νέας οριοθέτησης της περιοχής- σε μία σειρά από προγράμματα και επενδυτικά σχέδια βελτίωσης και εκσυγχρονισμού. Πρόκειται, δυστυχώς, για μία δεσμευτική κατάσταση για τη χώρα που θα αφορά όλη την επόμενη προγραμματική περίοδο.

Ωστόσο, η συγκεκριμένη προσέγγιση -σύμφωνα πάντα με τα διαθέσιμα στοιχεία- φαίνεται να παρουσιάζει μεθοδολογικά κενά και αυθαίρετες παραδοχές που δημιουργούν σημαντικές επιφυλάξεις για την ορθότητα των εκτιμήσεων, καθιστώντας αναγκαία τη διόρθωση και βελτίωση αυτών, ώστε ο νέος χάρτης να ανταποκρίνεται στην παραγωγική πραγματικότητα και στις ανάγκες των αγροτών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη προσέγγιση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που αναφέρει ως βάση της σχετική μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου:
1ον. Ο προσδιορισμός του φυσικού μειονεκτήματος φαίνεται ότι βασίστηκε μόνο στο βιοφυσικό περιορισμό της ξηρασίας του εδάφους και όχι σε μία σειρά από άλλους περιορισμούς που προβλέπονται από το πλαίσιο της ΕΕ. Το αποτέλεσμα είναι η εκτιμηθείσα βελτίωση των συνθηκών σε επίπεδο δημοτικών και τοπικών κοινοτήτων να έχει καθοριστεί από αρδευτικά έργα και από το ποσοστό άρδευσης, αφήνοντας εκτός ανάλυσης μία σειρά από παράγοντες επιβαρύνουν την αγροτική δραστηριότητα.
2ον. Το κριτήριο για την εξαίρεση από το νέο χάρτη περιοχών δημοτικών και τοπικών κοινοτήτων υπό την ανάλυση της ξηρασίας είναι εάν η αρδευόμενη έκταση είναι μεγαλύτερη του 50%, χωρίς, ωστόσο, να τεκμηριώνεται πως προέκυψε (μεθοδολογικά και στατιστικά) αυτό το ποσοστό, δημιουργώντας ιδιαίτερες ανησυχίες ότι έχει ορισθεί αυθαίρετα. Επίσης, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να εξεταστούν και τα δεδομένα με βάση τα οποία έχει γίνει ο υπολογισμός της αρδευόμενης έκτασης κάθε περιοχής.
3ον. Το κριτήριο για την εξαίρεση από το νέο χάρτη νομών εδράζεται στο επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας υπό την παραδοχή ότι σε επίπεδο νομού με τυπική απόδοση άνω του 80% του μέσου όρου της χώρας οι γεωργικές πρακτικές έχουν εκσυγχρονιστεί και έχει περιοριστεί η επίδραση των φυσικών περιορισμών. Πρόκειται, ωστόσο, για μία ευάλωτη παραδοχή που χρήζει προσεκτικότερης ανάλυσης, ιδιαίτερα για περιοχές είτε με εκτεταμένο δευτερογενή και τριτογενή τομέα, είτε με «αποκλεισμένο» από την αναπτυξιακή διαδικασία πρωτογενή τομέα.
4ον. Η πρόβλεψη για την ύπαρξη «ειδικών μειονεκτημάτων» σε περιοχές όπου “[…] η διαχείριση γης πρέπει να συνεχισθεί προκειμένου να διατηρηθεί ή να βελτιωθεί το περιβάλλον, να διατηρηθεί η ύπαιθρος, να διαφυλαχθεί το τουριστικό δυναμικό της περιοχής ή να προστατευθεί η ακτογραμμή […]” περιορίζεται σε συγκεκριμένες περιοχές χωρίς ξεκάθαρη μεθοδολογική προσέγγιση (πέρα από κάποιες «αυτονόητες» περιοχές), δημιουργώντας αρκετές ανησυχίες για αυθαίρετο καθορισμό αυτών.

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο υπό διαβούλευση νέος χάρτης επηρεάζει δυσμενώς την οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα αρκετών αγροτών για όλη την επόμενη προγραμματική περίοδο, κρίνεται σκόπιμο, στο πλαίσιο της διαβούλευσης, (α) να δημοσιευθεί η μελέτη την οποία επικαλείται η εν λόγω προσέγγιση, (β) να επανεξεταστεί η μεθοδολογία και οι παραδοχές της προσέγγισης, ώστε να αποτυπώνει τη συνολική εικόνα και όχι να «αγγίζει» μέρος αυτής, (γ) να εμπλουτιστεί η προσέγγιση από τις τεκμηριωμένες εκτιμήσεις τοπικών παραγόντων και συνεταιρισμών, και (δ) να συσταθεί μία ομάδα εργασίας -τόσο με ειδικούς, όσο και με τεχνοκράτες- που θα επεξεργαστεί όλες τις παραπάνω ενέργειες, ώστε να προκύψει ένας τελικός νέος χάρτης που δεν θα αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης.
Στην περίπτωση της Μαγνησίας, ο υπό διαβούλευση νέος χάρτης δεν περιλαμβάνει περιοχές, όπως αυτές του Αλμυρού, Στεφανοβικείου, Ριζομύλου, Αγίου Γεωργίου Φερών, Αργιλοχωρίου, Κρόκιου, Πέρδικας, Μαυρόλοφου, Άνω Μαυρόλοφου, Κορφαλακίου και Παραλίας Αλμυρού. Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να κινηθούν άμεσα οι διαδικασίες από τους αρμόδιους ώστε, μέσα από τη βελτίωση της μεθοδολογίας και την ουσιαστική διαβούλευση, να προκύψει ένας τελικός νέος χάρτης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ένας νέος χάρτης που δεν θα εμπεριέχει εύκολες και αβάσιμες εξαιρέσεις. Ένας νέος χάρτης που θα ανταποκρίνεται τόσο στην αγροτική πραγματικότητα, όσο και στην ανάγκη των αγροτών για τη διαμόρφωση μιας ανταγωνιστικής εγχώριας παραγωγής.

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.