Φτωχοί από φαγητό και χαρά

Κάνεις βόλτα στη λαϊκή αγορά, γιατί ως γνωστόν επιλέγουμε να κάνουμε τα ψώνια μας από τοπικούς παραγωγούς, αφήνοντας τα λεφτά μας στην πόλη. Πέρα από τις χαμηλές τιμές που μπορείς να βρεις, η διαδικασία της λαϊκής αγοράς έχει και άλλα ωραία. Όπως ότι συναντιέσαι με γνωστούς, λες τα νέα σου, μπορείς να ακούσεις όμως και διάφορες ιστορίες. Γιατί χορτάσαμε να ακούμε από ειδικούς για το τι μπορεί να μας σώσει από την οικονομική κρίση, χορτάσαμε από λόγια του αέρα, χορτάσαμε από πολιτικούς ανίκανους μπροστά στο δράμα του εξαθλιωμένου Έλληνα, που δεν αντέχει άλλο να ακούει για αριθμούς και προβλέψεις, που εκ των προτέρων γνωρίζει ότι δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν πραγματικότητα. Κάνοντας μια βόλτα στην τράπεζα, το σούπερ μάρκετ, τη λαϊκή, ακούς διάφορες ιστορίες.

Μαθαίνεις για ζωές τρίτων, που πριν δεν τους ήξερες, αλλά μέσα από λίγες λέξεις μπορείς και καταλαβαίνεις το τι μπορεί να περνάει ο καθένας τους. Μια τέτοια ιστορία άκουσα τις προάλλες, από δυο γλυκύτατους, ηλικιωμένους κυρίους, που είχαν βγει να κάνουν τα ψώνια τους. Παλιά, όπως κατάλαβα, συνήθιζαν να βρίσκονται συχνότερα. Πήγαιναν στο καφενείο της γειτονιάς. Τώρα «τελείωσαν και αυτά» όπως είπε ο ένας από αυτούς. Ανάμεσα σε πορτοκάλια και μήλα, είχα καθίσει στην άκρη του πεζοδρομίου και ήταν τέτοια η χαρά τους που συναντήθηκαν, τι να σου πω.

Όταν τελείωσαν τα τυπικά, τι κάνεις, πως ήταν οι τελευταίες σου εξετάσεις ρωτάει ο ένας:
– Βλέπω δεν ψώνισες και πολλά. – Τα απαραίτητα για την εβδομάδα. Λίγο μαρούλι, λεμόνια και πορτοκάλια για τα εγγόνια. – Εγώ πήρα και λίγο ψαράκι. – Α, την άλλη βδομάδα που θα πληρωθούμε θα πάρω εγώ. –Ε, δεν ήταν και ακριβά – Δεν περισσεύει ούτε ευρώ σου λέω. Ο γιος μου είναι άνεργος, ψάχνει για δουλειά, αλλά φως πουθενά. Τον βοηθώ όπως μπορώ. – Πω-πω, που φτάσαμε, εμείς που δουλέψαμε μια ζωή, πήραμε σύνταξη και λέγαμε πως θα ζήσουμε μια ήρεμη ζωή… Μετά από το απαραίτητο κούνημα του κεφαλιού και μια μικρή βουβαμάρα συνέχισαν.- Ποιος θα μας το έλεγε ότι θα κάναμε ακόμη και οικονομία στον ψωμί, το λάδι και τον καφέ. – Άστα, θα ξεχάσω εγώ τα τσιμπούσια που κάναμε κάποτε, που από το τραπέζι δεν έλειπε τίποτα; – Που τέτοια πράγματα τώρα. Ένα πιάτο φαί και αυτό είναι όλο. – Υπομονή, για τα παιδιά μας περισσότερο, είπε με φωνή τρεμάμενη ο ένας τους.

Αποχαιρετίστηκα, υποσχέθηκαν ο ένας τον άλλον να πάνε για ένα καφέ τις επόμενες και ημέρες και έφυγαν. Εμένα μου έμεινε όμως η εικόνα ενός τραπεζιού, που κάποτε μπορεί να είχε τα πάντα, τώρα το μόνο που μπορεί να θυμίζει εκείνες τις εποχές είναι ίσως το καθαρό, άσπρο τραπεζομάντηλο. Το θλιβερό δεν είναι όμως ότι λείπει το φαγητό. Λείπουν και εκείνες οι φωνές και τα γέλια από ανθρώπους που μπορεί να είχαν προβλήματα, αλλά μπορούσαν και τα αντιμετώπιζαν…

Εγγραφείτε στην ομάδα Magnesianews στο Viber για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
Ακολουθήστε τη ροή Magnesianews στο Google News και μείνετε σε επαφή με ότι συμβαίνει.