Το «μαύρο κύμα» του 1922, έφθασε στον Βόλο…

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου, «Εις τον λιμένα μας έφθασαν τα πρώτα κύματα της Μικρασιατικής συμφοράς...»

Ήταν Σεπτέμβριος του 1922 και μάλιστα … Δευτέρα, όπως τυχαίνει και φέτος η 19η Σεπτεμβρίου, αλλά εκατό ολόκληρα χρόνια μετά, απ΄ όταν χιλιάδες πρόσφυγες, ξεριζωμένοι από τη Μικρά Ασία, αποβιβάζονται στο λιμάνι του Βόλου. Γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι, με τους μπόγους στα χέρια και το βλέμμα γεμάτο απελπισία, αλλά και τρόμο απ ΄όσα έζησαν. … Το θέαμα των χιλιάδων αυτών προσφύγων ερράγισεν την καρδίαν του καθενός…», έγραφε ο δημοσιογράφος και διευθυντής τότε της εφημερίδας «Θεσσαλία» Τάκης Οικονομάκης, χαρακτηρίζοντας την 19η Σεπτεμβρίου, ως «ημέρα τραγικών συγκινήσεων διά την πόλιν μας… Εις τον λιμένα μας έφθασαν τα πρώτα κύματα της Μικρασιατικής συμφοράς…» .

 

«…Κάθε οικογένεια, κάθε άτομον από τους πρόσφυγας απετέλει και μίαν τραγωδίαν, ένα σπαραγμό, ένα πένθος», έγραφε ο Τ. Οικονομάκης

 

Ένα μεγάλο κομμάτι προσφύγων, απ΄τους 13.000 και πλέον που ήρθαν στον Βόλο, εγκαταστάθηκαν, στον προσφυγικό συνοικισμό, και με τον καιρό δημιούργησαν τη νέα τους πατρίδα, τη Νέα Ιωνία, που την αγάπησαν εξίσου, μεταφέροντας ήθη, έθιμα και μοναδικά στοιχεία πολιτισμού.  Ένα πλινθόκτιστο δωμάτιο και μια μικρή αυλή,  ήταν τα σπίτια τους, με κοινόχρηστους χώρους για τα πλυσταριά και τα αποχωρητήρια σε κάθε τετράγωνο, που όμως δεν τους εμπόδισαν, απ΄το να προκόψουν και να μεγαλουργήσουν…

Το κείμενο που ακολουθεί και δημοσιεύει η «ΜΑΓΝΗΣΙΑ», αποτελεί ένα μικρό μόνον μέρος, του πολυσέλιδου αφιερώματος με τη μορφή βιβλίου που θα κυκλοφορήσει στα τέλη περίπου Σεπτεμβρίου, απ΄τον «Όμιλο Καρεκλίδη» . Στο συγκεκριμένο πόνημα, η συλλογή , έρευνα, συγγραφή, επεξεργασία και επιμέλεια του οποίου ήταν πολύμηνη,  περιλαμβάνονται πολύτιμες φωτογραφίες και πρωτότυπα κείμενα με την ευγενική εργασία αλλά και παραχώρηση εκ μέρους  των ανθρώπων που συμμετέχουν και μεταξύ αυτών, συγγραφείς, καθηγητές Πανεπιστημίων, εκπαιδευτικοί, ιστορικοί, ερευνητές, δημοσιογράφοι, διευθυντές  βιβλιοθηκών, εκπρόσωποι συλλόγων και φορέων κ.α.

Καταγράφεται τόσο το ΠΡΙΝ, όσο και το ΜΕΤΑ… Στόχος ουσιαστικά, ήταν η παρουσίαση της  πλούσιας ιστορίας αλλά και των δεδομένων που αφορούσαν στην κατάσταση που επικράτησε στη Μικρά Ασία, στους περισσότερους τομείς, μέχρι την Καταστροφή, αλλά την πορεία που ακολούθησαν οι πρόσφυγες στη νέα τους πατρίδα και σε ό,τι μας αφορά στα σημεία της Μαγνησίας.

Ο ερχομός των προσφύγων…

Ο ερχομός στην Ελλάδα 1.069.957 προσφύγων, που κατά την απογραφή του 1928 δήλωσαν ότι είχαν έλθει μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922, μαζί με τους 151.892 πρόσφυγες που κατά την ίδια απογραφή δήλωσαν ότι είχαν έλθει πριν από αυτή, υπήρξε αναμφίβολα μεγάλη πρόκληση τόσο για το κράτος και τις δομές του, όσο και για τις δομές της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Κατά συνέπεια ο ερχομός των προσφύγων υπήρξε πρόκληση και για τις δομές της τοπικής κοινωνίας, καθώς σε αναλογία με τα τότε πληθυσμιακά δεδομένα της περιοχής, κατά την απογραφή του 1928 στην επαρχία Βόλου βρίσκονται εγκατεστημένοι 13.411 πρόσφυγες, εκ των οποίων 6.779 στον τότε Δήμο Παγασών, 5.166 στο Συνοικισμό Νέας Ιωνίας και 1466 στις Κοινότητες. 

Απέναντι σ’ αυτήν την πρόκληση κλήθηκαν να σταθούν και να ανταποκριθούν όχι μόνον όσοι από την πρώτη στιγμή βρέθηκαν ενώπιον του ζητήματος αυτού και της αναζήτησης λύσεων, δηλαδή ο κρατικός μηχανισμός και οι διάφοροι φορείς αγωγής, αλλά και όσοι έπρεπε πλέον να ζήσουν με τους άρτι αφιχθέντες πρόσφυγες στη νέα πατρίδα, δηλαδή το σύνολο της ελληνικής και κατά συνέπεια της τοπικής, κοινωνίας.

Δεν ήταν εύκολο το έργο της υποδοχής, της εγκατάστασης και κυρίως της σταδιακής αποδοχής των προσφύγων που αναζήτησαν και στον Βόλο μια δεύτερη ευκαιρία για να ξαναρχίσουν τη ζωή τους, έστω υπό αντίξοες συνθήκες.

Δεν ήταν εύκολο γιατί επρόκειτο στην πραγματικότητα για μια προσπάθεια που απαιτούσε πολλά περισσότερα από αυτά που ήταν σε θέση να προσφέρει το κράτος για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η κατανομή των προσφύγων στη Θεσσαλία

Σε όλες αυτές τις εξελίξεις, με την έλευση και εγκατάσταση των προσφύγων, ο Βόλος γίνεται θέατρο μιας πληθυσμιακής και οικονομικής αύξησης. Η ευκολία προσέγγισης της πόλης με τα πλοία, αλλά και η προοπτική εργασίας στη σφύζουσα εμπορική και βιομηχανική αγορά της πόλης, έφεραν σ’ αυτήν 13.773 πρόσφυγες – 1828 πριν και 11.945 μετά τη Μικρασιατική καταστροφή – οι οποίοι ανέβασαν τον τοπικό πληθυσμό στους 47.892 κατοίκους το 1928.

Ο Βόλος είναι η μόνη πόλη της Θεσσαλίας που δέχτηκε τόσο μεγάλο αριθμό προσφύγων σε αναλογία 29% του πληθυσμού του, σε σχέση με τις άλλες πρωτεύουσες των νομών της Θεσσαλίας.

Η Λάρισα δέχτηκε 4.400 πρόσφυγες σε σύνολο 25.861 κατοίκων, τα Τρίκαλα 632 σε σύνολο 22.117 κατοίκων και η Καρδίτσα 327 σε σύνολο 13.883 κατοίκων σύμφωνα με τη Στατιστική Επετηρίδα της Ελλάδος κατά την απογραφή του 1928.

Οι πρόσφυγες στον Βόλο

 Κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία, αλλά κυρίως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 στον Βόλο, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα ξέσπασαν τρία κύματα προσφύγων.

Το πρώτο με τους «εκ Νικομηδείας» πρόσφυγες το 1921, το δεύτερο με το μεγάλο «μαύρο κύμα» όπως χαρακτηρίστηκε το Σεπτέμβριο του 1922 και το τρίτο με τους «ανταλλάξιμους» το 1924.

Το «μαύρο κύμα» του 1922

Το μεγάλο και «μαύρο κύμα» της Μικρασιατικής καταστροφής έφθασε στον Βόλο τη Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 1922. Ήταν οι πρόσφυγες που έφυγαν με συντριβή ψυχής από την κατεστραμμένη από την Τουρκική θηριωδία Σμύρνη και από τα άλλα παραθαλάσσια λιμάνια της Ιωνίας, όπως το Δικελή, για να σωθούν από την εκδικητική μανία των Τούρκων. Μη έχοντας τίποτα ή το πολύ – πολύ κρατώντας στο ένα χέρι ένα μπόγο ρούχα και σφίγγοντας με το άλλο τα ανήλικα παιδιά τους, τις γυναίκες ή προσφιλή τους συγγενικά πρόσωπα, με τα πόδια πρησμένα από την ταλαιπωρία, στα μάτια τους αποτυπωμένες τις εφιαλτικές εικόνες της συμφοράς τους, στα αυτιά τους να αντηχούν οι οιμωγές των θυμάτων και το ποδοβολητό των διωκτών τους, έφτασαν ικέτες σ’ αυτή τη γωνιά της Μητέρας Ελλάδας ζητώντας σωτηρία και προστασία.

Από τα μεσάνυχτα της Κυριακής 18 προς τη Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου, άρχισε να μπαίνει στο λιμάνι του Βόλου αρμάδα επιβατηγών πλοίων που μετέφεραν στοιβαγμένους χιλιάδες πρόσφυγες μετά την ήττα και υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία και τα τραγικά γεγονότα της Σμύρνης τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου το 1922.

Έγραφε μεταξύ άλλων η «Θεσσαλία» την Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 1922:

«ΑΦΙΞΙΣ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΤΩΝ»

…«Η χθεσινή ημέρα ήτο ημέρα τραγικών συγκινήσεων διά την πόλιν μας. Εις τον λιμένα μας έφθασαν τα πρώτα κύματα της Μικρασιατικής συμφοράς… Με την τραγικότητα των αγρίων ημερών που επέρασαν ζωγραφισμένην εις το πρόσωπό τους, κουρέλια ανθρώπινα, εντός ολίγου ήρχισαν να πυκνώνουν το Κεφαλόσκαλο και στο «Ακταίον» ολοένα πληθυνόμενοι και απλωνόμενοι εις όλην την παραλίαν. Έπειτα οι κάθετοι δρόμοι τους εδέχοντο και όλα τα πεζοδρόμια των πρώτων παραλιακών τετραγώνων, εδέχθησαν προχείρως προσφυγικάς εγκαταστάσεις, με τα λίγα μπογαλάκια που έφεραν μαζύ τους… Το θέαμα των χιλιάδων αυτών προσφύγων ερράγισεν την καρδίαν του καθενός…».

Ο δημοσιογράφος και διευθυντής τότε της εφημερίδας «Θεσσαλία» Τάκης Οικονομάκης σε μεγάλο, δίστηλο άρθρο του με έντονα μαύρα γράμματα στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας την ίδια μέρα (20-9-1922), αφού συμπυκνώνει το δράμα των Μικρασιατών προσφύγων καλεί όλους να βοηθήσουν και να γλυκάνουν τον πόνο τους.

Έγραφε μεταξύ άλλων: «ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΚΥΜΑ» «…Την φθινοπωρινήν ηρεμίαν του λιμένος μας ήλθε χθες να ταράξη ένα μεγάλο μαύρο κύμα, κύμα συμφοράς. Εμπήκε μέσα και εξέσπασε ύστερα εις την παραλίαν από όπου εξεχύθη εις όλην την πόλιν. Και ένα αίσθημα υπερτάτης φρίκης, απεριγράπτου συγκινήσεως αλλά και οργής τρομεράς συνεκλόνισε τους πάντας… Το μαύρο αυτό κύμα μας το απέστειλεν η αντίπερα του Αιγαίου ακτή. Απετελείτο από τα τραγικά θύματα της φρικτής μικρασιατικής συμφοράς, από τα θλιβερά αυτά ναυάγια του Ασιατικού Ελληνισμού, τα οποία η θάλασσα εξέβρασε εις την παραλίαν μας… Υπέρ τους δέκα χιλιάδες πρόσφυγες έφθασαν χθες έως εδώ, αφού εν τω μεταξύ έχουν πλημμυρίση όλα τα νησιά και όλοι οι πλησιέστεροι και κυριώτεροι αιγαιοπελαγίτικοι λιμένες. Και είναι αυτή η πρώτη φουρνιά που περνάει.

Θα την ακολουθήσουν και άλλες, ώστε υπολογίζεται, ότι περί τους πενήντα χιλιάδες θα περάσουν από τον λιμένα μας διά να ζητήσουν εις την Θεσσαλίαν καταφύγιον… Το θέαμα των θλιβερών αυτών θυμάτων της φρικτής καταστροφής εσπάρασσεν την ψυχήν του καθενός. Απεβιβάζοντο και εσταυροκοπούντο.

Απεβιβάζοντο και εφιλούσαν το χώμα. Απεβιβάζοντο και άλλοι έκλαιαν, άλλοι χαμογελούσαν με την εντύπωσιν ότι ετελείωσαν τα απερίγραπτα μαρτύριά των που κατά τον τελευταίον μήνα εδοκίμασαν…

…Κάθε οικογένεια, κάθε άτομον από τους πρόσφυγας αυτούς απετέλει και μίαν τραγωδίαν, ένα σπαραγμό, ένα πένθος. Άλλοι είδαν μπρος στα μάτια τους, τους Τούρκους να τους σφάζουν δικούς των, άλλους να τους παίρνουν αιχμαλώτους, άλλοι τα κορίτσια των να τ’ αρπάζουν οι Τούρκοι για τα χαρέμια τους και όλοι τους ανεξαιρέτως είδαν με τα μάτια τους την γενικήν καταστροφήν σπιτιών, περιουσιών, ολοκλήρου ζωής κα υπάρξεως μέσα εις τας τραγικάς εκείνας φλόγας της πυρκαϊάς που ως επικήδειος εφώτιζε το πτώμα του μικρασιατικού ελληνισμού μαζύ με το πτώμα της τιμής της Ελλάδος.

…Το μαύρο κύμα της συμφοράς εξακολουθεί να ξεχύνεται και να πλημμυρίζη την Ελλάδα ολόκληρον. Ας κύψωμεν επάνω του και ας προσπαθήσωμεν να γλυκάνωμεν όσον ημπορούμεν, όσο είναι δυνατόν τον πόνον του.

Τ. ΟΙΚ.»

Που εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες

Οι χιλιάδες των προσφύγων αυτών έπρεπε κάπου να στεγαστούν άμεσα και να βρουν ένα κομμάτι ψωμί για να χορτάσουν. Πράγματι, οι αρχές και η ιδιωτική φιλανθρωπική πρωτοβουλία κινήθηκαν γρήγορα για να ικανοποιηθούν οι ζωτικές πρώτες ανάγκες των ταλαιπωρημένων και εξαθλιωμένων αυτών ανθρώπων.

Για τη στέγασή τους είχαν επιταχθεί μεγάλες καπναποθήκες, σχολεία, ιδιωτικά οικήματα και στην πλατεία Ρήγα Φεραίου οι παλιές τουρκικές στρατώνες, που ήδη στέγαζαν εκεί άλλους πρόσφυγες που είχαν έλθει τον προηγούμενο χρόνο. Για τη σίτισή τους άρχισαν να λειτουργούν συσσίτια από τη δημοτική αρχή και από το Λύκειο Ελληνίδων.

Για την υγειονομική τους προστασία λήφθηκαν διάφορα μέτρα. Ειδικά για τα ορφανά προσφυγόπουλα, ιδρύθηκε Άσυλο για την περίθαλψή τους από Κυρίες του Βόλου.

Οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν «προσωρινά» – σε ορισμένες περιπτώσεις για πέντε και πλέον χρόνια – μέσα στον Βόλο στα εξής σημεία:

Σε διάφορα σχολεία και κτήρια συλλόγων, φορέων και ιδιωτών: Β΄ Ελληνικό Σχολείο, Β΄ Δημοτικό Σχολείο Θηλέων (συνοικία Μεταμορφώσεως), Γ΄ Δημοτικό Σχολείο Αρρένων (συνοικία Παλαιών), τα δύο δημοτικά σχολεία (αρρένων και θηλέων) της συνοικίας Αγίου Κωνσταντίνου, το δημοτικό σχολείο Θηλέων Αγίου Νικολάου, η οικία Ζάχου που χρησίμευε ως Πρακτικό Λύκειο, η ιδιωτική Σχολή Κοντογεωργίου, η βιβλιοθήκη του Θρησκευτικοφιλολογικού Συλλόγου «Οι Τρεις Ιεράρχαι», η Ευαγγελική Εκκλησία, η οικία Κοσμαδόπουλου, το Δημοτικό Θέατρο.

Στις καπναποθήκες: Αγγελίδου, Ασβεστά, Αδάμ, Βλαχάκη, Γκιζίκη, Γκλαβάνη, Ζαρκάδου, Κυριακόπουλου, Κωνσταντινίδου, Μελαχροινού, Μουλούλη, Παπαϊωσήφ, Παπασυμεών, Σακκά, Τζαμαλή, Τζανίδου. Επίσης στην παλιά τουρκική στρατώνα στην πλατεία Ρήγα Φεραίου και σε άλλα τουρκικά κτίσματα της πλατείας αυτής καθώς και στην περιοχή του Παλιού Λιμεναρχείου σε αποθήκες και παραπήγματα.

Ωστόσο, η επίταξη ακινήτων, η χρήση πρόχειρων καταλυμάτων και κάθε διαθέσιμου χώρου – άμεσες λύσεις κατά την πρώτη περίοδο της άφιξης – επιβράδυναν τις διαδικασίες ένταξης των προσφύγων, ενώ ταυτόχρονα έπλητταν τη ροή των λειτουργιών της πόλης.

Αυτό επισημάνθηκε ιδιαίτερα σχεδόν ένα χρόνο αργότερα (18-6-1923) κατά την ιστορική συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών για την ίδρυση προσφυγικών συνοικισμών (που πραγματοποιήθηκε μετά από σχετική απόφαση του Υπουργείου Πρόνοιας), όπου τονίστηκε ότι, επειδή οι πλείστες των αποθηκών της πόλης έχουν επιταχθεί δυσχεραίνεται η διεξαγωγή του εμπορίου και η ανάπτυξη της βιομηχανίας…

 

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.